Φωτό: wikimedia
Όσο περνάει ο καιρός και βαθαίνει η κρίση, τοπική και παγκόσμια, γίνεται ολοένα και πιο φανερό το ότι δεν πρόκειται να λυθεί κανένα πρόβλημα του κόσμου, αν ο άνθρωπος δεν αποφασίσει να σταθεί με συνέπεια και ένταση στο πεδίο των εννοιών. Η ευθύνη του είναι ατομική και δεν μπορεί να κρυφτεί πίσω από τις συλλογικές ευθύνες ή τις ευθύνες των πολιτικών και μάλιστα η συνειδητοποίηση αυτής της ευθύνης δεν μπορεί να αναβληθεί λόγω του επείγοντος των συνθηκών.
Advertisment
Πρέπει γίνει κατανοητό ότι οι έννοιες δεν είναι άχρηστη θεωρία αλλά η αντίληψη του ανθρώπου για την πραγματικότητα. Αυτή η πραγματικότητα περιλαμβάνει όλη τη ζωή, τον προσδιορισμό του εαυτού, τις ανάγκες, τους σκοπούς, τις επιθυμίες, τις πεποιθήσεις και τις σχέσεις του ανθρώπου, τα οποία είναι αλληλένδετα, μεταβαλλόμενα μέσα στον χρόνο, συχνά αλληλοσυγκρουόμενα και τα οποία προσπαθεί να καταλάβει, να συσχετίσει και να κατευθύνει. Mέσα σε όλα αυτά εντάσσονται και τα ηθικά διλήμματα και επιλογές (αν υπάρχουν), η όποια συνειδητή ή ασυνείδητη κοσμοθεώρηση και γενικά όλη η εσωτερική διεργασία του ανθρώπου. Γύρω από αυτή την δραματική πραγματικότητα περιστρέφονται όλες του οι προσπάθειες και γι’ αυτό ο τρόπος που την κατανοεί καθορίζει τη ζωή του στην πράξη, και γι’ αυτόν τον λόγο πρέπει να της δοθεί η πρέπουσα προσοχή και όχι να πεταχτεί στο καλάθι των αχρήστων ως θεωρία. Θα πρέπει, λοιπόν, να εξηγηθεί το γιατί αυτό είναι αναγκαίο.
Οι έννοιες ρυθμίζουν τις εκφράσεις της ζωής μας
Αρχικά πρέπει να διευκρινιστεί ότι οι σκοποί του ανθρώπου, όσο μικροί και ασήμαντοι και αν είναι, συνδέονται αναγκαστικά με έννοιες, δηλαδή:
Advertisment
1) Πίσω από κάθε επιθυμία και ατομική ή συλλογική παρόρμηση του ανθρώπου κρύβεται ένας σκοπός, μικρός ίσως αλλά που καθορίζει την κατεύθυνση της ζωής του. Ο σκοπός αυτός βρίσκεται σε επιλογές που έχουν προϋπάρξει και εμπεριέχουν αναγκαστικά εννοιολογικούς προσδιορισμούς. Για παράδειγμα, η ζωική επιθετικότητα συνδέεται με την τάση αυτοσυντήρησης και ασφάλειας και αυτή με τη σειρά της με την τάση για διάρκεια και εαυτό. Μόνον που ένα ζώο δεν μπορεί να συνειδητοποιήσει αυτές τις έννοιες ή με άλλα λόγια την ίδια τη φύση του και την πραγματικότητα του εαυτού του, αν και λειτουργούν καθοριστικά πίσω από τα ένστικτα, ενώ ο άνθρωπος μπορεί να το κάνει λόγω του έντονου αυτοκαθορισμού του και της νοητικής του ανάπτυξης. Επίσης, η επιδίωξη απόκτησης χρήματος στον σύγχρονο κόσμο μας σχετίζεται αρχικά με την ασφάλεια και την ευημερία που είναι μια θεμελιώδης έννοια, αλλά στη συνέχεια διαστρεβλώνεται και υποκαθίσταται με την υπεροχή και τελικά με την κυριαρχία(1) που είναι στρεβλά επιφαινόμενα της ασφάλειας και της ευημερίας. Ο άνθρωπος απορροφάται μονοδιάστατα στον τελευταίο σκοπό π.χ. της υλικής ευημερίας (που δεν είναι παρά ένα μέσον για την επίτευξη του υποκρυπτόμενου σκοπού της ασφάλειας και της διάρκειας), αλλά με το μονοδιάστατο της επιδίωξης προκαλεί διαστρεβλώσεις εννοιακές που καταλήγουν σε παράκαμψη του θεμελιώδους σκοπού του προκαλώντας ανισορροπία και ακολούθως σύγκρουση εσωτερική.
