Η Γνωσιακή Συμπεριφοριστική Θεραπεία αποτελεί μία από τις ισχυρές μεθόδους ψυχοθεραπείας. Με εκατοντάδες έρευνες να αποδεικνύουν την αποτελεσματικότητά της, δεν είναι να απορεί κανείς γιατί ολοένα και περισσότεροι ψυχολόγοι και επαγγελματίες ψυχικής υγείας επιλέγουν να την εντάξουν στην εργασία τους.
Αυτό που πιθανόν δεν γνωρίζατε όμως είναι η ανάπτυξη του Γνωσιακού Συμπεριφοριστικού Coaching, μιας μεθοδολογίας που βασίζεται στις ίδιες αρχές με τη CBT αλλά δεν απευθύνεται σε όσους αναζητούν θεραπεία αλλά σε όσους θα ήθελαν να χρησιμοποιήσουν τις καταξιωμένες τεχνικές της μεθόδου προκειμένου να κατευθύνουν πιο αποτελεσματικά τη ζωή τους.
Advertisment
Η Εναλλακτική Δράση επικοινώνησε με τη Life Coach Νίκη Ορφανουδάκη η οποία, μέσω του κέντρου δια βίου μάθησης Harmony and Creativity, θα πραγματοποιήσει, για πρώτη φορά στην Ελλάδα, κύκλο συνεδριών που συνδυάζουν το Γνωσιακό Συμπεριφοριστικό Coaching με το mindfulness.
Κα Ορφανουδάκη, τι είναι το Cognitive Behavioural Coaching και ποια είναι η διαφορά με τη Γνωσιακή Συμπεριφοριστική Θεραπεία (Cognitive Behavioural Therapy);
Το Γνωσιακό Συμπεριφοριστικό Coaching έχει πολλά κοινά όπως και πολλές διαφορές με τη Γνωσιακή Συμπεριφοριστική Θεραπεία. Και τα δύο όμως έχουν ανεκτίμητα αποτελέσματα, αν εφαρμοστούν «σωστά». Κοινά τους χαρακτηριστικά είναι η θεωρητική βάση και τα εργαλεία που χρησιμοποιούνται. Ξεκινούν με βάση τη σχέση σκέψης, συναισθήματος και συμπεριφοράς, σύμφωνα με την οποία τα συναισθήματά μας και η συμπεριφορά μας, άρα και οι επιλογές που κάνουμε στη ζωή μας και η ίδια μας η ζωή, προέρχονται από τη σκέψη μας. Όταν οι επιλογές είναι καταστροφικές τότε προέρχονται από τις αυτόματες αρνητικές σκέψεις, τις γνωστικές στρεβλώσεις και τις επιζήμιες βασικές μας πεποιθήσεις.
Για να το πω πιο απλά, το Cognitive Behavioural αποδεικνύει ότι αυτό που λέει ο λαός μας είναι σωστό: «Τα πάντα βρίσκονται στο μυαλό μας». Το συνειδητοποιούμε αυτό, όταν αναλογιστούμε όλα αυτά τα σενάρια που παίζονται στο μυαλό μας και που στην πλειοψηφία τους δεν έχουν καμία σχέση με την πραγματικότητα, όταν επίσης σκεφτούμε τους φόβους μας που μας παγώνουν, την καταστροφολογία, την τελειομανία, την τάση μας να βγάζουμε γρήγορα συμπεράσματα και ούτω καθεξής. Η λίστα των παραδειγμάτων από την καθημερινή μας ζωή είναι ατελείωτη, αυτές όμως οι μη λειτουργικές σκέψεις, που τις περισσότερες φορές λειτουργούν ασυνείδητα, μας οδηγούν και σε έναν ατέρμονο κύκλο μη λειτουργικών συναισθημάτων, επιλογών και συμπεριφορών σε όλους τους τομείς της ζωής μας, για παράδειγμα στον ερωτικό και τον επαγγελματικό τομέα, στους οποίους οι άνθρωποι τις περισσότερες φορές βασανίζονται και δυσκολεύονται να επιτύχουν.
