Στο διαμέρισμά μας, ο αέρας ήταν γεμάτος από τις χαρούμενες φωνούλες των παιδιών και τη γλυκιά μυρωδιά της γαλάζιας επικάλυψης της τούρτας. Ήταν ένα πρωί Σαββάτου στις αρχές Νοεμβρίου, το σαββατοκύριακο μετά τα έβδομα γενέθλια της Σόφι, και επέβλεπα ένα πάρτι με χλαπάτσες: επιλογή της Σόφι. Εκείνη και οι περισσότερες φίλες της είχαν κόλλημα με τις χλαπάτσες. Με οκτώ κορίτσια να ανακατεύουν συνεχώς πούλιες και γκλίτερ για να φτιάξουν «χλαπάτσες μονόκερου», ο ενθουσιασμός ήταν εμφανής. Αφού καθάρισα τα υπολείμματα από την πίτσα και ετοίμασα την τούρτα, πήγα προς τα κορίτσια και τα άκουσα να μιλάνε.
«Μπορούμε να πάρουμε τη χλαπάτσα στο σπίτι;» ρώτησε η Φράνσις, ένα από τα κορίτσια, καθώς κάθονταν στο πάτωμα.
«Βέβαια», είπε η Σόφι. «Έχουμε πολλή περισσότερη από ό,τι θα χρησιμοποιήσω».
«Τέλεια. Ευχαριστώ».
Advertisment
Η Σόφι ρώτησε πώς θα έπρεπε να μοιράσουν τις χλαπάτσες και η Φράνσις πρότεινε η καθεμία να κρατήσει αυτήν που είχε φτιάξει μέχρι τότε. Τα κορίτσια συμφώνησαν και πήγα στην κουζίνα για να φέρω πλαστικές σακουλίτσες. Όμως, καθώς έφευγα, είδα ένα κορίτσι, την Ελίζαμπεθ, να κρατάει μια μικρή μπάλα χλαπάτσας και να λέει «Κοιτάξτε. Η δικιά μου δεν είναι τίποτα». Ήταν ένα μικρό πράγμα και ένιωθα την απογοήτευσή της.
Τα κορίτσια την κοίταξαν και μετά κοίταξαν η μια την άλλη: πράγματι είχαν αρκετή περισσότερη από ό,τι εκείνη. Για μια στιγμή, έπεσε σιωπή. Μετά η Φράνσις έσκυψε μπροστά και έβαλε λίγη από τη δική της χλαπάτσα στο τραπέζι.
«Ας της δώσουμε όλες λίγη από τη δικιά μας», πρότεινε.
«Έτσι καμία δεν θα χάσει πολλή και η Ελίζαμπεθ θα έχει όση έχουμε κι εμείς».
Χωρίς δισταγμό, τα άλλα κορίτσια συμφώνησαν και έφτιαξαν ένα λοφάκι από γκρι χλαπάτσα, την οποία η Ελίζαμπεθ πήρε με ένα μεγάλο χαμόγελο.
«Ευχαριστώ, κορίτσια», είπε. «Ήταν αυτό ακριβώς που χρειαζόμουν».
Σύντομα έφυγαν, μαζί με τις γεμάτες χλαπάτσα σακουλίτσες τους. Αγκαλιάστηκαν θερμά πριν αποχαιρετιστούν.
Advertisment
Αυτή η σκηνή, όσο μικρή και αν ήταν, κόλλησε στο μυαλό μου. Αρχικά δεν ήξερα γιατί. Τα κορίτσια δεν φάνηκαν να το σκέφτονται ιδιαίτερα. Για εκείνες δεν ήταν κάτι σημαντικό. Αλλά μετά κατάλαβα ότι ήταν ακριβώς η ευκολία με την οποία έλυσαν το πρόβλημα που έκανε τη στιγμή αξιομνημόνευτη. Δεν δυσκολεύτηκαν ούτε το συζήτησαν για πολλή ώρα. Αντιθέτως, επέδειξαν ενσυναίσθηση, σκέφτηκαν και αισθάνθηκαν την Ελίζαμπεθ με το μυαλό και την καρδιά τους κι έπειτα απάντησαν βάσει όσων είχαν παρατηρήσει.
