Η ταύτιση της κβαντικής συμπεριφοράς των φυσικών φαινομένων με την πνευματικότητα του ανθρώπου γίνεται στο οριακό σημείο της αβέβαιης, ακαθόριστης και αδύνατης ουσιαστικής ντετερμινιστικής προσέγγισης των φαινομένων.
Γνωρίζουμε ήδη τη βασική δομή των νόμων της φύσης και είναι βέβαιο πως η επιστήμη κινείται με γοργούς ρυθμούς σε αναγνώριση ακόμη περισσότερων από τους κανόνες της λειτουργίας του σύμπαντος.
Advertisment
Όμως τα χαοτικά συστήματα, η αρχή της απροσδιοριστίας, η κβαντική φυσική, η σκοτεινή ύλη, οι μαύρες τρύπες κλπ. ανατρέπουν τη δυνατότητα ύπαρξης νόμων που να περιγράφουν καθολικά την αρχή της δημιουργίας και το σύνολο της συμπαντικής λειτουργίας. Η ανθρωπότητα, το σύμπαν ολόκληρο, δεν έχει μείνει ούτε για μια στιγμή ίδιο και σταθερό παρά συνεχώς μεταλλάσσεται, επεκτείνεται, μεταβάλλεται και διαφοροποιείται, κάνοντας πράξη την προδιάθεση που είναι γραμμένη στον γενετικό του κώδικα ως φυσική αρχή, αυτή της ύπαρξης και της δημιουργίας του καινούργιου που αποτυπώνεται σαν μια διαρκής και άπειρη κίνηση από μια θέση σε μια άλλη, μια διηνεκής αντίθεση στην πράξη.
Κατ΄αυτό τον τρόπο έχουμε μια τρομακτική νεοπλασία φαινομένων που ξεπερνάει τη φανταστική μας σκέψη, τα οποία ο άνθρωπος, με τα διαρκώς εξελισσόμενα επιστημονικά μέσα, προσπαθεί να τακτοποιήσει σε δικά του συστήματα – και είναι εκπληκτικό αυτό που καταφέρνει και στο επίπεδο που το καταφέρνει.
Είναι τουλάχιστον αλαζονικό όμως να νομίζουμε πως όλα προβλέπονται από μια πρώτη αρχή, πως όλα προβλέπονται από φυσικά συστήματα και διατυπώσεις της επιστήμης, πως τα πάντα προέρχονται από τις φυσικές ανώτερες δυνάμεις που έχουν προετοιμάσει τη δημιουργία, την πορεία και το τέλος της ζωής, απαλείφοντας τα απροσδόκητο, το απρόβλεπτο και το απροσδιόριστο που ορίζουν τη δημιουργία της πρωτοάφιξης.
Advertisment
Αν κάποιος καλείται να ανταποκριθεί στις παραστάσεις της φύσης με αυτό τον τρόπο, αρνούμενος να δει στα ρήγματα της τακτικότητας την αντί-θεση των μεταμορφώσεων που προωθούν το νέο, τότε, όπως έλεγε και ο Καστοριάδης, άμεσα απαρνιέται και τη δημιουργία του καινούργιου και υποτάσσεται σε μια τερατώδη μεταφυσική που συμπυκνωμένη προβλέπει τα πάντα.
Πρέπει να δεχτούμε πως υπάρχουν φυσικοί νόμοι και συστήματα που εξηγούν τα φυσικά φαινόμενα και πως ταυτόχρονα υπάρχουν γεγονότα και φυσικές εξελίξεις απρόβλεπτες και απροσδιόριστες που είναι αδύνατον να ταυτοποιηθούν με τις σημερινές μας γνώσεις για τη φύση, ή να ενταχθούν σε κάποιο από τα συστήματα που γνωρίζουμε.
Ας υποθέσουμε πως κάποιος ζούσε κατά την Κρητιδική περίοδο, εξήντα πέντε εκατομμύρια χρόνια πριν. Ακόμη κι αν είχε τις σημερινές φυσικές γνώσεις, με ποια από αυτές τις γνώσεις θα μπορούσε να προβλέψει το τέλος και τον αφανισμό των δεινοσαύρων, οι οποίοι κατακυρίευαν τη γη για εκατομμύρια χρόνια;
Και σημείωσε εδώ, αναγνώστη, πως το χρονολόγιο της ανθρώπινης εξέλιξης λέει πως ο άνθρωπος ζει επάνω στη γη μόλις τα τελευταία εκατόν ενενήντα πέντε χιλιάδες χρόνια.
