,

Στέβια: Όχι, δεν είναι τοξική και δεν προκαλεί υπογονιμότητα

Η Στέβια είναι ένα φυτό με ισχυρές γλυκαντικές ιδιότητες και χαρακτηρίστηκε από πολλούς ως «το φυτό της νέας χιλιετίας» ή ως «η ζάχαρη του

Η Στέβια είναι ένα φυτό με ισχυρές γλυκαντικές ιδιότητες και χαρακτηρίστηκε από πολλούς ως «το φυτό της νέας χιλιετίας» ή ως «η ζάχαρη του μέλλοντος». Τι κάνει όμως αυτό το φυτό τόσο μοναδικό; Κυρίως, το γεγονός ότι έχει μηδενικό γλυκαιμικό δείκτη και θερμίδες. Αν και πάντα οφείλουμε να δούμε έναν μεγάλο αριθμό ερευνών που να επιβεβαιώνουν τα οφέλη και να αναδείξουν τυχόν παρενέργειες, εντούτοις, μέχρι τώρα, δεν έχει υπάρξει κάποια αξιόλογη έρευνα που να υποδεικνύει ότι η Στέβια είναι τοξική.

Πολύ πρόσφατα, ωστόσο, αναρτήθηκε στο διαδίκτυο άρθρο, το οποίο δεν έχει πηγές, όπου αναφέρεται ότι η Στέβια είναι τοξική, προκαλεί μείωση της τεστοστερόνης και υπογονιμότητα. Ούτε λίγο ούτε πολύ η Στέβια αποκαλείται “δηλητήριο”. Και το σκεπτικό του ανώνυμου συντάκτη βασίζεται στα κάτωθι:

Advertisment

Η στεβιόλη και ρεμπαουδιοσίδη Α έχουν βρεθεί να είναι μεταλλαξιογόνες σε εργαστηριακές δοκιμές in vitro. Η Ευρωπαϊκή Αρχή για την Ασφάλεια των Τροφίμων καθόρισε ως Αποδεκτή Ημερήσια Πρόσληψη (ADI) τα 4 mg / kg / ημέρα στεβιόλης, με τη μορφή γλυκοζιτών στεβιόλης, γιατί η στεβιόλη σε υψηλές δόσεις μπορεί να έχει μεταλλαξιογόνο δράση. Ο γλυκοζίτης Ρεμπαουδιοζίδη Α είναι ο λιγότερο πικρός γλυκοζίτης στεβιόλης που απαντάται στο φυτό Stevia rebaudiana. Για την παραγωγή γλυκοζίτη ρεμπαουδιοσίδη Α, το φυτό στέβια ξηραίνεται και υποβάλλεται σε μια διαδικασία εκχύλισης με νερό. Αυτό το ακατέργαστο εκχύλισμα περιέχει περίπου 50% rebaudioside A. Οι διάφοροι γλυκοζίτες διαχωρίζονται και καθαρίζονται μέσω τεχνικών κρυστάλλωσης, τυπικά χρησιμοποιώντας αιθανόλη ή μεθανόλη ως διαλύτη. Σε κάποιες χώρες χρησιμοποιούν τη στέβια για την «πρόληψη της εγκυμοσύνης», ενώ ορισμένοι ερευνητές έχουν εκφράσει ανησυχίες ότι η στέβια μπορεί να προκαλέσει υπογονιμότητα τόσο άντρες όσο και γυναίκες. Η στέβια, αναφέρεται ότι προκαλεί σημαντική μείωση των τιμών τεστοστερόνης κατά την εφηβεία των αγοριών, μόνο σε 60 ημέρες, ενώ ο κίνδυνος είναι πολύ σημαντικός για υπογονιμότητα δοθείσης της σωρευτικής της επίδρασης.

Η στέβια χρησιμοποιείται ως θεραπεία για τα εγκαύματα, τους κολικούς, τα προβλήματα στο στομάχι και μερικές φορές ως αντισυλληπτικό. Επίσης, όσοι έχουν υπόταση πρέπει να μην καταναλώνουν υπερβολική ποσότητα στέβιας. Η στέβια μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως θεραπεία για την υπέρταση. Τα άτομα που παίρνουν ινσουλίνη ή φάρμακα για τον διαβήτη από το στόμα θα πρέπει να παρακολουθούνται στενά από εξειδικευμένο επαγγελματία υγείας, όταν λαμβάνουν στέβια σε μεγάλες ποσότητες. Η Stevia μπορεί, επίσης, να αλληλεπιδράσει με αντιμυκητιασικά, αντι-φλεγμονώδη, αντι-μικροβιακά, αντι-καρκινικά φάρμακα, αντι-ιϊκά, φάρμακα κατασταλτικά της όρεξης, αποκλειστές διαύλων ασβεστίου, φάρμακα για τη μείωση της χοληστερίνης, φάρμακα που αυξάνουν την διούρηση και με φάρμακα ορμονοθεραπείας.».