Επομένως, πώς διαχειρίστηκαν την κατάσταση τόσο εύκολα; Πρώτον, ήταν καλές φίλες από το σχολείο. Αυτή η κοινή βάση σίγουρα διευκόλυνε την κατάσταση. Πέρα από αυτό, είχαν μάθει να δείχνουν ενσυναίσθηση και να δρουν βάσει των συναισθημάτων τους με τρόπο που βοηθούσε τους φίλους τους. Αυτό δεν σημαίνει ότι θα ήταν συνέχεια γεμάτες ενσυναίσθηση – αλλά, εκείνη τη στιγμή, μπόρεσαν να αφήσουν την ενσυναίσθησή τους να λάμψει.
Οι συζητήσεις μπορούν να πυροδοτήσουν την περιέργεια των παιδιών και να τους επιτρέψουν να μάθουν πώς να μαθαίνουν. Όμως η μάθηση δεν είναι το μόνο πράγμα που θέλουμε να κάνουν τα παιδιά. Θέλουμε να δουν την οπτική κάποιου άλλου, να συνδεθούν ουσιαστικά μαζί του και να δράσουν ώστε να βοηθήσουν. Πώς; Εάν ένα παιδί μπορεί να απαγγείλει «συναισθηματικές» λέξεις από ένα λεξικό, μπορεί να κερδίσει ένα διαγωνισμό ορθογραφίας. Όμως, εάν δεν κάνει τίποτα όταν ο φίλος του πέσει κάτω ή κάποιος εκφοβίζει τον αδερφό του, τότε όλη του η γνώση δεν έχει σημασία. Χρειάζεται την ενσυναίσθηση για να καταλάβει την οπτική των άλλων, να μοιραστεί συναισθήματα και να δράσει για να βοηθήσει.
Όμως αυτή η συζήτηση στο πάρτι γενεθλίων, καθώς και αμέτρητες άλλες που έχω ακούσει από τότε και μετά, με έβαλαν σε σκέψεις. Ταίριαζε με τις παρατηρήσεις που έχω κάνει στα τόσα χρόνια έρευνας και δουλειάς, καθώς και στα χρόνια μου ως γονιού δυο παιδιών. Στη διάρκεια αυτών των ετών, με έχει χαροποιήσει το γεγονός ότι βλέπω πολλά παιδιά να δείχνουν ενσυναίσθηση σε φίλους, συγγενείς και αγνώστους με απροσδόκητους τρόπους. Μπορούμε να μεγαλώνουμε παιδιά έτσι ώστε να έχουν ενσυναίσθηση – και δεν χρειάζεται να ασχολούμαστε συνέχεια μαζί τους για να το πετύχουμε. Τα παιδιά μπορούν να δυναμώσουν τους μυς της ενσυναίσθησής τους, με αποτέλεσμα να κατανοούν και να νιώθουν τις οπτικές των άλλων με ακόμα πιο λεπτομερείς τρόπους. Για να βοηθήσουμε, πρέπει να ξεκινήσουμε με το να ξεκαθαρίσουμε τι είναι η ενσυναίσθηση.
Η ενσυναίσθηση δεν είναι απλώς «κάτι καλό»
Εάν βρίσκετε την έννοια της ενσυναίσθησης αόριστη ή συγκχυμένη, δεν είστε οι μόνοι. Πολλοί άνθρωποι χρησιμοποιούν τον όρο ως κάτι που θέλουμε να έχουν τα παιδιά, αλλά χωρίς να ορίζουν ποτέ τι σημαίνει. Άλλοι τη μπερδεύουν με άλλες παρόμοιες ιδιότητες, όπως η καλοσύνη ή η φροντίδα για τον άλλο. Ή ίσως να έχετε ακούσει την έκφραση «μπες στη θέση του άλλου». Αυτή δεν είναι μια κακή αφετηρία. Όμως με τι μοιάζει αυτή η «θέση» και πώς καθόμαστε σε αυτή;
Τείνουμε να σκεφτόμαστε την ενσυναίσθηση ως κάτι καλό, μια ιδιότητα που σχετίζεται με την καλοσύνη ή τη φιλανθρωπία.
