Κάθε άνθρωπος χρειάζεται έναν χώρο όπου θα νιώθει προστατευμένος, ασφαλής και ευπρόσδεκτος, έναν χώρο όπου θα μπορεί να χαλαρώνει και να είναι ο εαυτός του. Αν είμαστε τυχεροί, το πατρικό μας σπίτι ήταν ένας τέτοιος χώρος. Αν εισπράξαμε στοργή και αγάπη από τους γονείς μας, τότε μεγαλώσαμε σε μια ζεστή φωλιά. Το σπίτι μας ήταν το σπίτι που λαχταρά κάθε άνθρωπος: ένα λιμάνι θαλπωρής.
Κι αυτή η αίσθηση της παιδικής μας ηλικίας, ότι είμαστε αποδεκτοί και ευπρόσδεκτοι, παραμένει μέσα μας ως θεμελιώδης ζωτική αίσθηση, που μας συνοδεύει και στον ενήλικο βίο μας: Νιώθουμε ασφαλείς στον κόσμο και στη ζωή μας. Διαθέτουμε αυτοπεποίθηση και μπορούμε να εμπνεύσουμε εμπιστοσύνη στους άλλους. Αυτή είναι η λεγόμενη βασική εμπιστοσύνη. Η βασική εμπιστοσύνη είναι κάτι σαν εσωτερικό καταφύγιο, που μας χαρίζει ψυχική ισορροπία και αίσθηση ασφάλειας.
Advertisment
Δεν είναι λίγοι, ωστόσο, εκείνοι που έχουν κυρίως άσχημες –ή και τραυματικές– αναμνήσεις από την παιδική τους ηλικία. Κάποιοι ήταν δυστυχισμένοι στα παιδικά τους χρόνια, αλλά απώθησαν αυτά τα βιώματα. Τα έχουν σχεδόν ξεχάσει. Άλλοι, πάλι, ισχυρίζονται πως η παιδική τους ηλικία ήταν «φυσιολογική», ή κι «ευτυχισμένη», όμως, με μια πιο προσεκτική ματιά, αποδεικνύεται ότι πρόκειται για αυταπάτη. Γιατί ακόμα κι όταν οι συγκεκριμένοι άνθρωποι απωθούν τα παιδικά βιώματα ανασφάλειας και απόρριψης, ή τα υποβαθμίζουν εσκεμμένα στην ενήλικη ζωή τους, η έλλειψη βασικής εμπιστοσύνης είναι εμφανής στην καθημερινότητά τους.
Έχουν μειωμένη αυτοεκτίμηση και αμφιβάλλουν διαρκώς αν ο φίλος τους, ο σύντροφός τους, ο προϊστάμενός τους ή κάποιος που γνώρισαν πρόσφατα τους συμπαθεί και τους αποδέχεται ειλικρινά. Δεν αγαπούν ιδιαίτερα τον εαυτό τους, έχουν πολλές ανασφάλειες και συχνά αντιμετωπίζουν προβλήματα στις σχέσεις τους. Δεν μπόρεσαν να αναπτύξουν βασική εμπιστοσύνη και γι’ αυτό διαθέτουν μειωμένα ψυχικά ερείσματα. Σε αντιστάθμισμα, περιμένουν από τους άλλους να τους προσφέρουν την αίσθηση της ασφάλειας, της θαλπωρής και της προστασίας
Αναζητούν το σπίτι τους στον σύντροφο, στους φίλους τους, στα γήπεδα ή στα εμπορικά κέντρα. Και απογοητεύονται κάθε φορά που διαπιστώνουν ότι οι άλλοι δεν μπορούν να τους προσφέρουν αυτή την αίσθηση παρά μόνο, στην καλύτερη περίπτωση, σποραδικά. Δεν αντιλαμβάνονται ότι έχουν πέσει σε μια παγίδα: Όποιος δεν έχει το σπίτι του μέσα του, δεν πρόκειται να το βρει αλλού.
Advertisment
Αυτά τα παιδικά βιώματα, που, μαζί με τις κληρονομικές καταβολές μας, επηρεάζουν καθοριστικά τη φύση και την αυτοεκτίμησή μας, σχηματίζουν ένα τμήμα της προσωπικότητάς μας, το οποίο στην ψυχολογία αποκαλείται «εσωτερικό παιδί». Το εσωτερικό παιδί θα λέγαμε ότι είναι το σύνολο των παιδικών βιωμάτων μας –θετικών και αρνητικών–, τα οποία οφείλουμε στους γονείς μας και σε άλλα πρόσωπα αναφοράς. Τα περισσότερα από αυτά τα βιώματα δεν τα θυμόμαστε σε συνειδητό επίπεδο. Είναι ωστόσο καταγεγραμμένα στο ασυνείδητο. Θα μπορούσαμε, λοιπόν, να πούμε ότι το εσωτερικό παιδί αποτελεί ένα σημαντικό τμήμα του ασυνειδήτου μας. Είναι οι φόβοι, οι έγνοιες και οι στερήσεις που βιώσαμε ως παιδιά· αλλά και όλες οι θετικές εμπειρίες της παιδικής μας ηλικίας.
