Στις μέρες μας, ακούμε συχνά τον όρο ναρκισσισμός. Η αλήθεια είναι ότι η έννοια έχει προσελκύσει το ενδιαφέρον και την προσοχή πολλών, που αναζητούν στοιχεία τόσο στους ίδιους, όσο και στους οικείους τους. Δεν είναι λίγες, μάλιστα, οι φορές που ο όρος χρησιμοποιείται με επιπολαιότητα και δεν αποτυπώνει την ουσία της έννοιας. Κι ενώ το ενδιαφέρον για τον ναρκισσισμό συνεχίζεται, πρόσφατα ήρθε στο φως μια άλλη έννοια, αντίθετη του ναρκισσισμού, που αξίζει να ανακαλύψουμε: Ο ηχοϊσμός.
Τι είναι ο ηχοϊσμός;
Πρόκειται για τον αντίθετο πόλο του ναρκισσισμού κι έχει τις ρίζες του στην Ηχώ, μια νύμφη της ελληνικής μυθολογίας. Σύμφωνα με τον μύθο, λοιπόν, η Ηχώ ήταν νύμφη, που φημιζόταν για την ωραία φωνή της, την οποία χρησιμοποιούσε για να αποσπά την προσοχή της Ήρας, ώστε να μην αντιλαμβάνεται τις απιστίες του Δία με τις φίλες της Ηχούς.
Advertisment
Όταν η Ήρα κατάλαβε το παιχνίδι της Ηχούς, την τιμώρησε, έτσι ώστε να μην έχει πια τον έλεγχο της γλώσσας της. Έτσι, η Ηχώ μπορούσε να μιλήσει μόνο όταν της μιλούσαν και το μόνο που μπορούσε να κάνει ήταν να επαναλαμβάνει τα τελευταία λόγια του ατόμου που της είχε μιλήσει. Κι ενώ αυτή ήταν ήδη αρκετή τιμωρία για τη νύμφη, το μεγαλύτερό της βάσανο ήρθε όταν ερωτεύτηκε τον Νάρκισσο, έναν κυνηγό γνωστό για την εξαιρετική του ομορφιά. Η σκληρή απόρριψη της Ηχούς από τον Νάρκισσο λόγω της ανικανότητάς της να πει δικά της λόγια της προκάλεσε τέτοια θλίψη που, στο τέλος, δεν έμεινε τίποτα από αυτήν εκτός από τη φωνή της.
Τι ξεχωρίζει, λοιπόν, όσους χαρακτηρίζονται από ηχοϊσμό;
Όπως και στο μύθο, λοιπόν, εκείνοι που μοιάζουν με την Ηχώ είναι οι άνθρωποι που εστιάζουν στην ικανοποίηση των αναγκών των άλλων, περιθωριοποιώντας τις δικές τους. Δυσκολεύονται, επίσης, να εκφράσουν τις επιθυμίες και τις σκέψεις τους, φοβούμενοι ότι αυτό μπορεί να οδηγήσει σε αισθήματα ντροπής ή απώλεια αγάπης. Χαρακτηρίζονται από υψηλή ενσυναίσθηση και τείνουν να αποφεύγουν ή να απορρίπτουν την προσοχή.
Άλλα χαρακτηριστικά του ηχοϊσμού περιλαμβάνουν την αδυναμία καθορισμού ορίων, την τάση των ανθρώπων να ενοχοποιούν τον εαυτό τους για οτιδήποτε συμβαίνει και να ζητούν πολύ λίγα από τους άλλους, από φόβο ότι αυτό μπορεί να τους επιβαρύνουν ή να θεωρηθεί ότι προσπαθούν να προσελκύσουν, με αυτό τον τρόπο, την προσοχή.
Advertisment
Όπως εξηγεί σε σχετικό του άρθρο στο The Conversation ο Κώστας Παπαγεωργίου, καθηγητής Ψυχολογίας στο Queen’s University Belfast, στο μύθο, ο Νάρκισσος και η Ηχώ είναι άτομα αντίθετα, που απεικονίζονται ως αλληλένδετες, αλλά ξεχωριστές οντότητες. Έτσι, ο ναρκισσισμός και ο ηχοϊσμός γίνονται αντιληπτά ως τα δύο άκρα.
