Το παρακάτω πληρέστατο και κατατοπιστικό άρθρο αναδημοσιεύεται από το www.zookomos.gr
Η Ελλάδα ήταν και εξακολουθεί να είναι μια γεωργική χώρα της οποίας η οικονομία στηρίζεται στη γεωργία, πρωτογενή και δευτερογενή τομέα. Οι εδαφοκλιματικές συνθήκες στην Ελλάδα όχι μόνο επιτρέπουν αλλά και ευνοούν την οικονομική παραγωγή μεγάλου αριθμού καλλιεργειών. Η ελληνική γεωργία έως τώρα, για 150 χρόνια, αφορούσε διαχρονικά σχεδόν τις ίδιες καλλιέργειες με κυριότερες ειδικότερα τα σιτηρά (σιτάρι, κριθάρι, βρώμη, σίκαλη, καλαμπόκι, ρύζι), τα όσπρια (φακή, ρεβίθι, φασόλι, βίκος, ρόβι, κ.α.), τον καπνό, το βαμβάκι, τα δενδροκομικά και λαχανοκομικά είδη και από το 1960 τα ζαχαρότευτλα.
Advertisment
———————————————
Πέτρος Λόλας M.Sc., Ph.D Καθηγητής Πανεπιστήμιου Θεσσαλίας, Τμήμα Γεωπονίας, Φυτικής Παραγωγής και Αγροτικού Περιβάλλοντος,
Εργαστήριο Ζιζανιολογίας
——————————————–
Advertisment
Με την εφαρμογή της νέας ΚΑΠ από το 2005 και από προσωπικό ενδιαφέρον – πρωτοβουλία πρωτοπόρων αγροτών προέκυψε η ανάγκη για νέες καλλιέργειες. Έτσι σήμερα ακούμε, διαβάζουμε ή καλλιεργούμε διάφορες καλλιέργειες, άλλες παραμελημένες στην Ελλάδα όπως για παράδειγμα η ροδιά, άλλες “περιφρονημένες-εγκαταλειμμένες” για χρόνια όπως μερικά όσπρια, ή άλλες ξενικές καλλιέργειες εντελώς άγνωστες στη χώρα μας μέχρι πριν 2-3 χρόνια όπως π.χ. ιπποφαές, αρώνια, μύρτιλο, γκότζι, φραγκοστάφυλα-λαγοκέρασα, στέβια. Άλλες δύο καλλιέργειες που αρχίζουν να επεκτείνονται στην Ελλάδα είναι η κρανιά και ο κράταιγος που τις συναντάμε σε αυτοφυή (άγρια) μορφή στις ημιορεινές και ορεινές περιοχές σχεδόν όλης της χώρας.
Μια καλλιέργεια που έχει δοκιμαστεί ελάχιστα στη χώρα μας αλλά παρουσιάζει ειδικό ενδιαφέρον και χρειάζεται παραπέρα μελέτη είναι η κινόα ή κουϊνόα
Η σημασία της κινόας ως καλλιέργειας σηματοδοτείται και από το ότι το 2013 έχει οριστεί από τον Ο.Η.Ε. ως διεθνές έτος της κινόας , ενώ ο FAO θεωρεί την κινόα ως μία από τις καλλιέργειες για την διασφάλιση της τροφής στον 21ο αιώνα.
Στην Ευρώπη η πειραματική καλλιέργεια της κινόας άρχισε το 1970 στην Αγγλία και Σουηδία και το 1990 στην Δανία, Ιταλία και Ολλανδία. Στη Β. Αμερική οι πρώτες δοκιμές έγιναν το 1980.
Τι είναι η κινόα
Ένα λειτουργικά τρόφιμο (ή υπερτροφή-super food) και με τις ιδιότητες που έχει θεωρείται ως το πιο θρεπτικό είδος σπόρου στον κόσμο (FAO 2011). Ποιοτικά υπερέχει του σιταριού ως τροφή.
Είναι μία νέα, άγνωστη στην Ελλάδα καλλιέργεια που ζει και καλλιεργείται για ένα χρόνο τόσο για το σπόρο της ως τροφή όσο και για τα φύλλα της, εδώδιμα ως σαλατικό και στο μαγείρεμα όπως το σπανάκι. Η κινόα είναι μορφολογικά όπως το πολύ γνωστό και συνηθισμένο ζιζάνιο λουβουδιά (βλέπε παρακάτω βοτανική κατάταξη). Στο χωράφι εάν κάποιος δεν ξέρει την κινόα δεν μπορεί να την ξεχωρίσει εύκολα από το ζιζάνιο λουβουδιά και την θεωρεί ότι είναι η λουβουδιά. Η κινόα καλλιεργούνταν και χρησιμοποιούνταν ακόμα και πριν 7.000 χρόνια (Pearsall, 1992).