2) Ποτέ ο σκοπός δεν είναι ένας αλλά περισσότεροι και αλληλοσυγκρουόμενοι μέσα στον ίδιο τον άνθρωπο αλλά και στην κοινωνία, όπου εκτυλίσσονται σκοποί άλλων ατόμων ή σκοποί της ίδιας της συλλογικότητας. Επειδή όμως συμβαίνει η παραπάνω διαστρέβλωση ενός σκοπού στον άνθρωπο, στο τέλος εμποδίζονται και άλλοι σκοποί παράλληλοι ή συναφείς. Η ευημερία τελικά υποκαθίσταται από την κυριαρχία. Επομένως, ο αρχικός βαθύτερος σκοπός είναι μεν η ευημερία κάθε επιπέδου (υλικού, ψυχολογικού, πνευματικού), αλλά βαθμιαία υποκαθίσταται από την κυριαρχία, πράγμα που συνήθως εκδηλώνεται με τη μεγάλη συσσώρευση μέσων (χρήματος, υλικών αγαθών, φήμης κτλ). Όμως η κυριαρχία αντιστρατεύεται άλλους σκοπούς, ακόμη και σκοπούς του ίδιου του ατόμου, π.χ. την κοινωνική αρμονία που του είναι αναγκαία για να είναι ασφαλής, γιατί προκαλεί ανισότητα και ανισορροπία που με τη σειρά τους θα προκαλέσουν τελικά σύγκρουση. Έτσι εξηγείται και το γιατί οι επιθετικές ελίτ καταλήγουν πάντοτε στην επιβολή με αστυνόμευση των άλλων που σκοπεύει σε μια επιφανειακή «κοινωνική αρμονία»: επειδή μέσα στη διαδικασία εκπλήρωσης των δικών τους επιμέρους σκοπών επέρχεται αναγκαστικά ανασφάλεια από την προκληθείσα κοινωνική ανισορροπία και αντίδραση. Αυτή η ανασφάλεια περιλαμβάνει τόσο την εξασφάλιση των όσων κατέχουν όσο και την ίδια την διασφάλιση της ζωής τους. Επειδή όμως γι’ αυτή την ασφάλεια είναι αναγκαία η κοινωνική αρμονία, προσπαθούν εκ των υστέρων να την υποκαταστήσουν με επιβαλλόμενη σιωπή. Επομένως, βλέπουμε καθαρά με ποιον τρόπο η εννοιολογικά αδιευκρίνιστη επιθυμία οδηγεί σε κατατεμαχισμό και αντίφαση τους θεμελιώδεις σκοπούς του ανθρώπου, με αποτέλεσμα να έρχεται κατόπιν η βία (ή η παθητικότητα ως συμπλήρωμά της) να δημιουργήσει ένα νέο σημείο ισορροπίας ανάμεσα στις διάφορες βαθμίδες ισχύος, η οποία όμως ισορροπία θα είναι ολότελα ψευδής.
