Το φαινόμενο της μουσικοχορευτικής “εξορκιστικής”ταραντέλας που αφορά τον ταραντισμό, είναι κάτι που έχει απασχολήσει ερευνητές και επιστήμονες ποικίλων ειδικοτήτων, ενώ φυσικά δεν πέρασε απαρατήρητο από τους επαγγελματίες της διανοητικής υγείας. Η βιβλιογραφία, βέβαια, ειναι περιορισμένη σε έναν μικρό αριθμό για τα δεδομένα της παγκόσμιας κοινότητας και μένει ακόμη πολύς δρόμος για να διανυθεί. Οι περισσότεροι επιστήμονες δεν ασχολούνται με το φαινόμενο του ταραντισμού, κατατάσσοντας το απλοικά σε κάποιες παλιές, λαικές δοξασίες και αποδίδοντάς το σε αυθυποβολή, που ξεκινά από το ίδιο το άτομο και μεταδίδεται εν είδει συλλογικής υστερίας.
Διαβάστε: Το φαινόμενο του ταραντισμού και η ταραντέλα. Μουσική θεραπεία ή εξορκισμός;
Advertisment
Ψυχαναλυτικά δεν έχει γίνει κάποια επίσημη καταγραφή και έτσι θα επιχειρηθεί εδώ εν είδει εισαγωγής να τεθεί το ζήτημα με όρους που προκύπτουν μέσα από τα κλινικά ευρήματα της ψυχανάλυσης. Το πιθανότερο είναι να αυξηθούν οι απορίες μας από πολλά ερωτήματα που αναδύονται, παρά να διαφωτισθούμε πλήρως για το φαινόμενο. Ας δοκιμάσουμε, όμως, μήπως βρούμε τα στοιχεία που θα μας επιτρέψουν μια ψυχαναλυτική αναλογία.
Το θύμα που παραπονιέται για ταραντισμό, αναφέρει ως κύρια αιτία ένα τσίμπημα, με τέτοια βεβαιότητα, που ακόμη κι όταν δε μπορεί να ανακαλέσει την ακριβή στιγμή του τσιμπήματος, ή ακόμα κι αν δεν έχει δει το έντομο επί το έργον, σχεδόν πάντα το αναφέρει και μας υποδεικνύει κάποιο σημείο του σώματος όπου ήταν το τσίμπημα.
Εδώ βλέπουμε ως βασικό στοιχείο την αναγνώριση της αιτίας ως εξωτερικής αντί για εσωτερικής και δη συγκεκριμένης, κάτι σαν την ψυχική οθόνη που προβάλλει το υποκείμενο. Το υποκείμενο εμφανίζεται να εμμένει σταθερά και με ακλόνητη βεβαιότητα πως αυτό είναι έτσι ακριβώς όπως το παρουσιάζει. Αυτή η οθόνη είναι αδιάρρηκτα συνδεδεμένη στο υποκείμενο του σημαίνοντος και παραμένει να δούμε ακριβέστερα γιατί αυτή η αράχνη εν προκειμένω διαδραματίζει τόσο σημαντικό ρόλο για το υποκείμενο.
Advertisment
Το τσίμπημα είναι ένα σημαίνον με ειδικό σημαινόμενο και διευθετεί κάτι που ανήκει σε μιαν άλλη τάξη και όχι στη φυσική, αλλά την ψυχοσεξουαλική και το αντικείμενο συμπυκνώνει μερικές ορμές. Ποιο, όμως, θα είναι το όνομα που θα προκύψει και για ποια χαμένη ορμή; Επιπροσθέτως σε άμεση συνάρτηση με τα ορμικά περιεχόμενα φαίνεται να ξεκινά σε μια εποχή της άνοιξης ή του πρώιμου θέρους, όπου όπως η φύση ξυπνά, κατά την ίδια αναλογία ξυπνούν οι αισθήσεις και τα ενστικτώδη ψυχικά συστήματα του υποκειμένου που εφορμούν από το ατίθασο ψυχικό τμήμα των βιολογικών ενορμήσεων, βλ. Τοπολογική θεώρηση:Εκείνο.
