Τα μηνύματα που εκπέμπονται από τους γονείς και εσωτερικεύονται από τα παιδιά, ακόμα κι αν δεν πληρούν τα διαγνωστικά κριτήρια κάποιου σοβαρού προβλήματος, μπορούν και πάλι να επηρεάσουν έντονα τα συναισθήματα ανεπάρκειας, αφήνοντας στην ενήλικη ζωή την επαναλαμβανόμενη σκέψη του «ποτέ δεν είμαι αρκετός». Αυτό ισχύει συχνότερα σε περιπτώσεις όπου ο ένας ή και οι δύο γονείς βρίσκονταν στο φάσμα των ναρκισσιστικών στάσεων και συμπεριφορών.
Οι γονείς με ναρκισσιστικά στοιχεία συχνά δεν μπορούν επαρκώς να παρέχουν ενσυναίσθηση, αγάπη άνευ όρων και αποδοχή στα παιδιά τους. Ο υγιής δεσμός, ο ασφαλής αποχωρισμός και η εξατομίκευση συμβαίνουν όταν αυτές οι ποιότητες βιώνονται ανεξαρτήτως της επίδοσης του παιδιού.
Advertisment
Ένας κόσμος που βασίζεται στην εικόνα και εστιάζει στο πώς φαίνονται τα πράγματα, ειδικά στους άλλους, δεν ανέχεται την αυθεντικότητα και την ατέλεια. Και φυσικά δεν ανέχεται τους ανθρώπους που σχετίζονται με αυτά τα χαρακτηριστικά. Τα παιδιά που βρίσκονται στη διαδικασία μάθησης και ανάπτυξης είναι ιδιαίτερα ευάλωτα στο φόβο, την ντροπή και στα αισθήματα εγκατάλειψης επειδή δεν «είμαι όπως με θέλουν».
Η κληρονομιά των μη ανικανοποίητων συναισθηματικών και αναπτυξιακών αναγκών εκφράζεται συχνά συμπεριφορικά με το να προσπαθούμε συνεχώς να ευχαριστήσουμε τους άλλους, με το να αναζητάμε συνεχώς στοιχεία για το πώς να γίνουμε «αρκετά καλοί» και αποδεκτοί. Χωρίς αυτά δεν υπάρχει αυτάρκεια και αυτοεκτίμηση.
Πολλοί από τους ανθρώπους που εμφανίζουν διαταραχή συσσώρευσης παλεύουν με ερωτήματα όπως «Γιατί νιώθω ότι δεν αξίζω την αγάπη;» «Γιατί δεν νιώθω ποτέ αρκετός;», «Γιατί νιώθω τόσο άδειος;» και «Γιατί πάντα αμφιβάλλω για τον εαυτό μου και τις αποφάσεις που παίρνω;».
Advertisment
Γνωρίζουν ότι θέλουν να νιώσουν καλύτερα και ειλικρινά λαχταρούν να βρουν καλύτερους τρόπους να ζήσουν τη ζωή που θέλουν χωρίς τους σωρούς από πράγματα. Τα εσωτερικά τους μηνύματα συνεχίζουν να επαναλαμβάνονται με φωνές από το παρελθόν που τους ψιθυρίζουν λόγια όπως «αυτό είναι πιο δυνατό από εσένα… είσαι αποτυχημένος».
Συχνά, έχουν τόσο πολύ αποδεχτεί και εσωτερικεύσει αυτά τα καταστροφικά μηνύματα που είναι εξαιρετικά δύσκολος ο δρόμος της επούλωσης. Η δουλειά μου ξεκινά με το να τους βοηθήσω να γεμίσουν αυτό το εσωτερικό κενό με αυτοσυμπόνοια και αποδοχή, όχι με πράγματα.
Μαθαίνουν ότι τα συναισθήματα ντροπής και αυτό-κατηγορίας δεν σημαίνουν αυτόματα ότι αυτό ισχύει πράγματι και ότι δεν έχουν πετύχει τίποτα το αξιοσημείωτο. Αυτό σταδιακά τους βοηθά να σταματήσουν να αυτοκατηγορούνται, καλύπτοντας εκείνες τις φωνές των αρνητικών κριτών τους.
Με ελπίδα και συμπονετική αυτεπίγνωση, αυτά τα άτομα αντιμετωπίζουν το γεγονός ότι αν τα πράγματα μπορούσαν να ικανοποιήσουν τις ανάγκες τους, δεν θα χρειάζονταν τόσα πολλά. Τα αντικείμενα δεν θα γεμίσουν ποτέ το κενό και δεν θα τους αγαπήσουν. Ακόμα κι αν εκείνα αγαπούν τα πράγματα αυτά, δεν θα μπορούσαν ποτέ αυτά να γεμίσουν το κενό που νιώθουν.
Είναι σα να βρίσκεται κανείς μεσοπέλαγα σε μια βάρκα χωρίς φρέσκο πόσιμο νερό, αλλά ειρωνικά είναι περιτριγυρισμένος από νερό. Έτσι χρησιμοποιούν τα αντικείμενα ως υποκατάστατο, κατακλύζονται από αυτά και στο τέλος πολλές φορές βάζουν τη ζωή τους σε κίνδυνο. Όταν μιλάμε για ανάγκες, δεν υπάρχουν υποκατάστατα.
Το ίδιο φυσικά ισχύει και για άλλου είδους εθισμούς. Τα αντικείμενα, το φαγητό, οι ουσίες, το αλκοόλ αποτελούν ψευδαισθησιακά υποκατάστατα ανεκπλήρωτων αναγκών, μια κραυγή αγωνίας που ζητά κάτι. Κάθε περίπτωση είναι διαφορετική, αλλά ένα είναι κοινό: τα συναισθήματα αναξιότητας πηγάζουν από το παρελθόν ενός πληγωμένου, πολλές φορές και παραμελημένου, παιδιού. Και τι θέλει αυτό το παιδί; Μια αγκαλιά και την άνευ όρων αποδοχή και αγάπη μας.
Πηγή:
www.psychologytoday.com/intl/blog/conquer-the-clutter/202101/why-do-i-feel-im-never-enough