Σε απάντηση του παραπάνω άρθρου, ο διατροφολόγος Μάριος Δημόπουλος, ανάρτησε στην ιστοσελίδα του https://mariosdimopoulos.com το άρθρο που σας παραθέτουμε παρακάτω:

Advertisment

https://enallaktikidrasi.com/2017/08/stevia-den-einai-toxiki-den-prokalei-meiosi-testosteronis-upogonomotita/

Τι είναι η στέβια;

Η στέβια (Stevia rebaudiana) είναι ένα φυτό που σχετίζεται με το χρυσάνθεμο και είναι ενδημικό στη νότια Αμερική. Πρόκειται για ένα βότανο του οποίου είτε το εκχύλισμα φύλλων είτε οι απομονωμένες στεβιοσίδες χρησιμοποιούνται για γλύκανση. Σε αντίθεση με άλλα γλυκαντικά, η στέβια είναι φυσική και όχι τεχνητή.

Η χρήση της στεβιάς ως γλυκαντικού σε σχέση με την επιτραπέζια ζάχαρη λέγεται ότι κυμαίνεται από 200-300 πιο γλυκιά (σε ένα γραμμάριο ανά γραμμάριο) ή απλώς είναι 250 φορές πιο ισχυρή (5-7). Η γλυκύτητα αυτή εντοπίζεται στις γλυκοζιτικές (δεσμευμένες σε ζάχαρη) ενώσεις της στεβιόλης, και τα δύο πιο σημαντικά γλυκοσίδια στεβιόλης είναι η στεβιοσίδη (stevioside) και η ρεμπαουδιοσίδη Α (rebaudioside Α).

Είναι η στέβια μεταλλαξιογόνα; Όχι! Η στέβια έχει αντικαρκινική δράση!

Αντίθετα με τα όσα γράφει το ψευδοεπιστημονικό αυτό άρθρο κατά της στέβιας, ότι τάχα μπορεί να προκαλεί καρκινογένεση, οι μελέτες έχουν δείξει ότι η στέβια έχει αντικαρκινογόνο δράση. Το 2012 δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Nutrition and Cancer μια μελέτη που συνέδεσε τη κατανάλωση στέβιας με μείωση του καρκίνου του μαστού. Παρατηρήθηκε ότι η στεβιοσίδη ενισχύει την απόπτωση του καρκίνου (κυτταρικό θάνατο) και μειώνει ορισμένες οδούς στρες στο σώμα που συμβάλλουν στην ανάπτυξη του καρκίνου (8). Η αντικαρκινική όμως αυτή δράση της στέβιας έχει φανεί για την ουσία στεβιοσίδη της στέβιας, και όχι για τη ρεμπαουδιοσίδη (rebaudioside) που συνήθως περιέχεται στα περισσότερα προϊόντα στέβιας του εμπορίου.

Το περιοδικό Food Chemistry δημοσίευσε μια μελέτη από την Κροατία που δείχνει ότι όταν προστίθεται στέβια σε φυσικά μίγματα που σκοτώνουν τον καρκίνο του παχέος εντέρου, όπως τα φύλλα βατόμουρου (blackberry), τα επίπεδα αντιοξειδωτικών αυξάνονται (9). Και πάλι όμως σε αυτή τη μελέτη χρησιμοποιήθηκαν φύλλα στέβιας και όχι το απομονωμένο συστατικό ρεμπαουδιοσίδη, που υπάρχει στα περισσότερα προϊόντα στέβιας του εμπορίου, και το οποίο δεν φαίνεται να έχει αντικαρκινική δράση.

Η στεβιοσίδη, η στεβιόλη και η ισοστεβιοσίδη φαίνεται να έχουν αντικαρκινικές επιδράσεις σε μοντέλο ποντικού καρκίνου του δέρματος (10)

Το αντικαρκινικό όφελος της στέβιας ενισχύεται και από το γεγονός ότι είναι ένα γλυκαντικό χαμηλό σε γλυκαιμικό δείκτη, δεν αυξάνει το σάκχαρο του αίματος και δεν αυξάνει το βάρος. Μια δίαιτα υψηλή σε γλυκαιμικό δείκτη, σάκχαρα, η αύξηση της ινσουλίνης και η παχυσαρκία συνδέονται με αυξημένο κίνδυνο για καρκίνο, παρά τις απέλπιδες προσπάθειες κάποιων να «πείσουν» ότι τάχα η ζάχαρη δεν τροφοδοτεί τον καρκίνο.

