Τα γεγονότα της αντίληψης

Ο Hermann von Helmholtz, που εισήγαγε την έννοια της ελεύθερης ενέργειας στη φυσική, ήταν ένας πολυμαθής που επίσης έγραψε για τον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε

Ο Hermann von Helmholtz, που εισήγαγε την έννοια της ελεύθερης ενέργειας στη φυσική, ήταν ένας πολυμαθής που επίσης έγραψε για τον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε τον κόσμο. Αναρωτήθηκε πόσο αντικειμενικές μπορούν να είναι οι πληροφορίες που παίρνουμε από τις αισθήσεις και επεξεργαζόμαστε με τον εγκέφαλο ώστε να σχηματίσουν την εικόνα του εξωτερικού κόσμου:

“Τα προβλήματα που στις προγενέστερες περιόδους θεωρούνταν θεμελιώδη για όλες τις επιστήμες ήταν εκείνα της θεωρίας της γνώσης: Ποια είναι η αλήθεια σε ό,τι αφορά τις αισθήσεις μας και τη σκέψη; Και με ποιον τρόπο οι ιδέες μας ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα; Η φιλοσοφία και οι φυσικές επιστήμες προσεγγίζουν αυτές τις ερωτήσεις από αντίθετες κατευθύνσεις αλλά αποτελούν κοινά προβλήματα και των δύο. Η φιλοσοφία, η οποία ασχολείται με την πνευματική πλευρά, προσπαθεί να διαχωρίσει οτιδήποτε στη γνώση και στις ιδέες μας οφείλεται στα αποτελέσματα του υλικού κόσμου, προκειμένου να καθορίσει τη φύση της καθαρής πνευματικής δραστηριότητας. Οι φυσικές επιστήμες, από την άλλη πλευρά, επιδιώκουν να ξεχωρίσουν ορισμούς, σύνολα συμβόλων, μοντέλα αναπαράστασης, καθώς και υποθέσεις, προκειμένου να μελετήσουν αυτό που απομένει και το οποίο σχετίζεται με τον κόσμο της πραγματικότητας και τους φυσικούς νόμους στην καθαρή τους μορφή. Και οι δύο προσπαθούν να πετύχουν εξίσου το διαχωρισμό, αν και στα δύο διαφορετικά μέρη του ίδιου αντικειμένου…

Advertisment

Στο τέλος του προπερασμένου αιώνα, ο Καντ ανέπτυξε μια θεωρία σύμφωνα με την οποία η γνώση προηγείται κάθε εμπειρίας· δηλαδή, ανέπτυξε τη θεωρία των λεγόμενων υπερβατικών μορφών της διαίσθησης και της σκέψης. Πρόκειται για μορφές στις οποίες το περιεχόμενο της αισθητηριακής εμπειρίας μας υποτίθεται ότι πρέπει απαραίτητα να ταιριάξει προκειμένου να μεταμορφωθεί σε ιδέες. Σε ό,τι αφορά τις ιδιότητες των ίδιων των αισθήσεων, ο Locke νωρίτερα είχε επισημάνει τον ρόλο που παίζουν οι σωματικές και ψυχικές μας δομές στο πώς αντιλαμβανόμαστε τα πράγματα. Προς αυτήν την κατεύθυνση, έρευνες πάνω στη φυσιολογία των αισθήσεων, ιδιαίτερα εκείνες που διεξήγαγε ο Johannes Müller διατυπώνοντας το νόμο των συγκεκριμένων ενεργειών των αισθήσεων, έφεραν (κάποιος μπορεί να πει σ’ έναν σχεδόν απροσδόκητο βαθμό) την πληρέστερη επιβεβαίωση. Επιπλέον, οι έρευνες αυτές καθιέρωσαν και με έναν πολύ αποφασιστικό τρόπο αποκάλυψαν τη σημασία της φύσης των μέχρι τότε υποκειμενικών μορφών της διαίσθησης. Το θέμα έχει ήδη συζητηθεί αρκετά συχνά, οπότε μπορώ να ασχοληθώ με αυτό κατευθείαν.

