Μια μέρα, κάποιος προσέβαλε άσχημα δημοσίως τον φιλόσοφο και ποιητή Omar Chajam λέγοντάς του:
– Είσαι παλιάνθρωπος, πότης και κλέφτης!
Advertisment
Ο Chajam δεν απάντησε, αλλά απλώς χαμογέλασε.
Ένας άντρας ντυμένος με κομψά και ακριβά ρούχα βλέποντας αυτή τη σκηνή ρώτησε τον Chajam:
– Πώς μπορείς και ανέχεσαι τέτοιες προσβολές; Δεν αισθάνεσαι άσχημα;
Advertisment
Ο Omar Chajam χαμογέλασε ξανά και του είπε:
– Έλα μαζί μου.
Ο άντρας τον ακολούθησε στη σκονισμένη αποθήκη. Ο Chajam άναψε φωτιά και άρχισε να ψάχνει τριγύρω, μέχρι που βρήκε μια άχρηστη, κουρελιασμένη ρόμπα. Την έδωσε στον άντρα και του είπε:
– Φόρεσέ τη, θα σου κάνει.
Ο άντρας κοίταξε τη ρόμπα και αγανάκτησε:
– Τι είναι αυτά τα βρώμικα κουρέλια; Εγώ φορώ όμορφα και ακριβά ρούχα, θα πρέπει να είσαι τρελός! Και του πέταξε πίσω τη ρόμπα.
– Βλέπεις, του είπε ο Chajam, φυσικά και δεν θέλεις να δοκιμάσεις αυτά τα κουρέλια. Έτσι κι εγώ, δεν ήθελα να δοκιμάσω τα βρώμικα λόγια που μου πέταξε εκείνος ο άνθρωπος.
Το να ταράσσεται λοιπόν κάποιος και να θυμώνει από τις προσβολές των άλλων, είναι σαν να θέλει να φορέσει τα κουρέλια που του ρίχνουν.