Είναι γεγονός πως τα τελευταία χρόνια τα ποσοστά των διαζυγίων αυξάνονται στην χώρα μας με αποτέλεσμα να δημιουργείται σύγχυση, όχι μόνο στους γονείς που παίρνουν μια τέτοια απόφαση αλλά και στα ίδια τα παιδιά που γίνονται θύματα μια τέτοιας δύσκολης κατάστασης. Πώς βιώνουν τα παιδιά λοιπόν, ανάλογα με την ηλικία τους το διαζύγιο;
Για όλες τις ηλικίες ένας χωρισμός πάντα θα είναι δύσκολος. Όσον αφορά ένα παιδί 5 με 6 ετών, ένα διαζύγιο έχει επίδραση πάνω του, από πλευράς καθημερινότητας και περιβάλλοντος. Με άλλα λόγια, ένα παιδί σε αυτήν την ηλικία δεν μπορεί να αντιληφθεί σε βάθος συναισθημάτων αυτήν την αλλαγή.
Advertisment
Μπορεί να καταλαβαίνει το κλίμα που επικρατεί αλλά δεν νιώθει τον πόνο του τέλους. Και αυτό γιατί το παιχνίδι και η επαφή με φίλους και συμμαθητές, η απασχόληση του μυαλού του με άλλα πράγματα το κάνει να ξεχνάει αυτήν την κατάσταση.
Από την άλλη πλευρά, ένας έφηβος 12 και 13 ετών, αντιλαμβάνεται αρκετά την έννοια του διαζυγίου. Έχει επαφή με τις καταστάσεις, έχει βιώματα από τις σχέσεις των γονιών του και ξέρει ότι έρχεται η διάλυση. Επομένως, έρχεται αντιμέτωπος με την σκληρή πραγματικότητα. Να μείνει ή να φύγει. Να αλλάξει τη ζωή του.
Ένα έφηβος λοιπόν, σε αυτήν την ηλικία πέρα από αυτήν την δύσκολη κατάσταση, έχει να διαχειριστεί και τις εσωτερικές του συγκρούσεις. Διότι, η εφηβεία ως γνωστόν, είναι μια μεταβατική περίοδος για τα παιδιά. Τόσο το σώμα όσο και το πνεύμα έρχονται αντιμέτωπα με νέα δεδομένα, που όλα αυτά από μόνα τους αποτελούν ένα φορτίο βαρύ για να λυθεί.
Advertisment
Γι’ αυτό λοιπόν, όταν υπάρχει και το διαζύγιο παράλληλα, η συναισθηματική φόρτιση είναι τόσο μεγάλη που πολλές φορές οδηγεί σε άσχημες καταστάσεις. Για παράδειγμα, έλλειψη επικοινωνίας, χαμηλή επίδοση στο σχολείο, επιθετικότητα, έντονη νευρικότητα ακόμα και εγκατάλειψη του σχολείου και χρήση ουσιών.
Τέλος, για έναν “ενήλικα” 20 ετών, το διαζύγιο τον αλλάζει και τον βάζει σε σκέψεις και τον κάνει να μετρά τη ζωή διαφορετικά. Και τότε μπαίνει σε διλήμματα και αρχίζει να αξιολογεί και τη δική του ζωή. Φοβάται για το μέλλον και τις σχέσεις που θα κάνει. Άραγε, θα καταλήξω κι εγώ έτσι; Πόσες πιθανότητες έχω να κάνω μια υγιής σχέση;
Πότε λοιπόν, οι γονείς φτάνουν στον χωρισμό;
1. Συναισθηματικοί Λόγοι: Όταν τα συναισθήματα έρωτα και αγάπης δεν γεμίζουν πλέον τη ζωή τους. Με άλλα λόγια, όταν έχει πάψει να υπάρχει η ουσιαστική επικοινωνία και έχει αντίθετα αντικατασταθεί από την αδιαφορία, την τυπική επαφή και την εσωτερική πίεση, το ζευγάρι παίρνει τη δύσκολη απόφαση να χωρίσει.
2. Τρίτο πρόσωπο: Ο ένας ή ο άλλος σύντροφος ακόμα και οι δύο έχουν αλλού επενδύσει συναισθηματικά. Δεν έχουν πλέον τη διάθεση να αναλύσουν τη σχέση τους και να επενδύσουν χρόνο σε κάτι που μέσα τους έχει τελειώσει και τους κάνει να μένουν από συνήθεια.