Ανάμεσα στα διάφορα είδη αισθήσεων, δύο εντελώς διαφορετικές διακρίσεις πρέπει να σημειωθούν. Η πιο σημαντική είναι αυτή που έχει να κάνει με τις διαφορετικές αισθήσεις, όπως είναι οι διαφορές ανάμεσα στο μπλε, στο θερμό, στο γλυκό, και στον τόνο. Σε μια προηγούμενη εργασία αναφέρθηκα σε αυτές ως διαφορές στη μορφή (modality) των αισθήσεων. Είναι τόσο θεμελιώδεις ώστε αποκλείουν κάθε δυνατή μετάβαση από τη μία στην άλλη καθώς και την οποιαδήποτε μικρότερη ή μεγαλύτερη σχέση ομοιότητας. Για παράδειγμα, δεν μπορούμε να αναρωτηθούμε αν το γλυκό είναι περισσότερο κόκκινο ή μπλε.

Η δεύτερη διάκριση, η οποία είναι λιγότερο σημαντική, είναι αυτή ανάμεσα στις διαφορές της ίδιας αίσθησης. Έχω αναφερθεί σε αυτές ως διαφορές στην ποιότητα (quality). Ο Fichte θεώρησε ότι όλες οι ποιότητες μιας αίσθησης αποτελούν έναν κύκλο ποιότητας· αυτό που ονόμασα διαφορές της μορφής (modality), εκείνος ονόμασε διαφορές ανάμεσα σε σε κύκλους ποιότητας (circles of quality). Μεταβάσεις και συγκρίσεις είναι δυνατές μόνο μέσα στα πλαίσια κάθε κύκλου· μπορούμε να περάσουμε από το ερυθρό στο ιώδες, για παράδειγμα, και μπορούμε να πούμε ότι το κίτρινο μοιάζει περισσότερο με το πορτοκαλί από ότι με το μπλε.

Advertisment

Φυσιολογικές μελέτες τώρα δείχνουν ότι οι πιο θεμελιώδεις διαφορές είναι εντελώς ανεξάρτητες από το είδος του εξωτερικού παράγοντα, από τον οποίο οι αισθήσεις διεγείρονται. Καθορίζονται αποκλειστικά και μόνο από τα αισθητηριακά νεύρα που λαμβάνουν τις διεγέρσεις. Διεγέρσεις των οπτικών νεύρων παράγουν μόνο αισθήσεις φωτός, είτε τα νεύρα διεγείρονται από το φως καθαυτό, από ηλεκτρικά ρεύματα που άγονται διαμέσου του οφθαλμού, από ένα χτύπημα στο βολβό του ματιού, ή από μια τάση στο νευρικό ιστό κατά τις γρήγορες κινήσεις των ματιών. Οι αισθήσεις που προκύπτουν από αυτές τις διαδικασίες είναι τόσο όμοιες με εκείνες που προκαλούνται από το καθαυτό φως ώστε για πολύ καιρό οι άνθρωποι πίστευαν ότι ήταν δυνατό να παραχθεί φως από τα ίδια τα μάτια. Ήταν ο Johannes Müller εκείνος που έδειξε ότι δεν υπάρχει εσωτερική παραγωγή φωτός και ότι η αίσθηση του φωτός υφίσταται μόνο όταν το οπτικό νεύρο διεγερθεί…

Είναι προφανές ότι όλες αυτές οι διαφορές μεταξύ των αποτελεσμάτων του φωτός ή του ήχου καθορίζονται από τον τρόπο που τα αισθητηριακά νεύρα αντιδρούν. Οι αισθήσεις μας είναι απλά αποτελέσματα που παράγονται στα όργανά μας από αντικειμενικές αιτίες· πώς ακριβώς αυτά τα αποτελέσματα εκδηλώνονται εξαρτάται κατά κύριο λόγο και κατ’ ουσία από το είδος του οργάνου που αντιδρά στις αντικειμενικές αιτίες. Ποιες πληροφορίες, τότε, οι ιδιότητες αυτών των αισθήσεων μπορούν να μας δώσουν σχετικά με τα χαρακτηριστικά των εξωτερικών αιτιών και των επιρροών που τις προκαλούν; Μόνο αυτό: οι αισθήσεις μας είναι σημεία, όχι εικόνες, τέτοιων χαρακτηριστικών. Κάποιος θα περίμενε μια εικόνα να είναι παρόμοια σε κάποιον βαθμό με το αντικείμενο που αντιπροσωπεύει· σε ένα άγαλμα κάποιος περιμένει ομοιότητα στη μορφή, σε έναν χάρτη ομοιότητα στην προοπτική, σε μια ζωγραφιά ομοιότητα στο χρώμα. Ένα σημάδι, ωστόσο, δεν χρειάζεται να είναι με κανέναν τρόπο παρόμοιο με το αντικείμενο του οποίου αποτελεί σημάδι. Η μόνη σχέση μεταξύ τους είναι ότι το ίδιο αντικείμενο, που εμφανίζεται κάτω από τις ίδιες συνθήκες, πρέπει να προκαλεί το ίδιο σημάδι· έτσι διαφορετικά σημεία σηματοδοτούν πάντοτε διαφορετικές αιτίες ή επιδράσεις.

