Μια μελέτη από την ερευνητική ομάδα του Πανεπιστημίου Λουντ της Σουηδίας, μας δείχνει ότι η ακουστική ανταπόκριση παίζει πολύ σημαντικό ρόλο για να καθορίσουμε τι ακριβώς λέμε καθώς μιλάμε. Η μελέτη δημοσιεύτηκε στo “Psychological Science”, ένα περιοδικό της “Association of Psychological Science”.
«Τα αποτελέσματα δείχνουν ότι οι ομιλητές ακούν τις ίδιες τους τις φωνές και αυτό τους βοηθάει να προσδιορίσουν το νόημα των όσων λένε», εξηγεί ο ερευνητής Αντρέας Λιντ (Πανεπιστήμιο Λουντ), επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης.
Advertisment
Διάφορες θεωρίες σχετικές με την παραγωγή λόγου υποστηρίζουν ότι ξεκινάμε με μια ξεκάθαρη ιδέα του τι θέλουμε να πούμε, η οποία περνάει διαφορετικά στάδια κωδικοποίησης μέχρι να καταλήξει σε λεκτική διατύπωση.
Ωστόσο, τα ευρήματα της συγκεκριμένης μελέτης υποστηρίζουν ένα διαφορετικό μοντέλο, στο οποίο η ομιλία είναι κάτι παραπάνω από την ευσυνείδητη μετάφραση του προ-λεκτικού μας μηνύματος.
«Αυτά τα ευρήματα υποστηρίζουν ότι το νόημα όσων λέμε δεν προέρχεται ολοκληρωτικά από εσωτερικές σκέψεις, αλλά καθορίζεται επίσης από την αντίδραση που λαμβάνουμε από την εκφορά του λόγου και από τα συμπεράσματα που αντλούμε από το ευρύτερο πλαίσιο συζήτησης», εξηγεί ο Λιντ.
Advertisment
Για την έρευνα, ο Λιντ και οι συνάδελφοί του επιστράτευσαν Σουηδούς συμμετέχοντες και τους ζήτησαν να ολοκληρώσουν ένα κλασικό τεστ Stroop, το οποίο καθόριζε ένα ελεγχόμενο γλωσσικό πλαίσιο. Κατά τη διάρκεια του τεστ, παρουσιάστηκαν στους συμμετέχοντες ονομασίες χρωμάτων (π.χ. κόκκινο ή πράσινο), μία κάθε φορά και τους ζητήθηκε να ονομάσουν το χρώμα με το οποίο κάθε λέξη ήταν γραμμένη και όχι το χρώμα που ονόμαζε η λέξη που έβλεπαν.
Οι συμμετέχοντες φορούσαν ακουστικά και οι ερευνητές είχαν τη δυνατότητα να τους κάνουν σχόλια σε πραγματικό χρόνο, εν αγνοία των συμμετεχόντων. Οι ερευνητές καθοδηγούσαν τα σχόλια χρησιμοποιώντας ένα σύστημα αναπαραγωγής φωνής. Αυτό το σύστημα επέτρεπε στους ερευνητές να αντικαταστήσουν συγκεκριμένες φωνολογικά όμοιες αλλά εννοιολογικά ανόμοιες λέξεις σε πραγματικό χρόνο, μια τεχνική που ονόμασαν «Ανταλλαγή λόγου σε πραγματικό χρόνο» – “Real-time Speech Exchange” (RSE).
Σε πολλές περιπτώσεις, όταν ζητήθηκε από τους συμμετέχοντες να αναφέρουν τι έχουν πει, εκείνοι ανέφεραν τη λέξη που είχαν ακούσει μέσω των ακουστικών και όχι την λέξη που είχαν πει οι ίδιοι! Έτσι λοιπόν, η ελεγχόμενη καθοδήγηση έκανε τους συμμετέχοντες να πιστέψουν ότι είχαν πραγματικά πει την λάθος λέξη!
Ο Λιντ και οι συνάδελφοί του κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι οι συμμετέχοντες πίστεψαν ότι οι λέξεις που άκουσαν από τα ακουστικά είχαν παραχθεί από τους ίδιους, στο 85% των δοκιμών.
Αυτά τα συμπεράσματα υποδεικνύουν ότι η κατανόηση που έχουμε για τα δικά μας λεχθέντα και η αίσθηση που έχουμε γι’αυτά, εξαρτάται ως έναν βαθμό από συμπεράσματα στα οποία καταλήγουμε μετά τα λεχθέντα.
Το πιο εντυπωσιακό, ίσως, είναι το γεγονός ότι ενώ οι συμμετέχοντες έλαβαν διάφορες ενδείξεις για το τι ακριβώς είπαν, εξακολουθούσαν να αντιμετωπίζουν τις λέξεις από τα ακουστικά σαν να τις είχαν παράγει οι ίδιοι.
«Σε μελλοντικές μελέτες, θα θέλαμε να εφαρμόσουμε το “RSE” σε καταστάσεις περισσότερο κοινωνικού τύπου και πιο αυθόρμητες, για να εξακριβώσουμε, για παράδειγμα, πώς οι ανταλλασσόμενες λέξεις μπορούν να επηρεάσουν τον τρόπο με τον οποίο μια συνέντευξη ή μια συζήτηση εξελίσσεται», είπε ο Λιντ.
«Παρόλο που αυτό είναι τεχνικά δύσκολο να εφαρμοστεί, θα μπορούσε να μας δείξει πώς διαμορφώνεται η νοηματική και επικοινωνιακή πρόθεση κατά τη διάρκεια μιας συνομιλίας», κατέληξε ο Λιντ.