Η μείωση της βίας στις πόλεις της Αμερικής δεν είναι μια αδύνατη, δυσεπίλυτη πρόκληση που πιστεύει η πλειονότητα, λέει ο εγκληματολόγος και καθηγητής Τόμας Αμπντ. Εξηγεί τον τρόπο που η βία είναι «αδιέξοδη», που σημαίνει ότι συγκεντρώνεται ανάμεσα σε έναν αναπάντεχα μικρό αριθμό ανθρώπων και περιοχών, και παρουσιάζει μια καινοτόμα, στοχευμένη στρατηγική για να κάνουμε τις πόλεις μας ασφαλέστερες, αυτή τη στιγμή, χωρίς μεγάλες δαπάνες ή νέες νομοθεσίες.
Advertisment
Διαβάστε εδώ ολόκληρη την ομιλία
00:04
Είστε ένας χειρουργός που εργάζεται στην εντατική ενός υποβαθμισμένου κέντρου τα μεσάνυχτα. Ένας νέος άντρας μεταφέρεται μπροστά σας, αναίσθητος στο φορείο. Έχει δεχτεί σφαίρα στο πόδι και έχει αιμορραγία. Κρίνοντας από την πληγή, όπως κι από το πόσο αιμορραγεί, η σφαίρα πιθανότατα να τρύπησε τη μηριαία αρτηρία, ένα από τα μεγαλύτερα αιμοφόρα αγγεία στο σώμα. Ως ο γιατρός του νεαρού, τι θα έπρεπε να κάνετε; Ή για να είμαι πιο ακριβής, τι θα έπρεπε να κάνετε πρώτα; Βλέπετε τα ρούχα του νεαρού άντρα που μοιάζουν φθαρμένα και παλιά. Ενδεχομένως να είναι άνεργος, άστεγος, χωρίς αξιοπρεπή μόρφωση. Ξεκινάτε τη θεραπεία βρίσκοντάς του δουλειά, ένα διαμέρισμα ή τον βοηθάτε να μορφωθεί; Από την άλλη, αυτός ο νεαρός άντρας αναμείχθηκε σε κάποιον καβγά και ίσως είναι επικίνδυνος.
Πριν ξυπνήσει, τον δένετε και ειδοποιείτε την ασφάλεια του νοσοκομείου ή καλείτε το 100; Οι περισσότεροι από εμάς δεν θα κάναμε τίποτα από αυτά. Αντιθέτως, θα ακολουθούσαμε την πιο λογική και ανθρώπινη διαδικασία που είναι διαθέσιμη εκείνη τη στιγμή. Πρώτα θα σταματούσαμε την αιμορραγία. Διότι αν δεν τη σταματήσουμε, τίποτα άλλο δεν έχει σημασία. Αυτό που ισχύει για την εντατική ισχύει για όλες τις πόλεις της χώρας. Όσον αφορά στην αστική βία, η πρώτη προτεραιότητα είναι να σωθούν οι ζωές. Να αντιμετωπίσουμε αυτή τη βία κατεπειγόντως, όπως θα θεραπεύαμε μια πληγή από σφαίρα στην εντατική. Τι εννοούμε όταν μιλάμε για την «αστική βία»;
Η αστική βία είναι η φονική ή δυνητικά φονική βία που συμβαίνει στους δρόμους των πόλεων μας. Έχει πολλά ονόματα: η βία του πεζοδρομίου, η νεανική βία, η βία των συμμοριών, η ένοπλη βία. Η αστική βία συμβαίνει ανάμεσα στους πιο μη προνομιούχους και στερημένους από εμάς, κυρίως νέους άντρες, χωρίς πολλές επιλογές ή ελπίδες. Έχω περάσει εκατοντάδες ώρες μ’ αυτούς τους νέους άντρες. Τους έχω κάνει μάθημα σε ένα λύκειο στην Ουάσιγκτον όπου ένας εκ των μαθητών μου δολοφονήθηκε. Βρισκόμουν απέναντί τους στα δικαστήρια της Νέας Υόρκης, στα οποία εργαζόμουν ως κατήγορος. Και τελικά, πήγα από πόλη σε πόλη ως φορέας λήψης αποφάσεων κι ως ερευνητής.