Στον ταραντισμό, ακολουθώντας την ανάδυση ισχυρών ενορμήσεων, το υποκείμενο βυθίζεται σε μια νοσηρή ψυχολογική κατάσταση, αναφέροντας ως συνοδά μια αίσθηση αλλοτρίωσης, απομάκρυνσης από τον εαυτό, αποροσωποποίηση, εντυπώσεις κατάληψης από κάτι το άγνωστο και ένα αλλότριο, αίσθημα που το φέρει σε έντονη αίσθηση ενός κενού, δυσφορία, πόνους, ζαλάδες, αδυναμία τόσο σωματική, όσο και ψυχική, κατατονία και αδυναμία λήψης τροφής και προσωπικής υγιεινής. Το άτομο φαίνεται να αδιαφορεί παντελώς για το οτιδήποτε. Το μόνο που φαίνεται να κάνει είναι ένας χορός μανιακός, με πολλά ερωτοειδή στοιχεία και επειδή δεν έχουμε οργανικά αίτια, τότε μάλλον αναφερόμαστε σε σωματοποίηση μετατροπής και φυσικά σε ταύτιση μέσα από κάποιο σημαίνον, που αντίστοιχα μας δίνει και το ανάλογο σύμπτωμα.
Στην περίπτωση της ταραντάτας ή του ταραντάτο, παρατηρούμε την αλληλουχία της ανάδυσης ενός άφατου του Πραγματικού, της ανάδυσης του Κενού και της Πατρικής Λειτουργίας. Εάν μεταχειριστούμε την ψυχαναλυτική οπτική τότε μπορούμε να κοιτάξουμε το φαινόμενο της ταραντάτας ως επαναπροσδιορισμό του υποκειμένου στα πλαίσια μιας λειτουργίας της απώθησης. Το σύμπτωμα επιχειρεί να λύσει μια δυσαρμονία ανάμεσα στο Εγώ και σε μια αναπαράσταση σεξουαλική, η οποία είναι ασυμβίβαστη σε συνειδητό επίπεδο. Αυτό είναι που συνιστά λοιπόν το διχασμό μεταξύ του Εγώ και της αναπαράστασης και έτσι το σύμπτωμα θα έρθει προκειμένου για να επιλύσει τη δυσαρμονία διαμέσου του παραμερισμού ή της διάσπασης της λεγόμενης αναπαράστασης. Λόγω της σωματοποίησης αναφερόμαστε στην άμυνα της μετατροπής, όπου το «Εγώ» διαχωρίζει την αναπαράσταση από το συναίσθημα, την ξεχωρίζει δηλαδή από τη διέγερση που τη συνοδεύει, ούτως ώστε η ισχυρή αναπαράσταση να μετατραπεί σε αβλαβή και έτσι η διέγερση να μεταφέρεται απευθείας στο σώμα. Επομένως θα τολμούσαμε να πούμε ότι πρόκειται για μια άμυνα σε έδαφος υστερικής νευρώσεως με κύριους μηχανισμούς την απώθηση και την επιστροφή του απωθημένου.
