Στα 77 του χρόνια έφυγε σήμερα από τη ζωή ένας από τους μεγαλύτερους Ευρωπαίους σκηνοθέτες και σεναριογράφους όλων των εποχών, ο Μπερνάντο Μπερτολούτσι, αναντικατάστατος και αμίμητος στο είδος του. Ταινίες του όπως «Το τελευταίο τανγκό στο Παρίσι», «Οι ονειροπόλοι», ο «Τελευταίος Αυτοκράτορας» και «Ο κομφορμίστας» αποτελούν διαμάντια του παγκόσμιου κινηματογράφου.
Ο Μπερνάντο Μπερτολούτσι γεννήθηκε στις 16 Μαρτίου του 1940, στην Πάρμα της Ιταλίας. Ο πατέρας του, ο Ατίλιο Μπερτολούτσι, ήταν φημισμένος ποιητής και ιστορικός τέχνης, αλλά και φανατικός σινεφίλ. Έτσι, ήταν αυτός που του μετέδωσε από μικρό παιδί το πάθος για τον κινηματογράφο, αυτός που τον πήγε για πρώτη φορά στη μαγική σκοτεινή αίθουσα.
Advertisment
Στο Πανεπιστήμιο της Ρώμης, όπου σπούδαζε Σύγχρονη Λογοτεχνία, κατά την περίοδο 1958-1961, ο Μπερτολούτσι γνώρισε τον ήδη μεγάλο Ιταλό σκηνοθέτη Πιέρ Πάολο Παζολίνη, δίπλα στον οποίο ουσιαστικά ξεκίνησε τη σκηνοθετική του καριέρα ως βοηθός σκηνοθέτη στην ταινία “Accatone”. Ένα χρόνο μετά, να καλείται να σκηνοθετήσει ένα παλιό σχέδιο του Παζολίνι το “La commare Secca” και η μαγική του καριέρα ξεκινά.
Βέβαια, αυτή του η πρώτη απόπειρα κρίθηκε αυστηρά από τους κριτικούς του Φεστιβάλ Βενετίας στο οποίο διαγωνίσθηκε το 1962, κυρίως για το ότι είχε ανεπεξέργαστες παζολινικές επιδράσεις. Ωστόσο, οι κακές κριτικές ποτέ δεν σταμάτησαν τους παθιασμένους με την τέχνη τους από το να παραιτηθούν.
Έτσι, ο νεαρός Μπερτολούτσι συνεχίζει σε ηλικία 23 χρόνων με μια πιο προσωπική πια ταινία, το «Πριν από την επανάσταση” (Prima della rivoluzione), παίρνοντας πια ξεχωριστό δρόμο από τον δάσκαλό του Παζολίνι και τον ιταλικό νεορεαλισμό. Η ταινία, με κεντρικό της θέμα την αλλαγή του κόσμου, ανέδειξε τις υπαρξιακές αναζητήσεις των νέων, εξέφρασε την ιδεολογική τους σύγχυση σε μια εποχή που θα άνοιγε τον δρόμο για επαναστάσεις και αλλαγές, δηλαδή λίγο πριν το Μάη του 1968.
Advertisment
Το «Πριν την επανάσταση», αλλά και ταινίες όπως «Η στρατηγική της αράχνης, «Ο κονφορμίστας» και το «1900», ανήκουν στις πολιτικές του ταινίες, αφού δεν φοβήθηκε ποτέ να εκφράσει την ιδιαίτερη αριστερή πολιτική σκέψη που μόνο οι Ιταλοί εκείνης της εποχής διέθεταν τότε και η οποία βασιζόταν στις νεομαρξιστικές, αντιδογματικές εκφάνσεις της.
Εκτός όμως από τις πολιτικές του απόπειρες, ο Μπερτολούτσι διέθετε βαθιά γνώση και άλλων ειδών• μέσα από αυτή έπλασε ένα δικό του είδος λυρικού στυλ, πλημμυρισμένο από αισθαντικότητα, συναισθήματα, ερωτισμό και μοναδική υπαρξιακή χροιά. «Το τελευταίο ταγκό στο Παρίσι» (1972), «Η πολιορκία μιας γυναίκας» (1998), «Οι ονειροπόλοι» (2003), «Κλεμμένη ομορφιά» (1995) ανήκουν σε αυτό το είδος.
Ο Μπερτολούτσι δεν ήταν ακριβώς αντιπροσωπευτικός καλλιτέχνης της γενιάς του• ήταν πάντα ένα βήμα μπροστά και τολμούσε να αγγίξει ζητήματα και προβληματισμούς που κανένας μέχρι τότε δεν είχε αποπειραθεί να δοκιμάσει. Ως εκ τούτου, το έργο του λυρικού μοντερνιστή είναι πολυσήμαντο και πολυδιάστατο και «παίρνει» πολλές ερμηνείες, ιδεολογικές, κοινωνικοπολιτικές, φιλοσοφικές και βεβαίως ψυχαναλυτικές.
«Το σινεμά μού είναι απαραίτητο για να μην τρελαθώ, για να βάλω τάξη στο μυστήριο και το χάος που υπάρχει μέσα μου, αλλά και στην ίδια τη ζωή. Και τέλος, για να δώσω στη ζωή μου ένα στυλ, έναν τρόπο να υπάρχω», είχε αναφέρει σε ντοκιμαντέρ για τη ζωή του.