Η κινόα κατάγεται από την περιοχή των Άνδεων στη Ν. Αμερική (Περού, Βολιβία, Ισημερινός). Ήταν γνωστή στους Ίνκας και Ατζέκους πριν περίπου 4.000 χρόνια, την θεωρούσαν ιερό φυτό, την καλλιεργούσαν και την χρησιμοποιούσαν ως βασική τροφή, η δεύτερη βασική τροφή μετά την πατάτα και πριν το καλαμπόκι, γιατί η κινόα είναι πλούσια ανάμεσα στα άλλα σε πρωτεΐνες και ποιοτικά υπερέχει του σιταριού ως τροφή. Οι πολεμιστές των Ίνκας έτρωγαν κινόα για να έχουν αυξημένο σφρίγος. Λόγω της σημασίας που είχε στη ζωή των Ίνκας αναφέρεται ως «ο χρυσός των Ίνκας» Έχει παρόμοιες χρήσεις με το σιτάρι, αν και δεν μοιάζει στη μορφή, ούτε ανήκει στην ίδια οικογένεια με το σιτάρι και γι αυτό αναφέρεται ως ψευδοσιτηρό. Η σημασία που είχε η κουϊνόα για τους Ίνκας φαίνεται από το ότι η πρώτη σπορά κάθε χρόνο άρχιζε από τον αρχηγό της φυλής τους και γίνονταν με μία χρυσή τσάπα. Στη διάρκεια της αποικιοκρατίας οι Ισπανοί κατακτητές απαγόρευαν την καλλιέργεια της κινόας επειδή οι Ίνκας την θεωρούσαν ιερό φυτό και την χρησιμοποιούσαν στις ιεροτελεστίες τους.
Κατά τον Λατινοαμερικανό γεωγράφο Αλέξανδρο βον Χούμπολντ η κινόα ήταν για τις αρχαίες κοινωνίες των Άνδεων ότι το κρασί για τους αρχαίους Έλληνες, το σιτάρι για τους Ρωμαίους και το βαμβάκι για τους Άραβες.
Στατιστικά – Οικονομικά στοιχεία
Σήμερα οι κύριες χώρες καλλιέργειας-παραγωγής της κινόας είναι στην Ν. Αμερική το Περού, Βολιβία, Ισημερινός (περί τα 83.000 ha το 2009 και παραγωγή 70.000 τόνους), Χιλή, Βραζιλία, Κολομβία, στην Β. Αμερική λίγες Πολιτείες και ο Καναδάς, στην Ασία η Ινδία και το Πακιστάν και στην Ευρώπη η Δανία, Αγγλία, Σουηδία, Ολλανδία, Ιταλία και η Γαλλία. Στη Γαλλία υπάρχει Ομάδα καλλιέργειας-εμπορίας κινόας με παραγωγή από πριν το 2009. Το 90% της παγκόσμιας παραγωγής γίνεται στο Περού και Βολιβία και το υπόλοιπο 10% στις άλλες χώρες και κυρίως στις Η.Π.Α., Ισημερινό και Καναδά. Τα τελευταία 4 χρόνια η καλλιεργούμενη με κινόα έκταση αυξάνει σημαντικά. Στην Ελλάδα η παραγωγή κινόας άρχισε σε μικρή έκταση (περί τα 10 Στρ.) στην περιοχή της Λαμίας το 2012 σε συνεργασία με το Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας. Πειραματικά δοκιμάστηκε στην περιοχή της Λάρισας (Iliadis et al., 1997 Iliadis et al, 2001) και στο Βελεστίνο και Γρεβενά το 2008-2010 από το Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας (Λόλας, 2010).
Η ζήτηση της κουϊνόας στην Ευρώπη, τις Η.Π.Α., Ασία και αλλού αυξάνει σταθερά, αλλά η παραγωγή σήμερα δεν μπορεί να καλύψει τις ανάγκες.
Βοτανική κατάταξη
Η κινόα είναι η απόδοση στα ελληνικά του quinoa, επίθετου του επιστημονικού ονόματος του φυτού Chenopodium quinoa Willd. Ορισμένοι λένε ότι ίσως πιο σωστό είναι η μεταφορά στα ελληνικά όπως διαβάζεται στα αγγλικά κουϊνόα.
Η κουϊνόα ή κινόα είναι δικοτυλήδονο φυτό και ανήκει στην ίδια οικογένεια με τα ζαχαρότευτλα, το σπανάκι και το ζιζάνιο λουβουδιά.