Η σεξουαλικότητα και η ενεργοποίηση της φαλλικής σημασίας, είναι η κινητοποίηση αυτού που ονομάζεται α-σεξουαλικό αντικείμενο και κάθε αντικείμενο της ορμής είναι ένα ασεξουαλικό αντικείμενο. Κι αυτό γιατί μέσα από αυτήν την ερωτικοποίηση το υποκείμενο δεν καλύπτεται μέσα από την ταύτιση και ικανοποιεί έστω και ημιτελώς παράλληλα κάποια ενόρμηση. Τι είδους ενόρμηση, αυτό είναι κάτι που θα πρέπει να το βρούμε σε εξατομικευμένες περιπτώσεις. Ποιο είναι το εκάστοτε αντικείμενο κάθε φορά για το κάθε υποκείμενο αυτό επίσης είναι ένα άλλο ζήτημα. Είναι λόγου χάρη η ταραντάτα το αντικείμενο, μήπως είναι ο άλλος ή ακόμη και η ίδια η τελετή της μουσικής ως θεραπείας; Το βλέμμα και η φωνή τι ρόλο ενέχουν εδώ; Θα αποκλείσουμε το τίποτα ως πιθανό αντικείμενο; Πάντως σίγουρα έχει να κάνει με ένα αντικείμενο μικρό α, όταν το υποκείμενο είναι στη φαντασίωση της μητέρας, με τις πέντε εκδοχές του και ποικίλλει ανάλογα με το υποκείμενο. Ερωτήματα που για να απαντηθούν θα ήταν εφικτό μονάχα με κάποια μελέτη περίπτωσης καθως θα είμασταν σε θέση να διερευνήσουμε τις ταυτίσεις με το αντικείμενο ικανοποίησης όπως και τις σχέσεις τους με τις μερικές ορμές…
Το είδος του αντικειμένου γενικότερα, αν δηλαδή πρόκειται για κάποιο στοματικό, πρωκτικό, σκοπικό, φωνητικό ή το τίποτα, αυτό θα μας επιτρέψει μια εν τω βάθει ανίχνευση και ανάλυση του φαινομένου αυτού. Το βέβαιον είναι πως όταν αναφερόμαστε σε ταυτίσεις ή σε ταυτοποιήσεις, τότε μιλάμε ήδη για τον Άλλο. Οπότε θα πρέπει να δούμε αρχικά το είδος της ταύτισης και το ποιόν της, με σκοπό να κατανοήσουμε τίνος ακριβώς αντικειμένου είναι υποκατάστατο το αντικείμενο μικρό α. Ο Λακάν θα ονομάσει αυτό το άλλο αντικείμενο ως υπεραπόλαυση ή σαν το επιπλέον μιας απόλαυσης. Αλλά τίνος πράγματος υποκατάστατο είναι αυτή η υπεραπόλαυση;
Σε μια ταραντέλα βλέπουμε να υπάρχει μια ζωντανή τελετουργία, η οποία αφορά τη σχέση του υποκειμένου με ένα χαμένο αντικείμενο. Ποιο είναι, όμως, αυτό το αντικείμενο, παραμένει συσκοτισμένο καθώς για το κάθε υποκείμενο είναι κάτι διαφορετικό και το ομιλ-ών δεν εμπεριέχει λόγια παρά για μια περι-γραφή αναπαράστασης και όχι τα μέσα να αρθρώσει την αλήθεια του που κρύβεται κάτω από τη μάσκα του μηχανισμού αναστολής, του άγχους που το ταλανίζει και των συμπτωμάτων που έρχονται σαν τρικυμία ψυχοσωματική…
Στα δημόσια τελετουργικά της ταραντέλας, προσφέρεται ένα τελεστικό πλαίσιο όπου τα συμπτώματα ενσωματώνονται σε μια κοινή λογική, με ένα σαφές προκαθορισμένο περιεχόμενο, όπως εδώ εν προκειμένω είναι το τσίμπημα της αράχνης. Οι μουσικοί μαζί με το κοινό, όταν αυτό υπάρχει, παίρνουν τη θέση των τελεστών, που με τη σειρά τους σχετίζονται και αποσυσχετίζονται με την όλη διαδικασία και το υποκείμενο.
Σε μια δημόσια ταραντέλα, όπως εκείνες που λαμβάνουν χώρα στην Galatina, παρατηρούμε πως το υποκείμενο αφήνεται κυριολεκτικά στα αδιάκριτα βλέμματα των άλλων, μοιράζεται τον προσωπικό του πόνο, την οδύνη και μια υπολανθάνουσα ηδονή άλλης τάξεως και σκηνής, όσο κι αν αυτό φαίνεται αντιφατικό σε έναν κοινό νου, αλλά το υποκείμενο κάνει ένα πέρασμα χορευτικό και εκδραματίζει μέσα σε μια θεατρικότητα και μίμηση πράξεων θέτοντας ψυχή τε και σώματι εαυτόν ως θέαμα στο κοινωνικό σύνολο. Είναι κι αυτή μια ικανοποίηση να βλέπει ό,τι βλέπεται και να αντικατοπτρίζεται σε ένα αντικαθρέφτισμα και τη σύμπλεξη των επιθυμιών.