Σύμφωνα με τη δημοφιλή άποψη, η οποία δέχεται βασισμένη στην απλή πίστη την πλήρη αντιστοιχία των εικόνων τις οποίες οι αισθήσεις παρουσιάζουν με τα εξωτερικά αντικείμενα, αυτή η σχέση μπορεί να φαίνεται πολύ ασήμαντη. Στην πραγματικότητα δεν είναι, γιατί χάρη σε αυτήν τη σχέση μπορεί να επιτευχθεί κάτι που έχει πολύ μεγάλη σημασία: μπορούμε να ανακαλύψουμε τις νομοτελειακές κανονικότητες στις διαδικασίες του εξωτερικού κόσμου. Και οι φυσικοί νόμοι λένε ότι από τις αρχικές συνθήκες που είναι ίδιες με κάποιον τρόπο, ακολουθούν πάντα συνέπειες οι οποίες είναι οι ίδιες με κάποιον άλλον τρόπο. Αν τα ίδια τα είδη πραγμάτων στον κόσμο της εμπειρίας υποδεικνύονται από τα ίδια σημάδια, τότε η νομοτελειακή διαδοχή όμοιων αποτελεσμάτων από όμοιες αιτίες θα συνδέεται με μια παρόμοια τακτική διαδοχή στη σφαίρα των αισθήσεων μας. Αν, για παράδειγμα, κάποιο είδος βατόμουρου παράγει κάποια κόκκινη χρωστική ουσία και ζάχαρη την ίδια στιγμή, θα έχουμε πάντα την αίσθηση ενός κόκκινου χρώματος και μιας γλυκιάς γεύσης μαζί, σχετικά με τα βατόμουρα αυτού του είδους.”

Αυτό που μας λέει ο Helmholtz είναι ότι ο εγκέφαλός μας δεν αντιλαμβάνεται τα εξωτερικά αντικείμενα άμεσα, αλλά ανταυτού τα ανασυνθέτει χρησιμοποιώντας σημεία που λαμβάνει από τις αισθήσεις. Η εικόνα των αντικειμένων ανακατασκευάζεται στον αμφιβληστροειδή από τις ‘κουκκίδες’ του φωτός που έρχεται από τα αντικείμενα. Το παράδειγμα της φωτογραφίας ενός αντικειμένου μπορεί να μας πείσει ότι αυτό που βλέπουμε είναι μια καλή αναπαράσταση της πραγματικότητας. Ωστόσο, η εικόνα του αντικειμένου στη φωτογραφία παραμένει μια αναπαράσταση της εικόνας του αντικειμένου στο μυαλό μας. Αυτό που έχει επίσης ενδιαφέρον είναι ότι, εκτός από το γεγονός ότι η αντίληψη των χρωμάτων και των ήχων είναι καθαρά υποκειμενική, ο ίδιος ο χώρος-χρόνος μπορεί να είναι η εσωτερική αναπαράσταση μιας εξωτερικής τάξης πραγμάτων, που απλά μας βοηθά να οργανώσουμε αυτά τα πράγματα στο μυαλό μας με βολικό τρόπο, αλλά που μπορεί να έχει ελάχιστη ή καμία φυσική σημασία:

“Έτσι, η φυσιολογική μας κατασκευή ενσωματώνει μια καθαρή μορφή διαίσθησης, σε ό,τι αφορά τις ιδιότητες της αίσθησης. Ο Καντ, ωστόσο, προχώρησε ακόμη περισσότερο. Ισχυρίστηκε ότι, όχι μόνο οι ιδιότητες της λογικής εμπειρίας, αλλά επίσης και του χώρου και του χρόνου καθορίζονται από τη φύση της διαίσθησης, δεδομένου ότι δεν βλέπουμε τίποτα από τον εξωτερικό κόσμο που να μη συμβαίνει κάποια στιγμή και σε κάποιον χώρο, και εφόσον η χρονική θέση είναι επίσης ένα χαρακτηριστικό όλης της υποκειμενικής εμπειρίας. Ο Καντ ονόμασε έτσι το χρόνο την εκ των προτέρων και αναγκαία υπερβατική μορφή του εσωτερικού κόσμου, και το χώρο την αντίστοιχη μορφή του εξωτερικού κόσμου, της διαίσθησης. Επιπλέον, ο Καντ θεώρησε ότι τα χωρικά χαρακτηριστικά δεν ανήκουν περισσότερο στον κόσμο της πραγματικότητας (dinge an sich: το πράγμα καθαυτό) από ό,τι τα χρώματα που βλέπουμε ανήκουν σε εξωτερικά αντικείμενα. Αντίθετα, σύμφωνα με τον ίδιο, ο χώρος μεταφέρεται στα αντικείμενα από τα μάτια μας.

