Λιλιπούτειος ελεύθερος οργανισμός της φύσης, το ουρεόπλασμα ανήκει στην οικογένεια των μυκοπλασμάτων, των μικρότερων προκαρυωτικών οργανισμών. Το βακτήριο με την ασυνήθιστη ονομασία, την οποία οφείλει στην ικανότητά του να συνθέτει το ένζυμοι της ουρεάσης, συναντάται συνήθως στο ουροποιητικό ή γεννητικό σύστημα γυναικών και ανδρών.
Τι είναι το ουρεόπλασμα
Το ουρεόπλασμα είναι παρασιτικός οργανισμός γεγονός που σημαίνει ότι χρειάζεται κάποιον άλλο-άνθρωπο ή ζώο- για να ζήσει… εις βάρος του.
Advertisment
Επίσης, τα μέλη της οικογένειάς του έχουν την ικανότητα να δημιουργούν αντίγραφα του εαυτού τους με πολύ απλό τρόπο…
Μία κατασκευαστική ιδιαιτερότητα των παθογόνων αυτών μικροοργανισμών είναι η έλλειψη κυτταρικό τοιχώματος, γεγονός που τα κάνει ανθεκτικά στην κατηγορία των αντιβιοτικών, τα οποία στοχεύουν στο περίβλημά τους.
Τα μυκοπλάσματα συναντώνται επίσης και στο επιθήλιο των αεροφόρων οδών.
Advertisment
Το ουρεόπλασμα αποτελεί μέρος της φυσιολογικής χλωρίδας του σώματος, όπου μπορεί να ζει χωρίς να προκαλεί προβλήματα. Ωστόσο, όταν διαμορφωθούν κατάλληλες συνθήκες,- πχ .από ασθένεια, άγχος ή κάποια α άλλη «ευκαιρία»- η χλωρίδα διαταράσσεται, ο πληθυσμός των βακτηρίων αυξάνεται και δημιουργούνται λοιμώξεις και προβλήματα υγείας.
Ουρεόπλασμα: Αιτίες και συμπτώματα
Βασικός τρόπος μετάδοσης του ουρεοπλάσματος είναι η σεξουαλική επαφή. Μάλιστα μελέτη έχει δείξει ότι οι κολπικές λοιμώξεις που οφείλονταν σε ουρεόπλασμα ήταν πιο συχνές σε γυναίκες με πολλαπλούς ερωτικούς συντρόφους, χωρίς, ωστόσο, αυτό να σημαίνει ότι δεν συναντάται και σε γυναίκες οι οποίες είναι σεξουαλικές ανενεργές. Ακόμη το ουρεόπλασμα μπορεί να μεταδοθεί από τη μητέρα στο έμβρυο, αν η μητέρα προσβληθεί κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης,
Σε γενικές γραμμές το ουρεάπλασμα δεν προκαλεί συμπτώματα όταν ζει σε ισορροπία με άλλα βακτήρια. Συνήθως το υγιές ανοσοποιητικό σύστημα μπορεί να «κρατά» τα βακτήρια υπό έλεγχο, αποτρέποντάς τα από το να προκαλέσουν μόλυνση.
Η εξέταση για τον εντοπισμό παθογόνων καταστάσεων από ουρεόπλασμα δεν περιλαμβάνεται σε κάποιο τακτικό ιατρικό τσεκ απ, Ωστόσο, υπάρχουν σημεία και καταστάσεις που μπορεί να υποδεικνύουν την ύπαρξή του, τα οποία χρειάζονται έλεγχο και θεραπευτική αντιμετώπιση,
Προβλήματα υπογονιμότητας
Το ουρεόπλασμα έχει συνδεθεί με προβλήματα υπογονιμότητας σε άνδρες και γυναίκες. Το συγκεκριμένο βακτήριο φαίνεται ότι μπορεί να επηρεάσει την ποιότητα του σπέρματος τόσο στον αριθμό των σπερματοζωαρίων, όσο και στην κινητικότητά τους, ενώ στις γυναίκες μπορεί να προκαλέσει λοίμωξη, η οποία λειτουργεί ως εμπόδιο για μια εγκυμοσύνη.
Μελέτη με τη συμμετοχή 100 γυναικών, διαπίστωσε ότι ένας συγκεκριμένος τύπος του μικροοργανισμού, γνωστός ως Ureaplasma urealyticum ,παρατηρήθηκε πιο συχνά σε γυναίκες που αντιμετώπιζαν ανεξήγητη στειρότητα, Έτσι οι ερευνητές κατέληξαν ότι η συγκεκριμένη ομάδα γυναικών θα πρέπει να ελέγχεται για το βακτήριο.