Advertisment
Συνάντησα αυτούς τους νεαρούς, και ανταλλάξαμε ιδέες στο πώς να κάνουμε πιο ασφαλείς τις κοινότητές μας. Γιατί να νοιαστούμε γι’ αυτούς τους νεαρούς; Γιατί έχει σημασία η αστική βία; Η αστική βία έχει σημασία, διότι προκαλεί περισσότερους θανάτους εδώ στις Ηνωμένες Πολιτείες από οποιαδήποτε άλλη μορφή βίας. Η αστική βία έχει επίσης σημασία διότι μπορούμε να κάνουμε κάτι γι’ αυτό. Ο έλεγχός της δεν είναι μια αδύνατη, δυσεπίλυτη πρόκληση που πιστεύει ο κόσμος. Στην πραγματικότητα, υπάρχουν διαθέσιμες λύσεις σήμερα που είναι αποδεδειγμένο ότι πιάνουν. Και το κοινό τους είναι ένα βασικό συστατικό: αναγνωρίζουν ότι η αστική βία είναι επικεντρωμένη. Δηλαδή, συγκεντρώνεται ανάμεσα σε έναν εκπληκτικά μικρό αριθμό ατόμων και περιοχών.
Στη Νέα Ορλεάνη για παράδειγμα, ένα δίκτυο με λιγότερο από 700 άτομα ευθύνεται για την πλειοψηφία της φονικής βίας στην πόλη. Κάποιοι αποκαλούν τα άτομα αυτά «ταραξίες». Εδώ στη Βοστώνη, το 70% των πυροβολισμών συγκεντρώνεται σε πολυκατοικίες και γωνίες που καλύπτουν μόλις το 5% της πόλης. Αυτές οι τοποθεσίες είναι συχνά γνωστές ως «εστίες ταραχών». Στη μία πόλη μετά την άλλη, ένας μικρός αριθμός ταραξιών και εστιασμένων περιοχών ευθύνονται για την καθαρή πλειοψηφία της φονικής βίας. Στην πραγματικότητα, αυτό το εύρημα έχει αναπαραχθεί τόσες φορές που οι ερευνητές αποκαλούν αυτό το φαινόμενο «νόμο συγκέντρωσης του εγκλήματος». Όταν κοιτάμε την επιστήμη, βλέπουμε ότι οι επικεντρωμένες λύσεις αποδίδουν καλύτερα.
Για να το πω στα ίσια. Δεν αποτρέπεις τους πυροβολισμούς αν δεν αντιμετωπίσεις τους δράστες. Και δεν μπορείς να σταματήσεις τα φονικά αν δεν πας εκεί που σκοτώνεται ο κόσμος. Πριν από τέσσερα χρόνια, οι συνάδελφοί μου κι εγώ κάναμε μια συστηματική μετα-ανάλυση στρατηγικών ενάντια στη βία, συνοψίζοντας τα αποτελέσματα 1.400 ατομικών αξιολογήσεων του αντίκτυπού τους. Αυτό που ανακαλύψαμε επανειλημμένα, ήταν ότι οι στρατηγικές που ήταν οι πιο εστιασμένες, πιο επικεντρωμένες, οι πιο στοχευμένες στρατηγικές, ήταν κι οι πιο επιτυχημένες. To είδαμε στην εγκληματολογία, σε μελέτες της αστυνόμευσης, της αποτροπής συμμοριών και της επανένταξης. Αλλά το έχουμε δει και στη δημόσια υγεία, όπου η στοχευμένη τριτογενή και δευτερογενή αποτροπή είχε καλύτερα αποτελέσματα από τη γενικευμένη αρχική αποτροπή.
Όταν οι φορείς λήψης αποφάσεων εστιάζουν σε επικίνδυνους ανθρώπους και μέρη, αποδίδουν καλύτερα. Και με την αντικατάσταση ή την εκτόπιση τι γίνεται; Θα αναρωτιόσαστε. Η έρευνα δείχνει ότι όποτε φυλακίζονται έμποροι ναρκωτικών, νέοι παίρνουν τη θέση των προκατόχων τους. Μερικοί ανησυχούν ότι όποτε η αστυνομία εστιάζει σε συγκεκριμένα μέρη, το έγκλημα θα μετατοπιστεί. Θα μεταφερθεί πιο κάτω ή θα βρίσκεται κοντά. Ευτυχώς, τώρα γνωρίζουμε ότι λόγω του φαινομένου της επικέντρωσης οι συνέπειες της αντικατάστασης που σχετίζονται μ’ αυτές τις στρατηγικές είναι ελάχιστες. Χρειάζεται πληγή μιας ζωής για να δημιουργήσεις έναν δράστη και δεκαετίες αποεπένδυσης για να δημιουργήσεις μια εστία ταραχών. Οι άνθρωποι αυτοί κι οι περιοχές δεν μετακινούνται τόσο εύκολα. Τι γίνεται με τις αιτίες; Η αντιμετώπιση της φτώχειας, της ισότητας ή της έλλειψης ευκαιριών δεν αποτρέπουν καλύτερα τη βία;
Λοιπόν, σύμφωνα με την επιστήμη, ναι και όχι. Ναι, στο ότι οι υψηλότεροι δείκτες βίας έχουν ξεκάθαρη σχέση με διάφορες μορφές κοινωνικής και οικονομικής εκμετάλλευσης. Αλλά όχι, γιατί οι αλλαγές σ’ αυτούς τους παράγοντες δεν καταλήγουν απαραίτητα σε αλλαγές στη βία, ειδικά βραχυπρόθεσμα. Ας πάρουμε για παράδειγμα τη φτώχεια. Θα χρειαστεί δεκαετίες να επιτευχθεί μια θετική πρόοδος για τη φτώχεια, ενώ οι φτωχοί χρειάζονται και αξίζουν να τους βοηθήσουμε τώρα με τη βία. Οι ριζικές αιτίες δεν εξηγούν, επίσης, το φαινόμενο επικέντρωσης. Αν η φτώχεια υποκινούσε πάντα τη βία, τότε θα περιμέναμε να δούμε τη βία ανάμεσα στους φτωχούς. Αλλά δεν το βλέπουμε.
