Γράφει η Δρ. Αναστασία Μοσχοβάκη
Ο σίδηρος είναι βασικό στοιχείο πολλών ενζύμων, που μετέχουν στο μεταβολισμό. Χωρίς σίδηρο, τα κύτταρα δεν θα μπορούσαν να μεταφέρουν ηλεκτρόνια και να μεταβολίσουν ενέργεια. Παρά τον χρήσιμο ρόλο του στον οργανισμό, το σώμα πρέπει να προστατεύσει τον εαυτό του από τον ελεύθερο σίδηρο, διότι μετέχει σε χημικές αντιδράσεις που παράγουν ελεύθερες ρίζες και αυτός είναι ο λόγος που τον συνδέει με δεσμευτικές πρωτεΐνες.
Advertisment
Η απορρόφηση σιδήρου λαμβάνει χώρα στο λεπτό έντερο. Η διαδικασία διευκολύνεται από το όξινο περιεχόμενο του στομάχου, που κρατά το σίδηρο διαλυμένο. Η περίσσια του σιδήρου αποθηκεύεται στους ιστούς με τη μορφή δεσμευτικών συμπλόκων πρωτεϊνών, όπως η φεριτίνη και η αιμοσιδηρίνη. Η φεριτίνη ορού αποτελεί σήμερα δείκτη με τον οποίο εκτιμάμε τις αποθήκες σιδήρου του σώματος αλλά και τον βαθμό υπερφόρτωσης των ιστών με σίδηρο.
Η φεριτίνη ευρίσκεται υπό φυσιολογικές συνθήκες σε ευθεία αντιστοίχηση με τα ολικά αποθέματα σιδήρου του σώματος. Επειδή ωστόσο η φεριτίνη αποτελεί και πρωτείνη που αθροίζεται με τις φλεγμονές, όταν υπάρχει οξεία ή χρόνια φλεγμονή στο σώμα, μπορεί να παρουσιάσει αύξηση, η οποία δεν αντικατοπτρίζει πλέον το μέγεθος των αποθηκών σιδήρου. Τα επίπεδα φεριτίνης του αίματος αυξάνουν με την πάροδο της ηλικίας στους ενήλικες. Η διαδικασία μέτρησης της φεριτίνης είναι απλή και εάν δεν πραγματοποιηθούν και συμπληρωματικές μετρήσεις, δεν είναι απαραίτητη η νηστεία πριν τη μέτρηση.
Η παθολογική αύξηση της φεριτίνης του αίματος προέρχεται κυρίως από νοσήματα και καταστάσεις, που προκαλούν αύξηση του σιδήρου του σώματος, ανάπτυξη φλεγμονής ή καταστροφή ιστών με πλούσιες αποθήκες. Στην υπερφόρτωση με σίδηρο (π.χ. αιμοχρωμάτωση) δημιουργείται εναπόθεση σιδήρου σε ιστούς και δυσλειτουργία του οργάνου, ανάλογα με τον ιστό εναπόθεσης. Σε περιπτώσεις φλεγμονής (π.χ. ρευματοειδής αρθρίτιδα, λοιμώξεις), εκλύονται φλεγμονώδεις παράγοντες (π.χ. κυτταροκίνες), οι οποίες δρουν στον κύκλο του σιδήρου, με αποτέλεσμα την αύξηση της φεριτίνης και τη μείωση του σιδήρου.
Advertisment
Σε καταστροφή ιστών πλούσιων σε σιδηραποθήκες, η φεριτίνη απελευθερώνεται στο αίμα (π.χ. οξεία και χρόνια ηπατίτιδα). Χαρακτηριστικοί εκπρόσωποι νοσημάτων που προκαλούν εκσεσημασμένη αύξηση των επιπέδων φερριτίνης είναι η αιμοχρωμάτωση, νοσήματα που απαιτούν πολλαπλές μεταγγίσεις, η νόσος Hodgkin, η λευχαιμία, νοσήματα αίματος, ο ερυθηματώδης λύκος, καρκινώματα. Κατά την ιατρική μελέτη του ασθενούς με την υψηλή φεριτίνη πρέπει εκτός από την αιτία της αύξησης να διερευνηθεί εάν υπάρχει δυσλειτουργία ζωτικού οργάνου λόγω συσσώρευσης φεριτίνης από υπερφόρτωση, όπως:
- σεξουαλική δυσλειτουργία
- καρδιακή ανεπάρκεια
- πόνους στις αρθρώσεις
- κίρρωση ήπατος
- δυσλειτουργία παγκρέατος και αύξηση σακχάρου
- κόπωση
- σκούρο χρώμα του δέρματος
Η σωστή παθολογική εξέταση έχει κομβική σημασία στη σωστή διαφορική διάγνωση και θεραπεία της αυξημένης φεριτίνης.
Έχει καταχωρηθεί στην διεθνή εγκυκλοπαίδεια WHO IS WHO.
- Αναιμία: Η πιο συχνή παθολογική αιτία χρόνιας κόπωσης - 25 Δεκεμβρίου 2017
- Πονόλαιμος: Αιτίες και μέτρα αντιμετώπισης - 27 Νοεμβρίου 2017
- Κρυολόγημα, ίωση και γρίπη: Κοινές και λανθασμένες αντιλήψεις - 24 Νοεμβρίου 2017