Αντιύλη: Αναζητώντας έναν παράλληλο κόσμο

Ένα ταξίδι στον εξωτικό κόσμο της αντιύλης που ανοίγει νέες δυνατότητες επιστημονικών ανακαλύψεων, τεχνολογικών εφαρμογών, αλλά και φιλοσοφικών στοχασμών. Είναι γεγονός ότι, ανέκαθεν, οι

Ένα ταξίδι στον εξωτικό κόσμο της αντιύλης που ανοίγει νέες δυνατότητες επιστημονικών ανακαλύψεων, τεχνολογικών εφαρμογών, αλλά και φιλοσοφικών στοχασμών.

Είναι γεγονός ότι, ανέκαθεν, οι εσωτερικές παραδόσεις όλων των λαών αναφέρονταν σε επίπεδα ύπαρξης, πέρα από εκείνο του φυσικού κόσμου, τα οποία δεν είναι αντιληπτά με τις φυσικές αισθήσεις. Κόσμων που για την αντίληψή τους απαιτείται η αφύπνιση άλλων αισθήσεων που λέγεται πως έχουμε εντός μας και οι οποίοι κόσμοι είναι τόσο πραγματικοί όσο και εκείνος που βιώνουμε στην καθημερινότητά μας. Συχνά, όμως, η ιδέα της ύπαρξης άλλων επιπέδων ύπαρξης αντιμετωπίζεται με σκεπτικισμό ως αποκύημα φαντασίας.

Advertisment

Ωστόσο, όπως όλα δείχνουν, η σύγχρονη επιστήμη όλο και περισσότεροενστερνίζεται την ιδέα ης παρουσίας παράλληλων κόσμων και αόρατων διαστάσεων, υπό το φως των συγκλονιστικών ανακαλύψεων της θεωρητικής φυσικής. Η Θεωρία της Σχετικότητας, η Κβαντική Θεωρία, η Θεωρία των Υπερχορδών και οι σύγχρονες κοσμολογικές θεωρίες για παράδειγμα, όλες τους μιλούν, για επιπλέον διαστάσεις πέραν εκείνων που αντιλαμβάνονται οι πέντε αισθήσεις και για παράλληλα σύμπαντα -διαστάσεις που εξελίσσονται ταυτόχρονα.

Η ανακάλυψη της αντιύλης κατά τον 20ο αιώνα αποτέλεσε το έναυσμα για τη συνειδητοποίηση της παρουσίας ενός ακόμη άγνωστου επιπέδου ύπαρξης, το οποίο σχετίζεται με το δικό μας κόσμο με τον ίδιο τρόπο που σχετιζόμαστε εμείς με το είδωλό μας μέσα σε έναν καθρέφτη.

Στη συνέχεια θα αποτολμήσουμε ένα σύντομο ταξίδι σε αυτό το εξωτικό σύμπαν της αντιύλης, θα περάσουμε μέσα από τον καθρέφτη και θα περιπλανηθούμε σε αυτόν τον παράλληλο – κατοπτρικό κόσμο, εξερευνώντας τις διάφορες πτυχές του.

Advertisment

Ανακαλύπτοντας την Αντιύλη

Το 1928 ο νεαρός τότε φυσικός Πολ Ντιράκ (Paul Dirac) ανακάλυψε μια μαθηματική εξίσωση στην οποία η Ειδική Θεωρίας της Σχετικότητας και η Κβαντική Θεωρία συνδυάζονταν για να περιγράψουν τη συμπεριφορά ενός ηλεκτρονίου. Η ανακάλυψη αυτή χάρισε στον Ντιράκ το βραβείο Νόμπελ φυσικής το 1933.