3) Η απληστία που χαρακτηρίζει τόσο έντονα και βαθιά τον άνθρωπο (με χαρακτηριστικά παραδείγματα την υπερκαταναλωτικότητα καθώς και την τάση υπερσυγκέντρωσης δύναμης) είναι σημαντικότατη, γιατί δημιουργεί τα μέγιστα προβλήματα όχι μόνον από την πλευρά των (φανερά ή παρασκηνιακά) κυβερνώντων αλλά και από την πλευρά των κυβερνωμένων, όντας μία μορφή έντονης εξάρτησης από τους πόρους του περιβάλλοντος και μία υπερβολή που οδηγεί πέρα από τα όρια ισορροπίας (τόσο περιβαλλοντικά όσο και ψυχολογικά) και συνεπώς σε σύγκρουση εσωτερική και εξωτερική σε μήκος χρόνου. Βέβαια, η απληστία δεν σχετίζεται μόνον με την κατανάλωση υλικών αγαθών, αλλά μπορεί να κινηθεί και αποκλειστικά στο ψυχολογικό πεδίο.
Για να γίνει όμως κατανοητή και να είναι αντιμετωπίσιμη αυτή η σημαντική περιπλοκή, πρέπει κανείς να σταθεί στην έννοια του βασικού σκοπού (ασφάλειας, ευημερίας, ελευθερίας ή όποιου άλλου) που προσπαθεί να εξυπηρετήσει μέσω της επιθυμίας του (για απόκτηση), η οποία καταλήγει στο τέλος να είναι άπληστη. Και κατόπιν πρέπει να διακρίνει αν υπάρχει αληθινή λογική που να διασυνδέει το επιδιωκόμενο (τον βασικό σκοπό) με το μέσο (την απληστία). Στην πραγματικότητα η απληστία στηρίζεται σε μια διαστρέβλωση εννοιών και βασικών σκοπών και, συχνά, εκφράζει την υποκατάσταση της ευημερίας και της ασφάλειας από την κυριαρχία, όπως προαναφέραμε. Όπου η απληστία έχει μεγάλη κοινωνική επιρροή γίνεται φανερή η σύνδεσή της με την κυριαρχία (όπως στην υπερσυγκέντρωση δύναμης), όπου όμως η απληστία έχει μικρή εμβέλεια περιοριζόμενη στην ατομική καθημερινότητα και, κυρίως, όπου περιορίζεται στο ψυχολογικό πεδίο, εκεί η κυριαρχικότητα δεν είναι πάντα εμφανής λόγω του μικρού μεγέθους της ή δεν θεωρείται τόσο υπολογίσιμη κοινωνικά.
Όπως φαίνεται, οι αποκλίσεις από την ορθή αντίληψη των διαφόρων ιδεών ή εννοιών (που αποτελούν όπως αναφέραμε την πραγματικότητα του εαυτού και των σχέσεων) σε γενικές γραμμές μικραίνουν τη συνείδηση (άρα, και την κατανόηση εννοιών και πραγματικότητας) και οδηγούν σταδιακά στην κυριαρχία (δηλαδή στην αυταπάτη της δύναμης ως υποκατάστατου της ελλείπουσας συνείδησης). Αυτό συμβαίνει, επειδή αυτές οι αποκλίσεις από το ορθό σημαίνουν αντικοινωνικότητα και δημιουργία ειδώλων, αλλά τα είδωλα είναι στατικά, ανταγωνιστικά και αρνούνται την εξελικτική δυναμική της συνείδησης, ακόμη και όταν σχετίζονται με μία ορισμένη χρονική φάση της, όπως είναι λ.χ. η μνήμη της νεότητας. Η ειδωλοποίηση, όμως, ως στατικότητα πάντοτε είναι μια έκφραση δύναμης και μάλιστα ανταγωνιστικής και αποκομμένης από το υποκείμενο. Επιπλέον, η έλλειψη της συνείδησης μειώνει και την αυτοσυνείδηση και γι’ αυτό επιχειρείται να υποκατασταθεί η αυτοσυνείδηση από τη δύναμη ως κατακτημένη ποσότητα, όπως είναι π.χ. η ταύτιση του εαυτού με τη φήμη ή την εικόνα του. Αυτό συμβαίνει, παρ’ όλο που σε τέτοιες περιπτώσεις έχουμε έναν έντονα προβαλλόμενο εαυτό, αλλά πάντοτε με μειωμένη αυτογνωσία, πράγμα που πρέπει να βάζει κάποιον σε σκέψη όσον αφορά την ποιότητα της αυτοσυνείδησης. Μιλάμε, βέβαια, για το είδος αυτό δύναμης που τείνει σταδιακά να λειτουργήσει ως κυριαρχία πάνω σε άλλους (μια και είναι εκ φύσεως ανταγωνιστικό) και είναι αποκομμένο από το βάθος της υποκειμενικότητας.
