Με τον όρο Διαταραχές της Προσωπικότητας εννοούμε τις συμπεριφορές και τις καταστάσεις στις οποίες ένα άτομο διαφοροποιείται από το μέσο όρο ως προς:
• την Γνωστική Λειτουργία (δηλαδή τους τρόπους αντίληψης και ερμηνείας του εαυτού, των άλλων ανθρώπων και γεγονότων.
• την Συναισθηματικότητα (δηλαδή την έκταση, την ένταση, την αστάθεια και την απροσφορότητα της συγκινησιακής απάντησης).
• την Διαπροσωπική Λειτουργικότητα.
• τον Έλεγχο των Παρορμήσεων.
Advertisment
Ουσιαστικά το άτομο παρεκκλίνει από τις προαναφερθείσες νόρμες και από τις προσδοκίες του γενικότερου πολιτισμικού πλαισίου του. Για να διαγνωσθεί ένα άτομο με μία διαταραχή προσωπικότητας χρειάζεται να παρουσιάζονται τα παραπάνω με διάρκεια, συχνότητα και επαναληψιμότητα. Επιπλέον θα πρέπει να προκαλείται από τις καταστάσεις αυτές έκπτωση στην λειτουργικότητα του ατόμου όσον αφορά την κοινωνική, επαγγελματική και προσωπική του ζωή.
Οριακή (Μεταιχμιακή) Διαταραχή της Προσωπικότητας – Διάγνωση
Στην Οριακή Διαταραχή της Προσωπικότητας παρατηρείται ένα διάχυτο πρότυπο αστάθειας των διαπροσωπικών σχέσεων, της εικόνας του εαυτού, των συναισθημάτων και της έκδηλης παρορμητικότητας. Για να διαγνωσθεί ένα άτομο με Οριακή Διαταραχή, χρειάζεται να παρουσιάζει ορισμένα από τα ακόλουθα συμπτώματα:
• Απεγνωσμένες προσπάθειες αποφυγής της πραγματικής ή φαντασιωμένης εγκατάλειψης.
Advertisment
• Πρότυπο ασταθών και έντονων διαπροσωπικών σχέσεων οι οποίες χαρακτηρίζονται από την εναλλαγή μεταξύ των άκρων της εξιδανίκευσης και της απαξίωσης.
• Διαταραχή της ταυτότητας: καταφανώς και επίμονα ασταθής εικόνα ή αίσθηση εαυτού.
• Παρορμητικότητα σε τουλάχιστον δύο περιοχές, η οποία εν δυνάμει είναι αυτοβλαπτική (π.χ. έξοδα, σεξ, κατάχρηση ουσιών, επικίνδυνη οδήγηση, επεισόδια υπερφαγίας).
• Υποτροπιάζουσα αυτοκτονική συμπεριφορά, χειρονομίες ή απειλές, η αυτοακρωτηριαστική συμπεριφορά.
• Συναισθηματική αστάθεια οφειλόμενη σε έκδηλη αντιδραστικότητα της διάθεσης (π.χ. έντονη επεισοδιακή δυσφορία, ευερεθιστότητα ή άγχος που διαρκούν συνήθως λίγες ώρες και μόνο σπάνια περισσότερο από λίγες ημέρες).
• Χρόνια αισθήματα ματαιότητας.
• Απρόσφορος, έντονος θυμός ή δυσκολία ελέγχου του θυμού (π.χ. συχνές εκδηλώσεις οργής, συνεχής θυμός, επανειλημμένοι διαπληκτισμοί).
• Παροδικός, συνδεόμενος με στρες, παρανοειδής ιδεασμός ή βαριά αποσυνδετικά συμπτώματα.
Κλινική Εικόνα
Το άτομο με Οριακή Διαταραχή Προσωπικότητας χαρακτηρίζεται από συναισθηματική αστάθεια. Συνήθως συμπεριφέρεται παρορμητικά χωρίς να λαμβάνει υπόψιν τις συνέπειες των πράξεων του. Η διάθεσή του είναι απρόβλεπτη, ευμετάβλητη και άστατη, με συχνές συναισθηματικές εκρήξεις τις οποίες αδυνατεί να ελέγξει.
