Γράφει η Ρουμελιώτη Νεκταρία – φιλόλογος
Στη ζωή μου δεν έχω πάει πολύ κομμωτήριο. Είναι άλλες γυναίκες που πάνε μία, δύο φορές τη βδομάδα, σπαταλώντας χρόνο και χρήμα. Τις βλέπεις όμως να βγαίνουν ακέραιες, χτενισμένες, και ατσαλάκωτες και νιώθεις ότι αυτό τους δίνει δύναμη να… «φάνε» τον κόσμο.
Advertisment
Την τελευταία φορά που πήγα στην κομμώτρια της είπα. «Κάνε με όμορφη γιατί ο μπαμπάς μου με ήθελε όμορφη». Είχα μόλις χάσει τον πατέρα μου, μια Κυριακή απόγευμα, – από μικρή, μισώ της Κυριακές – κι είχε έρθει όλος ο κόσμος μου… «τούμπα». Όχι ότι ήταν και ποτέ ιδιαίτερα… ισορροπημένος. Τότε όμως ξανάγινα ξαφνικά το κοριτσάκι του μπαμπά μου, που ήξερε ότι αν άκουγε ένα περίεργο θόρυβο στο σπίτι της, αν της χαλούσε το αμάξι, αν κάποιος την πείραζε, αν δεν τα κατάφερνε στη δουλειά της, αρκούσε να πάρει ένα τηλέφωνο και το πρόβλημά της θα λύνονταν. Ήμουν 47 χρονών…«μπέμπα», όταν τώρα, τελευταία, πήγα, κλαίουσα, να τους πω ότι «παραιτούμαι από τη δουλειά μου», εκείνοι με παρηγόρησαν και μου είπαν «να το κάνω» και εκείνοι θα ήταν «εκεί» για εμένα, εννοώντας ότι θα στήριζαν οικονομικά για μια ακόμη φορά τα μυξοπαραιτήματά μου. Δεν παραιτήθηκα ποτέ…
Μερικούς μήνες αργότερα ο «παππούς» έφυγε… «Παππού» λέγαμε τον μπαμπά μου από τότε που γέννησα το γιο μου, προσδίνοντάς του αυτόν τον ρόλο… ήθελε δεν ήθελε. Εκείνος το απολάμβανε πολύ κι αγαπούσε αυτό το παιδί σα δικό του, τόσο που, πότε πότε… ζήλευα. Βλέπετε είμαι μοναχοπαίδι, ποτέ άλλοτε, κανείς, δεν είχε διεκδικήσει μέχρι τότε την πατρική και τη μητρική αγάπη, περισσότερο και… εκτός, από εμένα, κι εκείνο το μωρό… μου τους έκλεψε! Ήταν βλέπεις πιο όμορφο από μένα. Πάντα απέδιδα όλα μου τα προβλήματα στην έλλειψη, «εκρηκτικής» ομορφιάς, που σου κόβει την ανάσα, έτσι θα ΄θελα να είμαι!… «Γι΄αυτό τίποτα δεν μου πάει καλά…», έλεγα. «Αν ήμουν όμορφη…».
Για τον μπαμπά μου ήμουν πάντα όμορφη. Ήθελε να είμαι περιποιημένη. Αγαπούσε τις γυναίκες, κρατώντας βέβαια πάντα την πρώτη θέση για τη μάνα μου, υπόδειγμα κομψότητας και λεπτής «ντελικάτης» ομορφιάς για την εποχή της, και εκείνος ήταν πολύ περήφανος που ήταν δική του. Εγώ, ολοφάνερα, δεν της έμοιαζα. Έμοιαζα πιο πολύ σε κείνον. Μ΄αγαπούσε όμως… μ΄έβλεπε όμορφη. Εκείνο τώρα το βλέμμα εγώ πού θα το ξαναβρώ; Και δεν έχω μάθει και τον εαυτό μου να με κοιτά έτσι…
Advertisment
Η κομμώτρια με συμπόνεσε. Έξυπνη γυναίκα, από εκείνες που έχουν πάρει τη ζωή στα χέρια τους και επωφελούνται από την κάθε εμπειρία, την κάθε γνώση που εύκολα αποσπά απ΄ όλο αυτό το συρφετό των ορμονικά ανεξέλεγκτων γυναικών που χτενίζει και η κάθε μια έχει τη δική της ιστορία. Παίρνει μαζεμένη πληροφορία από γιατρίνες, δικηγορίνες, καθηγήτριες πανεπιστημίου ή νοικοκυρές, όλων των ηλικιών και των βαλαντίων κι έπειτα την επεξεργάζεται και την στρέφει προς όφελος αυτής και των τριών παιδιών της. Δύσκολη δουλειά να χτενίζεις γυναίκες, δεν θα μπορούσα να την κάνω ποτέ, όλο αυτό το ζωντανό υλικό παρόρμησης, κυκλοθυμίας και νεύρων που προσδοκά να βρει δικαίωση σε μια… ανταύγεια!
Το χτένισμα πέτυχε! Έγινα πραγματικά όμορφη. Όλο το σύννεφο των σγουρών ατίθασων μαλλιών μου χαλιναγωγήθηκαν, σιδερώθηκαν σ΄ένα ίσιο φουσκωτό μοντέρνο… «κορνίζωμα» των δυο ματιών μου που ναι, ήταν ένα όμορφο στοιχείο του προσώπου μου. Αυτό μπορούσα να το δω. Μου το ΄λεγαν κι από μικρή. Είναι φοβερό πόσο σε διαμορφώνουν τα λόγια του κόσμου όταν είσαι παιδί… Ενθουσιάστηκα! Αυτό ήταν! Βρήκα νέο νόημα στη ζωή μου. Τώρα μ΄αυτό το μαλλί μπορώ να κάνω τα πάντα!
Πέρασαν τρεις μήνες από τότε. Το χτένισμα το διατήρησα. Όλοι μου είπαν ότι «μου πάνε καλύτερα έτσι». Τον φόβο ακόμα δεν τον έδιωξα και τη θλίψη την παλεύω ακόμα. Πέρασα όμως από το «πώς θα τα καταφέρω τώρα χωρίς τον μπαμπά μου;» στο «θα προσπαθήσω μόνη μου και βλέπουμε». Στην πορεία αυτή βρήκα και ανθρώπους που μου έλυσαν απλά καθημερινά προβλήματα με ευσυνείδητο επαγγελματικό τρόπο, ακριβώς όπως τότε η κομμώτρια μου, καταλαβαίνοντας τις ανάγκες μου, όπως επίσης ανθρώπους που μου επούλωσαν τις πληγές με την παρουσία, την εκτίμηση και την αγάπη τους. Οι ΑΝΘΡΩΠΟΙ… Μεγάλη επένδυση στη ζωή όλων μας, μεγάλη «περιουσία».
Ένας φόβος για τις αρρώστιες μου ΄χει μείνει ακόμα. Πού θα πάει, θα τον κατανικήσω και αυτόν. Άλλωστε τώρα ξέρω. Δεν έχεις παρά να βρεις το… κατάλληλο χτένισμα και τότε μπορείς να βγεις έξω και να «φας» όλο τον κόσμο!