Αντιθέτως, μπορούμε να παρατηρήσουμε εμπειρικά ότι η φτώχεια συγκεντρώνεται, το έγκλημα ακόμα πιο πολύ και η βία περισσότερο απ’ όλα. Γι’ αυτό δουλεύουν οι στοχευμένες λύσεις. Δουλεύουν επειδή αντιμετωπίζουν κάποιες προτεραιότητες. Κι αυτό είναι σημαντικό, διότι ενώ η φτώχεια μπορεί να οδηγεί στη βία, ισχυρές ενδείξεις δείχνουν ότι η βία στην ουσία διαιωνίζει τη φτώχεια. Να ένα απλό παράδειγμα. Όπως έχει καταγραφεί από τον Πάτρικ Σάρκι, έναν κοινωνιολόγο, έδειξε ότι όταν τα φτωχά παιδιά βρίσκονται εκτεθειμένα στη βία, τους δημιουργεί τραύμα. Επηρεάζει αρνητικά τον ύπνο τους, να προσέχουν, να είναι ευπρεπή και να μαθαίνουν. Κι αν τα φτωχά παιδιά δεν μαθαίνουν, τότε δεν τα πάνε καλά στο σχολείο. Κι αυτό επιδρά αρνητικά στο να βγάλουν τα προς το ζειν αργότερα στη ζωή προκειμένου να βγουν από τη φτώχεια. Και δυστυχώς, σε μια σειρά αξιοσημείωτων μελετών από τον οικονομολόγο Ραζ Τσέτι, αυτό ακριβώς βλέπουμε.
Τα φτωχά παιδιά που εκτίθενται στη βία έχουν πιο χαμηλή εισοδηματική κινητικότητα από τα φτωχά παιδιά που μεγαλώνουν ειρηνικά. Η βία παγιδεύει κυριολεκτικά τα φτωχά παιδιά στη φτώχεια. Γι’ αυτό είναι τόσο σημαντικό να εστιάζουμε διακαώς στην αστική βία. Να δύο παραδείγματα. Εδώ στη Βοστώνη, τη δεκαετία του ’90, μια συνεργασία μεταξύ αστυνομικών και μελών της κοινότητας κατάφερε μια εκπληκτική μείωση κατά 63% στους νεανικούς φόνους. Στο Όκλαντ η ίδια στρατηγική μείωσε τελευταία τις μη φονικές επιθέσεις κατά 55%. Στο Σινσινάτι, την Ινδιανάπολη και το Νιου Χέιβεν, μείωσε την ένοπλη βία πάνω από το ένα τρίτο. Στην πιο απλή της μορφή, αυτή η στρατηγική απλά ταυτοποιεί όσους είναι πιο πιθανό να πυροβολήσουν ή να δεχτούν πυροβολισμό, και τους φέρνει αντιμέτωπους με ένα διπλό μήνυμα εμπάθειας και υπευθυνότητας.
«Ξέρουμε ότι είσαι εσύ που πυροβολείς. Πρέπει να σταματήσει. Αν μας αφήσεις, θα σε βοηθήσουμε. Αν μας αναγκάσεις, θα σε σταματήσουμε». Όσοι είναι πρόθυμοι να αλλάξουν τους παρέχονται υπηρεσίες και στήριξη. Όσοι επιμένουν στη βίαιη συμπεριφορά τους έρχονται ενώπιον της δικαιοσύνης μέσω στοχευμένων κατασταλτικών μέτρων. Στο Σικάγο ένα άλλο πρόγραμμα χρησιμοποιεί γνωστική συμπεριφορική θεραπεία για να βοηθήσει τα έφηβα αγόρια να ελέγχουν δύσκολες σκέψεις και συναισθήματα, διδάσκοντάς τα να αποφεύγουν τις διαμάχες. Αυτό το πρόγραμμα μείωσε τις συλλήψεις ανάμεσα στους συμμετέχοντες στο μισό.