Η συμπεριφορά του μπορεί να είναι εριστική και συχνά συγκρούεται με τους άλλους, ειδικά όταν οι ενέργειες του ματαιώνονται ή κρίνονται. Έχει αρνητικά συναισθήματα όπως άγχος, κατάθλιψη, ενοχές, ντροπή, ανησυχία, αποθάρρυνση, δυστυχία, τα οποία εκφράζει με υπερβολικό και πολλές φορές «θεατρικό» τρόπο. Έχει ακραίες αντιδράσεις (π.χ. οργή, ταπείνωση) όταν αντιλαμβάνεται προσβολή ή κριτική από τους άλλους.
Η εικόνα που έχει για τον εαυτό του εναλλάσσεται συχνά και είναι μη επαρκως ανεπτυγμένη, έτσι ώστε συχνά να παρουσιάζει αυτοκριτική, ενοχή, χρόνια συναισθήματα κενότητας και αποσύνδεσης όταν βρίσκεται σε αγχογόνες καταστάσεις. Στην Οριακή Διαταραχή το άτομο είναι μπερδεμένο όσον αφορά τους στόχους και τις εσωτερικές του επιθυμίες.
Οι διαπροσωπικές σχέσεις του διακατέχονται από ένταση, είναι ασταθείς και χαρακτηρίζονται από αυτοκαταστροφικές συμπεριφορές. Οι έντονες αυτές διαπροσωπικές σχέσεις, χαρακτηρίζονται από εναλλαγή μεταξύ των δύο άκρων: εξιδανίκευσης – υποτίμησης του άλλου ατόμου. Σε καταστάσεις έντονου στρες μπορεί να εκδηλωθούν παροδικά ψυχωσικά συμπτώματα. Συχνά το άτομο επιδίδεται σε μανιώδεις προσπάθειες να αποφύγει την πραγματική ή την φαντασιωσική εγκατάλειψη. Σε κάποιες περιπτώσεις το άτομο ίσως έχει τάσεις, ή ακόμα έχει προβεί σε απόπειρες αυτοκτονίας.
Το βασικό χαρακτηριστικό της διαταραχής είναι η έλλειψη σταθερότητας όσον αφορά τις συναισθηματικές αλλά και τις περισσότερες καταστάσεις στην ζωή του ατόμου. Στις περισσότερες περιπτώσεις η Οριακή Διαταραχή ουσιαστικά είναι μια αργοπορημένη, μη σταθερή κατάσταση της φυσιολογικής ανάπτυξης προσωπικότητας. Ο Οριακός λοιπόν φαίνεται να έχει μια αναπτυξιακή βραδύτητα στο πέρασμα μέσα από την συναισθηματικά ταραχώδη φάση της εφηβείας στην ενήλικη ζωή. Συχνά δηλαδή μοιάζει «έφηβος» ακόμα και όντας ενήλικας.
Επιπροσθέτως, το άτομο με Οριακή Διαταραχή αδυνατεί να έχει μία σταθερή και ήρεμη κοινωνική ζωή. Δεν μπορεί να είναι σεξουαλικά εγκρατές και συνήθως παρουσιάζει έλλειψη αναστολών. Επιδίδεται σε περιστασιακό σεξ (της μιας βραδιάς, υπό «παράνομες» συνθήκες κλπ). Παρουσιάζει δυσκολίες στο να είναι συνετό και προσεκτικό πριν μιλήσει ή δράσει και πιθανόν να εκτίθεται ή να έρχεται σε δύσκολη θέση ως συνέπεια αυτού. Ο θυμός του είναι έντονος και ασυγκράτητος, και συχνά μπορεί να φέρεται άσχημα ή εκδικητικά. Θυμώνει σε τεράστιο βαθμό συγκριτικά με την σοβαρότητα της κατάστασης.