Αρχικά, όμως, βλέπουμε ένα υποκείμενο σφιγμένο, με ένταση και πόνο που καθρεφτίζονται στην όψη του, ενώ δεν φαίνεται να δίνει καμία σημασία στον περίγυρό του. Αποσυρμένο και αμίλητο, σαν αποστραγγισμένο από κάθε ζωτική ορμή και ενέργεια, ούτε που κοιτά τους μουσικούς, ούτε καν τους οικείους του. Φαίνεται πως ακόμη είναι βυθισμένο στις σκέψεις του, προσπαθώντας να εξωτερικεύσει κάτι από αυτά που νιώθει, περιμένοντας έτσι την ανακούφιση, που ήδη αρχίζει σιγά σιγά να εκδηλώνεται, ενώ αδιαφορεί πλήρως για οτιδήποτε άλλο. Η μουσική προφανώς, έχει τον σκοπό να βυθίσει το εγώ και να μεσολαβήσει ως προς την εκχύλιση του ασυνειδήτου και άλλωστε, το όλο σκηνικό πλαίσιο, συνεισφέρει τα μέγιστα σε μια τέτοια λειτουργία.
Η ολοκληρωμένη αυτή δομή αφορά εκείνο το σώμα της απόλαυσης, άλλες φορές το σώμα της ευχαρίστησης του νοήματος, μιας jouissance, μολονότι σε ένα πρώτο επίπεδο αυτό που φαίνεται να προεξάρχει είναι ο πόνος ή μάλλον η βουβή αγωνία που έρχεται κατά κύματα εντάσεων και εναλλαγών με την αταραξία μα και με την έξαρση ενός ηδονικού γίγνεσθαι. Εδώ η απόλαυση υπερτερεί ασχέτως της φαινομενολογίας που ομοιάζει με πόνο.
Η ταραντάτα ή ο ταραντάτος, ο/η πάσχων όπως φαίνεται δηλαδή, αρχικά κείτεται ξάπλα κατάχαμα και πάνω σε ένα λευκό σεντόνι. Μοιάζει με ένα νεκροκρέββατο, μια αναλογία που γίνεται πιο έντονη και από τον συμβολισμό της ομοιότητος με τα λευκά σάβανα, που χρησιμοποιούν οι καθολικοί κατά τη νεκρώσιμη περιποίηση του νεκρού. Πράγματι ο ακίνητος πάσχων, μοιάζει με το νεκρό, σαν να λείπει ακόμη και η λιβιδινική ορμή του ενστίκτου αυτοσυντήρησης και της ζωής, με τη διαφορά, όμως, πως εδώ υπάρχει έστω και σε λανθάνουσα μορφή η προσμονή τη ανάστασής του. Η συμβολική αληλλουχία των σταδίων πόνος-θάνατος-ανάσταση φαίνεται να ισχύει εδώ. Μοιαζει αρκετά με τις τελετουργίες που συναντούμε σε μυήσεις συμβολικού χαρακτήρα μέσα σε ποικίλα θρησκευτικά πλαίσια τελετουργιών ανά τον κόσμο.
Ωστόσο εάν το δούμε ψυχαναλυτικώς, ο θάνατος αυτός δεν αφορά σε κάτι άλλο, παρά σε μια δομή του εγώ και στην κυριαρχία του και μετά το πέρας της εκδίπλωσης του ταραντάτο, όταν πλέον ανασταίνεται φαίνεται να έρχεται στο προσκήνιο ένα άλλο εγώ, πιο εμπλουτισμένο και σταθερό, περισσότερο από όσο υπήρχε πρωτύτερα…Ένα εγώ για κάθε άλλο εσύ και το οποίο ο άγρυπνος Άλλος είναι εδώ για να το επικυρώσει μέσα από το θάνατο και την ανάσταση, για να αποδιώξει κάθε κακό που δεν ανήκει στους κόλπους του και να επαναφέρει στις τάξεις του το άρρωστο μέλος του. Η δημόσια ξάπλα του πάσχοντος υποδηλώνει μάλλον κάτι τέτοιο όπως επίσης και μια παύση του προσωπικού ελέγχου της όλης πάθησης του, αλλά και μια διάθεση για να αφεθεί, όπως και κάνει, ενώ όταν έρχεται η στιγμή του χορού, ακολουθεί η ανάσταση μέσα από τον συμβολικό εξορκισμό της κακής αράχνης. Η δημόσια αυτή κατάθεση όπως ταυτόχρονα και παράδοση της ψυχής και του σώματος, φαίνεται να σχετίζεται με τον τόπο της επιθυμίας του Άλλου, εάν φυσικά ορίσουμε εκ των προτέρων τις πράξεις αυτές ως ένα παραλήρημα ψυχικό, που λαμβάνει χώρα στο κοινωνικό γίγνεσθαι.