Όμως, αυτή η εξίσωση προέβλεπε κάτι ακόμη, τόσο συγκλονιστικό, που έκανε τους επιστήμονες της εποχής εκείνης να προβληματίζονται έντονα για τις πιθανές συνέπειες του. Και αυτό διότι η εξίσωση του Ντιράκ είχε δύο δυνατές λύσεις: μία για ένα ηλεκτρόνιο αρνητικά φορτισμένο και μία για ένα ηλεκτρόνιο θετικά φορτισμένο. Αυτό ανέτρεπε τα πάντα και εισήγαγε νέα δεδομένα στην αντίληψη μας για τον κόσμο, καθώς αποκάλυπτε ένα νέο είδος ύλης πέρα από εκείνο που γνωρίζουμε στην καθημερινότητά μας. Με άλλα λόγια, θα έπρεπε για κάθε υλικό σωμάτιο να υπάρχει και ένα αντίστοιχό του, καθ’ όλα όμοιο του, αλλά με αντίθετο ηλεκτρικό φορτίο. Ένα αντι–σωμάτιο. Μάλιστα, σε ομιλία του κατά την παραλαβή του βραβείου Νόμπελ ο Ντιράκ αναφέρθηκε στη δυνατότητα ύπαρξης ενός ολόκληρου παράλληλου σύμπαντος, φτιαγμένου από αντιύλη.

Ως συνέπεια αυτής της θεωρητικής πρόβλεψης, η επιστημονική κοινότητα από το 1930 ξεκίνησε την πειραματική έρευνα για την ανακάλυψη του νέου είδους ύλης. Πράγματι, το 1932 ο Καρλ Άντερσον (Carl Anderson), καθηγητής φυσικής στο Ινστιτούτο Τεχνολογίας της Καλιφόρνια (CIT), εντόπισε τα ίχνη ενός σωματίου που ενώ είχε ίδια μάζα με το ηλεκτρόνιο είχε αντίθετο (θετικό) ηλεκτρικό φορτίο. Αυτά ήταν τα πρώτα σωματίδια αντιύλης που ανακαλύφθηκαν και ονομάστηκαν «ποζιτρόνια» (η λέξη positron προέρχεται από τις λέξεις positive electron που σημαίνουν θετικό ηλεκτρόνιο). Για την ανακάλυψη αυτή του απονεμήθηκε το βραβείο Νόμπελ φυσικής το 1936.

Η κατασκευή, στη συνέχεια, ισχυρών επιταχυντών σωματιδίων έδωσε τη δυνατότητα στους επιστήμονες να έχουν και μια εναλλακτική πηγή σωματιδίων υψηλής ενέργειας (πέραν της κοσμικής ακτινοβολίας που καταφθάνει από το διάστημα). Ενώ παράλληλα κατασκευάστηκαν και πιο ευαίσθητοι ανιχνευτές αντιύλης. Τελικά, με τη βοήθεια των νέων τεχνολογικών μέσων οι φυσικοί Ο. Τσάμπερλέιν (O Chamberlain) και Εμίλιο Σερτζ (Emilio Serge) ανακάλυψαν το 1955 το«αντιπρωτόνιο» και τιμήθηκαν για αυτό με το βραβείο Νόμπελ φυσικής το 1959.

Ένα έτος αργότερα μια ομάδα φυσικών που αποτελείτο από τους W. Wenzel, B. Cork, G. Lambertson και O. Piccione ανακοίνωσαν την ανακάλυψη των πρώτων «αντινετρονίων».

Οι ερευνητές γνώριζαν ότι ένα άτομο ύλης αποτελείται από πρωτόνια, νετρόνια και ηλεκτρόνια. Έχοντας στα χέρια τους αντιπρωτόνια, αντινετρόνια και ποζιτρόνια (αντιηλεκτρόνια) σκέφθηκαν να προχωρήσουν ένα βήμα πιο πέρα και να κατασκευάσουν άτομα αντιύλης (από αυτά τα αντισωματίδια), προκειμένου να τη μελετήσουν καλύτερα. Τους απασχολούσε το πώς θα συμπεριφέρονταν τα σωματίδια αντιύλης όταν θα έρχονταν σε επαφή μεταξύ τους και το αν δομούν πυρήνες και άτομα με τον ίδιο τρόπο που συμβαίνει στην ύλη.