Advertisment
Ο ρόλος λοιπόν και του Γνωσιακού Συμπεριφοριστικού Coaching και της Γνωσιακής Συμπεριφοριστικής Θεραπείας είναι να μας βοηθήσουν να κάνουμε τη «δουλειά» που χρειάζεται με τον εαυτό μας ώστε να ξεφορτωθούμε ότι μας οδηγεί στα προβλήματα και στη θέση τους να υιοθετήσουμε καινούριους αποτελεσματικούς τρόπους σκέψης και συμπεριφοράς.
Η διαφορά τους είναι καθαρά η διαφορά Coaching και Θεραπείας. Η Γνωσιακή Συμπεριφοριστική Θεραπεία απευθύνεται σε ανθρώπους οι οποίοι θέλουν να αντιμετωπίσουν μια διαταραχή, όπως η διπολική διαταραχή, και σε αυτές τις περιπτώσεις οι έρευνες μας δείχνουν ότι έχει εξαιρετικά αποτελέσματα. Το Coaching προέκυψε από την ανάγκη να βοηθηθούν οι άνθρωποι οι οποίοι δεν εμπίπτουν στο φάσμα των ψυχικών διαταραχών, οι περισσότεροι από εμάς δηλαδή, και για αυτό δίνει το μεγαλύτερο βάρος στην πράξη, στο να υλοποιηθούν όλα αυτά στην καθημερινότητά μας, έτσι ώστε να ζούμε μια ζωή που θα έχει το νόημα που εμείς θέλουμε να της δώσουμε, θα είναι γεμάτη χαρά και αρμονία στη σχέση μας με τον εαυτό μας και με τους άλλους.
Θα μας πείτε λίγα λόγια και για το Μindfulness;
Η αλήθεια είναι ότι, επειδή το Mindfulness έχει γίνει «μόδα» στο εξωτερικό και έχει εφαρμοστεί και από ανθρώπους που του έχουν δώσει «περίεργες» μεταφυσικές διαστάσεις, στην αρχή ήμουν πολύ επιφυλακτική απέναντί του. Όταν όμως στη συνέχεια είδα ότι μεγάλα Πανεπιστήμια του Εξωτερικού και σοβαρότατοι Γιατροί, Coaches και Ψυχολόγοι το έχουν εντάξει στις πρακτικές τους, αποφάσισα να ασχοληθώ και να εκπαιδευτώ σε αυτό. Η απόφασή μου αποδείχτηκε τελικά απολύτως σωστή, γιατί το Mindfulness, αν συνδυαστεί με άλλες πρακτικές, αποτελεί ένα ισχυρό εργαλείο για την ψυχική και σωματική μας υγεία.
Τι είναι όμως η Ενσυνειδητότητα; Ο σύγχρονος άνθρωπος ζει τη ζωή του τις περισσότερες φορές στον «αυτόματο πιλότο», χωρίς καν να το καταλαβαίνει! Νομίζουμε ότι ξέρουμε τι μας γίνεται, αλλά πολλές φορές η ζωή, τα συναισθήματά μας, οι σκέψεις μας ακόμη και οι αισθήσεις μας περνούν χωρίς να τα συνειδητοποιούμε. Παράλληλα το μεγαλύτερο μέρος της ζωής μας, όπως δείχνουν οι έρευνες το ζούμε στο παρελθόν, δηλητηριασμένοι και επηρεασμένοι από τις εμπειρίες που κουβαλάμε, και στο μέλλον, γεμάτοι άγχος και φόβο για όλα αυτά που πιστεύουμε ότι μπορεί να μας συμβούν.
Το Mindfulness λοιπόν δεν είναι μόνο μια σειρά ασκήσεων, όπως πολλοί πιστεύουν και εφαρμόζουν, αλλά μια ολόκληρη φιλοσοφία που μας διδάσκει να ζούμε την παρούσα στιγμή, να είμαστε σε πραγματική και ουσιαστική επαφή με τις αισθήσεις μας, το σώμα μας, τις σκέψεις μας, τα συναισθήματά μας, τη συμπεριφορά μας, τους άλλους ανθρώπους και το περιβάλλον μας!