Πεποιθήσεις του ατόμου με Οριακή Διαταραχή
Το άτομο συνήθως αισθάνεται πάντα το θύμα των καταστάσεων, ισχυριζόμενο πως οι άλλοι το εκμεταλλεύονται ή το κακομεταχειρίζονται. Επιρρίπτει τις ευθύνες για την όποια αποτυχία ή δυσκολία του στους άλλους, αποφεύγοντας να αναλάβει ευθύνες. Όταν δυσκολεύεται ή βιώνει άσχημες καταστάσεις, αδυνατεί να εμπεριέχει πως οι άλλοι έχουν καλή και κακή πλευρά, και τους βλέπει με απόλυτο τρόπο (διχοτόμηση*). Για παράδειγμα, ξαφνικά μπορεί να αντιπαθήσει κάποιον που συμπαθούσε πολύ.
Έχει μικρή επίγνωση για τα κίνητρα αλλά και για την συμπεριφορά του. Αν τα συναισθήματά του είναι έντονα και δύσκολα, συνήθως παρουσιάζει έκπτωση στην λειτουργικότητα του σε πολλούς τομείς της ζωής του.
Το άτομο δυσκολεύεται να κατευνάσει και να παρηγορήσει τον εαυτό του χωρίς τη βοήθεια κάποιου άλλου προσώπου, δηλαδή έχει δυσκολία να αυτορρύθμισης των συναισθημάτων του. Συνήθως καταστροφολογεί και κινδυνολογεί, βλέποντας τα προβλήματά του ως ολέθρια και ανεπίλυτα. Όταν ταράζεται, έχει την τάση να επιστρέφει σε παλαιότερους, λιγότερο ώριμους τρόπους διαχείρισης (προσκόλληση, ξεσπάσματα, εκρήξεις θυμού κλπ). Οι σχέσεις του τείνουν να είναι χαοτικές, μπερδεμένες και με ραγδαίως εναλλασσόμενες.
Αιτίες
Όπως στις περισσότερες διαταραχές προσωπικότητας, έτσι και στην Οριακή Διαταραχή οι αιτίες είναι πολυπαραγοντικές. Όσον αφορά τους βιολογικούς παράγοντες, σύμφωνα με έρευνες, η κληρονομικότητα και τα γονίδια παίζουν σημαντικό ρόλο στην εμφάνιση της διαταραχής σε σημαντικό μέρος του πληθυσμού. Τα γονίδια επηρεάζουν σημαντικά την εμφάνιση της παρορμητικότητας και της συναισθηματικής αστάθειας. Επιπλέον, ελλείψεις στην ευαισθησία των υποδοχέων της σεροτονίνης σχετίζονται με την εμφάνιση αυτών των συμπτωμάτων. Οι νευρολογικοί παράγοντες, επίσης συμβάλλουν στην εμφάνιση της διαταραχής. Ο ιππόκαμπος και η αμυγδαλή των ατόμων με Οριακή Διαταραχή είναι μικρότερα σε μέγεθος σε σχέση με το μέσο όρο του πληθυσμού. Έχει αποδειχθεί δυσλειτουργία του μετωπιαίου λοβού, ο οποίος όταν λειτουργεί σωστά βοηθά στον έλεγχο της παρορμητικότητας.
Οι κοινωνικοί και περιβαλλοντικοί παράγοντες όπως: η γονεϊκή εγκατάλειψη και αδιαφορία, τα παιδικά τραύματα, η σεξουαλική κακοποίηση, η εχθρότητα, η έλλειψη εμπαθητικής κατανόησης, η ανευθυνότητα, καθώς και η ανεπάρκεια μίας συνεπούς υποστηρικτικής παρουσίας μπορούν να οδηγήσουν σε Οριακή Διαταραχή.