Πράγματι, το 1965 δύο ομάδες ερευνητών η μία στο Ευρωπαϊκό Κέντρο Πυρηνικών Ερευνών (CERN) στην Ελβετία και η άλλη στο Brookhaven National Laboratory στη Νέα Υόρκη, πέτυχαν με τη βοήθεια ισχυρών επιταχυντών σωματιδίων τη δόμηση του «αντιδευτέριου», ενός αντιπυρήνα που αποτελείτο από ένα αντιπρωτόνιο και από ένα αντινετρόνιο (κατ’ αναλογία, ο πυρήνας του δευτέριου στην ύλη αποτελείται από ένα πρωτόνιο και ένα νετρόνιο). Έτσι, για πρώτη φορά, δημιουργήθηκε από τον άνθρωπο ένας πυρήνας ατόμου αντιύλης και όλα επιβεβαίωναν ότι η αντιύλη συμπεριφέρεται όπως ακριβώς και η ύλη στον τρόπο δόμησης του αντικόσμου.

Το επόμενο βήμα ήταν η κατασκευή όχι απλών πυρήνων αλλά ατόμων αντιύλης, κάτι που επιτεύχθηκε το 1995 με τη βοήθεια της συσκευής LEAR (Low Energy Antiproton Ring) στο CERN. Συγκεκριμένα, κατασκευάστηκαν τότε τα πρώτα άτομα αντιυδρογόνου. Η αντιύλη ήταν, πλέον, κάτι παραπάνω από μια απλή ιδέα, ήταν απτή πραγματικότητα.

Σύμπαν και Αντισύμπαν

Όπως προαναφέρθηκε, ο Ντιράκ θεωρούσε πως ήταν δυνατόν να υπάρχουν τεράστιες ποσότητες αντιύλης στο σύμπαν αλλά στην εποχή του αυτή η ιδέα φαινόταν αρκετά απόμακρη. Όμως, καθώς η θεωρία περί αντιύλης σταδιακά επιβεβαιωνόταν όλο και περισσότερο, η ιδέα σχετικά με την ύπαρξη αντιύλης σε αστρονομική κλίμακα δεν φαινόταν, πλέον, τόσο μακρινή. Αρκετοί επιστήμονες άρχισαν να κάνουν λόγο για την πιθανή ύπαρξη αντιπλανητών, αντιαστέρων, αντιγαλαξιών ή ακόμη και ολόκληρου σύμπαντος αντιύλης.

Το ερώτημα που ανέκυπτε ήταν που βρισκόταν αυτή η αντιύλη. Σύμφωνα με τις πρώτες επιστημονικές εκτιμήσεις που πραγματοποιήθηκαν για αυτό το θέμα στα τέλη της δεκαετίας του 1950, η αντιύλη στο γαλαξία μας αποτελεί ποσοστό μικρότερο από το ένα στα εκατό εκατομμύρια. Είναι πραγματικά αξιοσημείωτο το γιατί δε συναντούμε αντιύλη στο Ηλιακό Σύστημα και στο Γαλαξία μας.

Σύμφωνα με τις θεωρητικές προσεγγίσεις όταν, πριν από 15 δισεκατομμύρια έτη περίπου, έλαβε χώρα η Μεγάλη Έκρηξη τότε παρήχθησαν ίσες ποσότητες ύλης και αντιύλης. Όμως, η μέχρι στιγμής αδυναμία ανίχνευσης αντιύλης, σε συμπαντική κλίμακα, οδήγησε στη διαμόρφωση δύο διαφορετικών υποθέσεων:

Η πρώτη υπόθεση αναφέρει ότι με κάποιον τρόπο η αντιύλη εξαφανίστηκε από το σύμπαν και απέμεινε η ύλη, σαν να έδρασε κάποιο είδος τυχαιότητας ή φυσικής επιλογής.