Έτσι, το υποκείμενο που πάσχει από ταραντισμό, ξέρουμε πως κινείται στα πλαίσια της νεύρωσης και όχι της ψύχωσης. Το υποκείμενο νιώθει δηλαδή την ανάγκη της παρουσίας του μεγάλου Άλλου, περιμένει την άφεσή του και τη συνεπακόλουθη λύση του προβλήματός του. Ο μεγάλος Άλλος, αρχικά οι οργανοπαίχτες, θα ονομάσουν και θα δώσουν έτσι μια ταυτότητα σε αυτό που συμβαίνει, διακρίνοντας αν πρόκειται για τσίμπημα εντόμου, ερπετού ή φιδιού. Μια αναγνώριση και από την πλευρά του υποκειμένου, αναφορικώς με το θεσμικό και απαράβατο νόμο που υπηρετεί ο Μεγάλος Άλλος. Το υποκείμενο αναγνωρίζει και συντάσσεται με την εξουσία αυτήν σπεύδοντας να καταθέσει τη σύμπλευσή του με τα κοινά συμβολικά ιδεώδη. Για παράδειγμα, σε κάθε ταραντέλα θα δούμε να συνυπάρχουν εικόνες με τον Χριστό ή τον Άγιο Παύλο και παρατηρούμε τον πάσχοντα να τις προσκυνά ευλαβικά και να απευθύνεται σε αυτές για τη σωτηρία του.
Μιας σωτηρίας που όλοι σε περίγυρο προσμένουν για να δουν, μάρτυρες κοινωνικοί ενός συμβολικού κατακερματισμού του ατομικού Εγώ, όπου διαφαίνεται ο θάνατος της παλαιάς ταυτότητάς του υποκειμένου, ενόσω και με τη βοήθεια της μουσικής συνοδείας, αρχίζει να εκδηλώνεται το ασυνείδητο, φέροντας το άτομο και χορεύοντας με ενστικτώδη, φρενήρη ρυθμό, σα να προσπαθεί να κατανοήσει τι είναι δικό του και τι όχι και δίνοντας τόπο στα ορμικά περιεχόμενα να εκφορτιστούν. Πολλές φορές οι πάσχοντες από ταραντισμό όντες σε βίωμα αλλότριο αναφέρουν πως νιώθουν σα να έχουν καταληφθεί από κάποιο πνεύμα.
Μέσα από το χορό θα καταλήξουν, σε μια πετυχημένη ταραντέλα, σε μια νέα σύνθεση του σώματος και του εαυτού, σε ένα σύνθωμα όπου το υποκείμενο μοιάζει να έχει αναγεννηθεί. Όλα τα ορμικά πεπρωμένα θα εκπληρωθούν μέχρι να υπάρξει εκ νέου το υποκείμενο του σημαίνοντος, που νοηματοδοτεί το βίωμα και θέτει τα νέα όρια του Εγώ. Όταν ο/η ταραντάτο/α χορεύει όλο και πιο έντονα, ολοένα και πιο μανιακά, τότε βλέπουμε να εμφανίζεται μια ψυχική κατάσταση την οποία θα τολμούσα να περιγράψω ως μια στιγμή κατά την οποία το υποκείμενο δεν σκέφτεται, αλλά ούτε και Είναι ως τέτοιο. Θα προσέθετα μάλιστα, πως αυτό είναι όχι μόνον θεμιτό, μα και επιθυμητό ως σκοπός της διαδικασίας. Αυτό το αβάσταχτο κενό, το συναίσθημα της ανυπαρξίας και της ανημπορίας, είναι κάτι από το οποίο θα απαλλαγεί το υποκείμενο μέσα στα πλαίσια της μουσικής ιεροτελεστίας και ενώπιον της ομήγυρης και που το επιδιώκει με κάθε τρόπο.