Ωστόσο, τα περισσότερα προβλήματα στην ενήλικη ζωή μας προξενούνται κυρίως από τα αρνητικά μας βιώματα. Γιατί το παιδί που έχουμε μέσα μας κάνει ό,τι περνάει από το χέρι του, ώστε να μην αναγκαστεί να ξαναβιώσει ό,τι το πλήγωσε και το τραυμάτισε στα παιδικά του χρόνια. Και συγχρόνως προσπαθεί διακαώς να βρει την ασφάλεια και την αναγνώριση που στερήθηκε στην παιδική του ηλικία.
Οι φόβοι και οι επιθυμίες δρουν στο βάθος της συνείδησής μας. Στο επίπεδο του συνειδητού, είμαστε ανεξάρτητοι ενήλικες που διαμορφώνουν ενεργά τη ζωή τους. Αλλά στο επίπεδο του ασυνειδήτου, το εσωτερικό παιδί επηρεάζει καθοριστικά την αντίληψη, τα αισθήματα, τις σκέψεις και τις πράξεις μας. Και μάλιστα πολύ πιο έντονα από όσο το μυαλό μας. Έχει αποδειχθεί επιστημονικά ότι το υποσυνείδητο είναι ένα πανίσχυρο επίπεδο της συνείδησης, το οποίο ελέγχει την αντίληψη και τις πράξεις μας σε ποσοστό 80-90%.
Ας το δούμε σε ένα παράδειγμα: Ο Μίχαελ γίνεται έξω φρενών κάθε φορά που η κοπέλα του αμελεί κάτι που εκείνος θεωρεί σημαντικό. Τις προάλλες, η Σαμπίνε ξέχασε να αγοράσει το αγαπημένο του σαλάμι κι εκείνος βγήκε κυριολεκτικά εκτός εαυτού. Η Σαμπίνε έμεινε αποσβολωμένη από την αντίδρασή του – στο δικό της το μυαλό, έλειπε απλώς ένα σαλάμι. Αλλά ο Μίχαελ αντέδρασε σαν να γκρεμίστηκε ολόκληρος ο κόσμος του. Τι συμβαίνει εδώ;
Αυτό που δεν συνειδητοποιεί ο Μίχαελ είναι πως, όταν η Σαμπίνε ξεχνάει το σαλάμι του, το παιδί μέσα του νιώθει παραμελημένο και παραγκωνισμένο. Αγνοεί ότι η απίστευτη οργή του δεν οφείλεται στη Σαμπίνε και το σαλάμι, αλλά σ’ ένα βαθύ τραύμα από το παρελθόν του – συγκεκριμένα, στο γεγονός ότι η μητέρα του δεν έπαιρνε στα σοβαρά τις επιθυμίες του όταν ήταν μικρός. Με την παράλειψή της, η Σαμπίνε απλώς έριξε αλάτι σε αυτή την παλιά πληγή. Αλλά επειδή ο Μίχαελ δεν συνειδητοποιεί ότι η αντίδρασή του απέναντι στη Σαμπίνε απορρέει από τα βιώματα που έχει από τη μητέρα του, ελάχιστα μπορεί να επηρεάσει τα συναισθήματα και τη συμπεριφορά του. Ο καβγάς για το σαλάμι δεν είναι η μοναδική σύγκρουση αυτού του είδους στη σχέση τους.
Ο Μίχαελ και η Σαμπίνε μαλώνουν συχνά για ασήμαντα θέματα, επειδή κανείς από τους δύο δεν συνειδητοποιεί ποιο είναι στ’ αλήθεια το πρόβλημά του. Γιατί, όπως ο Μίχαελ, έτσι και η Σαμπίνε καθοδηγείται από το παιδί μέσα της. Το δικό της εσωτερικό παιδί είναι πολύ ευαίσθητο στην κριτική, επειδή όταν ήταν μικρή ένιωθε ότι δεν μπορούσε με τίποτα να ικανοποιήσει τους γονείς της. Άρα οι εκρήξεις οργής του Μίχαελ ξυπνούν με τη σειρά τους και τα παιδικά βιώματα της Σαμπίνε. Νιώθει μικρή και ανίκανη· γι’ αυτό θίγεται, προσβάλλεται, και αντιδρά αναλόγως. Οι δυο τους τσακώνονται διαρκώς για μικροπράγματα και πληγώνουν βαθιά ο ένας τον άλλον, με αποτέλεσμα συχνά να αναρωτιούνται μήπως είναι προτιμότερο να χωρίσουν.
Αν όμως είχαν επίγνωση των επιθυμιών και των τραυμάτων του εσωτερικού παιδιού τους, θα μπορούσαν να κάνουν μια ουσιαστική συζήτηση γι’ αυτό το θέμα, αντί να μαλώνουν επειδή ο ένας ξέχασε το σαλάμι ή ο άλλος μίλησε λίγο πιο επικριτικά. Έτσι, θα κατανοούσαν ο ένας τον άλλον πολύ καλύτερα και θα έρχονταν πιο κοντά, αντί να τρώγονται συνέχεια.