Η πρώτη βοτανική περιγραφή της κινόας ως ιθαγενές είδος της Ν. Αμερικής (περιοχή Άνδεων Περού και Βολιβίας) έγινε το 1778 από τον Willdenow προς τιμή του οποίου το όνομα του (Willd.) φαίνεται στην ονομασία της κινόας, Chenopodium quinoa Willd. Η κατάταξη της κινόας σύμφωνα με την επικρατέστερη ταξινόμηση ονοματολογίας των φυτών είναι Άθροισμα (Βασίλειο) Plantai, Υπερδιαίρεση (Υποάθροισμα) Spermatophyta, Διαίρεση Magnoliophyta, Κλάση Magnoliopsida, Τάξη Caryophyllales, Οικογένεια Caryophyllaceae.
Στο γένος Chenopodium υπάρχουν και άλλα είδη που χρησιμοποιούνται είτε ως λαχανικά (Chenopodium nuttalliae Ch. ambrosioides) είτε ως λαχανικά-φαρμακευτικά (Ch. carnosolum Ch. ambrosioides).
Βιολογία
Η κινόα είναι ένα ετήσιο ποώδες-ημιξυλώδες στην ωρίμανση δικοτυλήδονο φυτό. Πολλαπλασιάζεται με σπόρο που σπέρνεται απευθείας στο χωράφι την άνοιξη. Φυτρώνει σε 3-10 μέρες όταν η θερμοκρασία είναι γύρω στους 15 0C (Jacobsen and Bach 1998). Υψηλότερες θερμοκρασίες καθυστερούν το φύτρωμα ή παρατηρείται ανομοιομορφία φυτρώματος. Τον πρώτο μήνα μετά το φύτρωμα η κινόα μεγαλώνει σχετικά αργά. Χρειάζονται γύρω στις 60 μέρες για να αρχίσει η άνθηση και πάνω από 100 μέρες έως 150 για τη συλλογή, ανάλογα με την ποικιλία και τις καλλιεργητικές πρακτικές και συνθήκες. Έρευνα για την κινόα στην Ευρώπη και Αμερική έδειξε ότι στην Ελλάδα ο χρόνος από τη σπορά έως τη συλλογή (διάρκεια καλλιεργητικής περιόδου) ήταν 100 έως 116 μέρες, ενώ στις χώρες της Β. Ευρώπης 110 έως 180 μέρες (Iliadis et al, 2001; Jacobsen 2003).
Οικολογία
Στον τόπο καταγωγής της η κινόα συναντάται σε μικρά, ακόμα και παράκτια έως μεγάλα υψόμετρα, μέχρι και 4.000 m, σε ελαφρά εδάφη, με καλή στράγγιση, pH 6-8,5 και ετήσια βροχόπτωση 300-1.000 mm. Πειράματα σε εδάφη με pH 4,5-9,5 έδειξαν ότι η κινόα δεν επηρεάστηκε σημαντικά και απέδωσε ικανοποιητικά. Στην Ελλάδα τα αποτελέσματα ήταν πολύ καλά σε εδάφη μέσης σύστασης, αμμοπηλώδη – ιλλυοπηλώδη και pH 5,5-8,5. Οι κατάλληλες θερμοκρασίες για την αύξηση – ανάπτυξη της κινόας είναι στο εύρος -3 έως 35 0C, ενώ μερικές ποικιλίες αντέχουν και χαμηλότερες θερμοκρασίες (Bois et al. 2006). Όταν κατά την περίοδο της άνθησης η θερμοκρασία είναι πάνω από 35 0C η γύρης ξεραίνεται και παρατηρείται μειωμένη γονιμοποίηση-παραγωγή σπόρου (απόδοσης). Χρειάζεται υγρασία στο έδαφος στα πρώτα στάδια για την αύξηση – ανάπτυξη του φυτού και ξερικές συνθήκες κατά την ωρίμανση και συλλογή του σπόρου. Η κινόα είναι φωτοπεριοδικό είδος και οι μικρές μέρες ευνοούν την άνθηση και την παραγωγή σπόρου (Bertero et al, 1999). Η κινόα θεωρείται καλλιέργεια ανθεκτική στην ξηρασία, σε μέτριους παγετούς και αλατότητα (Bhargava et al., 2006; FAO 2011).
Παραδοσιακά η κινόα καλλιεργούνταν στο εύρος 8o Β έως 30o Ν και σήμερα καλλιεργείται στο εύρος 28o Β έως 40o Ν γεωγραφικό πλάτος, προσαρμοζόμενη σε ψυχρά έως υποτροπικά κλίματα, ανάλογα και με την ποικιλία.