Γνωσιακή Προσέγγιση
Στη Γνωσιακή Προσέγγιση υποστηρίζεται ότι οι αρνητικές παιδικές εμπειρίες μετατρέπονται σε αρνητικά σχήματα*, σχετικά με την ταυτότητα και τις σχέσεις του ατόμου με τους άλλους. Αυτά περιλαμβάνουν πεποιθήσεις όπως για παράδειγμα: «Είμαι απαίσιος άνθρωπος», κάτι που οδηγεί σε αυτοτιμωριτικές σκέψεις: «Κανείς δεν θα με αγαπήσει», το οποίο με τη σειρά του οδηγεί σε σκέψεις όπως: «Δεν μπορώ να τα καταφέρω μόνος μου», το οποίο έχει ως αποτέλεσμα την εξάρτηση από τους άλλους. Όσον αφορά την αυτοκτονική συμπεριφορά, το γνωσιακό μοντέλο υποστηρίζει ότι είναι αποτέλεσμα χαμηλής αυτοεκτίμησης και έλλειψης εναλλακτικής αντιμετώπισης του στρες.
Ψυχαναλυτική Προσέγγιση
Σύμφωνα με την Ψυχαναλυτική Προσέγγιση, οι αρνητικές και άσχημες παιδικές εμπειρίες οδηγούν σε ένα αδύναμο «εγώ*» το οποίο επιζητά διαρκή επιβεβαίωση. Το άτομο αναπτύσσει μηχανισμούς άμυνας κατά τους οποίους διαχωρίζει αντικείμενα και πρόσωπα σαν «καλό» και «κακό», με αποτέλεσμα να αδυνατεί να ενοποιήσει ως «σύνολο» τις θετικές και αρνητικές πλευρές του εαυτού του και των άλλων (σχάση*).
Όπως προαναφέρθηκε το άτομο με Οριακή Διαταραχή παρουσιάζει παρορμητική συμπεριφορά, διαταραχές ταυτότητας, έντονες αλλά ασταθείς διαπροσωπικές σχέσεις, δυσφορικά συναισθήματα, ανεπαρκή ικανότητα να ελέγχει το άγχος του, μικρή δυνατότητα για μετουσίωση.
Χρησιμοποιεί κυρίως πρωτόγονους μηχανισμούς άμυνας. Ο βασικός μηχανισμός είναι η διχοτόμηση. Χρησιμοποιεί επίσης την προβλητική ταύτιση* (σε τεράστιο βαθμό), την άρνηση*, εξιδανίκευση* και αρκετά συχνά την υποτίμηση. Οι μηχανισμοί άμυνας σαφώς θωρακίζουν το εγώ από συγκρούσεις, κρατώντας διχοτομημένες και σαφώς διαφοροποιημένες μεταξύ τους, αντιφατικές εικόνες του εαυτού και των άλλων. Οι άμυνες αυτές όμως, αν και προστατεύουν από τις συγκρούσεις, αποδυναμώνουν την λειτουργικότητα του εγώ και μειώνουν τις δυνατότητές του για προσαρμοστικότητα και ευελιξία.
Σχέση μητέρας – παιδιού στη συμβολή για την ανάπτυξη της Οριακής Διαταραχής
Η ψυχική ανάπτυξη του παιδιού στηρίζεται κυρίως στη συναισθηματική επαφή με τα σημαντικά του αντικείμενα, δηλαδή τους πρώτους φροντιστές του. Επομένως η ποιότητα των σχέσεων του και το κλίμα στο οποίο μεγαλώνει το παιδί, μπορούν ανάλογα με τις συνθήκες να συμβάλλουν ή να παρεμποδίσουν στην ψυχολογική του εξέλιξη και ανάπτυξη. Συγκεκριμένα, η ποιότητα της σχέσης με τη μητέρα είναι φυσικό και αναμενόμενο να κατέχει κεντρική και καθοριστική θέση.