Ποιος θα μπορούσε να προβλέψει την πτώση της θερμοκρασίας, τις όξινες βροχές, το νέφος, το σκοτάδι;
Με ποιο νόμο της φυσικής θα μπορούσε κάποιος, ζώντας την εποχή του Λιθανθρακοφόρου, να προβλέψει πως θα αφανίζονταν οι αμμωνίτες ή πως κατά την Πέρμια περίοδο θα αφανίζονταν το 90% όλων των υδρόβιων οργανισμών;
Η εξέλιξη της ζωής δεν είναι ένα ντετερμινιστικό γεγονός, δεν υπάρχουν νόμοι και αιτιοκρατικές αφορμές που να προβλέπουν τον αφανισμό και το ανείπωτο τέλος. Δεν υπάρχει επιμέρους σύστημα που να εξηγεί τις συνταρακτικές διαταραχές, παρά μόνο ίσως κάποιες χαοτικές εξισώσεις, οι οποίες όμως και αυτές ως καταστάσεις εντάσσονται σε γενικά συστήματα εξέλιξης της ύπαρξης στη μορφή που γνωρίζουμε σήμερα.
Το ένα τέλος έφερνε το άλλο, η μια ολοκλήρωση την επόμενη αρχή, η μια θέση οδηγούσε στην πρόρρηση της εξέλιξης του σύμπαντος.
Αυτό που θέλω να πω είναι ότι η ζωή μεταβάλλεται και μεταμορφώνεται αδιάλειπτα, καλούμενη να μετασχηματιστεί σε εκείνο που θα υπάρχει όντας απρόβλεπτη και ελλειπτική ντετερμινιστικών αρχών, εγκαταλείποντας αυτό που μας εγκαταλείπει στη συναρμολόγηση του είναι.
Η διαφαινόμενη αυθεντία της γνωστικής μας συνείδησης βλάπτει και υποδουλώνει τις δυνατότητες προόδου του πνεύματος και οδηγεί στα μόνιμα αδιέξοδα του πεπερασμένου.
Οι φυσικοί, οι αστροφυσικοί, οι μαθηματικοί, οι αστρονόμοι κ.α μπορούν μέχρι ένα σημείο να εξηγήσουν το πλήθος των φυσικών φαινομένων τα οποία συντελούνται σε μια βάση απειρισμού.
Απέχουν πολύ όμως από την πλήρη καταγραφή της περίπλοκης λειτουργίας του κόσμου και των θέσεων που λαμβάνει για να εξελίσσεται και να υπάρχει.
Είναι αυτό που έλεγε και ο Μπερξόν, πως όταν τελικά μιλάμε για επιστήμη και για νόμους της φύσης, ουσιαστικά αναφερόμαστε μόνο στην επιστήμη και στους νόμους της ύλης.
Σε τίποτε περισσότερο.
Όταν ο Χάιζενμπεργκ κατέγραφε την αρχή της απροσδιοριστίας, βασικό αξίωμα της κβαντικής μηχανικής, ο ντετερμινισμός δέχτηκε ένα πλήγμα. Ο Αϊνστάιν αδυνατούσε να πιστέψει πως ο Θεός έπαιζε ζάρια, πως η φυσική διέπονταν από τυχαιότητα. Περισσότερο όμως η αρχή της απροσδιοριστίας μας υποδείχνει πως πρώτα η κίνηση είναι αυτή που καταγράφει τη δημιουργία ενός φαινομένου και πως η νέα θέση (όποια κι αν είναι αυτή, ακόμη και μη αιτιοκρατική), η αντί-θεση, ολοκληρώνει τα φυσικά φαινόμενα στη θεμελιώδη αρχή ενός ολοκληρωτικού λογισμού που διατρέχει το σύνολο του σύμπαντος.
Ο άνθρωπος προσπαθεί ιστορικά να ελέγξει ετούτη την κίνηση και το απίθανο είναι πως σήμερα νομίζει ότι το καταφέρνει.
Ο Χάιζενμπεργκ ήρθε να κατοχυρώσει πως μέσα σε αυτή τη διαφαινόμενη πλήρη τάξη των φυσικών φαινομένων υπάρχουν κάποια γεγονότα που δεν υπαγορεύονται από κάποια αιτία, τα οποία όμως, παρ΄όλη την αταξία τους, θα μπορούσαμε να πούμε πως συμμετέχουν ενεργά στην αδιαχώριστη συγκατάθεση της εξέλιξης.
Ακριβώς ετούτη η ολοκληρωτική κίνηση, από μια θέση σε μια άλλη θέση, μιας μονο-δυαδικότητας που συντρέχει στο διηνεκές απρόβλεπτη, α-ίδια και όχι ενάντια, αποτυπώνει τη συμπληρωματικότητα και τον ανταγωνισμό των φυσικών φαινομένων, ανεξάρτητα από αρχικές συνθήκες και ντετερμινιστικές αρχές.