Ή τη βλέπουμε ως κάτι ευχάριστο και γλυκό – το συναισθηματικό αντίστοιχο της σειράς Mister Roger’s Neighborhood. Όμως η ενσυναίσθηση είναι κάτι πολύ πιο συναρπαστικό και σημαντικό. Σκεφτείτε ότι είστε ανοιχτοί στον κόσμο. Αντί να έχετε ψηλά τείχη, έχετε ανοιχτούς πόρους. Δεν συνδέεται μόνο με τα αρνητικά συναισθήματα. Μπορείτε να συναισθανθείτε και τη χαρά των ανθρώπων. Και αυτό αποτελεί το κλειδί για να νιώσετε ότι συνδέεστε με τους άλλους, ότι σας κατανοούν και σας αγαπούν ως ολοκληρωμένο άνθρωπο. Η ενσυναίσθηση επιτρέπει στα παιδιά να είναι κοινωνικά και να αποφεύγουν τη σκληρότητα, ενώ τα βγάζει από τον προσωπικό τους μικρόκοσμο. Όταν αισθάνονται ενσυναίσθηση, μπορούν να συνδεθούν με πιο βαθύ και ουσιαστικό τρόπο.
Στην πραγματικότητα, τα παιδιά έχουν μια έμφυτη ικανότητα για ενσυναίσθηση η οποία χρειάζεται καλλιέργεια. Είναι σαν ένα ντεπόζιτο που χρειάζεται γέμισμα. Με μια ακονισμένη ενσυναίσθηση, ένα παιδί αναγνωρίζει τι πραγματικά νιώθει ένα άλλο άτομο και μπορεί να εκφράσει τον εαυτό του με έναν τρόπο που επιτρέπει σε όλο τον εαυτό του να αναγνωριστεί. Καταλαβαίνει ποιοι είναι πραγματικά οι άλλοι, ενώ την ίδια στιγμή εκείνοι το γνωρίζουν καλύτερα. Και η ικανότητα να νιώθει και να δείχνει ενσυναίσθηση αναπτύσσεται σε όλη την παιδική ηλικία και πέρα από αυτήν.
Ακόμα και ως ενήλικες, οι περισσότεροι από εμάς ακόμα δουλεύουμε για να τελειοποιήσουμε την ενσυναίσθησή μας. Θυμηθείτε τους καβγάδες στον δρόμο ή απλά τον εκνευρισμό σας επειδή κάποιος αργεί πολύ στο ταμείο. Συχνά επιτρέπουμε στον θυμό, τον εκνευρισμό ή τη δυσαρέσκειά μας να μας κατακλύσουν, χωρίς να σταματάμε για να σκεφτούμε γιατί το άλλο άτομο φέρεται όπως φέρεται. Η έμφυτη ικανότητά μας για ενσυναίσθηση σταματάει να αναπτύσσεται.
Όμως από πού προέρχεται η ενσυναίσθησή μας; Για δεκαετίες, οι επιστήμονες νόμιζαν ότι σχετιζόταν με τους κατοπτρικούς νευρώνες, δηλαδή με τις συνάψεις του εγκεφάλου που ενεργοποιούνται τόσο όταν κάνετε μια πράξη όσο και όταν βλέπετε ένα άλλο άτομο να την κάνει. Είναι μια ιδέα του τύπου «μαϊμού βλέπει, μαϊμού κάνει» που κυριολεκτικά ξεκίνησε από τη μελέτη μαϊμούδων. Τώρα όμως θεωρούμε ότι η ενσυναίσθηση περιλαμβάνει πολλά περισσότερα από απλώς ένα απομονωμένο δίκτυο νευρώνων. Είναι ένα σύνολο δεξιοτήτων που μπορεί να ξεκινά με τους κατοπτρικούς νευρώνες, αλλά συνδέεται με πολλά περισσότερα πράγματα.
