Μια φορά, ο Εκίντο και ο Τανζάν, δύο μοναχοί του Ζεν, ταξίδευαν μαζί.
Κάποια στιγμή έφτασαν σε ένα ορμητικό ποτάμι. Στο χείλος του ποταμού ήταν μια νεαρή όμορφη κοπέλα. Την στιγμή εκείνη έβρεχε επίσης πολύ.
Advertisment
Όταν πλησίασε πρώτος ο Εκίντο, η κοπέλα το είπε
“Σας παρακαλώ, μπορείτε να με συνοδεύσετε στην απέναντι όχθη του ποταμού; Το ποτάμι είναι ορμητικό και φοβάμαι. Ο Εκίντο όμως έκλεισε τα μάτια του, γύρισε από την άλλη χωρίς να πει κουβέντα και συνέχισε το δρόμο του.
Ο Βούδας είχε πει στους μοναχούς του ότι όταν βλέπουν μια όμορφη γυναίκα και μπαίνουν σε πειρασμό, να κλείνουν τα μάτια τους και να συνεχίσουν τον δρόμο τους.
Advertisment
Όταν έφτασε ο Τανζάν μπροστά στην κοπέλα, εκείνη είπε “συγνώμη, το ξέρω οτι σας φέρνω σε δύσκολη θέση, αλλά μήπως μπορείτε να μου δώσετε απλά το χέρι για να περάσω απέναντι; Φοβάμαι πολύ.”
Ο Τανζάν, χωρίς να το σκεφτεί στιγμή είπε “μα φυσικά, και επειδή το ποτάμι είναι βαθύ, δεν έχει νόημα να σου δώσω το χέρι, απλά ανέβα στους ώμους μου”. Έτσι και έγινε λοιπόν, ο Τανζάν την άφησε στην απέναντι όχθη του ποταμού και συνέχισε το δρόμο του.
Όταν έφτασαν στον ναό ο Εκίντο, πολύ θυμωμένος, τον σταμάτησε και του είπε “Δεν ντρέπεσαι γι αυτό που έκανες; Πως τόλμησες να ακουμπήσεις μια γυναίκα; Δεν αξίζεις να είσαι μοναχός του Ζεν”΄.
Και ο Τανζάν είπε “Εγώ άφησα την κοπέλα πριν από τρία μίλια, αλλά φαίνεται οτι εσύ την κουβαλάς ακόμα στους ώμους σου.”