Στην πόρτα ενός φρενοκομείου συνάντησα ένα νέο με πρόσωπο ωχρό και όμορφο, γιομάτο απορία.
Κάθισα δίπλα του στο παγκάκι και τον ρώτησα, «Γιατί είσαι εδώ,»
Advertisment
Με κοίταξε έκπληκτος κι αποκρίθηκε:
« Άστοχη η ερώτησή σου αλλά θα σου απαντήσω. Ο πατέρας μου με ήθελε πιστό αντίγραφό του, το ίδιο και ο θείος μου. Η μάνα μου ήθελε ν΄ ακολουθήσω πιστά την εικόνα του άντρα της του θαλασσινού. Ο αδελφός μου σκέπτεται πως θα ΄πρεπε να του μοιάζω, να γίνω αθλητής περίφημος. Ο δάσκαλός μου στη φιλοσοφία, ο δάσκαλος της μουσικής κι δάσκαλος της λογικής με ήθελαν είδωλο του προσώπου τους μες στον καθρέφτη.
Γι αυτό ήρθα σε τούτο ΄δω το μέρος. Το βρίσκω πιότερο λογικό. Τουλάχιστον εδώ μπορώ να είμαι ο εαυτός μου».
Advertisment
Ξάφνου στράφηκε προς το μέρος μου και ρώτησε:
«Πές μου κι εσένα σ΄οδήγησε εδώ η μόρφωση και οι καλές συμβουλές;».
« Όχι, εγώ είμαι επισκέπτης», αποκρίθηκα.
«Α, είσαι ένας από αυτούς που ζουν στο φρενοκομείο απ΄την άλλη πλευρά του τοίχου», συμπλήρωσε εκείνος.