Υψηλές θερμοκρασίες και μεγάλες μέρες (μεγάλη φωτοπερίοδος) δεν ευνοούν την ανάπτυξη και την απόδοση της κινόας (Bois et al. 2006; Iliadis et al, 1997; Jacobsen et al., 1994).
Ποικιλίες
Έχουν δημιουργηθεί και καλλιεργούνται πάρα πολλές ποικιλίες, κυρίως στη Ν. Αμερική αλλά και στις Η.Π.Α. και Ευρώπη. Μερικές γνωστές ποικιλίες είναι οι Faro, CO 407, Carmen, Atlas, CO 409, Cahuil, CO 407 Black, Real, Kancolla, Blanca de Junín, Sajama, Linares, Dave, Milahue, Temuco, κ.α. (FAO 2011).Τα πειράματα του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας στην Ελλάδα, για 3 χρόνια το 2008-2010, έγιναν με τις ποικιλίες Faro και CO 407 (προμήθεια σπόρου από Βιέννη, Γεωργικό Πανεπιστήμιο BOKU, Dr. D. Gimplinger).
• Η CO 407 είναι κοντή, πρώιμη στην ωρίμανση (περί τις 100 μέρες από τη σπορά), πυκνή ταξιανθία κοκκινωπή, με αντοχή στο πέσιμο του σπόρου. Έχει ευχάριστη γεύση και περιεκτικότητα σε πρωτεΐνες 16-18%, αρκετά υψηλότερη από τις άλλες ποικιλίες (περί το 12,5-14%).
• Carmen. Κοντή και πρώιμη με πυκνή ταξιανθία είναι και η πρώτη ευρωπαϊκή ποικιλία που δημιουργήθηκε στη Δανία (Jacobsen 2003; FAO 2011).
• Η ποικιλία Faro, είναι υψηλοαποδοτική, ύψος έως 1,2 m, ανοιχτό πράσινο χρώμα φύλλων, χρώμα σπόρου κίτρινο, χρώμα ταξιανθίας πράσινο-κίτρινο, ωρίμανση σε περίπου 100 μέρες από το φύτρωμα, ποικιλία της Ομάδα 1η .
Ένα επιθυμητό χαρακτηριστικό για μια ποικιλία κινόα είναι το ύψος του φυτού που πρέπει να είναι μικρό, όπως επίσης να μην διακλαδίζεται ώστε να ευνοείται η μηχανική συλλογή.
Οι ποικιλίες που καλλιεργούνται ή δημιουργούνται κατατάσσονται σε 5 ομάδες με κριτήριο την περιοχή καταγωγής και την διακλάδωση ή όχι του βλαστού.
Ομάδα 1η. Χαμηλού υψομέτρου ποικιλίες (Sea level Quinoas). Προέλευση από Χιλή,
Ομάδα 2η. Ποικιλίες κοιλάδων (Valley Quinoas). Προέλευση από υψόμετρα 2.500 έως 3.500 m,
Ομάδα 3η. Ποικιλίες υψιπέδων (. Altiplano Quinoas). Προέλευση από υψόμετρα 3.600 έως 3.800 m. Η ομάδα αυτή έχσει δώσει τις περισσότερες καλλιεργούμενες σήμερα ποικιλίες.
Ομάδα 4η. Ποικιλίες αλατούχων πεδιάδων (Salt flat Quinoas). Προέρχονται από ξηρικές περιοχές της Βολιβίας. Οι ποικιλίες αυτής της Ομάδας αναφέρονται ως «βασιλικές»
Ομάδα 5η. Ποικιλίες Yungas. (Quinoas of the Yungas). Προέρχονται από μια περιοχή της Βολιβίας σε υψόμετρο 1.500 έως 2.500 m.
Χημική σύσταση κινόας
Η κινόα θεωρείται ψευδοσιτηρό γιατί οι σπόροι της χρησιμοποιούνται όπως το σιτάρι και άλλα δημητριακά. Όμως, συγκρινόμενη με το σιτάρι και άλλες καλλιέργειες η κινόα έχει υψηλότερη περιεκτικότητα σε πρωτεΐνες, 14-21,9 %, ανάλογα με την ποικιλία, στα απαραίτητα αμινοξέα, σε καλά λιπίδια, σε ανόργανα στοιχεία (Πίν. 1), σε βιταμίνες, σε φυτικές ίνες και σε σαπωνίνες, χαμηλή περιεκτικότητα σε νάτριο, μέση σε υδατάνθρακες και καθόλου γλουτένη (Ayala et al., 2004; Repo-Carrasco et al. 2003).
