Άρθρο του Dan Jones
Όλοι οι γονείς πρέπει να αποδεχτούν το γεγονός ότι τα μικρά τους αγγελούδια, ορισμένες φορές, συμπεριφέρονται σαν μικρά διαβολάκια. Θα νευριάσουν με ασήμαντα θέματα, θα σπρώξουν, θα χτυπήσουν, θα δαγκώσουν ή θα γρατζουνίσουν άλλα παιδιά. Και σε κάποια φάση θα αρχίσουν να λένε ψέματα για τις πράξεις τους.
Advertisment
Τα ψέματα είναι απολύτως φυσιολογικά στα παιδιά, δεν είναι σημάδι κοινωνικά απροσάρμοστου παιδιού. Πολλά παιδιά αρχίζουν να λένε μικρά ψεματάκια από τα δύο τους χρόνια και μέχρι να φτάσουν τέσσερα ή πέντε γίνονται όλο και καλύτερα στην παραποίηση της αλήθειας και στην απόκρυψή της από τους μεγαλύτερους. Επομένως, πώς μπορούν οι γονείς να βοηθήσουν τα παιδιά τους να εμπεδώσουν ότι η ειλικρίνεια είναι ό,τι καλύτερο, ή τουλάχιστον η περισσότερα κοινωνικά αποδεκτή τακτική;
Μια ομάδα ψυχοπαιδαγωγών με επικεφαλής την Victoria Talwar έβαλε 372 παιδιά ηλικίας τεσσάρων έως οχτώ ετών σε μια διαδικασία «αντίστασης στον πειρασμό», κατά την οποία τα παιδιά έμεναν μόνα τους σε ένα δωμάτιο για ένα λεπτό, με ένα παιχνίδι τοποθετημένο ακριβώς πίσω τους, χωρίς να το βλέπουν, λέγοντάς τους να μην το κρυφοκοιτάξουν. Όταν ο ερευνητής επέστρεφε στο δωμάτιο, ρωτούσε τα παιδιά (τα οποία όλη την ώρα μαγνητοσκοπούνταν από κρυφή κάμερα) αν κοίταξαν ή όχι.
Προγενέστερες έρευνες είχαν δείξει ότι το 72-93% των παιδιών κάτω των 8 ετών κοίταζαν το παιχνίδι και στη συνέχεια απέκρυπταν το γεγονός. Από τα 372 παιδιά σε αυτή την έρευνα, τα 251 (67,5%) κοίταξαν το παιχνίδι, με τα μεγαλύτερα σε ηλικία παιδιά να έχουν μικρότερο ποσοστό. Από τα παιδιά που κοίταξαν, το 66,5% είπαν ψέματα ότι δεν το έκαναν, με τα μεγαλύτερα παιδιά να αποτελούν πάλι το μικρότερο ποσοστό.
Advertisment
Η νέα έρευνα, ωστόσο, δεν εξέταζε μόνο τα ποσοστά του ψέματος, αλλά επίσης πώς το ψέμα επηρεάζει το αίτημα για ειλικρίνεια και αν η απειλή της τιμωρίας ενθάρρυνε ή όχι την αλήθεια. Για τη διερεύνηση αυτών των ερωτημάτων, τα παιδιά χωρίστηκαν σε έξι ομάδες στις οποίες ειπώθηκαν διαφορετικά πράγματα όταν ο ερευνητής επέστρεψε για να ρωτήσει αν είχαν κρυφοκοιτάξει. Σε μία ομάδα το ποσοστό των παιδιών που είπαν ψέματα για το αν είχαν κρυφοκοιτάξει ήταν εξαιρετικά χαμηλό, μόλις 35%.
Ποιο ήταν το μυστικό; Οι ερευνητές ενθάρρυναν την αποκάλυψη της αλήθειας σ’ αυτά τα παιδιά με μια διττή ανακοίνωση. Αρχικά είπαν στα παιδιά «αν κρυφοκοίταξες, δεν πειράζει» (η περίπτωση που κανένας δεν τιμωρείται), και στη συνέχεια τους έδωσαν έναν κατηγορηματικά «εξωτερικό» λόγο για να είναι ειλικρινείς («αν πεις την αλήθεια, θα είμαι πολύ ευχαριστημένος μαζί σου. Θα είμαι χαρούμενος αν πεις την αλήθεια»). Στην απουσία της τιμωρίας, επομένως, η εναλλακτική «εσωτερική έκκληση» για ειλικρίνεια («είναι πολύ σημαντικό να λες την αλήθεια γιατί το να λέμε την αλήθεια είναι το σωστό όταν έχουμε κάνει κάτι λάθος»), δεν ήταν τόσο αποτελεσματική καθώς το ποσοστό ψέματος μειώθηκε μόνο στο 45%.
Ίσως να φαίνεται πως η αύξηση της ειλικρίνειας κατευθύνθηκε από την απουσία τιμωρίας. Άλλωστε, αν δε «μπλέξεις», γιατί να μπεις στη διαδικασία να πεις ψέματα; Ωστόσο, δεν είναι μόνο αυτό, καθώς τα παιδιά στην περίπτωση απουσίας κάθε τιμωρίας, η οποία επίσης δεν συμπεριλάμβανε κανένα αίτημα για αποκάλυψη της αλήθειας, εξακολουθούσαν να ψεύδονται τις περισσότερες φορές, δείχνοντας πως τα αιτήματα για αλήθεια είχαν μεγάλη δύναμη.
Παράλληλα, η απειλή για τιμωρία λειτούργησε αντίθετα και στα δύο αιτήματα: όταν είπαν στα παιδιά ότι θα τιμωρηθούν αν πουν ψέματα και στη συνέχεια τους έδιναν είτε έναν εξωτερικό είτε έναν εσωτερικό λόγο για να πουν την αλήθεια, τα ποσοστά του ψέματος παρέμεναν υψηλά, στο 60 και 86%, αντίστοιχα.
Επομένως, ενώ οι γονείς προσπαθούν να αυξήσουν τα ποσοστά ειλικρίνειας των παιδιών τους χρησιμοποιώντας δύο εντελώς διαφορετικές επιλογές – την επιβράβευση ή την τιμωρία – αυτή η νέα έρευνα δείχνει ότι υπάρχει ένας σημαντικός τρίτος δρόμος για να επιλέξουν: η ενθάρρυνση της καλής πλευράς των παιδιών και η ειλικρίνεια επειδή κάνει τους άλλους χαρούμενους.
Αυτά τα ευρήματα έχουν εμφανή σχέση με όσους εργάζονται με παιδιά σε επαγγελματικούς ρόλους και που θέλουν ή πρέπει να ενθαρρύνουν την ειλικρίνεια και την ακριβή αναφορά γεγονότων. «Θα πρέπει να δίνεται έμφαση στις θετικές επιπτώσεις που απορρέουν από την αλήθεια και οι αρνητικές συνέπειες του ψεύδους πρέπει να αποφεύγονται έτσι ώστε να αυξηθεί η ειλικρίνεια στα νεαρά παιδιά», σημειώνουν οι ερευνητές. Στο μέλλον, νέες έρευνες θα πρέπει να διερευνήσουν αν οι ίδιες δυναμικές ισχύουν στα παιδιά όταν πρέπει να πουν την αλήθεια για άσχημες πράξεις άλλων κι επίσης αν οι έφηβοι είναι ευάλωτοι στα ίδια αιτήματα για ειλικρίνεια ή στις απειλές για τιμωρία.