Η δεύτερη υπόθεση κάνει λόγο για διαχωρισμό μεταξύ ύλης και αντιύλης οπότε αυτές θα υπάρχουν σε διαφορετικές περιοχές του σύμπαντος χωρίς να έρχονται σε επαφή μεταξύ τους. Έτσι, οι επιστήμονες οδηγήθηκαν στην υπόθεση ότι ίσως μέσα στο σύμπαν να υπάρχουν απομονωμένα συστήματα αντιύλης τα οποία δεν αλληλεπιδρούν με την ύλη και τα οποία, οπτικά τουλάχιστον, δεν θα μπορούσαμε να τα ξεχωρίσουμε από την ύλη αν τα παρατηρούσαμε στο διάστημα. Θα φαίνονταν σαν συνηθισμένοι γαλαξίες και αστέρες.

Σύμφωνα με τη δεύτερη υπόθεση, ζούμε σε μια περιοχή του σύμπαντος στην οποία υπάρχει μόνο ύλη. Ωστόσο, υπάρχει πάντα ανοιχτή η δυνατότητα μικρές ποσότητες αντιύλης με τη μορφή στοιχειωδών αντισωματίων και αντιατόμων να φτάνουν στην περιοχή μας και να πέφτουν και πάνω στη Γη. Κατά την επαφή τους όμως με την ύλη της ατμόσφαιρας θα εξαυλώνονταν και έτσι είναι πολύ δύσκολο να τα ανιχνεύσουμε (η θεωρητική και η πειραματική έρευνα απέδειξαν ότι όταν αντιύλη και ύλη έρχονται σε επαφή μεταξύ τους αλληλοεξουδετερώνονται και απελευθερώνουν μεγάλα ποσά ενέργειας).

Για αυτό το λόγο οι ερευνητές, έστειλαν ανιχνευτές αντιύλης πάνω από τη γήινη ατμόσφαιρα, στο διάστημα. Αρχικά η έρευνα πραγματοποιήθηκε με αερόστατα που κατάλληλα εξοπλισμένα ανέρχονταν πάνω από την ατμόσφαιρα, ενώ στη συνέχεια αξιοποιήθηκαν οι τεχνητοί δορυφόροι, τα διαστημόπλοια, τα διαστημικά λεωφορεία και ο Διεθνής Διαστημικός Σταθμός.

Χειριζόμενοι την Αντιύλη

Οι επιστήμονες χρησιμοποιούν σωματίδια αντιύλης σε καθημερινή βάση στα πλαίσια των πειραματικών τους ερευνών. Τέτοια αντισωματίδια παράγονται από συγκρούσεις υποατομικών σωματιδίων ύλης μεγάλης ενέργειας και στη συνέχεια απομονώνονται, συλλέγονται και αποθηκεύονται.

Μέχρι πρόσφατα η παραγωγή σωματιδίων αντιύλης βασιζόταν στους επιταχυντές σωματιδίων οι οποίοι εξασφάλιζαν εκείνες τις υψηλές ενέργειες που απαιτούνται για την παραγωγή αντιύλης.

Όμως, σταδιακά, έγινε αντιληπτό πως η σύνθεση ατόμων αντιύλης είναι ευκολότερη με την παραγωγή αντισωματιδίων σχετικά χαμηλών ενεργειών. Και αυτό διότι ακριβώς αυτή η χαμηλή ενέργεια διευκολύνει την αποθήκευση και το χειρισμό των αντισωματιδίων και συνεπώς και την παραγωγή από αυτά ατόμων αντιύλης. Έτσι οι επιστήμονες του CERN, για παράδειγμα, κατασκεύασαν έναν επιβραδυντή αντιπρωτονίων που ονόμασαν AD(Antiproton Decelerator) ικανού να παράγει, να επιβραδύνει και να συλλέγει αντιπρωτόνια που θα χρησιμοποιούνται σε πειράματα αντιύλης. Απώτερος στόχος του AD είναι ο μαζική δημιουργία ατόμων αντιυδρογόνου που θα αποθηκεύονται πιο εύκολα λόγω των χαμηλών ενεργειών τους σε μαγνητικές παγίδες. Το 2002 ανακοινώθηκε από τους υπευθύνους του ερευνητικού προγράμματος ATHENA του CERN η παραγωγή ικανοποιητικού αριθμού ατόμων αντιυδρογόνου.

