Στο απόσπασμα που θα ακολουθήσει, βλέπουμε την διαλεκτική αντιπαράθεση του βασιλιά της Αιγύπτου Άμασι με τον βασιλιά της Αιθιοπίας, η οποία τίθεται προς σχολιασμό στην πνευματική ελίτ της Ελλάδος στο συμπόσιο των Επτά Σοφών. Ο Νειλόξενος είναι ο απεσταλμένος του Αιγύπτιου βασιλιά, που διαβάζει και την επιστολή.
Ο Άμασις απευθύνεται κατά κύριον λόγον εις τον Βίαν, αλλά ζητά να αναγνωσθεί η επιστολή του μπροστά σε όλους, ώστε να έχει την καλύτερη δυνατή ωφέλεια.
Advertisment
Ο φίλος σου όμως, Άμασις, εδείχθη ημερώτερος και πνευματικώτερος εις παρόμοια προβλήματα· διότι εζήτησεν από αυτόν να του είπη, τί πράγμα είναι το αρχαιότατον και το ωραιότατον και το μέγιστον και το σοφώτατον και το γενικώτατον, και ωσαύτως μα τον Δία το ωφελιμώτατον και το βλαβερώτατον και το ισχυρότατον και το ευκολώτατον”.
“Απεκρίθη λοιπόν” ηρώτησεν ο Περίανδρος “και έλυσεν όλα αυτά τα προβλήματα;”
“Να έτσι” απήντησεν ο Νειλόξενος· “ακούσετε και κρίνετε σεις· διότι ο βασιλεύς αποδίδει μεγάλην σημασίαν αφ’ ενός μεν να μη φανή ότι διαστρέφει τας αποκρίσεις, αφ’ ετέρου δε, αν διέπραξεν ο αποκριθείς εις αυτάς κάποιον σφάλμα, να μη διαφύγη τούτο ανεξέλεγκτον. Θα σας τα αναγνώσω λοιπόν όπως ακριβώς απήντησε:
Advertisment
τί είναι το αρχαιότατον; ο χρόνος·
τί το μέγιστον; ο κόσμος·
τί το σοφώτατον; η αλήθεια·
τί το ωραιότατον; το φως·
τί το γενικώτατον; ο θάνατος·
τί το ωφελιμώτατον; ο θεός·
τί το βλαβερώτατον; ο δαίμων·
τί το δυνατώτατον; η τύχη·
τί το ευκολώτατον; το ευχάριστον.
Μετά την ανάγνωσιν τούτων, φίλε Νίκαρχε, έγινε πάλιν σιωπή. Τότε ο Θαλής ηρώτησε τον Νειλόξενον, αν ο Άμασις παρεδέχθη τας λύσεις. Όταν δε εκείνος είπεν ότι άλλας παρεδέχθη και άλλας απέκρουε.
“Και όμως” είπεν ο Θαλής “τίποτε απ’ αυτά δεν είναι άψογον όλα περιέχουν μεγάλα σφάλματα και άγνοιαν πραγμάτων. Και πρώτα πρώτα ο χρόνος· πώς ημπορεί να είναι το αρχαιότατον, αφού έν μέρος αυτού είναι παρελθόν, άλλο δε παρόν, και άλλο μέλλον; Διότι ο χρόνος που θα έλθη κατόπιν μας πρέπει να θεωρηθή νεώτερος και των πραγμάτων και των ανθρώπων του παρόντος. Το να θεωρή δε την αλήθειαν σοφίαν δεν διαφέρει, νομίζω, διόλου από το να παραδέχεται το φως ως οφθαλμόν. Έπειτα, αφού εθεώρει το φως ως κάτι ωραίον, όπως και είναι, πώς τότε παρέβλεψε τον ίδιον τον ήλιον;
Από τα άλλα δε η μεν απόκρισις διά θεούς και δαίμονας είναι τολμηρά και επικίνδυνος, παράλογος δε, και πολύ μάλιστα, η απόκρισίς του διά την τύχην· διότι αύτη δεν θα μετεβάλλετο τόσον εύκολα, αν ήτο το ισχυρότατον και δυνατώτατον εις τον κόσμον. Εξ άλλου ουδέ ο θάνατος είναι το καθολικώτερον· διότι δεν ισχύει διά τους ζωντανούς. Αλλά διά να μη φαίνωμεθα ότι κατακρίνομεν τας γνώμας των άλλων, ας αντιτάξωμεν τας ιδικάς μας προς τας γνώμας εκείνου. Εγώ δε πρώτος προσφέρομαι, αν θέλη ο Νειλόξενος να με ερωτά διά το καθένα”. Καθώς λοιπόν έγιναν τότε αι ερωτήσεις και απαντήσεις θα τας διηγηθώ και εγώ τώρα:
“Τί είναι το αρχαιότατον;” “Ο θεός” είπεν ο Θαλής· “διότι είναι κάτι αγέννητον”.
“Τί το μέγιστον;” “Ο χώρος· διότι τα μεν άλλα περιέχει ο κόσμος, αυτός δε τον κόσμον”.
“Τί είναι το ωραιότατον;” “Ο κόσμος· διότι κάθε πράγμα με τάξιν είναι μέρος αυτού”.
“Τί το σοφώτατον;” “Ο χρόνος· διότι αυτός άλλα μεν έχει ήδη εύρει, άλλα δε θα εύρη”.
“Τί είναι το καθολικώτατον;” “Η ελπίς· διότι, και εις όσους τίποτε άλλο δεν υπάρχει, υπάρχει αυτή”.
“Τί το ωφελιμώτατον;” “Η αρετή· διότι και τα άλλα καθιστά ωφέλιμα με την καλήν χρήσιν”.
“Τί το βλαβερώτατον;” “Η κακία· διότι βλάπτει και τα χρηστά με την παρουσίαν της”.
“Τί το ισχυρότατον;” “Η ανάγκη· διότι είναι το μόνον ανίκητον”.
“Τί το ευκολώτατον;” “To φυσικόν διότι προς τας ηδονάς τουλάχιστον πολλοί πολλάκις αποκάμνουν”.
Όλοι τότε επεδοκίμασαν τον Θαλήν, και ο Κλεόδωρος είπε: “Να τι είναι πρέπον, Νειλόξενε, να ερωτούν και να αποκρίνωνται οι βασιλείς.
*Το Συμπόσιον των Επτά Σοφών ανήκει εις τα λεγόμενα Ηθικά του Πλουτάρχου, υπό το όνομα δε αυτό περιλαμβάνονται όλα τα έργα αυτού εκτός των Βίων. Ο γενικός τίτλος των συγγραμμάτων τούτων οφείλεται εις τον πολυμαθή εκ Κωνσταντινουπόλεως μοναχόν Μάξιμον Πλανούδην, ο οποίος κατά το έτος 1295 ήρχισε την περισυλλογήν αυτών.