Στόχος μας στο άρθρο αυτό είναι να εντοπίσουμε, με αμεσότητα, τις ρίζες που θεμελίωσαν το αλλοτριωτικό καθεστώς της εκπαίδευσης.
Η ιστορία της εκπαίδευσης ξεκινά από την πρωτόγονη οικογένεια, όπου το παιδί γίνεται μιμητής των γονέων του – μη συνειδητός μιμητής. Η μίμηση αυτή το μαγνητίζει στις εμπειρίες των γονέων του. Είναι δύσκολο να αντλήσουμε περισσότερες πληροφορίες από τις σκοτεινές αρχές της παιδαγωγικής, που είναι θαμμένες στη σκουριά του υποσυνείδητου της ανθρωπότητας. Αν θεωρήσουμε τον άνθρωπο σαν μιμητή, πρέπει, πρώτα, να τον θεωρήσουμε σαν παρατηρητή και μετά σαν μιμητή και δημιουργό.
Advertisment
Αρχικά, το θέμα της Εκπαίδευσης είναι πώς θα μεγιστοποιηθεί η ωφέλεια και η εξέλιξη από το γεγονός της ύπαρξης του Παρατηρητή, με τη διαμόρφωση τελειότερου μηχανισμού αντίληψης, με διεισδυτικότερες αισθήσεις, καλύτερη οργάνωση του ενδιάμεσου της γνώσης (αυτό είναι και το κύριο θέμα της πειραματικής μεθόδου στην επιστημονική έρευνα) και, τελικά, με την απόκτηση γνώσης ως μια πράξη σύνθεσης ανάμεσα στον παρατηρητή, το πεδίο παρατήρησης και την πράξη γνώσης∙ μια εξελισσόμενη, δηλαδή, σύνθεση ανάμεσα σε αυτά που αρκετά ανεύθυνα νοηματοδοτούμε ως υποκειμενικό και αντικειμενικό, ως παρατηρητή και αντικείμενο γνώσης, και που έρχονται σε μια διαλεκτική αποκαλυπτική μέθεξη.
Σκοπός της Εκπαίδευσης, ωστόσο, είναι να μας διδάξει την ελευθερία, τρόπους για την απελευθέρωση της εσωτερικής ενέργειας και των δυνάμεων του ανθρώπου, μεθόδους, συνάμα, ψυχολογικής, κοινωνικής και οικολογικής οργάνωσης και, εν τέλει, την αξιοποίηση της ίδιας της οργανωμένης υλικής υπόστασης.
Μέσα από τα αισθητήρια όργανα, το αντικειμενικό μεταφέρεται στο υποκειμενικό, όπως σωστά σημειώνει ο Ουλιάνωφ στα «Φιλοσοφικά Τετράδια», αντικρούοντας, αναπάντεχα, αυτό που θα περίμεναν να ακούσουν πολλοί σημερινοί δογματικοί Λενινιστές. Λέει, λοιπόν, «ελευθερία = υποκειμενικότητα, («ή») σκοπός, συνείδηση, τάση» ή, αλλού, «η υποκειμενικότητα είναι η τάση στο να εξαφανίσει τον χωρισμό της ιδέας με το αντικείμενο (του παρατηρητή με το παρατηρούμενο)».
Εδώ έχουμε μια βασική δήλωση για τον σκοπό της Εκπαίδευσης: την ελευθερία ως μη-χωριστικότητα ή ως ενότητα και ζωντανή σύνθεση διαμέσου της υποκειμενικότητας, σε όλες τις διαστάσεις του υπαρκτού.
Advertisment
Πρακτικά, αυτός ο σκοπός σημαίνει αυτό που ο Χέγκελ αναφέρει στην Επιστήμη της Λογικής σαν «προσήλωση σε μια διαλεκτική αφαιρετική στόχαση όπου τα συμφέροντα και τα πάθη και κάθε λογής ανταγωνισμός, που κινούσαν μέχρι τότε τους λαούς και τους ανθρώπους, σιγούν και παύουν να υπάρχουν» κι έτσι η εξέλιξη μεταφέρεται σε νέα διάσταση, ανθρώπινη και οντολογική.