4) Ο ψυχολογικός χειρισμός των ανθρώπων γίνεται με άμεση ή έμμεση αναφορά σε έννοιες, έστω και αν αυτές οι έννοιες σχετίζονται περισσότερο με το συναίσθημα και τα ένστικτα παρά με τη νόηση. Εφ’ όσον ένας θεμελιώδης σκοπός του ανθρώπου είναι η ελευθερία, τότε πρέπει να κατανοήσει τον εαυτό του και τις έννοιες, για να μπορεί να αποκρούει ο,τιδήποτε τον επηρεάζει στρεβλά και τον φυλακίζει, όπως είναι λ.χ. ένας επιπόλαιος και παραπλανητικός πολιτικός λόγος.
Οι έννοιες βρίσκονται παντού και αποτελούν τη φύση της ζωής μας. Για παράδειγμα, η ευημερία που υπόσχονται οι πολιτικοί τι περιλαμβάνει; Την ασφάλεια, υλική και ψυχολογική, και την ελεύθερη προσωπική ανάπτυξη σύμφωνα με το πολιτισμικό επίπεδο της εποχής (που, βέβαια, περιλαμβάνει και τα αναγκαία υλικά αγαθά για αυτή την ανάπτυξη), αλλά συχνά υπονοείται τόσο από τους πολιτικούς όσο και από τους ίδιους τους πολίτες κάτι αόριστο και ανεύθυνο με αυτούς τους όρους, χωρίς να απασχολείται κανείς τους για το πώς, το γιατί και τις συνέπειές του, και για τον βαθμό αυτής της ανάπτυξης, που σε κάθε περίπτωση θα μπορούσε να νοηθεί ότι επιτρέπεται να φθάσει σε βαθμό ασυδοσίας, οπότε δεν θα πρόκειται πια ούτε για ευημερία ούτε για ελευθερία αλλά για ανευθυνότητα.
Η απλή λογική λέει ότι αν η αντίληψή μου για ένα πράγμα είναι λανθασμένη, αυτή επηρεάζει αρνητικά τη ζωή μου και πρέπει να την αλλάξω προς το καλύτερο. Αυτό είναι γενικά αποδεκτό αλλά μόνον αποκλειστικά σε σχέση με την ατομική ζωή και γι’αυτό οι νέες βελτιωμένες ερμηνείες είναι συχνά πάλι στρεβλωμένες, γιατί χάνουν το σύνολο της εικόνας. Όταν όμως η λανθασμένη αντίληψη σχετίζεται με την κοινωνική ζωή και το όλο, τότε ο άνθρωπος αρνείται πεισματικά να ασχοληθεί θεωρώντας το ως κάτι ξένο προς αυτόν. Στις μεγάλες κρίσεις, βέβαια, αναγκάζεται να το κάνει, αλλά τότε είναι ανέτοιμος να κατανοήσει και να αντιδράσει ορθά.