Κάτι που εν τέλει θα το επιτύχει με το πέρας της ταραντέλας, όταν ο λυτρωτικός ξέφρενος χορός ολοκληρωθεί, το αναγεννημένο υποκείμενο, εκείνο της ευχαρίστησης που δομικώς πλέον ενέχει όρια και σταθερότητα, σφύζοντας από ζωή και που τελικά επιλέγει τον έρωτα αντί την ενόρμηση θανάτου, θα συρράψει σε ένα νέο σύνθωμα όλα τα νέα σημαίνοντα. Μια σύνθεση που το φέρει να ανα-σταθεί, κι από πέτρα ακίνητη αναστηλώνεται στο σώμα του στεκόμενο σε μια εκ-σταση, ξαναστέκεται στα πόδια του ανακαλώντας τη φαλλική λειτουργία και τη χαμένη δύναμη και ορμή.
Είναι πράγματι μια ποίηση ζωντανή, μια μίμηση πράξεως και μια δράση αυτό το πέρασμα μέσα από το σκοτάδι μιας ζώνης του λυκόφωτος, του κενού, εκεί όπου η αγωνία και η λαχτάρα τριγυρνούν, όπου το κάθε βλέμμα αποφεύγεται και βιώνεται και πενθείται με κάθε τρόπο γοερά η απουσία. Εκεί όπου ένα σώμα μόνο του και άδειο από σημαίνοντα μια απόλαυση ζητά να ζήσει, μέσα σε ένα ανοίκειο και συνάμα τόπο ιερό, εκεί θα ανοίξει ο νέος δρόμος όταν το τίποτε αγκαλιάσει το σύμπαν της ύπαρξης, ανοίγοντας ταυτόχρονα το σύμπτωμα το δρόμο προς τη λύση.
Κι αν το τσίμπημα είναι σκορπιός ή τάχα μιαν αράχνη, το νόημα και τα σημαίνοντα εκεί θα απλώσουν χαρακιά και το κορμί θα ανάψει ξορκίζοντας τώρα ένα κακό που όνομα πια έχει και φόβο άλλο δεν κατέχει. Ο δρόμος φαίνεται πια καθαρά και νόημα στον αγώνα για ύπαρξη ανοίγει εμπρός, με ανακούφιση βαθιά και ανάσα που με το χορό της συναρπάζει. Ορμή ανακινεί το σώμα που τρέκλιζε και πρωτύτερα παραπατούσε, σαν ένα ακέφαλο άλογο ωσάν αυτόματον που έμοιαζε να σκουντουφλούσε, πηδώντας εδώ κι εκεί και πέτρες που για αράχνες τις πέρναγε και τις πατούσε…
Μια σκηνή μονάχα έλειπε μα να που κι εκείνη τώρα εστήθηκε μαζί και οι φωνές, τα πρώτα αντικείμενα μαζί και τα βλέμματα μαζί και η μουσική, που ήρθε μέσα από τον Άλλο, να δείξει ότι ο Δαίμων ήταν γνωστός και αληθινά έμοιαζε με πιο μεγάλο, μα να που τέλος νικήθηκε και μονάχα η ζωή απομένει, που απόλαυση σε νέα αντικείμενα ζητά και νέα χορδή να ανοίξει περιμένει. Τώρα είναι πιο πολύ εδώ και πιο πολύ μοιάζει εγώ, άχρονη στιγμή σε ένα ατέρμονο παρόν, πόσο άραγε να κρατήσει κανείς δεν το γνωρίζει. Μα έσβησε η φλόγα που έκαιε τα σωθικά και έπαψε λίγο το λάδι να μυρίζει. Σταμάτησε η λύπη για τα χαμένα ευρέθησαν καινούρια εσκαμμένα εκεί που πριν χαλάσματα φαινόταν να απομένουν και η Έκ/Σταση ξαναγέμισε το κορμί και σαν την άνοιξη από ζωή πια σφύζει, αυτό είναι που μετρά και ας ξέρει πώς ο χειμώνας κάποια στιγμή ξαναγυρίζει. Η φύση έτσι τα όρισε σοφά και οι άνθρωποι το ξέρουν, πολλοί είναι όσοι το μαρτυρούν όπως πολλά είναι τα βλέμματα που επιθυμούν, με νέα αντικείμενα που φέρουν κι αυτό για τώρα να αρκεί, μέσα στον τόπο της επιθυμίας να εγγραφεί, αυτό που δεν εγγράφεται και που δεν σταματά να μην το κάνει, άλλωστε αυτό είναι που δίνει στη ρόδα ώθηση για να γυρνά και βέλος στο τόξο για να τεντώσει τη χορδή κάνοντας τον κύκλο του τροχιά δίνει στο υποκείμενο ορμή για να ξυπνά…
