Ποτέ δεν είναι αργά. Τη φράση αυτή επιβεβαιώνουν περίτρανα τέσσερις περιπτώσεις ανθρώπων που έγιναν καλλιτέχνες σε ένα κρίσιμο σταυροδρόμι της ζωής τους. Δύο από αυτούς άφησαν την ιατρική για την ποίηση και την υποκριτική, ενώ οι άλλοι δύο άφησαν την οικονομική επιστήμη και τους υπολογιστές για το χορό και το πιάνο.
Πρασάνα Πουβαναράγια: Ο γιατρός που έγινε ηθοποιός
Advertisment
Μέσα σε αυτές τις περιπτώσεις και αυτή του Πρασάνα Πουβαναράγια, που μπορεί σε ηλικία 17 ετών να συμμετείχε στο Βρετανικό Θέατρο Νέων και να αγαπούσε την υποκριτική, σπούδασε όμως ιατρική στην Οξφόρδη.
Στράφηκε προς τα εκεί γιατί στο μυαλό του η ηθοποιία είχε την έννοια του χόμπι και της διασκέδασης. Τελικά, όμως, η τέχνη κατέκτησε τον Πρασάνα.
Μετά από μερικά χρόνια πρακτικής ως γιατρός αποφάσισε να κάνει διάλειμμα ενός έτους από το χώρο και να αφιερωθεί στην τέχνη. Η επαγγελματική «μετάλλαξη» συντελέστηκε όταν πέρασε από οντισιόν του Εθνικού Θεάτρου της Αγγλίας, όπου και πήρε την καθοριστική απόφαση, και σήμερα στα 33 του, πλέον, χρόνια κατέχει νέα καριέρα.
Advertisment
Το ιατρικό του παρελθόν λειτουργεί συμπληρωματικά με την υποκριτική, ενώ εντοπίζει συναφή στοιχεία ανάμεσα τους, αφού και στις δύο περιπτώσεις του έχουν παρουσιαστεί «κλινικές καταστάσεις».
Το «κωμικό» της υπόθεσης είναι ότι η ιατρική φαίνεται να τον κυνηγά. Και ως ηθοποιός έχει καθίσει στην «καρέκλα» του γιατρού τόσο στην τηλεοπτική σειρά Critical όσο και στην πραγματικότητα, όταν κλήθηκε να βοηθήσει στο θέατρο μια γυναίκα που έχασε τις αισθήσεις της.
Σίλα Χίλιερ: Καριέρα ποιήτριας στα 70
Από παιδί ήταν ερωτευμένη με την ποίηση, με τη μητέρα της να της δίνει έμπνευση διαβάζοντας δυνατά ποιήματα. Η Σίλα Χίλιερ έχοντας λάβει τα αντίστοιχα ερεθίσματα, ξεκίνησε να γράφει πριν καν μπει στην εφηβεία, αλλά η δραστηριότητά της δεν μακροημέρευσε. Στην ηλικία των 15 ετών αποφάσισε να εγκαταλείψει τη συγγραφή και να επιδοθεί στην επιστημονική μελέτη.
Το αναπάντεχο που συνόδευε τον ποιητικό χώρο την απομάκρυνε από την ποίηση, και ακολούθησε το δρόμο της ιατρικής κοινωνιολογίας. Έλαβε τη θέση της επίτιμης καθηγήτριας στην ιατρική και οδοντιατρική σχολή του Λονδίνου, με τη Σίλα να έχει αφιερώσει τη ζωή της στη μελέτη της εξάπλωσης μολυσματικών ασθενειών. Δεν κατάφερε, όμως, να καταπολεμήσει το «μικρόβιο» της ποίησης.
Στα 70 της χρόνια αποφάσισε να ακολουθήσει επαγγελματικά την ποίηση. Πίσω από την πρωτοβουλία «κρύβεται» η σεναριογράφος κόρη της, η οποία την επηρέασε να πιάσει και πάλι την πένα. Το 2001 πρότεινε στη μητέρα της να παρακολουθήσει μαθήματα συγγραφής στη σχολή City Lit. Και η ενασχόλησή της με τη συγγραφή δεν σταμάτησε εκεί. Η Σίλα αποφάσισε να ακολουθήσει μεταπτυχιακά μαθήματα εξ αποστάσεως γύρω από την τέχνη, δημοσίευσε δύο ποιητικούς τόμους και δουλεύει πάνω σε ένα μυθιστόρημα.
«Εάν δεν ξεκινούσα το γράψιμο, ειλικρινά δεν θα ζούσα τώρα», αναφέρει.