Ένας άλλος στόχος του AD είναι η δημιουργία, η μελέτη και η πιθανή χρήση «εξωτικής ύλης» (ατόμων ύλης στα οποία κάποια από τα ηλεκτρόνιά τους θα αντικαθίστανται από αντιηλεκτρόνια).

Όμως, η αντιύλη δεν αποτελεί μέρος της καθημερινότητας μόνο των επιστημόνων, αλλά έχει αρχίσει να εμπλέκεται σταδιακά και στη δική μας καθημερινότητα.

Για παράδειγμα, μια σημαντική εφαρμογή της αντιύλης βρίσκεται στην ιατρική. Έτσι, καθώς η ύλη και η αντιύλη έρχονται σε επαφή, η αμοιβαία εξουδετέρωσή τους παράγει ενέργεια που μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την έρευνα και την οπτική απεικόνιση της λειτουργίας του εγκεφάλου και τη καρδιάς. Η τεχνική αυτή ονομάζεται Τομογραφία Εκπομπής Ποζιτρονίων (ή PET από τα αρχικά των λέξεων Positron Emission Tomography). Κατά την εφαρμογή της τα ποζιτρόνια (αντιηλεκτρόνια), που προέρχονται από τη διάσπαση ραδιενεργών πυρήνων, συγχωνεύονται σε ένα ειδικό υγρό που με ένεση διοχετεύεται στο σώμα του ασθενή. Στη συνέχεια, τα ποζιτρόνια αντιδρούν με τα ηλεκτρόνια και εξαϋλώνονται απελευθερώνοντας ακτίνες γ που εξέρχονται από το σώμα του ασθενή και εντοπίζονται από κατάλληλους ανιχνευτές. Η μελέτη αυτών των ακτίνων γ μας δίνει πληροφορίες για τη λειτουργία του εγκεφάλου και της καρδιάς.

Όπλα Αντιύλης

Εκτιμάται πως η αντιύλη μπορεί, δυνητικά, να αποτελέσει μια απεριόριστη πηγή ενέργειας, το καύσιμο του μέλλοντος. Ενδεικτικά, εκτιμάται πως ένα γραμμάριο αντιύλης δίνει ενέργεια ίση με εκείνη 23 δεξαμενών συμβατικών καυσίμων ενός Διαστημικού Λεωφορείου. Ένα εκατομμυριοστό του γραμμαρίου ποζιτρονίων (αντιηλεκτρονίων) δίνει ενέργεια ίση με εκείνη 38 κιλών ΤΝΤ, ενώ 50 εκατομμυριοστά του γραμμαρίου ποζιτρονίων δίνει ενέργεια ίση με εκείνη 1.800 κιλών ΤΝΤ.

Όμως, παραγωγή επαρκών ποσοτήτων αντιύλης, δεν έχει πραγματοποιηθεί έως τώρα. Για παράδειγμα, η συνολική αντιύλη που παράγεται στο CERN μέσα σε ένα έτος μπορεί να δώσει ενέργεια τόση ώστε να λειτουργήσει ένας λαμπτήρας των 100 Watt για τρία δευτερόλεπτα. Υπολογίζεται ότι η παρούσα ενεργειακή απόδοση της διαδικασίας παραγωγής αντιύλης είναι μόλις 0, 00000001%. Με άλλα λόγια, προς το παρόν, η όλη διαδικασία είναι ενεργειακά και οικονομικά ασύμφορη, εκτός και αν βρεθεί τρόπος παραγωγής πολύ μεγάλων ποσοτήτων αντιύλης.

