Της Ελευθερίας Καρακατσίνα
Προσπαθώντας να απαντήσουμε στο καίριο ερώτημα του «Ποιοι Είμαστε», συνειδητοποιώ πως χαθήκαμε στο δρόμο της επίλυσης αυτού του μπλεγμένου κουβαριού και κάναμε τη ζωή μας πιο δύσκολη απ’ όσο είναι.
Advertisment
Οι νεότεροι –κυριολεκτικά- εαυτοί μας θα γελούσαν αν τους δείχναμε τη τωρινή ψυχοσωματική κατάστασή μας.
Αλήθεια, έχετε βάλει ποτέ το νεότερο εαυτό σας, ως κριτή αυτού που είστε τώρα;
Σίγουρα, η εμπειρία, η πνευματική εξέλιξη και τα καθημερινά βιώματα έχουν διαμορφώσει μια πιο στέρεα και δυνατή ύλη για να αντιμετωπίσουμε τη καθημερινότητά μας.
Advertisment
Όμως, μήπως, ο τρόπος που χρησιμοποιούμε αυτά τα αποκτήματα είναι κατά ένα μέρος «ανώριμος», με αποτέλεσμα να βρισκόμαστε διαρκώς σε ένα δρόμο με αρκετές αδιέξοδες διεξόδους; Ακούγεται οξύμωρο, αλλά τις περισσότερες φορές βρίσκουμε προβλήματα στις λύσεις και όχι λύσεις σε –πιθανά- προβλήματα.
Ως μικρά παιδιά αποφεύγαμε όσους ήταν μουτρωμένοι, ενώ πλησιάζαμε όσους χαμογελούσαν. Αντίθετα, ως «ενήλικες» θεωρούμε παράλογο και ύποπτο το χαμόγελο κάποιου, κάνοντας τα πάντα για να φιλτράρουμε, να διυλίσουμε, να απομυζήσουμε και τελικά να σπαταλήσουμε άσκοπα όση θετική ενέργεια θα μπορούσαμε, διαδραστικά, να εκμεταλλευτούμε αμφότεροι, ενώ θεωρούμε ενδιαφέρον και ευπρεπές ένα πρόσωπο αγέλαστο και ανέκφραστο, ευελπιστώντας να κερδίσουμε κάτι από τη σοβαροφάνειά του.
Κατά κάποιο τρόπο, αρχίσαμε να διστάζουμε και να αμφισβητούμε το ένστικτό μας. Το μυαλό μας βαθμιαία ποτίστηκε από αλλεπάλληλες απογοητεύσεις και θέσαμε τον εγκέφαλό μας σε αυτόματη λειτουργία, με στόχο την αποφυγή και όχι την επίλυση.
Επιλέγουμε να καταφύγουμε σε ανθυγιεινές συνήθειες για το σώμα και το μυαλό μας, μουδιάζοντας βραχυπρόθεσμα και προσωρινά τις αισθήσεις μας.
Δουλεύουμε κάπου, για κάποιον και σε κάτι που δε μας καλύπτει, καταναλώνουμε υπέρμετρα ψυχολογικό φαγητό, δεν εξελισσόμαστε πνευματικά, δε φροντίζουμε το σώμα μας, δεν ασκούμαστε, δε θέτουμε τα όριά μας και όπως είναι επόμενο, δε καταλήγουμε ποτέ στην απάντηση της ερώτησης που προαναφέρθηκε σχετικά με την υπαρξιακή μας υπόσταση, αλλά αντιθέτως απομακρυνόμαστε με γεωμετρική πρόοδο από αυτή, (αυτό) υπονομεύοντάς τη.
Έτσι, καλύπτουμε αυτό το κενό γκρινιάζοντας, κρατώντας κακίες, παίζοντας παιχνίδια μυαλού, εξαπατώντας τους άλλους και πρωτίστως τον εαυτό μας.
Αυτό συμβαίνει γιατί…
Ψάχνουμε να βρούμε από άλλους τις απαντήσεις που μπορούμε να δώσουμε μόνοι μας
Οφείλουμε να παραδεχτούμε ότι μεγαλώσαμε, εξαρτώμενοι από τους καθωσπρεπισμούς και τους κανόνες μιας κοινωνίας που κατά βάθος δεν αποδεχόμαστε. Ενδόμυχα και υποσυνείδητα κινούμαστε στη τροχιά μιας ιεροτελεστίας γύρω από το πώς πρέπει να σκεφτόμαστε, πώς να συμπεριφερόμαστε, τι είναι όμορφο, τι είναι επιτυχία και πάει λέγοντας. Το κακό είναι, ότι ενώ το αντιλαμβανόμαστε, δε το αλλάζουμε. Όταν σταματήσουμε να κάνουμε ό,τι κάνουν –ή ό,τι θέλουν- οι άλλοι και αρχίσουμε να σκεφτόμαστε και να ακούμε σύμφωνα με τα θέλω και τα πιστεύω μας, θα βρούμε ακριβώς αυτό που ψάχνουμε νοερά και πραγματικά.
