Οι άνθρωποι που καταναλώνουν πολλή ζάχαρη κινδυνεύουν περισσότερο να αναπτύξουν Αλτσχάιμερ, επιβεβαιώνει νέα μελέτη.
Το εύρημα πιθανώς εξηγεί γιατί οι πάσχοντες από προδιαβήτη και διαβήτη τύπου 2, έχουν περισσότερες πιθανότητες να αναπτύξουν τη νευροεκφυλιστική νόσο.
Advertisment
Για να δουν πως συνδέονται οι δύο παθήσεις, οι ερευνητές την Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Wake Forest, στη Βόρεια Καρολίνα, χρησιμοποίησαν ζωικά μοντέλα.
Όταν τους έδιναν νερό με ζάχαρη αυξάνονταν τα επίπεδα της γλυκόζης (σακχάρου) στο αίμα τους, ενώ παράλληλα αυξανόταν η έκκριση του β-αμυλοειδούς στον εγκέφαλό τους.
Το β-αμυλοειδές είναι μία πρωτεΐνη του εγκεφάλου, η παθολογική συσσώρευση της οποίας, δημιουργεί πλάκες, χαρακτηριστική ένδειξη Αλτσχάιμερ.
Advertisment
«Το εύρημα είναι σημαντικό, καθώς αποδεικνύει ότι η πολλή ζάχαρη διεγείρει την παραγωγή β-αμυλοειδούς, κάτι που αυξάνει απευθείας τον κίνδυνο ανάπτυξης νόσου Αλτσχάιμερ», σύμφωνα με την επικεφαλής της έρευνας Shannon Lynn Macauley, αναπληρώτρια καθηγήτρια Φυσιολογίας & Φαρμακολογίας στο Πανεπιστήμιο.
Αναλύοντας δείγματα αίματος και άλλων υγρών από τα ζώα, οι ερευνητές εντόπισαν έναν μοριακό μηχανισμό στον εγκέφαλο, ο οποίος συνδέει το β-αμυλοειδές με αλλαγές στον μεταβολισμό.
Ο μηχανισμός βασίζεται στους διαύλους KATΡ, οι οποίοι καταγράφουν την ενέργεια που έχουν οι νευρώνες για να λειτουργήσουν. Η διαταραχή αυτών των αισθητήρων αλλάζει τον τρόπο λειτουργίας του εγκεφάλου.
«Χρησιμοποιώντας γενετικές τεχνικές, αφαιρέσαμε αυτούς τους αισθητήρες από τον εγκέφαλο. Το αποτέλεσμα ήταν να μην επηρεάζονται πλέον τα επίπεδα του β-αμυλοειδούς όταν τα ζώα έπιναν νερό με ζάχαρη», είπε η Macauley.
Η λειτουργία των αισθητήρων αυτών ήταν επίσης διαφορετική στους εγκεφάλους ζώων με νόσο Αλτσχάιμερ, πρόσθεσε.
Τα ευρήματα υποδηλώνουν ότι η ζάχαρη παρεμβαίνει με κάποιον τρόπο σε αυτόν τον μοριακό μηχανισμό. Δείχνουν επίσης ότι οι δίαυλοι KATP είναι σημαντικοί για την ανάπτυξη της νόσου Αλτσχάιμερ και θα μπορούσαν να αποτελέσουν στόχο μελλοντικών θεραπειών.
Τα ευρήματα δημοσιεύτηκαν στην ιατρική επιθεώρηση JCI Insight.
Με πληροφορίες από onmed.gr