Ακόμη και σε ό,τι αφορά αυτόν τον ισχυρισμό, η επιστημονική άποψη μπορεί να συμβαδίσει με τον Καντ μέχρι ένα ορισμένο σημείο. Ας εξετάσουμε αν οποιαδήποτε λογικά σήματα είναι παρόντα στην άμεση, καθημερινή εμπειρία, με τα οποία κάθε αντίληψη των αντικειμένων στο χώρο μπορεί να σχετίζεται. Πράγματι, μπορούμε να βρούμε τέτοια σήματα σε σχέση με το γεγονός ότι η κίνηση του σώματός μας δημιουργεί διαφορετικές χωρικές σχέσεις με τα αντικείμενα που αντιλαμβανόμαστε, έτσι ώστε οι εντυπώσεις που μας προκαλούν αυτά τα αντικείμενα αλλάζουν καθώς κινούμαστε. Η τάση να κινηθούμε, που ξεκινά με τη διέγερση των κινητικών νεύρων, είναι άμεσα αντιληπτή. Αισθανόμαστε ότι κάνουμε κάτι όταν ξεκινάμε μια τέτοια διέγερση. Δεν γνωρίζουμε άμεσα, φυσικά, όλα όσα συμβαίνουν· είναι μόνο μέσα από την επιστήμη της φυσιολογίας που μαθαίνουμε πώς θέτουμε τα νεύρα της κίνησης σε κατάσταση διέγερσης, πώς αυτές οι διεγέρσεις μεταδίδονται στους μυς, και πώς με τη σειρά τους οι μύες συσπώνται και μετακινούν τα άκρα. Γνωρίζουμε, ωστόσο, χωρίς καμία επιστημονική γνώση, τα αισθητά αποτελέσματα που ακολουθούν καθεμιά από τις διάφορες αντιδράσεις που ενεργοποιούμε.

Από αυτήν την άποψη, ο χώρος είναι η απαραίτητη μορφή της εξωτερικής διαίσθησης, καθώς θεωρούμε μόνο ό,τι αντιλαμβανόμαστε ως χωρικά καθορισμένο να αποτελεί τον εξωτερικό κόσμο. Εκείνα τα πράγματα που δεν γίνονται αντιληπτά με κάποια χωρική σχέση θεωρούμε ότι ανήκουν στον κόσμο της εσωτερικής διαίσθησης, στον κόσμο της αυτογνωσίας. Ο χώρος είναι μια εκ των προτέρων (a priori) μορφή διαίσθησης, απαραιτήτως προγενέστερος κάθε εμπειρίας, στο βαθμό που η αντίληψή του σχετίζεται με τη δυνατότητα κινητικών αντιδράσεων, ενώ η αντίστοιχη πνευματική και σωματική ικανότητα πρέπει να παρασχεθεί από τη φυσιολογική μας κατασκευή πριν να έχουμε την όποια διαίσθηση του χώρου.”

Σε ό,τι αφορά το χρόνο, ο Helmholtz λέει:

“Ας προσπαθήσουμε να βάλουμε τον εαυτό μας στη θέση κάποιου ανθρώπου χωρίς καμιά απολύτως εμπειρία… Ας υποθέσουμε ότι ο αυτός άνθρωπος βρίσκει αρχικά τον εαυτό του να είναι απλώς ένα ακόμα αντικείμενο σε μια περιοχή με άλλα ακίνητα αντικείμενα. Για όσο διάστημα δεν ενεργοποιεί κινητικές αντιδράσεις, οι αισθήσεις του θα παραμείνουν αμετάβλητες…