Στα πλαίσια του περίφημου προγράμματος Star Wars των ΗΠΑ, η αντιύλη μελετήθηκε ως πιθανή πηγή ενέργειας για την κίνηση διαστημοπλοίων, αλλά και των διαστημικών εξέδρων πάνω στις οποίες μεταφέρονται τα διαστημικά οπλικά συστήματα.

Επίσης, η πολεμική αεροπορία των ΗΠΑ, από την εποχή του Ψυχρού Πολέμου, ξοδεύει τεράστια ποσά για να βρεθεί τρόπος να χρησιμοποιηθεί η αντιύλη σε μελλοντικά οπλικά συστήματα. Το ζητούμενο είναι η κατασκευή όπλων μαζικής καταστροφής που θα βασίζονται στην ενέργεια που απελευθερώνεται όταν ύλη και αντιύλη έρχονται σε επαφή και εξαϋλώνονται.

Για παράδειγμα, υπάρχει η ιδέα κατασκευής βομβών αντιύλης μικρού μεγέθους τις οποίες θα μπορεί κάποιος να τις κρατά στο χέρι του, καθώς και κινητήρων αντιύλης για αεροσκάφη.

Μια άλλη κατηγορία όπλων που ερευνούνται είναι τα «όπλα ηλεκτρονικού παλμού» τα οποία θα ενεργοποιούνται από αντιύλη που θα έρχεται σε επαφή με την ύλη. Αυτά τα όπλα θα μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως όπλα ηλεκτρονικού πολέμου καταστρέφοντας τις επικοινωνίες του εχθρού.

Ακόμη πιο τρομακτική είναι η σκέψη για κατασκευή μιας νέας γενιάς υπερ-όπλων μαζικής καταστροφής, όπως πυρηνικές βόμβες που θα ενεργοποιούνται από εκρήξεις ύλης και αντιύλης, καθώς και καθαρές βόμβες αντιύλης που δε θα αφήνουν ραδιενεργά κατάλοιπα μετά την έκρηξή τους. Αυτές οι καθαρές βόμβες αντιύλης θεωρούνται οι πλέον εφιαλτικές, διότι το γεγονός ακριβώς του ότι δεν αφήνουν ραδιενεργά κατάλοιπα δημιουργεί έναν επιπλέον κίνδυνο. Τον κίνδυνο να χρησιμοποιούνται χωρίς ενδοιασμό αφού δεν θα υπάρχουν οι αναστολές που δημιουργούσε έως τώρα ο κίνδυνος της ραδιενεργούς μόλυνσης για τον πλανήτη.

Αντιύλη και Επιστημονική Φαντασία

Η ιδέα της αντιύλης γοήτευσε, διαχρονικά, πασίγνωστους συγγραφείς μυθιστορημάτων επιστημονικής φαντασίας, όπως ο Ισαάκ Ασίμωφ, καθώς με τη βοήθειά της δημιούργησαν ολόκληρα φανταστικά αντισύμπαντα. Προέβλεψαν στα βιβλία τους μια νέα πηγή ενέργειας (την αντιύλη) που κινούσε κόσμους και αστρόπλοια και μίλησαν για τις άπειρες ενεργειακές δυνατότητες που ανοίγονταν από την ενέργεια που απελευθερωνόταν όταν ύλη και αντιύλη έρχονταν σε επαφή. Οι ιδέες τους προηγήθηκαν των επιστημονικών επιτευγμάτων και ήδη από το 1930 αποτέλεσαν ένα είδος προπομπού των επερχόμενων ανακαλύψεων σε αυτόν τον τομέα έρευνας.

Σύγχρονο παράδειγμα αποτελεί το μυθιστόρημα «Illuminati» του συγγραφέα Νταν Μπράουν στο παρουσιάζεται η ιδέα μιας βόμβας αντιύλης. Μια μεγάλης ποσότητας αντιύλης περιορισμένης από μαγνητικά πεδία, η οποία περιγράφεται στο βιβλίο ως ικανή να αφανίσει όλο το κρατίδιο του Βατικανού με την έκρηξη που θα προκαλέσει.

