Του Δημήτρη Μιχελουδάκη
Το πατάρι μας γέμισε με
έπιπλα
βαριά ρούχα
πίνακες ζωγράφων
και παλιά όνειρα.
Αυτά στριμώχτηκαν
ανάμεσα στα πράγματα,
με τον καιρό
λύγισαν και
θρυμματίστηκαν
έσπασαν τελείως.
Το γυαλί από ένα φιτίλι
κρέμεται,
αν ανάψει
μετρά αντίστροφα
μέχρι να γίνει κομμάτια.
Μιας και καλοκαιριάζει
αγάλι αγάλι,
πρέπει να
τα κατεβάσουμε
από το πατάρι
να τα ενώσουμε ξανά.
Να πάρουμε
και οι δυο
λίγο αέρα.
Να ψηλώσουμε μαζί τους
καθώς τεντώνονται
από την ακινησία.