Παρόμοιες στρατηγικές μείωσαν τον ποινικό υποτροπιασμό από 25 έως 50%. Τώρα το Σικάγο ξεκίνησε μια νέα προσπάθεια χρησιμοποιώντας τις ίδιες τεχνικές αλλά μ’ αυτές με το υψηλότερο ρίσκο για την ένοπλη βία, και το πρόγραμμα δείχνει ενθαρρυντικά αποτελέσματα. Συν τοις άλλοις, επειδή αυτές οι στρατηγικές είναι τόσο εστιασμένες, δεν είναι ακριβές με απόλυτους όρους. Και δουλεύουν με τους νόμους που υπάρχουν σήμερα. Αυτά είναι τα καλά νέα. Μπορούμε να έχουμε ειρήνη στις πόλεις μας, αυτήν τη στιγμή, χωρίς πολλές δαπάνες και χωρίς νέους νόμους. Γιατί δεν έχει γίνει αυτό ακόμα; Γιατί αυτές οι λύσεις περιορίζονται ακόμα στις μικρές πόλεις και γιατί παλεύουν, ακόμα κι όταν το πετυχαίνουν, να διατηρήσουν τη στήριξη; Αυτά είναι τα κακά νέα.
Η αλήθεια είναι ότι δεν οργανώσαμε πολύ καλά τις προσπάθειές μας γύρω από αυτό το φαινόμενο της στόχευσης. Υπάρχουν τουλάχιστον τρεις λόγοι γιατί δεν ακολουθούμε τις ενδείξεις όσον αφορά τη μείωση της αστικής βίας. Και ο πρώτος όπως θα αναμένατε είναι η πολιτική. Οι πιο πολλές στοχευμένες λύσεις δεν συμβαδίζουν με τη μία πολιτική πλατφόρμα ή την άλλη. Αντιθέτως, παρέχουν τόσο κίνητρα κι αντικίνητρα, εξισορροπώντας την υπόσχεση της θεραπείας με τη σύλληψη, συνδυάζοντας την τοποκεντρική επένδυση με την αστυνόμευση εστιών ταραχών. Με άλλα λόγια, αυτές οι λύσεις είναι τόσο ήπιες και σκληρές ταυτοχρόνως.
Γιατί δεν συντάσσονται σωστά με τα θέματα προς συζήτηση είτε της Αριστεράς είτε της Δεξιάς, οι πολιτικοί δεν θα επικεντρωθούν σ’ αυτές τις ιδέες χωρίς κάποια εκπαίδευση κι ίσως λίγη πίεση. Δεν θα είναι εύκολο, αλλά μπορούμε να αλλάξουμε την πολιτική σ’ αυτά τα θέματα αναδιατυπώνοντας τη βία ως ένα επιλύσιμο πρόβλημα, όχι ως ένα επιχείρημα προς επιβράβευση. Πρέπει να επισημαίνουμε τις ενδείξεις έναντι της ιδεολογίας και τι λειτουργεί έναντι σε ό,τι ακούγεται καλό. Ο δεύτερος λόγος γιατί δεν ακολουθούμε πάντα τα στοιχεία είναι η κάπως περίπλοκη φύση αυτών των λύσεων. Υπάρχει μια ειρωνεία εδώ. Ποιοι είναι οι πιο απλοί τρόποι να μειώσουμε τη βία; Περισσότεροι αστυνομικοί.
Περισσότερες δουλειές. Λιγότερα όπλα. Αυτά εύκολα παρατίθενται, αλλά τείνουν να μην δουλεύουν τόσο καλά στην πράξη. Ενώ από την άλλη πλευρά, οι λύσεις που βασίζονται στην έρευνα έχουν δύσκολη εξήγηση, αλλά αποδίδουν καλύτερα. Αυτήν τη στιγμή έχουμε μια πληθώρα καθηγητών να γράφουν για τη βία σε ακαδημαϊκά έντυπα. Και πολλούς ανθρώπους να μας κρατούν ασφαλείς έξω στους δρόμους. Αλλά δεν έχουμε αρκετή επικοινωνία μεταξύ αυτών των δύο ομάδων. Δεν έχουμε μια ισχυρή ένωση μεταξύ της έρευνας και της πρακτικής. Κι όταν η έρευνα ενημερώνει την πρακτική, αυτή η ένωση δεν οικοδομείται τυχαία.
