Advertisment
Πέντε βήματα από το σπίτι μου. Όχι περισσότερα.
Εκεί βρίσκεται το ισόγειο της πολυκατοικίας. Εκεί μαζεύονται νωρίς το πρωί και φεύγουν αφού βραδιάσει. Όλες πρέπει να έχουν περάσει τα εξήντα. Ίσως κάποιες να είναι και πιο νέες. Ναι, τώρα που το σκέφτομαι, αρκετές είναι και νεότερες. Δεν ξέρω, πάντοτε δυσκολεύομαι με τις ηλικίες.
Θα μπορούσα εύκολα να φανταστώ την μικροαστική ζωή τους. Σίγουρα θα βλέπουν τούρκικα σήριαλ ή κακές μεταγλωττίσεις σε βραζιλιάνικες σαπουνόπερες. Θα μπορούσα να κάνω πολλά αστεία στο twitter για το πόσο μου θυμίζουν κάποια θεία μου. Όλες οι θείες αυτού του κόσμου είναι ίδιες, είναι εκείνες που στο γιορτινό τραπέζι θα πουν «Εσείς οι νέοι καθίστε όλοι μαζί» (κατά βάθος αρχίζει να μου λείπει ακόμα κι αυτό, γιατί κανείς πια δε μου ζητά να κάτσω στο δίπλα τραπέζι, με τους νέους). Είναι οι θείες που μοιάζουν να φορούν όλες τα ίδια ρούχα, είναι πρόσωπα που θα ξεχάσεις το επόμενο δευτερόλεπτο. Είναι οι θείες, που τα υπερμεγέθη εσώρουχά τους κρέμονται από την απέναντι ταράτσα, και θα γίνουν μια ακόμα εύθυμη ιστορία μπροστά σε φίλους που θα ‘χουν πιεί μια μπύρα παραπάνω.
Advertisment
Πέντε βήματα από το σπίτι μου. Όχι περισσότερα.
Εκεί κάθε μέρα τριγυρνούν οι γυναίκες αυτές. Στην ίδια μου τη γειτονιά. Και μπαίνουν στο ίδιο ισόγειο. Και μετά έρχονται και άλλοι άνθρωποι, που φεύγουν αργότερα με σακούλες στα χέρια. Δεν είχα προσέξει καν τι είναι αυτοί οι άνθρωποι. Ένιωθα αυτό το πέρα-δώθε σαν το απαραίτητο ντεκόρ του δρόμου μου.
Πέντε βήματα από το σπίτι μου. Όχι περισσότερα.
Εκεί μαγειρεύουν όλη μέρα. Κι εδώ και χρόνια δεν έχει μείνει ούτε ένας άστεγος χωρίς φαγητό, χωρίς ψωμί. Κι έρχονται κι άλλοι. Κι από άλλες γειτονιές. Και κανείς δε μένει νηστικός.
Πέντε βήματα από το σπίτι μου. Όχι περισσότερα.
Κι εγώ δεν τα έκανα ποτέ. Τα βήματά μου με πήγαιναν αλλού. Περπάτησα όλον τον κόσμο, αλλά ποτέ δεν έκανα αυτά τα πέντε βήματα. Ποτέ δεν τους χτύπησα την πόρτα, δεν τους ρώτησα αν χρειάζονται κάτι. Δεν θυμάμαι να το κάνω. Σχεδόν αμυδρά θυμάμαι, τελικά, και την υπόλοιπη ζωή μου.
Κάποτε φοβόμουν μήπως και δε γίνω πλούσιος.
Έπειτα φοβόμουν μη γίνω φτωχός.
Και μετά φοβόμουν να μη γίνω ο πιο φτωχός απ’ τους φτωχούς.
Τώρα που ξεμένω κι από φόβο αναρωτιέμαι γιατί όλα αυτά τα χρόνια δεν έκανα ούτε βήμα.
Πέντε βήματα από το σπίτι μου. Όχι περισσότερα.
Ξέρω από καιρό την ορθογραφία της λέξης αλληλεγγύη. Αλλά τώρα μόλις μαθαίνω την αλήθεια της.
Στο ισόγειο μιας γκρίζας πολυκατοικίας. Εκεί βρίσκονται. Εν σιωπή.
Πέντε βήματα από το σπίτι μου. Όχι περισσότερα.
Και δίνουν την ψυχή τους. Όχι περισσότερο.
Υ.Γ.: Θυμηθείτε τη γειτονιά, τους δρόμους σας, την κοινότητα. Στην κοινότητα θα βρουν καταφύγιο οι τρομαγμένες, αγριεμένες, κατεστραμμένες κοινωνίες. Κι εκεί ας μη βρουν ΑΦΜ, αλλά ανθρώπους.
Πέτρος Κουμπλής