Αν, όμως, ο άνθρωπος θέλει να είναι ελεύθερος και να επιλύσει τα προβλήματά του, είτε προσωπικά, είτε προβλήματα διακυβέρνησης, είτε προβλήματα κοινωνικά, πρέπει απαραιτήτως να κατανοήσει τη φύση τους – όχι την τεχνική τους διαστρωμάτωση, αλλά τη φύση τους. Για παράδειγμα, η κομματική αντιδικία είναι μία θεατρική και τεχνική παράθεση της διαδρομής ευθυνών και ερμηνειών αποκλειστικά σε επίπεδο κομματικών μηχανισμών, που σε καμμία περίπτωση δεν αγγίζει το αληθινό πρόβλημα και γι’ αυτόν τον λόγο διαιωνίζεται χωρίς κανείς να μαθαίνει τίποτε από όλη αυτή την επαναλαμβανόμενη διαδικασία. Αυτό είναι μια θεατρικότητα που αυξάνει την παθητικότητα και την τύφλωση των πολιτών (παρότι πιστεύεται το αντίθετο λόγω της ύπαρξης εντάσεων), αλλά επιπλέον προκαλεί λήθη της προσωπικής τους ευθύνης για το κοινωνικό γίγνεσθαι, εφ’ όσον τα κόμματα γίνονται αορίστως οι μοναδικοί φορείς ευθυνών. Το ότι υπάρχει δυσαναλογία στον συσχετισμό των κοινωνικών δυνάμεων μεταξύ των ελίτ και των πολλών, όπου υπερισχύουν οι ελίτ, δεν αρκεί για να διαγράψει τις ατομικές ευθύνες των πολλών ούτε, κυρίως, τις ατομικές δυνατότητές τους για αυτοπροσδιορισμό και ταυτόχρονα για υπεύθυνη κοινωνικότητα.
Αν όμως επιτευχθεί μία κατανόηση της φύσης των εννοιών που εμπλέκονται στις ανθρώπινες επιθυμίες και σκοπούς, τότε ο άνθρωπος θα μπορέσει να διακρίνει την ύπαρξη ή την έλλειψη λογικής συνοχής ανάμεσα σε αυτό που κάνει, σε αυτά που προσδοκάει και σε αυτό που λένε ή κάνουν άλλοι όπως οι πολιτικοί.
Μάλιστα η λογική συνοχή ή συνέπεια είναι και ηθική συνοχή, γιατί δεν υπάρχει ηθική χωρίς λογική συνοχή στο πεδίο του κοινωνικού γίγνεσθαι. Ενώ η κοινή λογική του συμφέροντος είναι κάτι τελείως διαφορετικό, γιατί αρνείται τη συνοχή ή διασύνδεση των διαφόρων σκοπών μεταξύ τους, απλώς επιδιώκει ένα συγκεκριμένο αποτέλεσμα άσχετα από την ορθότητά του ή όχι. Για παράδειγμα, το ρουσφέτι αποσκοπεί στην διασφάλιση ενός ατόμου, αυτό όμως ταυτόχρονα δεν βρίσκεται σε λογική συνοχή με τη δικαιοσύνη που όλοι θέλουν ως κοινωνική ασφάλεια και επομένως σε μήκος χρόνου οδηγεί σε κοινωνική αποσάθρωση και σύγκρουση, όπως έχει ήδη γίνει. Η προσδοκία για δικαιοσύνη, κοινωνική ειρήνη και ασφάλεια δεν συνάδουν επομένως με αυτό. Εδώ έχουμε συγκρουόμενους σκοπούς. Για να τους κατανοήσει όμως κανείς, πρέπει να σταθεί στο πεδίο της έννοιας και να μη συμπεριφέρεται τυφλά.
Ο μέσος άνθρωπος μπορεί να το κάνει, γιατί έχει τη διανοητική ικανότητα κατανόησης. Όμως η παθητικότητα και η ροπή προς εφησυχασμό, η ευκολία των ενστίκτων και των τυφλών συναισθηματικών παρορμήσεων και η ιδιοτέλεια της καθημερινής ζωής εμποδίζουν μία αναγκαία και φυσιολογική λειτουργία.
(1) Γιάννης Ζήσης, “Δικαιοσύνη και ισχύς στον δρόμο για την Ειρήνη“, solon.org.gr.
Ιωάννα Μουτσοπούλου, δικηγόρος – Μέλος της ΜΚΟ Σόλων