Πρωτεΐνες: Η κινόα σε αντίθεση με το σιτάρι και πολλά άλλα τρόφιμα έχει πρωτεΐνη με όλα τα απαραίτητα για τον άνθρωπο και τα ζώα αμινοξέα και μάλιστα σε επιθυμητή αναλογία, πολύ κοντά σε εκείνη της καζεΐνης στο γάλα, αλλά με υψηλότερη βιολογική αξία. Γι αυτό η κινόα θεωρείται μια πλήρη πρωτεΐνη εξαιρετική για τις παιδικές τροφές και όχι μόνο. Η υψηλή περιεκτικότητα της πρωτεΐνης της κινόας στα απαραίτητα αμινοξέα καθιστά την κινόα το μόνο φυτικό τρόφιμο που πληροί τις προδιαγραφές του FAO για την διατροφή του ανθρώπου.
Η κινόα είναι ασυνήθιστα πλούσια σε λυσίνη (5 φορές περισσότερο από ότι το σιτάρι) και στα θειούχα αμινοξέα μεθειονίνη, κυστείνη ενώ το σιτάρι και άλλα τρόφιμα είναι ελλειμματικά σε αυτά. Η λυσίνη έχει πολλές θεραπευτικές ιδιότητες όπως ενίσχυση ανοσοποιητικού συστήματος, cell repair, απορρόφηση και μεταφορά ασβεστίου, και μαζί με τη βιταμίνη C καθυστερεί ή ακόμα και προλαβαίνει τη μετάσταση καρκίνου (FAO 2011). Πλούσια είναι η κινόα και σε άλλα αμινοξέα απαραίτητα για την φυσιολογική λειτουργία του ήπατος και τα επίπεδα σακχάρου στο αίμα (ισολευκίνη, λευκίνη, βαλίνη), λειτουργία του εγκεφάλου (φαινυλαλανίνη), παραγωγή-δράση αυξητικής ορμόνης (αργινίνη), ενίσχυση ήπατος και καρδιακού αγγειακού συστήματος (ασπαρτικό), κ.α. Ειδικότερα, η κινόα είναι το μόνο φυτικό τρόφιμο που περιέχει όλα τα απαραίτητα αμινοξέα, ιχνοστοιχεία, καλά λιπίδια, βιταμίνες και δεν έχει γλουτένη. Επιπλέον είναι πολύ πιο εύπεπτη σε σύγκριση με τα άλλα δημητριακά. Αυτές οι ιδιότητες εξηγούν τη μεγάλη χρήση της κινόας στις παιδικές τροφές. Η κινόα περιέχει τα απαραίτητα αμινοξέα στο έμβρυο σε αντίθεση με τα δημητριακά που τα περιέχουν στο περικάρπιο.
Η κουϊνόα περιέχει και δύο οιστρογόνα (daidzein, cenistein) τα οποία συμβάλουν στην πρόληψη της οστεοπόρωσης και ορισμένων οργανικών και μεταβολικών δυσλειτουργειών από έλλειψη οιστρογόνων κατά την εμμηνόπαυση και παράλληλα ευνοούν την κυκλοφορία του αίματος (FAO 2011).
Λιπίδια: Η κινόα κατατάσσεται στα τρόφιμα με σχετικά υψηλή και καλή περιεκτικότητα σε λιπίδια (4,5-6,5 %, έως και 10%) και ποσοστό των κορεσμένων λιπιδίων χαμηλό, γύρω στο 11 %. Η κινόα θεωρείται ιδιαίτερα πλούσια στα καλά ακόρεστα λιπίδια ω-3 (λινολενικό περί το 5-7%), ω-6 (λινολεϊκό περί το 50-57%) και ω-9 (ολεϊκό περί το 28%). Η σημασία που αποδίδεται στα ακόρεστα λιπίδια και ιδιαίτερα στα ω-3 και ω-6 σχετίζεται με τη συμβολή τους στη μείωση της κακής χοληστερόλης (LDL) και την αύξηση της καλής (HDL). Σε όλες τις ποικιλίες κινόας η περιεκτικότητα σε ακόρεστα λιπίδια είναι πάνω από 82% (FAO 2011).
Υδατάνθρακες: Η περιεκτικότητα της κινόας σε υδατάνθρακες κυμαίνεται στο εύρος 60 με 75%, με το άμυλο να αποτελεί το 58 με 68% και το σάκχαρο περί το 5% (FAO 2011). Έτσι η κινόα αποτελεί μια καλή πηγή ενέργειας για τον άνθρωπο, μάλιστα σταδιακής ελευθέρωσης χάρις στην υψηλή περιεκτικότητα της κινόας σε φυτικές ίνες.
