Η αδυναμία στη συγγραφή, συμπτώματα διαταραχής μετατραυματικού στρες ή κατάθλιψης, ακόμα και στειρότητα· για ένα μεγάλο διάστημα ανάμεσα σε δύο αιώνες, όλα αυτά και περισσότερα τοποθετούνταν κάτω από την ομπρέλα της «γυναικείας υστερίας».
Κατά τη διάρκεια του 18ου και 19ου αιώνα, η γυναικεία υστερία ήταν από τις πιο κοινά διαγνωσμένες «διαταραχές». Αλλά η λανθασμένη ιδέα ότι οι γυναίκες έχουν μια κάποια προδιάθεση στις ψυχικές και συμπεριφορικές διαταραχές προέρχεται από παλαιότερους χρόνους. Για την ακρίβεια, ο όρος «υστερία» προέρχεται από την Αρχαία Αθήνα. Ο Ιπποκράτης και ο Πλάτωνας μιλούσαν για τη μήτρα, υστέρα, η οποία έλεγαν ότι έτεινε να περιφέρεται στο ανθρώπινο σώμα, προκαλώντας μια σειρά σωματικών και ψυχικών παθήσεων.
Advertisment
Αλλά τι υποτίθεται ότι ήταν η γυναικεία υστερία, ποια τα συμπτώματά της και πώς τη «θεράπευαν» οι γιατροί; Πότε σταμάτησε να γίνεται τέτοια διάγνωση;
Η γυναικεία υστερία τον 18ο αιώνα
Το 1748, ο Γάλλος ιατρός Joseph Raulin περιέγραψε την υστερία ως «ατμώδης ασθένεια» – μια πάθηση που εξαπλώνεται μέσω της ατμοσφαιρικής ρύπανσης σε μεγάλες αστικές περιοχές. Αν και ο ίδιος ανέφερε ότι και τα δύο φύλα μπορούσαν να την εμφανίσουν, οι γυναίκες είχαν μεγαλύτερη προδιάθεση λόγω της οκνηρής και ευερέθιστης φύσης τους.
Σε μια διατριβή που δημοσιεύτηκε το 1770-1773, ένας άλλος Γάλλος ιατρός, ο François Boissier de Sauvages de Lacroix, περιγράφει την υστερία ως κάτι παρόμοιο με την συναισθηματική ανισορροπία με «ξαφνικές αλλαγές με ιδιαίτερη ευαισθησία της ψυχής». Κάποια από τα συμπτώματα που προσδιόρισε ήταν: «πρησμένη κοιλιακή χώρα, στηθάγχη ή δύσπνοια, δυσφαγία, κλάμα και γέλια, χασμουρητό, ντελίριο και άλλα πολλά παράξενα.
Advertisment
Και εκείνος συμφώνησε με τους προλαλήσαντες ότι οι γυναίκες την εμφάνιζαν περισσότερο ενώ οι άντρες «σπάνια είναι υστερικοί». Σύμφωνα με τον ίδιο, η σεξουαλική αποστέρηση ήταν συχνά η αιτία της γυναικείας υστερίας. Εκτός από την ίδια την πράξη, άλλο μέσο «θεραπείας» της υστερίας ήταν η ύπνωση (mesmerism), μια υποτιθέμενε ψυχοσωματική θεραπεία που έγινε γνωστή από τον Franz Anton Mesmer, ενός Γερμανού ιατρού.
Ο Mesmer πίστευε ότι οι άνθρωποι επηρεάζονταν από τον μαγνητισμό, ένα αόρατο κύμα που διέτρεχε ζώα και ανθρώπους και του οποίου οι ανισορροπίες ή οι διακυμάνσεις οδηγούσαν σε προβλήματα υγείας. Ο Mesmer θεωρούσε ότι μπορούσε να επηρεάσει αυτό το μαγνητικό κύμα και να θεραπεύσει ανάμεσα σε άλλα και την υστερία.
Η υστερία τον 19ο αιώνα
Κατά τον 19ο και στις αρχές του 20ου αιώνα, οι συζητήσεις γύρω από την γυναικεία υστερία έγιναν περισσότερες. Τη δεκαετία του 1850, ο Αμερικάνος ιατρός Silas Weir Mitchell, που είχε δείξει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την υστερία, άρχισε να προωθεί μια «θεραπεία ξεκούρασης». Αυτή περιελάμβανε πολύ ξεκούραση στο κρεβάτι και αυστηρή αποφυγή όλων των σωματικών και διανοητικών δραστηριοτήτων.