Η ενσυναίσθηση, όπως την ορίζουν οι ψυχολόγοι Daniel Goleman και Paul Ekman, έχει τρία μέρη: να βλέπουμε την οπτική του άλλου, μια δεξιότητα γνωστή ως γνωστική ενσυναίσθηση˙ να νιώθουμε τι νιώθει ένα άλλο άτομο, γνωστή ως συναισθηματική ή συγκινησιακή ενσυναίσθηση˙ και να κινητοποιούμαστε να βοηθήσουμε, μια δεξιότητα που είναι γνωστή ως συμπονετική ενσυναίσθηση.
Τα κορίτσια στο πάρτι γενεθλίων είχαν χρησιμοποιήσει και τις τρεις. Είχαν δει την οπτική της Ελίζαμπεθ, μέσω της γνωστικής ενσυναίσθησης, και κατάλαβαν ότι δεν είχε όση χλαπάτσα είχαν εκείνες. Ένιωσαν αυτό που ένιωθε, χρησιμοποίησαν δηλαδή τη συναισθηματική ενσυναίσθηση για να μοιραστούν την απογοήτευσή της. Και ενέργησαν για να τη βοηθήσουν με έναν τρόπο που δεν ενοχλούσε καμία τους, επιδεικνύοντας συμπονετική ενσυναίσθηση.
Επιπλέον, χρησιμοποίησαν αυτές τις δεξιότητες ανεξάρτητα, με έναν τρόπο που τις έκανε όλες να νιώσουν συνδεδεμένες και πιο χαρούμενες. Για να μεγαλώσει με τέτοιο τρόπο ώστε να νοιάζεται, ένα παιδί χρειάζεται και τα τρία μέρη. Το να έχει μόνο ένα ή δύο δεν σημαίνει ότι θα δείξει κατανόηση. Μια έρευνα είχε δείξει ότι τα παιδιά που είναι πολύ καλά στο να βλέπουν την οπτική του άλλου μπορούν στην πραγματικότητα να είναι πιο σκληρά με τους συμμαθητές τους, καθώς καταλαβαίνουν ποιες πράξεις θα τους βλάψουν περισσότερο.
Επίσης, η αφηρημένη κατανόηση της ενσυναίσθησης δεν αρκεί. Τα παιδιά χρειάζονται επιπλέον δεξιότητες για να εφαρμόσουν τις γνώσεις τους για τα συναισθήματα. Πρέπει να συγκινηθούν για να νοιαστούν. Μερικές φορές αυτό προκύπτει φυσικά, αλλά όχι πάντα. Οι συζητήσεις μας μαζί τους είναι καθοριστικής σημασίας για να τα βοηθήσουμε να αναγνωρίσουν τις ενσυναισθητικές τους δυνατότητες και να αναπτυχθούν εκεί που υστερούν, ενώ κατανοούν την ηθική διάσταση. Ουσιαστικά, στον διάλογό μας με τα παιδιά τα βοηθάμε να καλύψουν τα κενά ως προς την ενσυναίσθησή τους. Με το να τα προπονούμε να κατανοούν και να εκφράζουν συναισθήματα, αντί να τα αγνοούν, στηρίζουμε τις ενσυναισθητικές τους δεξιότητες από νωρίς.
Ευτυχώς, ήδη από τη νηπιακή ηλικία, έχουμε όλοι μας την τάση να κατανοήσουμε τους άλλους και να συνδεθούμε μαζί τους. Βρίσκουμε χαρά στο να μοιραζόμαστε τα θετικά και τα αρνητικά συναισθήματα των άλλων. Σκεφτείτε ότι βλέπετε μια ταινία τρόμου και μοιράζεστε την αγωνία του πρωταγωνιστή.
Όμως το γεγονός ότι διαθέτουν ικανότητα για ενσυναίσθηση δεν σημαίνει ότι τα παιδιά θα την αναπτύξουν. Πρέπει να τα βοηθήσουμε να καλλιεργήσουν την ενσυναίσθηση – και μπορούμε να το κάνουμε.
Το απόσπασμα είναι από το βιβλίο Η τέχνη του να μιλάμε με τα παιδιά μας της Rebecca Rolland, EdD. Κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Διόπτρα σε όλα τα βιβλιοπωλεία και στο www.dioptra.gr. Διαβάστε τις πρώτες σελίδες του βιβλίου.