Ανόργανα στοιχεία: Η κινόα αποτελεί πηγή πλούσια στα περισσότερα ανόργανα στοιχεία που θεωρούνται απαραίτητα για την ανθρώπινη υγεία. Έχει χαμηλή περιεκτικότητα σε νάτριο και σχεδόν διπλάσια έως τριπλάσια (Πίν. 1) σε ασβέστιο, φώσφορο, μαγνήσιο, χαλκό, σίδηρο, μαγγάνιο, ψευδάργυρο σε σύγκριση με το σιτάρι, το κριθάρι, το ρύζι και το καλαμπόκι (Repo-Carrasco et al., 2001).
Φυτικές ίνες: Διατροφική αξία έχει η κινόα και από την υψηλή περιεκτικότητα, περί το 6% σε ίνες. Η τακτική λήψη κινόας συμβάλει στην καλή λειτουργία του πεπτικού συστήματος, ρυθμίζει την χοληστερόλη, ευνοεί τη βακτηριακή χλωρίδα και την αποτοξίνωση του οργανισμού από ουσίες που βλάπτουν τον οργανισμό..
Γλουτένη: Η κινόα είναι ένα από τα ελάχιστα τρόφιμα που σε αντίθεση με το σιτάρι και τα άλλα δημητριακά δεν περιέχει την πρωτεΐνη γλουτένη. Η απουσία γλουτένης επιτρέπει τη χρήση της κουϊνόας από οργανισμούς αλλεργικούς στη γλουτένη ή πασχοντες από κοιλιοκάκη.
Βιταμίνες: Η κινόα περιέχει ικανοποιητική ποσότητα από τις κυριότερες βιταμίνες και μπορεί να καλύπτει τις ανάγκες του ανθρώπινου οργανισμού (FAO 2011). Είναι ιδιαίτερα περιεκτική στη βιταμίνη Ε (4.60 – 5.90 mg/100 g ξηρό βάρος) η οποία έχει ισχυρή αντιοξειδωτική δράση.
Φλαβονοειδή: Τελευταίες έρευνες έδειξαν ότι η κινόα περιέχει τα φλαβονοειδή quercetin and kaempferol σε υψηλές συγκεντρώσεις, μερικές φορές μάλιστα και περισσότερο από ότι άλλες καλλιέργειες που θεωρούνται πλούσιες πηγές σε φλαβονοειδή. Όπως είναι γνωστό τα φλαβονοειδή παρουσιάζουν ισχυρή αντιοξειδωτική δράση στον ανθρώπινο οργανισμό.
Χρωστικές: Η κινόα μαζί με τις χρωστικές χλωροφύλλη, καροτενοειδή, ανθοκυανίνες, άλλα φλαβονοειδή περιέχει και τη χρωστική βετανίνη. Η βετανίνη συναντάται μόνο σε 10 οικογένειες φυτών. Οι φυσικές χρωστικές στην κινόα και ιδιαίτερα η βετανίνη χρησιμοποιούνται στη βιομηχανία τροφίμων
Σαπωνίνες: Είναι ένα συστατικό της κινόας το οποίο δεν έχει διατροφική αξία, αλλά φαρμακευτική Υπάρχει στο περισπέρμιο του σπόρου σε ποσοστό 0,1 έως 5%. Σαπωνίνες περιέχουν και άλλα τρόφιμα όπως το σπανάκι, σπαράγγι, η σόγια και η μηδική.
Οι σαπωνίνες έχουν μια πικρή γεύση και πρέπει να απομακρυνθούν από την κινόα πριν αυτή χρησιμοποιηθεί. Αυτό γίνεται με εμποτισμό – πλύσιμο σε νερό ή μηχανικά Η περιεκτικότητα σε σαπωνίνες διαφέρει και εξαρτάται από την ποικιλία (Jacobsen, 2003). Ορισμένες ποικιλίες δεν περιέχουν σαπωνίνες (περιεκτικότητα κάτω από 0,11%) και θεωρούνται «γλυκές» σε σύγκριση με άλλες (περιεκτικότητα πάνω από 0,11%) και χαρακτηρίζονται «πικρές» (Jacobsen, 2003). Οι σαπωνίνες χρησιμοποιούνται στη φαρμακευτική βιομηχανία και σε ποτά.
