Τα κράτη-μέλη της ευρωζώνης έχουν ξεκινήσει τα τελευταία χρόνια να σκιαγραφούν μια νέα φορολογική πολιτική που θα χρησιμέψει ως εργαλείο για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής. Εξάλλου, η συμφωνία του Παρισιού του 2015 που έγινε για την αντιμετώπιση του φαινομένου του θερμοκηπίου και της κλιματικής αλλαγής εμπεριέχει και την επιβολή περιβαλλοντικών φόρων, στους οποίους συμπεριλαμβάνει και ο φόρος του άνθρακα.
Ακολουθώντας αυτή τη γραμμή, ο Υπουργός Οικονομικών, στο πλαίσιο των συνεδριάσεων του Eurogroup και του Ecofin που πραγματοποιήθηκαν στη Λισαβόνα, στις 21 και 22 Μαΐου, δήλωσε σε σχετική του ανακοίνωση ότι η χώρα μας τάσσεται κι εκείνη θετικά στη χρήση της φορολογικής αυτής πολιτικής με δίκαιο και καλά σχεδιασμένο τρόπο.
Advertisment
Αυτό όμως δεν θα γίνει εύκολα, αφού η Ελλάδα στηρίζεται ακόμα σε σημαντικό βαθμό στον άνθρακα, έχει παγκοσμίως ανεπτυγμένη εμπορική ναυτιλία και δυσκολεύεται αρκετά ακόμα στο ζήτημα της ανακύκλωσης. Ως εκ τούτου, η συμμετοχή της στο εγχείρημα και στον διάλογο ανάμεσα στις χώρες θα περιέχει μια δυσκολία για τη χώρα.
Η αλλαγή βρίσκεται πιο κοντά απ’ όσο νομίζουμε, αφού η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, σε ανακοίνωσή της πριν από λίγες μέρες παρουσίασε τη φορολογία των επιχειρήσεων για τον 21ο αιώνα, που είχε στόχο την προώθηση ενός ισχυρού, αποτελεσματικού και δίκαιου συστήματος φορολόγησης για τις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις.
Περιελάμβανε ένα μακροπρόθεσμο και ένα βραχυπρόθεσμο σχέδιο. Και τα δύο στόχο έχουν να βοηθήσουν τα κράτη-μέλη της Ευρώπης να ανακάμψουν οικονομικά από τα παρατεταμένα lockdowns της πανδημίας και παράλληλα να ενισχυθεί η βιώσιμη ανάπτυξη με πολλές θέσεις εργασίας εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ενίσχυση της ανοιχτής στρατηγικής αυτονομίας μας.
Advertisment
Στο βραχυπρόθεσμο σχέδιο, παρουσιάστηκε ένα φορολογικό πρόγραμμα για τα επόμενα δύο χρόνια και το οποίο περιλαμβάνει μέτρα που θα προωθήσουν τις παραγωγικές επενδύσεις και την επιχειρηματικότητα, θα διασφαλίσουν περισσότερα εθνικά έσοδα και θα στηρίζουν παράλληλα την πράσινη και ψηφιακή μετάβαση.
Πριν από λίγες εβδομάδες, ο Επίτροπος Οικονομικών Υποθέσεων της ΕΕ, Paolo Gentiloni, δήλωσε ότι ότι «η υφιστάμενη οδηγία για τη φορολογία της ενέργειας καθορίζει τους ελάχιστους συντελεστές ειδικών φόρων κατανάλωσης σε ολόκληρη την ΕΕ για τα ενεργειακά προϊόντα». Με αυτό τον τρόπο, προανήγγειλε την αλλαγή της, αφού όπως σημείωσε «αυτοί οι κανόνες είναι σχεδόν δύο δεκαετιών και δυστυχώς δεν ανταποκρίνονται στους σημερινούς στόχους πολιτικής».
Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση, στο πλαίσιο του προγράμματος Green Deal, έχει ήδη εκκινήσει την διαδρομή προς την αναθεώρηση των ενεργειακών φόρων. Σε αυτό περιλαμβάνεται ο οδικός χάρτης, σύμφωνα με τον οποίο θα υλοποιηθούν δεσμεύσεις για τη μείωση των εκπομπών ρύπων κατά 55% μέχρι το 2030. Εδώ εντάσσεται και η συζήτηση για νέους «πράσινους φόρους» σε καύσιμα.
Τέλος, εξετάζεται ήδη η ένταξη στο σύστημα τιμολόγησης και εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών, των κτιρίων, των οδικών μεταφορών, των αερομεταφορών, της ναυτιλίας κ.α.. Ουσιαστικά, πρόκειται πέρα από την ηλεκτροπαραγωγή και τη βιομηχανία, κι άλλοι κλάδοι να υποχρεωθούν να αρχίσουν αγορές δικαιωμάτων κάτι που όμως θα εκτινάξει το κόστος παραγωγής και θα επιφέρει σημαντικές αλλαγές στις αλυσίδες αξίας. Πχ. στη ναυτιλία όπου μια τέτοια εξέλιξη θα φέρει τα πάνω κάτω ή στις οδικές μεταφορές όπου στα ήδη υπερφορολογημένα καύσιμα θα πρέπει να μπουν και άλλοι φόροι.
Εντούτοις, σε μια άλλη δήλωσή του, ο κ. Gentiloni αναφέρει ότι «η άρση των επιδοτήσεων, των απαλλαγών και των φορολογικών ελαφρύνσεων για ρυπογόνες δραστηριότητες θα μπορούσε να συμβάλει στην επιτάχυνση της πράσινης μετάβασης των κρατών-μελών». Δεν χωρά αμφιβολία, λοιπόν, ότι το οικονομικό μέλος των κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα είναι περίπλοκο, αφού πλέον η κλιματική αλλαγή είναι βασικός παράγοντας στην εξίσωση.
Πηγή:
Με πληροφορίες από news247.gr