Σε μαζική κλίμακα, αυτό σημαίνει πως, αντί της αγοραίας θρησκείας και ιδεολογίας, πρέπει να λαμβάνουμε όλα τα είδη των αφηρημένων αληθειών∙ σε αυτό συμφωνούν και ο Χέγκελ και ο Ουλιάνωφ.
Αναφερθήκαμε σε αυτούς τους στόχους με ευθύ και άμεσο τρόπο για να δείξουμε πόσο η Εκπαίδευση έχει απομακρυνθεί από αυτούς και, τώρα, έχει γίνει το μαγικό ραβδί της Κίρκης η παχύδερμη αλλοτριωτική ενσωμάτωσή μας, από την Κίνα ως το Ιράν, τη Χιλή και τις ΗΠΑ – όπου υπάρχουν άνθρωποι, όπου υπάρχουν μιμητές που ζητιανεύουν τον Εαυτό τους στο περιβάλλον, νάρκισσοι ριζοσπαστικής ή άλλης αποχαύνωσης, κομφορμιστές ή «ρεαλιστικοί» πολιτικοί.
Έτσι, γίνεται φανερό πως η αληθινή Εκπαίδευση οφείλει να αντιστρατεύεται όλους εκείνους που μας ξεμακραίνουν από την Ιθάκη, την απειροσύνη της εξέλιξής μας, όλους όσοι, σαν τον Χίτλερ, θέλουν να μας κάνουν πολεμοχαρείς τερμίτες με τυφλωμένη και υποδουλωμένη τη θέλησή μας στη δύναμη του κατεστημένου και τη βία των αρχηγών, ή, σαν τον Μουσολίνι, τον Χιντέκι Τόγιο και όλους αυτούς που επιδιώκουν να μας καταστήσουν δουλικά μεγάφωνά τους. Καθετί που μας κάνει τυφλούς απέναντι στην αλήθεια και το ψέμα σε σχέση με την ελευθερία και τη δουλεία, τη γνώση και την προκατάληψη, τη διαλεκτική και το δόγμα, την εξέλιξη και την ενέλιξη, δεν είναι ταιριαστό στην ανάγκη μας. Εκείνους που θέλουν να είμαστε τυφλά ενεργούμενα δικά τους και της αλλοτρίωσής μας, κάθε τι που επιδιώκει να μας κάνει τυφλούς ως προς την υποκειμενική διάσταση της ελευθερίας και της εξέλιξης, την αποκαλυπτική παρουσία του ανθρώπου -παρατηρητή, που δεν ζητιανεύει τον Εαυτό του στην τάξη του περιβάλλοντος αλλά στη φύση της ελευθερίας και της ενότητας του Είναι που ανακλάται στη δύναμη του ζωντανού γίγνεσθαι, θα πρέπει να τους απαξιώσουμε.
Χρειάζεται, με άλλα λόγια, μια νέα Εκπαίδευση που να μη στηρίζεται στον μιμητή, αλλά στον ελεύθερο παρατηρητή κι, έτσι, να αναπτύσσει μια νέα εξελικτική συμμετοχή σε όλες τις διαστάσεις της ευεργετικής οργάνωσης του ανθρώπινου, κοινωνικού και οικολογικού δυναμικού. Ιστορικά, αντίθετα με αυτούς τους στόχους, ο μόνος επιδιωκόμενος σκοπός –όπως θα έχουμε την ευκαιρία να δούμε– ήταν «η αυστηρή προσαρμογή του ατόμου στην κοινωνία» , όπως σημειώνει ο Ρότζερ Γκαλ.
Λαμβάνοντας υπόψη πως ένας άνθρωπος εκπαιδευόμενος είναι σε κατάσταση τυφλής ενσωμάτωσης, είτε μιλώντας για την πρωτόγονη κοινωνία είτε για τη σημερινή, μπορούμε να πούμε πως ο Γκαλ είχε δίκιο όταν έγραφε πως: «κατά την διάρκεια της παιδικής του ηλικίας το άτομο είναι πιο ελεύθερο».