Όταν υπάρχουν δυσλειτουργίες στη σχέση μητέρας – παιδιού, η Οριακή Διαταραχή βρίσκει γόνιμο έδαφος. Ο Οριακός παρουσιάζει τεράστιο άγχος αποχωρισμού από τα σημαντικά του αντικείμενα, ο οποίος αποχωρισμός, συχνά βιώνεται σαν πλήρης και απόλυτη εγκατάλειψη. Αυτό αποδίδεται στις διαταραγμένες σχέσεις του παιδιού με τη μητέρα, που με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, παρεμπόδισαν την ομαλή πορεία των διαδικασιών του αποχωρισμού – εξατομίκευσης (κατάστασης «συγχώνευσης»).
Όταν μια μητέρα, για λόγους που έχουν να κάνουν με την δίκη της ψυχοπαθολογία, δεν είναι διαθέσιμη για το παιδί της και έχει μια βαθύτερη απορριπτική στάση απέναντι του, το παιδί αναγκαστικά βιώνει το κλίμα της απόρριψης και της εγκατάλειψης. Επομένως, παρουσιάζει δυσκολίες στο να δημιουργήσει συγκροτημένες θετικές αναπαραστάσεις των αντικειμένων του και να εσωτερικεύσει εκείνες τις πλευρές της σχέσης που συνεισφέρουν σε μια αίσθηση ασφάλειας και βασικής εμπιστοσύνης, στον εαυτό και στους γύρω του.
Η στάση αυτή της μητέρας, σε συνδυασμό με την συσσώρευση των τραυματικών εμπειριών, οδηγεί στην αδυναμία εσωτερίκευσης ενός «καλού» αντικειμένου που αγαπά, υποστηρίζει και φροντίζει. Επίσης, οδηγεί το άτομο σε μία έντονη επιθετικότητα, που βασίζεται στη συναισθηματική στέρηση και τις υπερβολικές ματαιώσεις που βίωσε ως παιδί. Τα φαινόμενα αυτά μπορούμε να τα συναντήσουμε, σε βαθμό αρκετά συχνό και έντονο, στο άτομο με Οριακή Διαταραχή.
Διαφοροδιάγνωση
Η Οριακή Διαταραχή συχνά συγχέεται με την Διπολική Διαταραχή καθώς ομοιάζουν κυρίως ως προς την ευμεταβλητότητα του συναισθήματος. Όμως, στην Οριακή Διαταραχή οι αλλαγές στην διάθεση και το συναίσθημα έχουν μικρή διάρκεια, σε αντίθεση με την Διπολική, όπου διαρκούν μέρες έως και μήνες.
Οι αλλαγές της διάθεσης στην Οριακή Διαταραχή είναι συνήθως απάντηση σε ένα περιβαλλοντικό ερέθισμα και έναν εξωτερικό παράγοντα, ενώ η αλλαγή διάθεσης στη Διπολική Διαταραχή πιθανόν να εμφανιστεί χωρίς συγκεκριμένο λόγο. Σημαντική επίσης διαφορά αποτελεί το ότι, ο Οριακός διακατέχεται από αίσθημα κενού, αναξιότητας και φόβο εγκατάλειψης.
Αντιμετώπιση
Όποια θεραπευτική παρέμβαση και αν ακολουθείται για την Οριακή Διαταραχή, είναι σημαντικό να αντιμετωπιστούν οι επικίνδυνες και παρορμητικές συμπεριφορές (όταν υπάρχουν), καθώς επίσης, να μπορέσει να υπάρξει μεγαλύτερος αυτοέλεγχος στο άτομο. Είναι καίριας σημασίας η ανάπτυξη ικανοτήτων ρύθμισης της υπερβολικής συναισθηματικότητας του ατόμου, ώστε κατ’επέκταση να βελτιωθούν και οι διαπροσωπικές του σχέσεις. Έτσι θα μπορέσει να συνδεθεί ουσιαστικά με τους άλλους, χωρίς τις άμυνες που το εγκλωβίζουν.