Συμβαίνει όταν κάποιος έχει τον χρόνο για να εξηγήσει προσεκτικά τι σημαίνει η έρευνα, γιατί είναι σημαντική και πώς μπορεί να κάνει τη διαφορά στο πεδίο. Περνάμε άφθονο χρόνο να δημιουργούμε την έρευνα, αλλά δεν την κόβουμε αρκετά σε μπουκίτσες, για να αφομοιωθεί εύκολα από έναν πολυάσχολο αστυνομικό ή έναν κοινωνικό λειτουργό. Ίσως να είναι δύσκολο να το αναγνωρίσουμε ή να το δεχτούμε, αλλά η φυλή είναι ο τρίτος κι ο τελευταίος λόγος γιατί δεν έχουν γίνει περισσότερα προς τη μείωση της βίας. Η αστική βία συγκεντρώνεται ανάμεσα στις φτωχές έγχρωμες κοινότητες. Αυτό διευκολύνει εμάς που δεν ζούμε σ’ αυτές τις κοινότητες να αγνοήσουμε το πρόβλημα ή να κάνουμε πως δεν μας αφορά η λύση του. Αυτό είναι λάθος φυσικά.
Η αστική βία αποτελεί πρόβλημα για όλους. Άμεσα ή έμμεσα, όλοι πληρώνουμε ένα τίμημα για τις δολοφονίες που συμβαίνουν στους δρόμους των πόλεων μας. Γι’ αυτό πρέπει να βρούμε τρόπους να παρακινήσουμε κι άλλους ανθρώπους να διαβούν τα όρια κάθε τάξης και χρώματος για να συμμετέχουν. Επειδή αυτές οι στρατηγικές δεν απαιτούν σημαντικούς πόρους, δεν χρειάζεται να κινητοποιήσουμε πολλούς νέους συμμάχους. Θέλουμε μόνο λίγους και θέλουμε να ακούγεται η φωνή τους. Αν ξεπεράσουμε αυτές τις προκλήσεις κι εξαπλώσουμε τις στοχευμένες λύσεις στις γειτονιές που τις χρειάζονται, θα σώσουμε χιλιάδες ζωές. Αν οι στρατηγικές που ανέφερα σήμερα εδώ εφαρμόζονταν αυτήν τη στιγμή στις 40 πιο βίαιες πόλεις της χώρας, θα μπορούσαμε να σώσουμε πάνω από 12.000 ψυχές τα επόμενα οχτώ χρόνια. Ποιο θα ήταν το κόστος; Περίπου 100 εκατομμύρια τον χρόνο. Μπορεί να ακούγονται πολλά, αλλά ο αριθμός αυτός αντιστοιχεί σε λιγότερο από το ένα τοις εκατό του ενός τοις εκατό του ετήσιου ομοσπονδιακού προϋπολογισμού.
Το Υπουργείο Άμυνας τόσα ξοδεύει σχεδόν για μόνο ένα μαχητικό F-35. Σε μεταφορικό επίπεδο, η θεραπεία είναι η ίδια, είτε είναι ένας νεαρός άντρας που υποφέρει από πυροβολισμό, μια κοινότητα που είναι γεμάτη από τέτοιες πληγές ή ένα έθνος γεμάτο με τέτοιες κοινότητες. Σε κάθε περίπτωση, η θεραπεία, πρώτα και κύρια, είναι να σταματήσουμε την αιμορραγία. Ξέρω πως μπορεί να γίνει αυτό. Το ξέρω γιατί το έχω δει. Έχω δει δράστες να αφήνουν τα όπλα τους και να αφιερώνουν τη ζωή τους για να ωθήσουν άλλους να κάνουν το ίδιο. Πέρασα από εργατικές κατοικίες που ήταν διαβόητες για το έγκλημα κι είδα τα παιδιά να παίζουν έξω.
Κάθισα με αστυνομικούς και κοινοτικά μέλη που απεχθάνονταν ο ένας τον άλλο, αλλά τώρα συνεργάζονται. Κι έχω δει ανθρώπους από όλα τα κοινωνικά στρώματα, ανθρώπους όπως εσείς, να αποφασίζουν τελικά να συμμετέχουν σ’ αυτόν τον αγώνα. Kαι γι’ αυτό ξέρω ότι μαζί μπορούμε και θα τελειώσουμε αυτό το παράλογο μακελειό. Σας ευχαριστώ. (Χειροκρότημα)