Η φράση «τα ετερώνυμα έλκονται» βρίσκει εφαρμογή εδώ, μιας κι ένα άτομο με στοιχεία ναρκισσισμού μπορεί να ταιριάξει με ένα άλλο άτομο, με στοιχεία ηχοϊσμού. Κι ενώ μπορεί κανείς να υποθέσει ότι ο ναρκισσιστής είναι εκείνος που παίρνει και ο άλλος εκείνος που δίνει σε μια σχέση, η αλήθεια είναι ότι και τα δύο μέρη ικανοποιούν ορισμένες ανάγκες. Ένας ναρκισσιστής θα μονοπωλήσει την προσοχή, χωρίς να «κινδυνεύει» από ανταγωνισμό. Από την άλλη, κάποιος με χαρακτηριστικά ηχοϊσμού, θα κρυφτεί στη σκιά του ναρκισσιστή, ικανοποιώντας την επιθυμία του να μένει μακριά από το επίκεντρο της προσοχής.
Το ηθικό δίδαγμα του μύθου, αλλά και η ερμηνεία των πρόσφατων ευρημάτων για τον ναρκισσισμό, υποδηλώνουν ότι το πολύ ή το λίγο από οποιονδήποτε από τους δύο τύπους προσωπικότητας μπορεί να είναι καταστροφικό για το άτομο. Στο μύθο, τόσο η Ηχώ, όσο και ο Νάρκισσος πεθαίνουν τραγικά σε πολύ νεαρή ηλικία, εξαιτίας λανθασμένων επιλογών και ανεκπλήρωτων αναγκών. Σε όρους πραγματικής ζωής, τόσο η ναρκισσιστική διαταραχή της προσωπικότητας (το υψηλό άκρο του φάσματος του ναρκισσισμού) όσο και ο ηχοϊσμός μπορούν να συμβάλουν σε προβλήματα ψυχικής υγείας, απομόνωση και μοναξιά.
Από την άλλη πλευρά, ένα υγιές -έστω και ελαφρώς αυξημένο- επίπεδο ναρκισσισμού, κυρίως ο «μεγαλοπρεπής ναρκισσισμός» (μια διογκωμένη αίσθηση σπουδαιότητας και μια ενασχόληση με το κύρος και την εξουσία), μπορεί να συμβάλει σε θετικά αποτελέσματα, όπως η μείωση των ψυχικών παθήσεων και η καλύτερη απόδοση σε συνθήκες στρες. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι τα ελαφρώς ενισχυμένα επίπεδα μεγαλοπρεπούς ναρκισσισμού έχουν συνδεθεί σταθερά με αυξημένη ανθεκτικότητα απέναντι σε ψυχικές διαταραχές.
Στο πλαίσιο μιας γνωστικής δοκιμασίας διαπιστώθηκε, επίσης, ότι οι ναρκισσιστές απέδωσαν καλύτερα, αφού φάνηκε να έχουν την ικανότητα να αγνοούν την παραπλανητική ανατροφοδότηση και να επικεντρώνονται στο έργο που είχαν αναλάβει.
Ο δρ. Παπαγεωργίου καταλήγει στο συμπέρασμα ότι για να κατανοήσουμε ποια επίπεδα ναρκισσισμού ή ηχοϊσμού είναι υγιή και ποια τοξικά, πρέπει να αλλάξουμε τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε την ανθρώπινη φύση. Τα χαρακτηριστικά της προσωπικότητας δεν είναι κάτι σταθερό, γι’ αυτό πρέπει να επικεντρωθούμε στην κατανόηση του τρόπου με τον οποίο η συμπεριφορά και η προσωπικότητά μας αλλάζει από τη μια μέρα στην άλλη, ανάλογα με το τι απαιτείται από εμάς μέσα στο πολύπλοκο κοινωνικό περιβάλλον όπου ζούμε.
Με πληροφορίες από www.ygeiamou.gr