Έχουμε, λοιπόν να κάνουμε με την αγριότητα του πολιτισμού και της Εκπαίδευσης, που στιγμάτισαν ο Καρλάϋλ και ο Ρουσσώ, ως ικανή να κατασπαράξει εμάς και την ελευθερία μας. Είναι ακριβώς «τόσο δύσκολο να πούμε, ακόμα και στην αρχή, τι οφείλεται πραγματικά στην ανθρώπινη φύση και τι υπαγορεύεται απ’ την κοινωνική τάξη», όσο δύσκολο είναι να νικήσουμε τον Εκπαιδευτικό Ολοκληρωτισμό και αυταρχισμό ή, σύμφωνα με τον Πωλ Γκούντμαν, την υποχρεωτική δυσεκπαίδευση.
Στην πρωτόγονη κοινωνία, η Εκπαίδευση είναι μόνο τελετουργική στον στόχο της και δοσμένη μέσα από τελετουργία, όπως συνέβαινε με τις τελετές μυήσεων – που επηρεάζουν, εξάλλου, λίγο τη ληθαργική συγκινησιακότητα του ανθρώπου.
Σήμερα, το έθιμο της «μύησης έχει ως κυριότερο κατάλοιπό του τη στρατιωτική οργάνωση και απαντά στη στρατιωτική εκπαίδευση και στις μιλιταριστικές κοινωνίες, όπως τη ναζιστική, τη φασιστική και τη σταυροφορική – είτε αφορά θρησκευτική εξουσία, είτε μισθοφόρους συμφερόντων και εξουσιών.
Η τελετουργική διάσταση μύησης είναι θεμελιωδώς βασισμένη στην επίδειξη φυσικής δύναμης, δοσμένης με οργανωμένη –συλλογικά– αυθεντία. Αυτή η όψη είναι το συμπληρωματικό της ταξικής δομής της κοινωνίας, είτε μιλούμε για τάξεις, όπως στην καπιταλιστική κοινωνία, είτε για οποιαδήποτε νομενκλατούρα του παρελθόντος, σοβιετιστικού τύπου, και του όποιου μέλλοντος προβάλλεται με παρελάσεις, πρωτόκολλα, βραβεία και μαυσωλεία. Η αυθεντία είναι τελετουργική με ιδεολογικό επίχρισμα.
«Το άτομο συμμορφώνεται αυστηρά στον τύπο ζωής και κοινωνικής συμπεριφοράς και οργάνωσης που γεννήθηκε: η διαφυγή είναι αδιανόητη. Η παιδεία αποτελεί, τότε, ένα είδος τέλειας ευθυγράμμισης, με ποικίλες –χωρίς αμφιβολία– μορφές αλλά πάντα κατάλληλες να υποδουλώσουν το παιδί-άνθρωπο στο περιβάλλον που ζει».
Στο στάδιο αυτό, μέχρι και σήμερα, το νέφος του κοινωνιο-μορφισμού βασιλεύει στην εκπαίδευση. Η Εκπαίδευση, στη σημερινή εποχή, είναι μια πρωτόγονη κοινωνιολογική –και όχι ανθρωπολογική– μύηση.
Βασικά ιστορικά σημεία της εκπαίδευσης
Στην αρχαία Αίγυπτο κυριάρχησε, ιστορικά, η αυθεντία των Φαραώ και η ιερατική αυθεντία, διαμορφώνοντας δύο επίπεδα εκπαίδευσης:
1. Το επίπεδο εκπαίδευσης των προνομιούχων για την ταξική τους διαιώνιση. Αυτό δεν ήταν εντελώς τελετουργικό∙ περιελάμβανε άμεση ροή πληροφορίας χωρίς τελετουργία, όπως, επί παραδείγματι, η εκπαίδευση των γραφέων της Αιγύπτου. Στο επίπεδο αυτό εκπαιδεύονταν και οι επικεφαλείς των τελετουργιών, οι χειριστές και οι τελετάρχες, όπως οι Φαραώ.