3. Διαφορετικότητα χαρακτήρων: Ένας σημαντικός λόγος που με τα χρόνια δείχνει την πορεία και εξέλιξη της σχέσης. Όταν λοιπόν, δύο άνθρωποι έχουν άλλα ενδιαφέροντα και άλλες προσδοκίες, οι δρόμοι τους αναγκαστικά παίρνουν τον δρόμο του χωρισμού. Προκειμένου να μην υπάρχουν συγκρούσεις, έντονοι διαπληκτισμοί και βίαιες καταστάσεις που συχνά ταλαιπωρούν και τραυματίζουν τα παιδιά είναι καλύτερα οι δύο αυτές προσωπικότητες να αλλάξουν κατεύθυνση.
4. Οικονομικοί Λόγοι: Όταν ένας από τους δύο γονείς δεν είναι εντάξει απέναντι στις υποχρεώσεις του ως πατέρας ή μητέρα και δεν επενδύει για την ασφάλεια, την φροντίδα, την μάθηση και τις συναισθηματικές-ψυχικές ανάγκες του παιδιού, ακόμα και στην συμφωνία που έχουν κάνει ως σύζυγοι μεταξύ τους , για την ομαλή λειτουργία της οικογένειας, τότε το ενδεχόμενο του χωρισμού γίνεται ορατό.
5. Ερωτικές ανάγκες: Όσο περίεργο και αν ακούγεται αρκετά ζευγάρια φτάνουν στο σημείο του χωρισμού επειδή δεν καλύπτονται σεξουαλικά από τον σύντροφό τους. Μπορεί ανάλογα με την ηλικία οι ανάγκες να αυξάνονται ή να μειώνονται και να ζητούν άλλες μεθόδους ανανέωσης της σχέσης που ο σύζυγος δεν μπορεί να καλύψει.
Πώς μπορούμε, να βοηθήσουμε το παιδί να αποβάλει την ενοχή που αισθάνεται;
– Να επικοινωνούμε συνεχώς μαζί του, δείχνοντάς του, πως δεν είναι εκείνο υπεύθυνο για αυτήν την κατάσταση.
– Να μην κατηγορεί ο ένας γονιός τον άλλο με άσχημα λόγια, γιατί μένουν στα παιδιά και δεν μπορούν να δουν αντικειμενικά τα γεγονότα.
– Να του τονίζουμε συνεχώς, πως η δική του ύπαρξη ήταν το πιο ωραίο πράγμα που κατάφεραν ως άνθρωποι άσχετα αν η δική τους σχέση ως σύντροφοι δεν εξελίχθηκε έτσι όπως θα ήθελαν.
– Να τα ενημερώνουμε συχνά ότι δεν είναι εκείνα αρμόδια να βελτιώσουν μια σχέση η οποία έχει προβλήματα και δεν μπορεί να αλλάξει.
– Να μην εμπλέκουμε τα παιδιά στους καυγάδες, προκαλώντας τους φόβο και ανασφάλεια.
– Να τους δίνουμε τη δυνατότητα να εκφράζουν απορίες και συναισθήματα σχετικά με τον χωρισμό.
– Να υπάρχει σταθερότητα στο περιβάλλον τους. ( πχ, αποφυγή αλλαγής σχολείου, σπιτιού, κατάλληλη προετοιμασία για την αποδοχή σε περίπτωση νέου συντρόφου)
– Να βάζουμε όρια, πειθαρχία και προσδοκίες.
– Να ενθαρρύνουμε την επικοινωνία μέσα από θετική στάση απέναντι στον ένα και στον άλλο γονέα.
– Να υπάρχει πάντα η αγάπη και η κατανόηση.
Συμπερασματικά, καταλαβαίνουμε πως ένα διαζύγιο πάντα θα αποτελεί ένα σημάδι στην ψυχή των παιδιών αλλά με τα κατάλληλα μέσα, την βοήθεια, την στήριξη και την επιμονή θα δώσουμε στα παιδιά να καταλάβουν ότι η αγάπη αρκεί για να τους πάει παρακάτω άσχετα αν η σχέση των γονιών τους δεν πέτυχε.
Οι γονείς είναι άνθρωποι και έχουν επίσης την ανάγκη να νιώθουν γυναίκα ή άντρας αντίστοιχα. Όλοι έχουν δικαιώματα στην ζωή και αν κάτι δεν πάει όπως το περίμεναν, καλύτερα να κόβεται. Ως γονείς όμως, πάντα θα είναι εκεί και θα στηρίζουν τα μέλη τους. Ο χωρισμός ποτέ δεν είναι το τέλος. Απλά είναι η αρχή μια νέας ζωής, που αν την χρωματίσουμε έτσι όπως θέλουμε να την βλέπουμε, τα αποτελέσματα θα μας δικαιώσουν.
Νικόλ Παπαδοπούλου, Γαλλική Φιλολογία Ε.Κ.Π.Α, Σύμβουλος Ρητορικής Τέχνης, Θέατρο “Ανδρέας Βαρούχας”