Μαρί Φρόγκνερ: Από οικονομική σύμβουλος χορεύτρια
Βίωσε μια ασυνήθιστη σωματική εμπειρία κατηφορίζοντας το δρόμο. Πριν από μερικά χρόνια η Μαρί Φρόγκνερ θέλησε να «απελευθερώσει» το σώμα της, αποβάλλοντας το αίσθημα καταπίεσης που την κυρίευε στη δουλειά. Παραιτήθηκε από τη θέση της οικονομικής συμβούλου στο βρετανικό υπουργείο Εργασίας και Συντάξεων, και αποφάσισε να εκτονωθεί ακολουθώντας τον «κρυφό εραστή» της, το χορό.
Ξεκίνησε ένα μεταπτυχιακό στο ωδείο Trinity Laban του Λονδίνου, και 40, περίπου, ετών ίδρυσε τη δική της εταιρεία χορού. Η χορευτική της δραστηριότητα, όμως, ξεκίνησε πολύ πιο πριν όταν από μικρή μάθαινε μπαλέτο. Ωστόσο, ένα πρόβλημα στο γόνατο της έβαλε «πάγο», αλλά και το ύψος της (πολύ ψηλή για χορεύτρια) πάτησε το «φρένο» στην εκπλήρωση της επιθυμίας της.
Εξαιτίας, λοιπόν, αυτών των εμποδίων χάθηκε η εμπιστοσύνη στο σώμα της και αποφάσισε να σπουδάσει οικονομικά. Το πάθος της δεν άργησε, όμως, να βγει στην επιφάνεια. Θυμάται στο μεσημεριανό διάλειμμα της δουλειάς της να πηγαίνει σε μαθήματα μπαλέτου.
Κοιτώντας πίσω, η Μαίρη ομολογεί πως δεν διαθέτει την ισορροπία και την ευλυγισία που είχε, αλλά ο «βηματισμός» της παραμένει ζωντανός. Έχει πραγματοποιήσει αξιόλογες δουλειές, όπως το Physical Science που θα λάβει χώρα στο θέατρο Blue Elephant του Λονδίνου.
Γκιλ Τζέτλει: «Δεν είναι τόσο αργά για μουσική»
Πήρε την τέχνη από φόβο. Ο Γκιλ Τζέτλει όταν σπούδαζε πιάνο και σύνθεση στο πανεπιστήμιο Royal Academy of Music του Λονδίνου δεν λάμβανε ικανοποίηση, καθώς αναλογιζόταν πως δεν θα μπορούσε να ζήσει ως μουσικός.
Αποφάσισε, λοιπόν, να αναζητήσει την τύχη του αλλού, αρπάζοντας την ευκαιρία για δουλειά που του παρουσιάστηκε στην εταιρεία IBM.
Πηγή της ανασφάλειας που έτρεφε γύρω από τη μουσική και ο τρόπος με τον οποίο μεγάλωσε. Οι γονείς του Γκιλ δεν τον ενθάρρυναν να ασχοληθεί επαγγελματικά με τη μουσική, αλλά τον προσανατόλιζαν προς μια συμβατική δουλειά. Θυμάται, δε, ότι όταν έπαιζε πιάνο η μητέρα του τον ρωτούσε: «Πότε θα βρεις μια πραγματική δουλειά; ». Επηρεασμένος, λοιπόν, από την «κατήχηση» της οικογένειας του, εργάστηκε για σαράντα χρόνια στον τομέα των ηλεκτρονικών υπολογιστών.
Το πιάνο, όμως, ήταν ένα κρυφό απωθημένο, με τον Γκιλ να παίζει μουσική στον ελεύθερό του χρόνο. Μπήκε ξανά στη ζωή του όταν έπιασε δουλειά σε μουσικό σχολείο της Νέας Ζηλανδίας, και η «αποκάλυψη» ήρθε όταν ο ρώσος πιανίστας Κονσταντιν Σερμπάκοφ έδωσε ρεσιτάλ στο σχολείο. Με το παίξιμο του μουσικού, ο Γκιλ κατάλαβε ποιο ήταν το κενό στη ζωή του και μέσα του γεννήθηκε πάλι η θέληση για πιάνο.
Εργάζεται πλέον ως πιανίστας, χωρίς όμως να τρέφει υπερβολικές φιλοδοξίες. Του αρκεί να παίζει μουσική στη χώρα του, τη Βρετανία, χωρίς να παρουσιάζεται με τον «αέρα» του καταξιωμένου πιανίστα. Έχει αποσπάσει βραβεία μεταξύ των οποίων και εκείνο στο μουσικό διαγωνισμό Play It Again το 2013.
Στα 65 του αναφέρει: «Είναι αργά για μένα, αλλά όχι και τόσο αργά.»
Επιμέλεια: Ελισάβετ Σταμοπούλου – in.gr