Απόδοση
Όπως σε κάθε καλλιέργεια έτσι και στην κινόα η απόδοση εξαρτάται από πολλούς παράγοντες με κυριότερους την ποικιλία, τις καλλιεργητικές πρακτικές (π.χ. τρόπο συλλογής) και τις εδαφοκλιματικές συνθήκες. Οι αποδόσεις διαφέρουν σημαντικά και από χρόνο σε χρόνο και από περιοχή σε περιοχή και μπορεί να οφείλονται στην εγκατάσταση της καλλιέργειας, τα ζιζάνια, τη συλλογή και άλλους παράγοντες. Ένας παράγοντας που έχει σημαντική επίδραση στην αύξηση-ανάπτυξη της κινόας και μειώνει την απόδοση είναι ο συνδυασμός υψηλές θερμοκρασίες και μεγάλες μέρες (μεγάλη φωτοπερίοδος) κατά την καλλιεργητική περίοδο.
Γενικά, σε παγκόσμιο επίπεδο αναφέρονται αποδόσεις από 40-50 κιλά το στρέμμα έως και πάνω από 400 κιλά. Οι χαμηλές αποδόσεις παρατηρούνται στις περιοχές καταγωγής της κινόας όπου η καλλιέργεια γίνεται ακόμα σε μεγάλο βαθμό παραδοσιακά και εκτατικά, ενώ οι υψηλότερες όπου ακολουθούνται σύγχρονες τεχνικές. Στην Ν. Αμερική συνηθισμένες αποδόσεις είναι 40 έως 120 κιλά το στρέμμα. Στη Βολιβία αναφέρουν απόδοση 48 έως 250 g ανά φυτό. Στην Κένυα αναφέρουν απόδοση πάνω από 400 κιλά το στρέμμα. Στην Β. Αμερική η μέση απόδοση ήταν πάνω από 100 κιλά, στον Καναδά 80-100 κιλά (Jacobsen, 2003; Laguna, 2003 ). Στην Ευρώπη οι πειραματικές καλλιέργειες έδωσαν στην Αγγλία μέχρι 510 κιλά το στρέμμα, στη Δανία από 150 έως 350 κιλά και στη Γερμανία 50 έως 200 κιλά το στρέμμα. Έρευνα στην Αμερική και Ευρώπη που αφορούσε την κινόα έδειξε ότι τα καλύτερα αποτελέσματα έδωσε μια ποικιλία της Δανίας με καλύτερη απόδοση 228 κιλά στην Ιταλία και 396 κιλά το στρέμμα στην Ελλάδα (Iliadis, 1997; Mujica et al., 2001). Σε μελέτη των Iliadis et al (1999) σε ελαφρά αλκαλικό έδαφος βρέθηκε ότι οι αποδόσεις της πρώιμης σποράς ήταν αυξημένες κατά 30-50 % σε σχέση με την όψιμη σπορά του Μαΐου.
Σε έρευνα του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας για 3 χρόνια το 2008-2010 με τις ποικιλίες Faro και CO 407 στο Βελεστίνο και στα Γρεβενά οι αποδόσεις κυμάνθηκαν από 78 έως 425 κιλά το στρέμμα (Λόλας, 2010). Σπορά τον Απρίλιο έδινε υψηλότερες αποδόσεις όπως αναφέρθηκε παραπάνω.
Ξήρανση – Αποθήκευση
Ο σπόρος πρέπει να είναι ξηρός, υγρασία κάτω από 10 %, για να μπορεί να αποθηκευτεί χωρίς να κινδυνεύει να αλλοιωθεί. Πριν τη χρήση ο σπόρος πρέπει να απαλλαγεί από τις σαπωνίνες που περιέχονται στο περισπέρμιο και αυτό γίνεται με εμποτισμό – πλύσιμο σε νερό ή μηχανικά. Η περιεκτικότητα σε σαπωνίνες διαφέρει και εξαρτάται από την ποικιλία (Jacobsen et al., 2000).
Χρήσεις της κινόας
Όπως αναφέρθηκε παραπάνω η κινόα χαρακτηρίζεται και κατατάσσεται στα λειτουργικά τρόφιμα (super foods). Με τις ιδιότητες που έχει θεωρείται ως ίσως το πιο θρεπτικό είδος σπόρου στον κόσμο (FAO, 2011).
Χρησιμοποιείται με τη μορφή σπόρου, ως αλεύρι για πολλά παρασκευάσματα καθώς και ως φύλλα και νεαρά σπορόφυτα.