2. Το επίπεδο εκπαίδευσης του λαού που συμμετείχε στις τελετουργίες υπό την εξουσία των Φαραώ πάνω του.
Στην αρχαιότητα εμφανίζονταν πότε-πότε περιπτώσεις, όπως ο Λάο Τσε, που ζητούσαν εξέγερση ενάντια «στους κακούς άρχοντες που αφήνουν άδεια την καρδιά και το πνεύμα του ανθρώπου και που προσπαθούν να κρατάνε τον λαό σε αμάθεια, γιατί έτσι δεν ζητάει πολλά, ή υπό το πρόσχημα ότι είναι δύσκολο να κυβερνήσουν έναν λαό που ξέρει πάρα πολλά. Οι προσχηματικές αυτές θεωρίες είναι διαμετρικά αντίθετες προς ό,τι οφείλεται στην ανθρωπότητα».
Σε αρκετά ηπιότερη βάση αλλά προς την ίδια γραμμή περίπου στάθηκε η τοποθέτηση του Κομφούκιου. Οι κάστες στάθηκαν, στην Ινδία, ο ύφαλος που βύθισε τις καλύτερες προσπάθειες για αυτο-εκπαίδευση του ανθρώπου∙ ωστόσο τα πράγματα δεν είχαν τη σκληρότητα της αρχαίας Αιγύπτου.
Η Eκπαίδευση, μέχρι και σήμερα, ελέγχεται κύρια από τη θρησκεία και την εθνική εξουσία.
Στην περίπτωση της εβραϊκής εκπαίδευσης, εξ’ αιτίας της μη μόνιμης εθνικής εδαφικής επικράτειας, η εκάστοτε αρχική εθνική εξουσία ενσωματώθηκε στη θρησκευτική εξουσία. Η θρησκευτική εξουσία, μη έχοντας άμεση πολιτική έκφραση, καθώς οι Εβραίοι βρίσκονταν σε ξένες επικράτειες, διαμόρφωνε την πολιτική της έκφραση και τους στόχους της υπό το πρίσμα της οικονομικής κοινότητας και των συμφερόντων και, παράλληλα, με το δόγμα της χωριστικής υπεροχής, ενώ συνέδεε τον Θεό με τη γη που, συχνά, υποστασιακά απουσίαζε. Σε αυτήν τη γραμμή κινήθηκε και η οργάνωση της Εκπαίδευσης των Εβραίων, θωρακίζοντας την πιο λεπτοφυή χωριστικότητα.
Έτσι, στην περίπτωση αυτή, θεμελιώθηκε η υποχρεωτική θρησκευτική Εκπαίδευση, με αυστηρούς όρους πειθαρχίας, δογματικής τόσο στη σκέψη, όσο και στην πράξη. Το πρότυπο στο οποίο βασίστηκε το Ισραήλ και ο Σιωνισμός αποτελούν μια από τις πολλές και παλιές μορφές που αντιπροσωπεύουν τη γενικότερη χωριστικότητα που δομεί σήμερα την ανθρωπότητα και τους ανθρώπους.
Από τέτοιου είδους Εκπαίδευση χωριστική, με διδαχές υπεροχής, έχουν χρωματισθεί κληρονομικά και οι σημερινοί στόχοι του εκπαιδευτικού ολοκληρωτισμού σε όλα πια τα κράτη, τις θρησκείες και τις πολιτισμικές παραδόσεις.
Η εκπαίδευση στην Ελλάδα είχε πολλές αποχρώσεις ανάμεσα στην αθηναϊκή και την σπαρτιατική. Στη Σπάρτη, η εκπαίδευση ήταν ολότελα αφιερωμένη στην εξουσία και το σύστημά της, εξ ορισμού μιλιταριστικό, με φόντο το λυκαυγές της φεουδαρχίας. Από τη Σπάρτη μας έμεινε η θλιβερή κληρονομιά της μιλιταριστικής εκπαίδευσης.