Γιατί επιλέγετε να συνδυάσετε αυτές τις δύο πρακτικές;
Και το Cognitive Behavioural και το Mindfulness αποτελούν ισχυρές μεθόδους και βοηθούν πολύ τον άνθρωπο στο να αλλάξει τον εαυτό του, τις σχέσεις του με τους άλλους και τη ζωή του. Ο συνδυασμός αυτών των δύο όμως έχει αποδειχτεί επιστημονικά πια ότι είναι πανίσχυρος, αφού επιφέρει ακόμη και αξιοσημείωτες αλλαγές στον εγκέφαλο! Αρχικά σε κάποιον αυτά τα δύο μπορεί να φανούν σε άσχετα ή ακόμα και αντίθετα, αφού η Ενσυνειδητότητα λειτουργεί υπέρ της αποδοχής και η Γνωσιακή Συμπεριφοριστική υπέρ της αλλαγής.
Το Mindfulness όμως μας μαθαίνει να ζούμε συνειδητά την κάθε στιγμή, γεγονός το οποίο αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για την αλλαγή, και παράλληλα μας αποφορτίζει από τις αρνητικές σκέψεις και τα συναισθήματα, μας μαθαίνει να τα αποδεχόμαστε χωρίς να τα κρίνουμε και αυτό μας βοηθάει στο να επιτύχουμε την απαραίτητη αποστασιοποίηση που χρειάζεται, όταν έρχεται η ώρα να «δουλέψουμε» με αυτά.
Πολλοί ισχυρίζονται ότι το Minfulness από μόνο του δεν αρκεί και θα συμφωνήσω με αυτούς. Ο ρόλος του Cognitive Behavioural Coaching είναι όχι μόνο απαραίτητος αλλά και καταλυτικός, γιατί δε φτάνει μόνο να αναγνωρίζουμε και να αποδεχόμαστε την πραγματικότητα! Όταν αυτή δε μας αρέσει ή ακόμη νιώθουμε ότι δεν μας ταιριάζει και ίσως και μας κάνει δυστυχισμένους, ζητάμε να την αλλάξουμε προς το καλύτερο ή ακόμη και εντελώς!
Έχει ξαναεφαρμοστεί αυτό το συνδυαστικό πρόγραμμα από κάποιον άλλον φορέα ή είναι δική σας έμπνευση;
Δεν θα ισχυριστώ ότι «ανακάλυψα τον τροχό», είμαι όμως πολύ περήφανη και συγκινημένη που φέρνω πρώτη αυτόν τον τροχό στην Ελλάδα! Ο συνδυασμός Cognitive Behavioural και Mindfulness είναι παγκοσμίως γνωστός και ευρύτατα διαδεδομένος, αφού υποστηρίζεται θεωρητικά και υλοποιείται από κορυφαία Πανεπιστήμια του εξωτερικού, όπως της Οξφόρδης και του Στάνφορντ καθώς και από πολλούς έγκριτους γιατρούς, coaches και ψυχολόγους κυρίως στην Αγγλία και στην Αμερική και, όπως είπα και προηγουμένως, έχουν ήδη δημοσιευτεί πολλές μελέτες που αφορούν την σχεδόν απίστευτη αποτελεσματικότητά του.
Το ότι αποφάσισα να ασχοληθώ με αυτό και να το φέρω στην Ελλάδα, δεν είναι τυχαίο. Όσοι γνωρίζουν εμένα και την πορεία μου ξέρουν πολύ καλά ότι δεν «μπορώ να κάτσω στα αυγά μου και να δρέψω τις δάφνες μου». Προβληματίζομαι συνέχεια για τους τρόπους με τους οποίους μπορώ να βοηθήσω τους coachees μου, γι αυτό συνεχώς ασχολούμαι και εκπαιδεύομαι σε οτιδήποτε είναι πρωτοποριακό και θεωρώ ότι μπορεί να με κάνει καλύτερη και αποτελεσματικότερη.