Η άγνοιά μας για την ύπαρξη του εσωτερικού παιδιού δεν αποτελεί αιτία αντιπαραθέσεων μόνο στα ζευγάρια. Σε πολλές αντιπαραθέσεις είναι εμφανές –για όποιον γνωρίζει τους συσχετισμούς– ότι δεν πρόκειται για ώριμους ενήλικες που λύνουν τις διαφορές τους, αλλά για εσωτερικά παιδιά που παλεύουν μεταξύ τους: όταν, για παράδειγμα, ένας υπάλληλος αντιδρά στην κριτική του προϊσταμένου του με παραίτηση, ή όταν ένας αρχηγός κράτους αντιδρά σε μια ήσσονα παραβίαση των συνόρων με πολεμική σύρραξη. Η άγνοια των περισσότερων ανθρώπων για το εσωτερικό παιδί έχει ως αποτέλεσμα να νιώθουν δυσαρεστημένοι με τον εαυτό τους και τη ζωή τους· κι αυτή η δυσαρέσκεια γεννά διαμάχες, οι οποίες συχνά κλιμακώνονται, με ανεξέλεγκτες συνέπειες.
Αλλά ούτε όσοι έζησαν ευτυχισμένα παιδικά χρόνια και κατάφεραν να χτίσουν βασική εμπιστοσύνη είναι ολότελα απαλλαγμένοι από έγνοιες και προβλήματα. Το εσωτερικό τους παιδί φέρει επίσης τραύματα. Γιατί δεν υπάρχουν ούτε τέλειοι γονείς ούτε τέλεια παιδική ηλικία. Επομένως και αυτοί οι άνθρωποι αποκόμισαν από τους γονείς τους αρνητικά βιώματα, τα οποία ενδέχεται να τους προξενούν προβλήματα στη ζωή τους. Ίσως αυτά τα προβλήματα να μην είναι τόσο οφθαλμοφανή όσο οι εκρήξεις οργής του Μίχαελ.
Ορισμένοι ίσως δυσκολεύονται να εμπιστευτούν ανθρώπους που δεν ανήκουν στην οικογένειά τους. Ή διστάζουν να λάβουν σημαντικές αποφάσεις. Ή προτιμούν να αφήσουν τις ικανότητές τους ανεκμετάλλευτες, προκειμένου να μη ριψοκινδυνεύσουν το παραμικρό. Όπως και να ’χει, τα αρνητικά βιώματα της παιδικής μας ηλικίας μάς περιορίζουν και στέκονται εμπόδιο στην εξέλιξη και τις σχέσεις μας.
Υπάρχει ένας κανόνας που ισχύει για όλους σχεδόν τους ανθρώπους: Μόνο όταν γνωρίσουμε το εσωτερικό παιδί μας και γίνουμε φίλοι μαζί του θα μάθουμε ποιες μύχιες επιθυμίες και ποια τραύματα φέρουμε μέσα μας. Κι αυτό το πληγωμένο κομμάτι της ψυχής μας μπορούμε να το αποδεχτούμε και, ως έναν βαθμό, να το θεραπεύσουμε. Έτσι, εμείς θα αποκτήσουμε μεγαλύτερη αυτοεκτίμηση, και το παιδί μέσα μας θα βρει επιτέλους ένα γαλήνιο σπιτικό. Αυτή είναι η προϋπόθεση για να αποκτήσουμε πιο ειρηνικές, πιο φιλικές και πιο ευτυχισμένες σχέσεις με τους γύρω μας. Και είναι επίσης η προϋπόθεση για να μπορέσουμε να απαγκιστρωθούμε από αρρωστημένες σχέ- σεις που μας βλάπτουν.
Αυτό το βιβλίο θα σε βοηθήσει να γνωρίσεις το παιδί μέσα σου και να γίνετε φίλοι. Θα σε βοηθήσει να κόψεις παλιές συνήθειες που σε οδηγούν μονίμως σε αδιέξοδα και σε κάνουν δυστυχισμένο. Θα σου δείξει πώς μπορείς, στη θέση τους, να υιοθετήσεις νέες, ωφέλιμες αντιλήψεις και συμπεριφορές, ώστε να στήσεις τη ζωή και τις σχέσεις σου σε πολύ πιο στέρεες κι ευτυχισμένες βάσεις.
Μια τελευταία παρατήρηση, σε περίπτωση που αναρωτιέσαι γιατί σου απευθύνομαι στον ενικό: Το Εσύ γεφυρώνει την απόσταση ανάμεσα στον συγγραφέα και τον αναγνώστη. Κι αυτό ακριβώς θέλω να πετύχω χρησιμοποιώντας τον ενικό σ’ αυτό το βιβλίο. Γιατί το παιδί μέσα μας ανταποκρίνεται στο Εσύ – όχι στο εσείς.
Από το βιβλίο “Το παιδί που κρύβουμε μέσα μας”, της Stefanie Stahl – Εκδόσεις ΔΙΟΠΤΡΑ