Στην Αθήνα, σημειώθηκε το πρώτο μεγάλο πείραμα σε περιορισμένη όμως κλίμακα, όπου ειδώθηκε η εκπαίδευση ως λειτουργικός αυτοσκοπός και όχι ως μέσο εξουσίας. Μολοντούτο, το οικονομικό σύστημα και το επίπεδο της τεχνολογίας της εποχής εκείνης δεν έδωσαν στην εκπαίδευση τις δυνατότητες για απελευθέρωση της εργασίας για όλους, ενώ, παράλληλα, όσοι δεν ήταν ελεύθεροι από τον καταναγκασμό της εργασίας σπανίως ελάμβαναν μόρφωση. Η αποσύνδεση της μόρφωσης από την εργασία είχε και θετικές και αρνητικές επιπτώσεις.
Θετική είναι η συνέπεια από τη σκοπιά ότι η παιδεία και η γνώση δεν γίνονταν αγαθά εμπορευματοποίησης άμεσα σαν απαραίτητο μέσο για οικονομική καταξίωση και ένταξη στο σύστημα (αν και περιπτώσεις πολιτικής χρήσης και εμπορευματοποίησης της γνώσης υπήρξαν με τις σχολές των σοφιστών).
Η αρνητική πλευρά ήταν ότι η γνώση δεν διεκδικήθηκε από τους εργαζόμενους, τους δούλους και τις γυναίκες, πλην ελαχίστων περιπτώσεων.
Η γυναίκα, σε όλη την κλίμακα της ιστορίας, ήταν σε μειονεκτική θέση και τα δικαιώματά της στη μόρφωση δεν αναγνωρίζονταν γενικά, όπως και τα δικαιώματα κάθε αδύνατης τάξης. Το δικαίωμα ήταν αυτό που απαιτούνταν από τη δύναμη. Όμως, η γνώση και η πληροφορία χρειαζόταν για τη διαμόρφωση του εσωτερικού μηχανισμού της δύναμης που θα έδινε το φωτοστέφανο στην αυθεντία.
Μόνο με αυτή την πλευρά εισήλθε η εκπαίδευση στη ρωμαϊκή βαρβαρότητα. Εκεί, εμφανίσθηκε πλατιά ο εκφυλισμός των μαζών στην αγοραία Pax Romana – που είναι όχι ειρήνη αλλά η σκιά της βίας πάνω στους λαούς– και η αποπολιτικοποίηση του κόσμου, ο οποίος οδηγήθηκε, με την τακτική του «διαίρει και βασίλευε», στο να χάσει τα δικαιώματά του. Ωστόσο, ο εκφυλισμός αυτός είχε εισαχθεί πρώτα από τον ελληνίζοντα Ταρκύνιο και, κυρίως, από τον Βασίλειο των Σελευκιδών. Παράλληλα με αυτόν τον εκφυλισμό, λοιπόν, άρχιζαν να διαμορφώνονται όλο και λεπτότερες μορφές εξουσίας.
Καθώς οι μάζες ενσωματώνονταν στο φεουδαρχικό σύστημα, κάθε διάσταση συλλογικότητας στην εκπαίδευση εξαφανίζονταν και η γνώση, μέσα στα φέουδα, ως μόνο της αντικείμενο αποκτούσε την επαγγελματική της όψη. Έτσι, η εκπαίδευση γίνεται οριστικά, πια, όργανο του οικονομικού συστήματος, όπως εξακολουθεί να παραμένει μέχρι σήμερα, είτε αυτό το σύστημα είναι καπιταλιστικό, είτε ήταν σοβιετικό –αρκεί που είναι σύστημα εξουσίας σε βάρος της ανθρώπινης ελευθερίας.
Οι αδύνατες μάζες λαού και οι γυναίκες έγιναν ενεργούμενα της εξουσίας άθελά τους, μένοντας μέχρι πριν από λίγες δεκαετίες έξω από την πληροφόρηση και την εκπαίδευση και η ευθύνη τους έγκειται στο ότι δεν αντιστάθηκαν πεισματικά ώστε να μην γίνουν αντικείμενα αυτού του σαδιστικού ηδονισμού των προνομιούχων.