Σε αυτό το σημείο αξίζει να αναφερθεί ο ρόλος της αντιύλης στην πλέον διάσημη τηλεοπτική σειρά επιστημονικής φαντασίας, το «Star Trek». Έτσι οι μηχανές του αστρόπλοιου Enterprise χρησιμοποιούσαν ως καύσιμο αντιύλη. Επίσης, μια ακόμη ιδέα που εμφανίζεται στο Star Trek αφορά στον τρόπο αποθήκευσης της αντιύλης με τη βοήθεια μαγνητικών πεδίων, προκειμένου να μην έρχεται σε επαφή με την ύλη παρά μόνο όταν αυτό ήταν επιθυμητό από τους χειριστές του Enterprise. Η συγκεκριμένη μέθοδος των μαγνητικών παγίδων χρησιμοποιείται στις μέρες μας, όπως προαναφέρθηκε, από τους επιστήμονες για τον χειρισμό της αντιύλης.

Είναι πραγματικά περίεργο το φαινόμενο, του με πόση ακρίβεια η επιστήμη βαδίζει πάνω στους δρόμους που ανοίγει η επιστημονική φαντασία. Είναι σαν η φαντασία να δομεί κόσμους που σταδιακά υλοποιούνται. Και εδώ για άλλη μια φορά αγγίζουμε τις εσωτερικές παραδόσεις των λαών που επίσης μιλούν για τη δημιουργική χρήση της φαντασίας στην εξέλιξη του κόσμου. Άλλωστε οι μεγαλύτεροι ερευνητικοί οργανισμοί ανά τον κόσμο, όπως είναι η NASA, μελετούν εξονυχιστικά τα βιβλία και τις ταινίες επιστημονικής φαντασίας όσο ακραία και εξωπραγματικά και αν φαντάζουν τα όσα αναφέρονται σε αυτά.

Αυτή τη στιγμή μόλις που έχουμε αγγίξει τις παρυφές του απέραντου κόσμου της αντιύλης και των μεγάλων δυνατοτήτων που αυτός περιέχει και μόνο στιγμιαίες λάμψεις της παρουσίας του έχουν γίνει αντιληπτές από τη σύγχρονη επιστήμη. Ας ελπίσουμε πως στο μέλλον, καθώς θα διεισδύουμε όλο και περισσότερο σε αυτόν τον παράλληλο κόσμο να έχουμε την ωριμότητα να χρησιμοποιήσουμε τις γνώσεις που θα αποκομίσουμε με θετικό τρόπο για την ευημερία όλου του πλανήτη.

Και την επόμενη φορά που θα στρέψουμε τα μάτια μας στον έναστρο ουρανό αξίζει να αναρωτηθούμε μήπως κάποιο από εκείνα τα μακρινά αστέρια που ατενίζουμε είναι πλασμένο από αντιύλη. Μήπως το φως που ρίχνει στα μάτια μας προέρχεται από το αντισύμπαν που αναζητά η επιστήμη, στο οποίο ζουν ίσως άλλα νοήμονα όντα που αναρωτιούνται για το που βρίσκεται το χαμένο για εκείνα δικό μας σύμπαν της ύλης. Ίσως τελικά το σύμπαν να κρύβει πολύ περισσότερα μυστικά από όσα τολμούμε να υποπτευθούμε.

ΠΗΓΗ: www.awakengr.com

Λάβετε καθημερινά τα άρθρα μας στο e-mail σας

Σχετικά θέματα

Οι ορμόνες που διαμορφώνουν την κοινωνική συμπεριφορά μας
EULEXIA: The Gift of Reading για την αποκατάσταση των Ειδικών Μαθησιακών Δυσκολιών 
Τα οφέλη και η εφαρμογή του Feng Shui στη δυτική κοινωνία
O Bruce Lipton στην Αθήνα

Πρόσφατα Άρθρα

Εναλλακτική Δράση