Σύμφωνα με επιστημονική έρευνα, η μακροχρόνια εκπαίδευση συνδέεται με μειωμένο κίνδυνο ανάπτυξης καρδιαγγειακών παθήσεων (καρδιακής προσβολής και εγκεφαλικού επεισοδίου).
Οι επιστήμονες κατάφεραν να ξεδιπλώσουν τους λόγους πίσω από μια σύνδεση που είχε ήδη από παλαιότερα εντοπιστεί. Πρότερες μελέτες είχαν αποδείξει ότι κάθε 3.5 χρόνια εκπαίδευσης μπορούν να μειώσουν τον κίνδυνο καρδιαγγειακών παθήσεων κατά ένα τρίτο. Όμως, η επιστήμη δεν γνώριζε ακριβώς γιατί το υψηλότερο μορφωτικό επίπεδο είχε μια τέτοια επίδραση στον ανθρώπινο οργανισμό, πώς δηλαδή επιδρά στην καρδιά και στα αιμοφόρα αγγεία.
Advertisment
Στην πρόσφατη έρευνα από το Imperial College του Λονδίνου, το Πανεπιστήμιο του Bristol,, Cambridge και Οξφόρδης, οι ερευνητές χρησιμοποίησαν στατιστικές και γενετικές αναλύσεις για να δείξουν ότι συνολικά το 40% της επίδραση της εκπαίδευσης στον κίνδυνο καρδιαγγειακών νόσων εξηγείται από τον Δείκτη Μάζας σώματος, την αρτηριακή πίεση ή το κάπνισμα.
Συγκεκριμένα, διαπιστώθηκε ότι κάθε 3,6 έξτρα χρόνια εκπαίδευσης σχετίζονται με μείωση του ΔΜΣ κατά μία μονάδα και με μείωση της συστολικής αρτηριακής πίεσης κατά 3 mm/Hg. Πιο αναλυτικά, ο δείκτης μάζας σώματος επηρεάζει την εμφάνιση καρδιαγγειακών παθήσεων κατά 18%, η αρτηριακή πίεση κατά 27% και το κάπνισμα κατά 34%.
Οι ερευνητές συνέκριναν στοιχεία από 217.000 Βρετανούς: τα χρόνια εκπαίδευσης, και τρεις άλλους παράγοντες, τον Δείκτη Μάζας Σώματος, το κάπνισμα και την αρτηριακή πίεσης. Επιπροσθέτως, μέσω της μεθόδου τυχαιοποίησης του Μέντελ (κατά την οποία οι προσωπικές μεταβλητές «εξουδετερώνονται» και δεν μπορούν να επηρεάσουν τα αποτελέσματα), εξέτασαν ένα γονιδίωμα, το οποίο έχει παρατηρηθεί ότι επηρεάζεται από την πολυετή εκπαίδευση.
Advertisment
Στη μελέτη υπάρχει και ελληνική συμμετοχή, η δρ Ιωάννα Τζουλάκη του Τμήματος Βιοστατιστικής και Επιδημιολογίας της Σχολής Δημόσιας Υγείας του Imperial και του Τμήματος Ιατρικής του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων. Βέβαια, η έρευνα αποκάλυψε ότι οι καρδιαγγειακές παθήσεις εξηγούνται κατά 40% από τους παραπάνω παράγοντες, οπότε και αφήνει ακόμα ανεξερεύνητο και άγνωστο το υπόλοιπο μεγάλο κομμάτι αυτού του μεγάλου κινδύνου για τον ανθρώπινο οργανισμό.
Πηγή: www.eurekalert.org/pub_releases/2019-05/icl-mys052019.php