Αισθανόμαστε ένοχοι που ζούμε για εμάς
Ελευθερία για μένα είναι να ζεις τη ζωή που επιλέγεις, αρκεί να μη παρεμβαίνεις και να μη ξεπερνάς τα όρια της ζωής του άλλου. Πολλές φορές, χανόμαστε σε ταυτότητες τρίτων, προσπαθώντας να καλύψουμε τις προσδοκίες τους, κάνοντας διάφορα για να τους εντυπωσιάσουμε. Παίρνω την ευθύνη, λοιπόν, να δηλώσω κατηγορηματικά το πόσο λάθος είναι η στάση αυτή. Επομένως, αναθεωρούμε, καταγράφουμε τους στόχους, τα όνειρα και τις επιθυμίες μας και παραμένουμε ακλόνητοι και ανεπηρέαστοι από κάθε τυχόν τοξικό εξωτερικό παράγοντα.
Περιβαλλόμαστε από στάσιμους ανθρώπους
Δεν έχει σημασία αν κάποιος είναι παλιός μας φίλος, σύντροφος, συγγενής ή απλά ένας γνωστός. Ακούγεται σκληρό, αλλά αν κάποιος από τους προαναφερθέντες μας προκαλούν δυσάρεστα συναισθήματα και έχουν αφήσει πάνω μας φορτίο που αρνούνται να διαχειριστούν μόνοι τους, καλύτερα να κρατηθούν σε μια απόσταση. Κανένας δεν είναι υποχρεωμένος να μένει πίσω για να κουβαλήσει «ξένα» βάρη.
Ανταγωνιζόμαστε χωρίς λόγο
Προσωπικά, βρίσκω αρκετό ενδιαφέρον στην έννοια του ανταγωνισμού, αλλά αν ανταγωνιζόμαστε τους πάντες, χρησιμοποιώντας τον ως αυτοσκοπό και όχι ως μέσο, θα ξεχάσουμε ποιον θέλουμε να ξεπεράσουμε και το που θέλουμε να φτάσουμε. Από την άλλη, αν ανταγωνιζόμαστε καθημερινά τη προηγούμενη έκδοση του εαυτού μας, θα γίνουμε αναπόφευκτα καλύτεροι.
Παίρνουμε χωρίς να δίνουμε
Είναι λυπηρό να είμαστε παρατηρητές της ζωής μας και να μην εμπλακούμε σε αυτή στο μέγιστο. Ο μόνος τρόπος για να γίνει αυτό, είναι να σταματήσουμε να «λαμβάνουμε», χωρίς να «επιστρέφουμε». Η ζωή βασίζεται στο σύστημα «δούναι και λαβείν» και λειτουργεί εύρυθμα μόνο αν γίνεται ανιδιοτελώς. Ένα ειλικρινές και καλοπροαίρετο σχόλιο είναι ένα πρώτο και «ανέξοδο» βήμα.
Επικεντρωνόμαστε στην εικόνα και όχι στην ουσία
Λανθασμένα επιζητούμε προσοχή και όχι σεβασμό. Θέλουμε να είμαστε αρεστοί από τους πολλούς, αντί να ψάχνουμε τη διαφορετικότητα και τη μοναδικότητα. Φοράμε μάσκες για να συμβιβαστούμε στην εικόνα που θεωρούμε ότι προσδοκούν οι άλλοι και κυνηγάμε μπουσουλώντας τη ματαιοδοξία μας, καταλήγοντας δουλοπάροικοί της.
Αποφεύγουμε την αλήθεια
Ποτέ κανείς δε βγήκε κερδισμένος από ψέματα και ημιαλήθειες. Η απόκρυψη και η αποφυγή της αλήθειας από τους άλλους και κυρίως από τον εαυτό μας, είναι το χειρότερο και μακροβιότερο βασανιστήριο. Η αντιμετώπιση της αλήθειας πονάει, αλλά αξίζει στο έπακρο, διότι τα μακροπρόθεσμα οφέλη της μας αποζημιώνουν πάντα.
Αναβάλλουμε τη λήψη αποφάσεων
Είναι προτιμότερο να πάρεις μια απόφαση, η οποία θα αποδειχθεί «κακή επιλογή», παρά να μη πάρεις καμία. Η αναποφασιστικότητα απλώς καθυστερεί καταστάσεις, ενώ μια κακή απόφαση θα μας διδάξει να κάνουμε καλύτερες μελλοντικές επιλογές. Είναι γνωστό ότι, στο τέλος, μετανιώνουμε για κάτι που δεν κάναμε, για σχέσεις που φοβηθήκαμε να τολμήσουμε γιατί ξεπερνούσαν τα συναισθήματα που ξέραμε πως είχαμε ως τότε, για αποφάσεις που περιμέναμε πολύ και αργήσαμε να πάρουμε…