Στους τόπους καταγωγής της η κινόα χρησιμοποιείται στη μαγειρική με πολλούς διαφορετικούς τρόπους,. Μερικές μορφές σήμερα είναι, αλεύρι, ψωμί, κέικ, μπισκότα, σούπες, επιδόρπια, μακαρόνια, κουσκούς, σαν ρύζι, σε σνάκς, δημητριακά προγεύματα, λουκουμάδες, κρέπες, ψημένοι σπόροι, κ.α. (FAO 2011).
Τα φύλλα και νεαρά σπορόφυτα της κινόας είναι πλούσια σε πρωτεΐνη, βιταμίνες και ανόργανα στοιχεία όπως ασβέστιο, φώσφορο, σίδηρο κ. α. και γι αυτό ως σαλατικά πολύ πιο θρεπτικά από ότι άλλες πράσινες σαλάτες.. Τα φύλλα και νεαρά σπορόφυτα μπορούν να χρησιμοποιούνται και μαγειρευτά όπως το σπανάκι.
Τα πράσινα στελέχη και τα φύλλα χρησιμοποιούνται ως ζωοτροφή αλλά και ξηρά ως βιοκαύσιμο.
Χρήση της κινόας επειδή δεν περιέχει γλουτένη ενδείκνυται και γίνεται από όσους πάσχουν από κοιλιοκάκη. Η πολύ καλή περιεκτικότητα της κινόας σε μαγγάνιο και η καλή σε μαγνήσιο, φώσφορο και φολικό οξύ την καθιστά κατάλληλη για όσους πάσχουν από διαβήτη ή αθηροσκλήρωση. Το μαγνήσιο είναι co-factor πολλών ενζύμων (περισσότερα από 300 ένζυμα) και εκείνων που σχετίζονται με τη χρήση της γλυκόζης και την έκκριση ινσουλίνης στον άνθρωπο. Έρευνα έδειξε ότι τακτική κατανάλωση κινόας μειώνει σημαντικά τον κίνδυνο διαβήτη τύπου 2 (van Dam et al., 2006.).
Η κινόα έχει αντιοξειδωτική δράση ως πλούσια πηγή μαγγανίου το οποίο ευνοεί τη δράση αντιοξειδωτικού ενζύμου (δισμουτάση του υπεροξειδίου-SOD).
Η αντιοξειδωτική δράση της κινόας οφείλεται και στα φλαβονοειδή που περιέχει.
Έρευνα στην Ελλάδα – Αποδεικτικές καλλιέργειες κινόας
Η συμπεριφορά της κινόας στην Ελλάδα μελετήθηκε στη Λάρισα και στα Γρεβενά και Βελεστίνο.
Στη Λάρισα η έρευνα έγινε από το Ινστιτούτο Κτηνοτροφικών Φυτών στη Λάρισα μέσω ευρωπαϊκού προγράμματος την περίοδο 1995-1997 και αργότερα. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι οι αποδόσεις μπορεί να είναι ακόμα και πάνω από 350 kg το στρέμμα (Iliadis et al., 1997, 1999).
Στην περιοχή Γρεβενών και Βελεστίνο η έρευνα έγινε από το Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας το 2008-2010, με χρηματοδότηση της Ν.Α.Γ. το 2009 στο Μεσόλακο, ενώ το 2008 – 2009 με πρωτοβουλία παραγωγών δοκιμάστηκε καλλιέργεια κινόας στα χωριά Αγάπη και Τρικοκκιά.
Τα αποτελέσματα είναι στη διάθεση του πανεπιστημίου Θεσσαλίας
Σε πειράματα ζιζανιοκτονίας που διενεργήθηκαν από το Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας στο Βελεστίνο, το συμπέρασμα είναι ότι οι δραστικές ουσίες που δοκιμάστηκαν δεν ήταν ικανοποιητικά εκλεκτικές για την κινόα και επειδή φαίνεται ότι δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν με ασφάλεια στην εν λόγω καλλιέργεια επιβάλλεται να γίνουν πειράματα για την περαιτέρω διερεύνηση αποτελεσματικών – εκλεκτικών ζιζανιοκτόνων στην κινόα.
Ευχαριστίες
Ο γεωπόνος του Αγροκτήματος του Π. Θ. Σπύρος Σουϊπας βοήθησε στην εγκατάσταση των Δοκιμαστικών και τη λήψη των παρατηρήσεων στο Αγρόκτημα του Π. Θεσσαλίας στο Βελεστίνο. Οι παραγωγοί Ν. Τσιμόπουλος, Χ. Νίκου και Γ. Μεσημέρης έκαναν όλες τις καλλιεργητικές φροντίδες στα Αποδεικτικά στην περιοχή τους. Η Νομ. Αυτοδιοίκηση Γρεβενών χρηματοδότησε τα Αποδεικτικά στην περιοχή.