Από την άλλη πλευρά, μια μόλυνση των γεννητικών οδών, μπορεί να ευθύνεται για ποσοστό έως και 15% των περιπτώσεων ανδρικής υπογονιμότητας. Κάθε μόλυνση, πάντως, δεν οφείλεται αποκλειστικά στο ουρεόπλασμα, αλλά και σε λοιμώξεις που προκαλούνται από σεξουαλικά μεταδιδόμενα μικρόβια όπως τα χλαμύδια ή η γονόρροια. Σχετική έρευνα διαπίστωσε ότι το U. urealyticum συσχετίστηκε με υψηλότερο κίνδυνο υπογονιμότητας στους άνδρες. Αντίθετα ένας άλλος τύπος του βακτηρίου, το Ureaplasma parvum , δεν συνδέθηκε με την ανδρική υπογονιμότητα.
Ουρεόπλασμα, συχνοουρία και συμπτώματα στα γεννητικά όργανα
Η λοίμωξη από ουρεόπλασμα μπορεί να οδηγήσει σε συμπτώματα και ενοχλήσεις, όπως πόνος και δυσφορία στην περιοχή των γεννητικών οργάνων.
Για παράδειγμα η ουρηθρίτιδα, φλεγμονή της ουρήθρας, μπορεί να προκαλέσει πόνο ή αίσθημα καύσου κατά τη διάρκεια της ούρησης, όπως επίσης φαγούρα γύρω από την ουρήθρα και την ασυνήθιστη οσμή στα ούρα.
Ακόμη η βακτηριακή κολπίτιδα –λοίμωξη στον κόλπο- μπορεί να προκαλέσει κολπικές εκκρίσεις, φαγούρα στην περιοχή, αίσθημα καύσου κατά την ούρηση και οσμή.
Η προστατίτιδα –φλεγμονή του προστάτη- χαρακτηρίζεται από πόνο και δυσκολία κατά την ούρηση, από θολά ή αιματηρά ούρα, πόνο στην περιοχή των γεννητικών οργάνων και αίσθηση πίεσης για ούρηση.
Πόνος στην κοιλιά
Το ουρεόπλασμα φέρεται να ευθύνεται και για διάφορα προβλήματα υγείας που μπορούν να προκαλέσουν πόνο στην περιοχή της πυέλου, της κοιλιάς ή της βουβωνικής χώρας.
Η ενδομητρίτιδα –φλεγμονή της κοιλότητας του ενδομητρίου έχει συνδεθεί στο παρελθόν με το ουρεόπλασμα. Μπορεί ωστόσο να προκληθεί και από άλλα βακτήρια. Η πάθηση προκαλεί πόνο στην περιοχή της πυέλου, κολπική αιμορραγία και πυρετό.
Επίσης το ουρεόπλασμα φαίνεται ότι μπορεί να παίζει ρόλο σε μερικούς ανθρώπους στο σχηματισμό λίθων στα νεφρά. Οι πέτρες στα νεφρά μπορεί να προκαλέσουν σοβαρό πόνο στην περιοχή της πυέλου, στο κάτω μέρος της πλάτης, στην κοιλιά, πυρετό, προβλήματα στην ούρηση, καθώς και θολά, αιματηρά ή δύσοσμα ούρα.
Ευαίσθητα στη λοίμωξη τα πρόωρα
Πιο επιρρεπείς σε λοίμωξη από ουρεόπλασμα είναι οι μικροί ασθενείς, τα πρόωρα μωρά και ιδιαίτερα εκείνα που ζυγίζουν έως 1.000 γραμμάρια. Στα νεογνά η λοίμωξη μπορεί να προκαλέσει πνευμονία, μηνιγγίτιδα και αναπνευστικά προβλήματα.
Επίσης, η μόλυνση του εμβρύου από ουρεόπλασμα μπορεί να οδηγήσει σε αυξημένο κίνδυνο αποβολής και πρόωρο τοκετό, με τον οποίο έχει συνδεθεί από το 1960.
Οι πιθανές επιπλοκές της λοίμωξης περιορίζονται σημαντικά όταν οι εγκυμονούσες μπορούν να υποβληθούν στην κατάλληλη θεραπεία.
Διάγνωση του ουρεοπλάσματος
Η διάγνωση του ουρεοπλάσματος γίνεται στο εργαστήριο με βιοψία ή ειδικό στυλεό και λήψη από κολπικό, τραχηλικό υγρό, αμνιακό υγρό, σπέρμα, αίμα ή ούρα.