Όσον αφορά στη σχέση θεραπευτή – θεραπευόμενου, ο Οριακός χρειάζεται μια σταθερή και υποστηρικτική θεραπευτική σχέση σε μακροχρόνια βάση, με σαφη και σταθερά Όρια. Ο ψυχοθεραπευτής θα πρέπει να έχει την υπομονή και την αντοχή να διαχειριστεί τις πολλαπλές κρίσεις του Οριακού ατόμου, καθώς και τις συνεχείς προκλήσεις και προσπάθειες παραβίασης και δοκιμασίας των ορίων της σχέσης. Η επικοινωνία θεραπευτή – θεραπευόμενου χρειάζεται να είναι ειλικρινής, αισιόδοξη και προσανατολισμένη στην εκμάθηση πιο ώριμων μηχανισμών αντιμετώπισης των συνθηκών και των δυσκολιών της ζωής και της καθημερινότητας του ατόμου.
*Σχήματα: στην γνωσιακή θεραπεία τα πρότυπα σκέψης και συμπεριφοράς που οργανώνουν την κατηγοριοποίηση των πληροφοριών και τις σχέσεις μεταξύ τους ονομάζονται σχήματα.
*Εγώ: αποτελεί συνιστώσα του μοντέλου για τη δομή του ανθρωπίνου ψυχικού οργάνου στα πλαίσια της δεύτερης τοπικής θεωρίας του Sigmund Freud. Σύμφωνα με αυτό το δομικό μοντέλο το Εγώ αποτελεί το λογικό μέρος που αν και δεν είναι έμφυτο,αναπτύσσεται και καλλιεργείται με την επίδραση της συσσωρευμένης εμπειρίας.
*Διχοτόμηση (ή Σχάση): Η πεποίθηση ότι κάποιος π.χ. είναι μόνο «καλός» ή μόνο «κακός», καθώς αδυνατούμε να εμπεριέξουμε ότι κάποιος που είναι καλός μπορεί να κάνει κάποιες φορές και κακά πράγματα και το αντίστροφο.
*Προβλητική Ταύτιση: Και σε αυτό τον αμυντικό μηχανισμό αποδίδουμε κάποια συγκεκριμένα χαρακτηριστικά (τα οποία συνήθως είναι δικά μας) σε ένα άλλο πρόσωπο, και εντέλει το άλλο πρόσωπο αρχίζει να φέρεται όπως εμείς του έχουμε προσάψει ότι είναι. Για παράδειγμα, θα μπορούσε να πει κάποιος: «Δεν είμαι εγώ ειρωνικός, εσύ είσαι ειρωνικός» και το άλλο πρόσωπο τελικά αρχίζει να είναι ειρωνικό.
*Άρνηση: Μη αποδοχή μίας κατάστασης ως πραγματική. Για παράδειγμα όταν χάνουμε ένα αγαπημένο πρόσωπο, αρνούμαστε να δεχτούμε ότι συμβαίνει το συγκεκριμένο γεγονός.
*Εξιδανίκευση: Η πεποίθηση ότι κάποιος είναι «τέλειος». Βλέπουμε μόνο την θετική πλευρά ενός ατόμου ώστε να νιώσουμε καλύτερα και εμείς βρισκόμενοι δίπλα του. Συχνό φαινόμενο στον έρωτα (ο αρχικά εξιδανικευμενος συντροφος).
[toggle title="Πηγές"]
American Psychiatric Association, DSM-5, Ιατρικές Εκδόσεις Λίτσας, 2015.
Bennett, P., Abnormal and Clinical Psychology ( 3rd Ed), Open University Press, 2011.
Kernberg, O.F., Borderline conditions and pathological narcissism, Aronson: New York, 1975.
McWilliams, N., Ψυχαναλυτική Διάγνωση, Θεσσαλονίκη: Ινστιτούτο Ψυχολογίας και Υγείας, 2012.
[/toggle]
- The absent father effect | Η επίδραση του απόντα πατέρα στην κόρη - 30 Σεπτεμβρίου 2024
- Ενσυναίσθηση: Πώς να είμαστε ουσιαστικά κοντά σε κάποιον που μας χρειάζεται - 31 Αυγούστου 2024
- Η θεραπευτική δύναμη της σχέσης μας με τα ζώα - 3 Ιουνίου 2024