Αυτό που με οδήγησε στο συνδυασμό αυτών των δύο είναι ότι έβλεπα πολύ συχνά και στο προσωπικό μου «ταξίδι» και στα υπέροχα «ταξίδια» που έχω κάνει με εκατοντάδες ανθρώπους -έχω ήδη ξεπεράσει τις 1500 ώρες Coaching- πως το παραδοσιακό Coaching έχει θαυμάσια μοντέλα και τεχνικές, όμως στις περισσότερες περιπτώσεις, αν δεν έχει γίνει «δουλειά» σε βάθος σε αυτά τα ζητήματα, ορθώνονται εσωτερικά εμπόδια που δυσκολεύουν την επιτυχία του εγχειρήματος. Έτσι τα τελευταία χρόνια άρχισα σιγά σιγά να εισάγω στις ομάδες μου και στα retreats το Cognitive Behavioural και το Mindfulness και διαπιστώνοντας την αποτελεσματικότητά τους, αποφάσισα να φτιάξω ένα πρόγραμμα που θα λειτουργεί ως καταλυτική βάση και που, ενώ βασίζεται στην επιστημονική γνώση, θα έχει συνδυαστεί και με τις υπόλοιπες γνώσεις μου και με την εμπειρία της ελληνικής πραγματικότητας, καθώς και με τη μεγάλη μου αγάπη και το αστείρευτο ενδιαφέρον για τους ανθρώπους που κάθε φορά «συνταξιδεύουμε»!
Σε ποιους απευθύνεται το πρόγραμμα;
Αυτό το πρόγραμμα μπορεί να το παρακολουθήσει οποιοσδήποτε χωρίς να έχει καμία προηγούμενη γνώση για το θέμα και αφορά τους πάντες, γιατί όλοι λίγο ως πολύ κουβαλάμε ένα σωρό από αρνητικά συναισθήματα, γνωστικές στρεβλώσεις, πικρία για το παρελθόν και άγχος για το μέλλον.
Οι έρευνες διαπιστώνουν ότι βοηθάει πολύ στην αλλαγή της διάθεσης, τη δημιουργία ουσιαστικά αισιόδοξης στάσης απέναντι στη ζωή, στην τόνωση της αυτοπεποίθησης, στη δραστηριοποίηση του ατόμου, στην αντιμετώπιση των φόβων, στην επίλυση προβλημάτων, στη διαχείριση του θυμού, την αντιμετώπιση της αναβλητικότητας, στη σύναψη «υγιών» σχέσεων, είναι πραγματικά τόσα πολλά τα θετικά αποτελέσματα που νομίζω ότι θα καταχραστώ το χρόνο σας και το χώρο σας, αν προσπαθήσω να τα αναφέρω συνολικά.
Φιλοδοξία μου είναι το πρόγραμμα του Harmony Coaching να αποτελέσει πηγή γνώσης, ανακάλυψης, πειραματισμού και έμπνευσης η οποία θα οδηγήσει στη μεταμόρφωση της ζωής των ανθρώπων που θα συμμετέχουν σε αυτό! Εύχομαι όλα αυτά να τους ακολουθούν σε όλη τους τη ζωή και όχι μόνο για δυο μέρες, δυο εβδομάδες ή μερικούς μήνες!
Αυτόν το φιλόδοξο όμως στόχο δεν μπορώ να τον επιτύχω μόνη μου. Η σχέση στο Coaching είναι καθαρά συνεργατική και φυσικά ισχύει και το «συν Αθηνά και χείρα κίνει». Είμαι λοιπόν σίγουρη ότι αυτό το πρόγραμμα θα συγκεντρώσει υπέροχους ανθρώπους που είναι ανοιχτοί στο να δεχτούν το καινούριο και θέλουν να «ξεκολλήσουν», να δουλέψουν ουσιαστικά με τον εαυτό τους και να περάσουν στην πράξη!
Κυρία Ορφανουδάκη, κάποτε τα συστήματα και οι μεθοδολογίες εστίαζαν στον εντοπισμό των αιτιών του προβλήματος του ατόμου. Και σε γενικές γραμμές, πράγματι, αναπτύχθηκαν εξαιρετικές επιστήμες και συστήματα. Η επόμενη πρόκληση που βρήκαμε μπροστά μας είναι το γεγονός, ότι πολλές φορές, η αναγνώριση της αιτίας δεν συνεπάγεται αυτόματα την αίρεση ή την θεραπεία του προβλήματος και άρα χρειάζεται να εφαρμόσουμε επιπλέον πρακτικές. Γιατί κατά τη γνώμη σας συμβαίνει αυτό; Γιατί, για παράδειγμα, ενώ βλέπουμε τι αποτελεί εμπόδιο για να συνάψουμε υγιείς σχέσεις, δεν κάνουμε κάτι ουσιαστικό γι αυτό;
Μου θυμίζετε μια συζήτηση που έκανα προχτές με μια αξιολογότατη κυρία, η οποία μου έλεγε ότι συμμετείχε σε ομάδες ψυχοθεραπείας, ότι ένιωσε ότι βοηθήθηκε, όμως παράλληλα ένιωθε ότι έλειπε και αυτό το κάτι που θα τη βοηθούσε να προχωρήσει ακόμη περισσότερο.