Ο χριστιανισμός ενσωματώθηκε στη ρωμαϊκή βαρβαρότητα και δεισιδαιμονία και αποστεώθηκε σαν όργανο της εξουσίας μετά από την εποχή του Μεγάλου Κωνσταντίνου και των φωτισμένων πατέρων της Εκκλησίας. Η διορατικότητα του Κωνσταντίνου ως προς την καλύτερη δυνατή ενσωμάτωση του Χριστιανισμού στο αυτοκρατορικό σύστημα εξουσίας φαίνεται και από τη λεπτή μορφή παρέμβασης στις διαμάχες μεταξύ των Χριστιανών.
Από τον καιρό αυτό, άρχισε ήδη η σκληροπυρηνική δογματοποίηση της ανθρώπινης νοόσφαιρας και η εκπαίδευση πλέον δεν είναι άλλο από διδαχή δογμάτων. Αυτή η πόλωση της ανθρώπινης σκέψης και η δογματική λεπτοφυής αποστέωσή της οριστικοποιήθηκε από τον Θεοδόσιο και αυθεντικοποιήθηκε από τον Ιουστινιανό, που ήταν αυτός που έπνιξε στο αίμα, στον βωμό της ηγεμονίας του, τη φιλελεύθερη έκφραση του λαού της Κωνσταντινούπολης.
Κάποια αυγή άρχισε να χαράζει πριν από τη δυναστεία των Μακεδόνων, μα χάθηκε εύκολα μέσα στην αδιαφορία των μαζών – το νέφος του παρελθόντος έκλεισε τον ορίζοντα.
Τρεις χώρους πολιτισμικούς μπορούμε να διακρίνουμε αυτή την Εποχή
α. το Βυζάντιο,
β. τους Άραβες,
γ. τη Δύση, και αυτό επειδή στον δυτικό πολιτισμό είναι ακόμη ελλειμματική η εικόνα για τη μεγαλύτερη περιοχή της Ασίας, όπου, πιθανώς, υπήρχαν σημαντικές εξελίξεις.
Το Βυζάντιο θα πλήρωνε, μετά από λίγο, τη βαρβαροποίηση και την διαφθορά του. Οι Άραβες έδωσαν τις πρώτες ελπίδες σε όλους τους τομείς, αλλά αυτές πνίγηκαν όχι μόνο στην αρχική μογγολική βαρβαρότητα –καθώς μετέπειτα υπήρξαν πολλές φωτισμένες μογγολικές ηγεσίες– αλλά και από τις φονταμενταλιστικές έριδες που, μέχρι τις μέρες μας, καταπνίγουν την πολιτισμική τους απελευθέρωση. Χαρακτηριστική αυτής της ασφυξίας των Αράβων, και γενικότερα του Ισλάμ, είναι η κατάσταση σε πολλές χώρες σήμερα.
Τέλος, στη Δύση, υπήρξε αρκετός χρόνος για να υποταχθεί καθετί στην παπική αυθεντία.
Όπως είπαμε και πριν από το τέλος, κυρίως, της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, η εκπαίδευση ενσωματώθηκε στο σύστημα εξουσίας, με συνέπεια οι άνθρωποι να μην μαθαίνουν να σκέπτονται αλλά τι να σκέπτονται, εωσότου βυθιστούν στην άβυσσο του δογματισμού, που γιγαντώθηκε μέσα στον 20ο αιώνα με τη μαζική ιδεοληψία, όπως συνέβη στα ολοκληρωτικά, πολιτικά και θρησκευτικά κινήματα, τα οποία ίδρυσαν και κράτη στο όνομα του Θεού.
Με αυτόν τον τρόπο, ο άνθρωπος, και ιδιαίτερα η ανθρώπινη σκέψη, παράγει μία «υπεραξία» που τη θυσιάζει συνέχεια στο σύστημα και τον ολοκληρωτισμό, αφού σκέφτεται, μονάχα, αυτό που θέλει η εξουσία για τον εαυτό της.
Γιάννης Ζήσης, συγγραφέας
Διαβάστε επίσης:
Η πολιτική ιστορία της εκπαίδευσης ~ Προσπάθειες απελευθέρωσης της εκπαίδευσης