Η αντίθεση από στενά επιστημονική γίνεται συμπαντικά κανονιστική και μοιάζει να κατέχεται από μια ξέχωρη από τις εμφανείς μεταμορφώσεις της συνείδησης, που ολοκληρώνει το παλιό και το νέο στην εντροπία της εξέλιξης της ύπαρξης. Αυτή η κυρίαρχη καταφυγή, πέρα από τις νομοακολουθητικές και τακτοποιημένες εκδηλώσεις που εντοπίζει η επιστήμη και μέσα από την κβαντική μηχανική, είναι η λαμπρή απόδειξη της θέσης της αντί-θεσης στη δημιουργία των φαινομένων και στην εξέλιξη του φυσικού.
Τόσο η αρχή της απροσδιοριστίας όσο και η θεωρία της σχετικότητας, όπως και άλλες πολύ ειδικές θεωρίες, αναφέρονται σε φαινόμενα που συμβαίνουν σε σχετικά πολύ μικρά μήκη ή σε πολύ μεγάλες ταχύτητες αντίστοιχα, και αυτό έχει ως συνέπεια τα θεωρήματα αυτά να περιορίζονται μόνο σε φυσικά φαινόμενα και όχι στα φαινόμενα που αφορούν την καθημερινή ανθρώπινη αντιληπτικότητα.
Η διχοτόμηση της αρχής της απροσδιοριστίας είχε μια εσωτερικεύουσα μυστικιστική πορεία και χρησιμοποιήθηκε λαθεμένα για την εξάντληση του τέλος του ανθρώπου. Η επαλληλία ζωής και θανάτου, η ελεύθερη διαδικασία επιλογής “υπάρχω, δεν υπάρχω, υπάρχω πάλι”, ακυρώνει την έννοια της ζωής, η οποία ορίζεται από μια αρχή και ένα τέλος, από τη γέννηση και το θάνατο.
Η ταύτιση του κβαντικού με το κλασικό, του απροσμέτρητου με το απόλυτα μετρήσιμο και κατανοητό, είναι βήμα στο άγνωστο, στερέωμα στην άβυσσο του ανερώτητου, άλμα στο χάος, στο κενό. Το πείραμα της γάτας του Σρέντιγκερ έγινε για να ανατρέψει την ταύτιση της αρχής της αβεβαιότητας από τα ανθρώπινα και ειδικότερα από την εγκατάλειψη του τέλους του θανάτου. Αυτό που ζει πεθαίνει, αυτό που πεθαίνει δεν ξαναζεί.
Η ζωή δεν είναι ένας γραμμικός συνδυασμός αποσπασματικός και ατελεύτητος, δεν μπορεί να είναι κάποιος ταυτόχρονα και ζωντανός και νεκρός.
Η θέση των κβάντων είναι ένα μεγάλο πρόβλημα για τη φυσική, γιατί δεν μπορεί να υπολογίσει ακριβώς τη θέση τους. Είμαι βέβαιος πως στο μέλλον αυτός ο εντοπισμός θα αποκατασταθεί με νέα εργαλεία μέτρησης που θα ανακαλυφθούν. Στην περίπτωση πάλι που χρησιμοποιούμε τους όρους της κβαντικής μηχανικής στη νόησή μας, στη λογική μας και την έκφρασή μας, είναι σαν να εννοούμε πως το αποτέλεσμα προηγείται του αιτίου, πως το μέλλον προηγείται του παρελθόντος, πως η κίνηση είναι ανεξάρτητη της αντί-θεσης, αφού δεν θα υπάρχει εντοπισμένη αρχική θέση.
Όλα τα φυσικά φαινόμενα, είτε πρόκειται για συγκεκριμένη οργάνωση μορφών, είτε είναι μορφές που δημιουργούνται από το μηδέν (χάος), είτε είναι φαινόμενα που είναι απόλυτα μετρήσιμα, είτε κατά προσέγγιση ή και καθόλου μετρήσιμα, μέσα από τη συνεχή κίνηση και μέσα από την εναλλαγή των θέσεων σε αντι-θέσεις, στοιχειοθετούν αυτό που ονομάζουμε κόσμο, την ολότητα του σύμπαντος δηλαδή.
Η αντίθεση, η κίνηση από μια θέση σε μια άλλη θέση, είναι αυτή που προσκομίζει όλα όσα πραγματοποιούνται στη ζωή του ανθρώπου.
Τόσο στο γίγνεσθαι και στην κατώτερη υλική πραγματικότητα, όσο και στο είναι και στην ανώτερη πνευματική και άυλη πραγματικότητα.
Με έναν όμοιο και καθόλου τυχαίο τρόπο η αντίθεση συνθέτει σε σώμα τις ορισμένες σχέσεις και τις αιτιακές αλληλουχίες των φυσικών φαινόμενων, τους νόμους, τους μετανόμους και τις ντετερμινιστικές αρχές, τα χαοτικά συστήματα, τα κβάντα και τις ανατροπές, στην αναδιαμόρφωση των οποίων συγκρατείται η μονιμότητα της μετεώρισης του σύμπαντος.
“Η Αρχή της Αντίθεσης” Φοίβος Καρακίτσος εκδόσεις Καστανιώτη