Η αλήθεια λοιπόν είναι ότι ο εντοπισμός των «προβλημάτων» και των αιτίων τους είναι ένα πρώτο πολύ σημαντικό βήμα, αυτό όμως δε συνεπάγεται όπως είπατε και την αίρεση του προβλήματος, γιατί τις περισσότερες φορές λείπει αυτή η κατεύθυνση που θα οδηγήσει σε αυτό. Η Νευροεπιστήμη μας έχει αποδείξει πόσο βαθιά είναι ριζωμένα κάποια πράγματα στον εγκέφαλό μας, οπότε πρέπει να στραφούμε, για να το πω απλά, στην κατεύθυνση του σταδιακού «ξεριζώματος» και στο δρόμο της πράξης και όχι μόνο της θεωρίας. Αυτός λοιπόν είναι και ο ρόλος του MCBC, να μας βοηθήσει να ξεφορτωθούμε οτιδήποτε δυσλειτουργικό και να προχωρήσουμε συγκεκριμένα στη διαμόρφωση σχέσεων και ζωής που θα έχουμε εμείς επιλέξει και θα καλύπτουν τις ανάγκες μας για χαρά και ολοκλήρωση σε όλους τους τομείς.
Ο Κρισναμούρτι είχε πει κάποτε ότι ο άνθρωπος δεν φοβάται το άγνωστο αλλά την αποκόλληση από το γνωστό. Συμφωνείτε με αυτή την άποψη και ότι ενδεχομένως μπορεί να είναι ένας παραπάνω λόγος που δεν κάνουμε εύκολα αλλαγές στη ζωή μας;
Αρχικά θα ξεκινήσω με κάτι που μάλλον αποτελεί κοινό τόπο, αλλά θα το επαναλάβω, γιατί αξίζει τον κόπο. Το γνωστό, είναι οικείο, είναι μέρος του εαυτού μας πια και για αυτό βρισκόμαστε σε μια «ζώνη άνεσης», όταν το ζούμε. Καμιά φορά ακόμη και το χειρότερο γνωστό μπορεί να φοβόμαστε να το αποχωριστούμε, όπως το κλασικό παράδειγμα γυναικών που κακοποιούνται στους γάμους τους και παραμένουν. Βέβαια, αυτή η στάση δεν αφορά μόνο τέτοιου τύπου ακραίες περιπτώσεις, αλλά σχεδόν καθετί που κάνουμε στη ζωή μας, από τις πολύ απλές καθημερινές συνήθειες μέχρι τις ερωτικές και επαγγελματικές μας επιλογές.
Από τη μια λοιπόν είναι πολύ καθησυχαστικό το οικείο και μας βολεύει, από την άλλη όμως μας στερεί συχνά τη χαρά και το νόημα της ζωής, την προσωπική πρόοδο και την ολοκλήρωση, κρατώντας μας αγκιστρωμένους και καμιά φορά παγιδευμένους.
Το ταξίδι συνεπώς της απαγκίστρωσης, όπως αυτό που επιχειρούμε τώρα με το το πρόγραμμα του MCBC, φαίνεται στην αρχή άβολο και ίσως και να φοβίζει, στην πραγματικότητα όμως μας ανοίγει καινούριους μαγικούς κόσμους. Μπορεί ο εαυτός μας να μας ορθώσει παροδικά Λαιστρυγόνες και Κύκλωπες, όμως τα δώρα του ταξιδιού είναι ανεκτίμητα.
Ξεκινήσατε την ερώτηση με τον Κρισναμούρτι, θα ήθελα να τελειώσω την απάντησή μου και τη συνέντευξη με μια αγαπημένη μου ρήση από τον Μένανδρο:
«Η ζωή που φοβάται τη ζωή δεν είναι ζωή!»
Η Νίκη Ορφανουδάκη και το Harmony and Creativity, διοργανώνουν κύκλο συνεδριών Cognitive Behavioural Coaching & Mindfulness. Δείτε περισσότερα εδώ