Φυσικά, ήταν μια θεραπεία που έγραφε κυρίως σε γυναίκες. Αντιθέτως, συμβούλευε τους άνδρες με υστερία να βγαίνουν και να ασκούνται πολύ. Ο Mitchell αποφάσισε αυτή η θεραπεία να ακολουθηθεί και από την Αμερικανίδα συγγραφέα Charlotte Perkins Gilman, η οποία βρήκε την εμπειρία τόσο τρομακτική που έγραψε το «The Yellow Wallpaper», ένα ψυχολογικό θρίλερ που σκιαγραφεί την αργή ψυχική κατάρρευση μιας γυναίκας που εξαναγκάζεται από τον γιατρό, τον σύζυγο και τον αδερφό της να ακολουθήσει αυτή τη «θεραπεία».
Στη Γαλλία, ο νευροψυχίατρος Pierre Janet, που ήταν περισσότερο ενεργός στις δεκαετίες 1880-1890, υποστήριξε ότι η υστερία ήταν αποτέλεσμα της διαστρεβλωμένης αντίληψης ενός ατόμου για μια οργανική ασθένεια. Έγραψε ότι η υστερία ήταν μια «νευρική ασθένεια», όπου λάμβανε χώρα μια «αποσύνδεση της συνείδησης», κατά την οποία εμφανίζονταν συμπτώματα όπως υπνοβασία, εμφάνιση «διπλής προσωπικότητας» και ακούσιες συσπάσεις.
Ο ιδρυτής της ψυχανάλυσης, Sigmund Freud, επίσης ενδιαφέρθηκε πολύ για την υστερία, αν και οι απόψεις του για τις αιτίες άλλαζαν κατά τη διάρκεια της καριέρας του. Ισχυρίστηκε ότι η υστερία ήταν η μετατροπή ψυχικών προβλημάτων σε σωματικά συμπτώματα, συχνά με ένα στοιχείο ερωτικής καταπίεσης.
Στην αρχή, θεώρησε ότι τα συμπτώματα της υστερίας προκαλούνταν από τραυματικά γεγονότα, αν και αργότερα, ανέφερε ότι το παρελθοντικό τραύμα δεν ήταν απαραίτητο στοιχείο ανάπτυξης της υστερίας. Ωστόσο, οι περισσότεροι γιατροί και ειδικοί εκείνων των αιώνων είχαν συνδέσει στενά την υστερία με τη γυναικεία σεξουαλικότητα.
Όποια και αν θεωρούταν η αιτία, η υστερία παρέμεινε ένας όρος – ομπρέλα που περιελάμβανε διάφορα και διαφορετικά συμπτώματα, ενισχύοντας βλαβερά στερεότυπα για το σεξ και το φύλο. Αν και αυτή η «διαταραχή» δεν αναγνωρίζεται πια και άρχισε να απορρίπτεται σταδιακά τον 20ο αιώνα, ήταν στην πραγματικότητα μια μακρά και ασταθής διαδικασία.
Το πρώτο Διαγνωστικό και Στατιστικό Εγχειρίδιο Ψυχικών Διαταραχών (DSM-I) της APA – που εκδόθηκε το 1852 – δεν περιελάμβανε την υστερία ως ψυχική διαταραχή. Ωστόσο, επανεμφανίζεται στο DSM-II το 1968 πριν τελικά αφαιρεθεί ξανά στο DSM-III το 1980.
Οι ερευνητές της ιατρικής ιστορίας τονίζουν ότι η υστερία ουσιαστικά ήταν ένας τρόπο να περιγράψουν και να παθολογικοποιήσουν τελικά όλα όσα οι άνδρες έβρισκαν μυστηριώδη και μη διαχειρίσιμα στις γυναίκες. Και αν και οι ιατρικές πρακτικές έχουν εξελιχθεί υπερβολικά πολύ τους τελευταίους αιώνες, μελέτες αποκαλύπτουν ότι τα δεδομένα για τις γυναίκες είναι συχνά ελάχιστα στις έρευνες.
Ως εκ τούτου, αυτό συνεχίζει να επηρεάζει το αν οι γυναίκες θα λάβουν σωστή διάγνωση και θεραπεία, δείχνοντας ότι η κοινωνία και η ιατρική έρευνα έχει έναν μακρύ δρόμο μπροστά της για να διασφαλίσει την ισότητα και σε αυτό το πεδίο.
Πηγή:
www.medicalnewstoday.com/articles/the-controversy-of-female-hysteria