Να σημειώσουμε ότι λόγω του μικρού μεγέθους του, το ουρεόπλασμα είναι δύσκολο να αποκαλυφθεί ακόμη και κάτω από το μικροσκόπιο. Η δε, αναγνώρισή του απαιτεί εξειδικευμένες εργαστηριακές εξετάσεις και ανάλογο εξοπλισμό.
Ουρεόπλασμα και Θεραπεία
Μετά το θετικό εργαστηριακό αποτέλεσμα, ο γιατρός θα αξιολογήσει αν και ποια θεραπεία είναι κατάλληλη για την αντιμετώπιση λοίμωξης από ουρεόπλασμα, Ανάλογα με τα αποτελέσματα, την κλινική εικόνα και την ευαισθησία των αντιβιοτικών, προτείνονται διάφορα θεραπευτικά σχήματα. Επίσης ο γιατρός μπορεί να συστήσει θεραπεία και στους δύο συντρόφους.
Υπενθυμίζεται ότι λόγω της δομής του συγκεκριμένου οργανισμού, μόνο ορισμένα αντιβιοτικά είναι αποτελεσματικά στην αντιμετώπιση των λοιμώξεων που προκαλεί. Ακόμη, η θεραπεία που επιλέγεται εξαρτάται και από το προφίλ του ασθενούς, αφού υπάρχουν για παράδειγμα αντιβιοτικά που δεν είναι ασφαλή για εγκύους ή νεογέννητα.
Οι λοιμώξεις του ουροποιητικού συστήματος ή των γεννητικών οργάνων που προκαλεί το ουρεόπλασμα αντιμετωπίζονται με αζιθρομυκίνη ή δοξυκυκλίνη.
Στην περίπτωση που τα παραπάνω φάρμακα δεν ανταποκριθούν αποτελεσματικά., μπορεί να χρησιμοποιηθούν ερυθρομυκίνη ή φθοροκινολόνες.
Σε ότι αφορά στα νεογνά με πνευμονικά προβλήματα που προκαλούνται από το ουρεόπλασμα, προτείνεται η ερυθρομυκίνη.
Η κατάλληλη θεραπεία μπορεί να μειώσει τον κίνδυνο μόλυνσης από ουρεόλασμα στα νεογέννητα.
Σε γενικές γραμμές…
-Το ουρεόπλασμα έχει μέγεθος μεταξύ ιού και βακτηρίδίου, καθώς και την ικανότητα να αντιγράφει το γενετικό του υλικό.
-Ανακαλύφθηκε για πρώτη φορά το 1954.
-Ανήκει σε ομάδα μικροοργανοσμών που ονομάζονται μυκοπλάσματα τα οποία συναντώνται στο ουρογεννητικό αλλά και στο αναπνευστικό σύστημα.
-Συμβιώνει αρμονικά στον ανθρώπινο οργανισμό χωρίς να προκαλεί βλάβες.
-Μπορεί να παρουσιάζεται αρκετά συχνά, ωστόσο οι επιπλοκές που αναφέρονται δεν είναι τόσο συχνές.
-Εκτιμάται ότι μπορεί να υπάρχει σε σημαντικό αριθμό σεξουαλικά ενεργών ατόμων, οι περισσότεροι εκ των οποίων είναι ασυμπτωματικοί.
-Μετά τη μόλυνση οι άνδρες φαίνεται να είναι περισσότερο συμπτωματικοί σε σχέση με τις γυναίκες.
-Αξίζει να σημειώσουμε ότι το μέλι τύπου manuka φαίνεται να έχει καταλυτικό ρόλο στην ανθεκτικότητα που εμφανίζουν τα βακτήρια στα αντιβιοτικά. Σύμφωνα με έρευνα που δημοσιεύθηκε στα journal Letters in Applied Microbiology, ο συγκεκριμένος τύπος μελιού φαίνεται ότι είχε αποτελεσματική δράση και εναντίον του ουρεοπλάσματος, το οποίο παρουσιάζει, όπως προαναφέρθηκε, ανθεκτικότητα σε σειρά αντιβιοτικών φαρμάκων.
Ουρεόπλασμα: Φυσικοί τρόποι για να υποστηρίξετε τη θεραπεία
- Φροντίστε να κοιμάστε καλά
- Επιλέξτε μια υγιεινή διατροφή, χωρίς καφεΐνη και χωρίς επεξεργασμένες τροφές
- Επιλέξτε τροφές ή συμπληρώματα διατροφής με βιταμίνη C
- Ασκηθείτε τακτικά
- Βοηθήστε το αναπνευστικό σας σύστημα με ασκήσεις
- Παραμείνετε ενυδατωμένοι