Αν ονομάσουμε ολόκληρη την ομάδα των συσσωρευμένων αισθήσεων, που μπορούν ενδεχομένως να γίνουν αντιληπτές από τη συνείδηση σε ένα ορισμένο χρονικό διάστημα από μια συγκεκριμένη και περιορισμένη ομάδα αντιδράσεων, χρονικές αναπαραστάσεις (presentabilia), τότε, σε αντίθεση με το παρόν, δηλαδή το συνονθύλευμα των αισθήσεων μέσα στα πλαίσια αυτής της ομάδας και το οποίο αποτελεί το αντικείμενο της άμεσης αντίληψης- τότε το υποθετικό μας άτομο περιορίζεται σε οποιονδήποτε χρόνο σε έναν ορισμένο κύκλο των presentabilia, έξω από τον οποίο, ωστόσο, μπορεί να κάνει παρόν του οποιοδήποτε σύνολο σε κάθε χρονική στιγμή εκτελώντας την κατάλληλη κίνηση. Κάθε ξεχωριστό μέλος αυτής της ομάδας των presentabilia, ως εκ τούτου, φαίνεται σ’ αυτόν να υπάρχει σε κάθε στιγμή της αντίστοιχης χρονικής περιόδου, ανεξάρτητα από το άμεσο παρόν, γιατί είναι σε θέση να παρατηρήσει οποιαδήποτε από αυτές τις αναπαραστάσεις κάθε στιγμή που επιθυμεί να το πράξει. Αυτό το συμπέρασμα- ότι θα μπορούσε να κάνει την παρατήρηση σε οποιαδήποτε άλλη χρονική στιγμή κι αν επιθυμούσε- πρέπει να θεωρηθεί σαν ένα είδος επαγωγικού συμπεράσματος, καθώς μια επιτυχημένη μετάβαση μπορεί εύκολα να γίνει από μια χρονική στιγμή σε οποιαδήποτε άλλη, στα πλαίσια του δεδομένου χρονικού διαστήματος.

Με αυτόν τον τρόπο η αντίληψη της ταυτόχρονης και αδιάκοπης ύπαρξης μιας ομάδας διαφορετικών αλλά παρακείμενων αντικειμένων μπορεί να επιτευχθεί… Σε άλλες χρονικές στιγμές οι κύκλοι των presentabilia που σχετίζονται με αυτή την ίδια ομάδα των βουλήσεων είναι διαφορετικοί. Με αυτόν τον τρόπο οι κύκλοι των presentabilia, μαζί με τα μεμονωμένα μέλη τους, γίνονται κάτι δεδομένο για εμάς, δηλαδή, γίνονται αντικείμενα.”

Αυτό που είναι σημαντικό να τονίσουμε εδώ από την παραπάνω ανάλυση του Helmholtz, είναι ότι η χρονική αντίληψη των γεγονότων συνοδεύεται από μια ταυτόχρονη κατάσταση, ή από ‘κύκλους αναπαραστάσεων,’ κατά τη διάρκεια της οποίας όλα τα ‘παρακείμενα’ αντικείμενα γίνονται αντιληπτά ταυτόχρονα ως δυνητικότητες, τις οποίες με τη σειρά της η συνειδητή ανάλυση θα καθορίσει ως πραγματικά αντικείμενα ή όχι. Στο προηγούμενο στάδιο της ασυνείδητης επαγωγής, τα εν δυνάμει αντικείμενα παραμένουν σε κατάσταση ‘υπέρθεσης’ και ‘επ’ αόριστο ακινησίας.’ Αυτό το συμπέρασμα έχει σημαντικές συνέπειες σε ό,τι αφορά τον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε τον κόσμο, το χώρο-χρόνο και τα πράγματα, καθώς και σχετικά με το τι θα μπορούσε ο κόσμος πραγματικά να είναι σε ένα βαθύτερο επίπεδο της συνείδησης.

The Facts of Perception, Hermann Helmholtz (1878)

Χρήστος Τσελέντης

Πηγή

Λάβετε καθημερινά τα άρθρα μας στο e-mail σας

Σχετικά θέματα

Οι ορμόνες που διαμορφώνουν την κοινωνική συμπεριφορά μας
EULEXIA: The Gift of Reading για την αποκατάσταση των Ειδικών Μαθησιακών Δυσκολιών 
Τα οφέλη και η εφαρμογή του Feng Shui στη δυτική κοινωνία
O Bruce Lipton στην Αθήνα

Πρόσφατα Άρθρα

Εναλλακτική Δράση