Σαν όνειρο ήταν όλο αυτό και τώρα πάει τέλειωσε κι αυτό, ανάμηση του σκοταδιού που έσβησε στο φως, θαύμα μεγάλο είναι ο άνθρωπος και ισχυρός ο ψυχισμός, πάντα μαζί μέσα στο πρόβλημα υπάρχει και η ελπίδα, οι λύσεις μέσα του κατοικούν, αρκεί να περάσει μέσα από την καταιγίδα. Πολλές φορές αρκεί απλώς να είναι κάποιος άνθρωπος εκεί, ή ακόμη καλύτερα και πιο πολλοί, διότι ας μην ξεχνούμε ότι ο άνθρωπος είναι για τον άνθρωπο παρηγοριά και θεραπεία και η αποδοχή και η αγάπη είναι ίαση κι όχι μονάχα συμβολικά μα και αληθινά.
Άλλωστε της ψυχής τα πέρατα απέραντα και θαυμαστά τα έργα των ψυχών, που σώματα ενοικούν και συνεργάζονται, λύνοντας πολλά από τα μυστήρια του νου, έτσι και ο χορός της ταραντέλας ίσως να έχει μυστήρια πολλά μα οφείλουμε να δούμε με έγνοια αληθινή τα όσα περατώνει, κι αν ανθρώπους και ψυχές βοηθά λευκαίνοντας τες ωσάν το χιόνι, τότε καλό είναι ο αρχέγονος αυτός χορός να αρχινά και τους ανθρώπους έτσι να βοηθά.
Οι άνθρωποι από τα αρχαία χρόνια είχαν ανακαλύψει πολλά παρόμοια τελετουργικά που δυστυχώς ο “πολιτισμός” φαίνεται να ξεχνά, με απαρέσκεια και άγνοια ως προς παλιά κρυμμένα στη φύση μυστικά, αλλά δεν είναι ίσως τυχαίο που ακόμη έθιμα τέτοια επιβιώνουν έως τις ημέρες μας. Η επιστήμη δεν είναι αυτή που θα δώσει νόημα και λόγο σε όλα, ας αφήσουμε τα “νατουραλιστικά” βιβλία να ξεδιπλώνουν τη ζωή, κι αν κάτι έχει στα αλήθεια ιαματική εφαρμογή, καλό είναι να το βάλουμε κι εμείς εις τη φαρέτρα μας τη θεραπευτική. Άλλωστε ο κόσμος δεν χρειάζεται να έχει λογική για τη ζωή να εκτυλίσσεται εδώ κι εκεί, είναι από μόνη της ένα θαύμα πολύ μεγάλο και η αναζήτηση μοιάζει με το χορό και με τη μουσική, αφού είναι απέραντη και ένα ταξίδι για εμάς τους ανθρώπους πραγματικά μεγάλο. Ας έχουμε μάτια ακόμη και στις καρδιές να συνοδεύουμε με αγάπη, με έγνοια περισσή κι εμείς χορούς και μουσικές, εκεί όπου οι άνθρωποι συνδέονται σε γέφυρες κοινωνικές, αγκαλιάζοντας τις διαφορές και γιορτάζοντας από κοινού σαν να είναι αδελφές ψυχές.
- Ολιστική ιατρική: Οι αρχές της και πώς συναντιέται με τη δυτική ιατρική - 6 Νοεμβρίου 2024
- Η ευτυχία δεν είναι γεγονός, είναι ύπαρξη: Η ευτυχία είσαι εσύ ο ίδιος - 16 Οκτωβρίου 2024
- Στον κύκλο της ζωής το μόνο σταθερό είναι οι αλλαγές - 23 Σεπτεμβρίου 2024