Παρ’ όλα αυτά, το ψευδοεπιστημονικό άρθρο κατά της στέβιας ξεκινά γράφοντας ότι «η στεβιόλη και ρεμπαουδιοσίδη Α έχουν βρεθεί να είναι μεταλλαξιογόνες σε εργαστηριακές δοκιμές in vitro». Όπως είδαμε προηγουμένως, η στέβια έχει φανεί σε αντίστοιχες μελέτες ότι έχει αντικαρκινική δράση. Ίσως οι συγγραφείς του ψευδοεπιστημονικού αυτού άρθρου να αναφέρονται σε μία μελέτη σε αρσενικούς αρουραίους wistar στους οποίους χορηγείτο από το στόμα με 4 mg/mL (88,62% καθαρότητας στεβιοσίδες) διαλύματος στο πόσιμο νερό για 45 ημέρες και σημειώθηκε αυξημένη γονιδιοτοξικότητα στα κύτταρα του περιφερικού αίματος, με αποτελέσματα που ανιχνεύθηκαν επίσης στο ήπαρ, στη σπλήνα και στον εγκέφαλο. Δεν αναφέρθηκε καμία θνησιμότητα σε αυτή τη μελέτη (11). Η μελέτη απέτυχε να αποκαλύψει τη συνολική ποσότητα της στεβιοσίδης που καταναλώθηκε, αλλά σε άλλες περιπτώσεις υπολογίστηκε σε 80 mg ημερησίως (υποθέτοντας κατανάλωση νερού 20 mL) που ισοδυναμεί με 500mg/kg σε αυτούς τους αρουραίους (12). Έχει επικριθεί για τη μεθοδολογία της, όπως το ότι δεν είχε ομάδες αναφοράς ή συγκριτικές με τη δόση ομάδες ή για τον έλεγχο της ποιότητας της τροφής (13). Άλλες μελέτες σε θηλαστικά απέτυχαν να σημειώσουν την επίδραση υψηλών δόσεων (μέχρι 2000mg/kg) στέβιας (24 ώρες) σε ποντικούς (14) και σύμφωνα με την Κοινή Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων για τα Πρόσθετα Τροφίμων (JECFA), η στέβια απέτυχε να είναι καρκινογόνος σε δόσεις 2000mg/kg και 2400 mg/kg σε αρσενικούς και θηλυκούς αρουραίους αντίστοιχα (12). Το συμπέρασμα είναι ότι η στέβια δεν έχει κάποια μεταλλαξιογόνο δράση, κι όπου έχει φανεί γονιδιοτοξικότητα αυτή είναι πολύ μικρή και ισορροπείται από τις αντιοξειδωτικές επιδράσεις της στέβιας που ασκούν προστατευτική δράση.

Η στέβια επηρεάζει την τεστοστερόνη και μειώνει τη γονιμότητα;

Το ψευδοεπιστημονικό άρθρο κατά της στέβιας προσπαθεί να εκφοβίσει τους αναγνώστες ότι η κατανάλωση στέβιας μπορεί να οδηγήσει σε μείωση της τεστοστερόνης και προβλήματα υπογονιμότητας. Ας δούμε όμως ποια είναι η πραγματικότητα. Πολύ υψηλές δόσεις φαίνεται να συνδέονται με προβλήματα γονιμότητας στα ζώα. Ωστόσο το ζήτημα είναι αμφισβητούμενο, διότι μερικές μελέτες σε αρσενικούς αρουραίους δεν δείχνουν δράσεις κατά της γονιμότητας και πλην τούτου απουσιάζουν μελέτες σε ανθρώπους. Παρ’ όλα αυτά, είναι συνετό να μην καταναλώνετε υπερβολική ποσότητα στέβιας. Σε φυσιολογικές ποσότητες, η στέβια ΔΕΝ προκαλεί προβλήματα γονιμότητας.

Ένα μόριο στη στεβιά γνωστό ως διϋδροϊσοστεβιόλη έδειξε κάποτε αντιανδρογόνο δράση παρεμβάλλοντας τις επιδράσεις των ενέσεων τεστοστερόνης σε λειρί κοτόπουλου (στα 3mg) χωρίς να επηρεάζει σημαντικά την ικανότητα της τεστοτερόνης να επηρεάζει τη λειτουργία των όρχεων (15).

Η στεβιοσίδη μπορεί επίσης να εκτοπίσει την DHT από τον υποδοχέα ανδρογόνου σε συγκεντρώσεις των 7-15 μΜ, γεγονός που έχει υποστηριχθεί ότι μπορεί να μην είναι πρακτικά σημαντικό, καθώς ακόμη και από του στόματος πολύ υψηλές δόσεις (6,7 g/αρουραίους) για 60 ημέρες απέτυχε να μεταβάλει τη δέσμευση ανδρογόνων στον ιστό του προστάτη (16).

Το προπαγανδιστικό αυτό άρθρο κατά της στέβιας δεν ανέφερε την προαναφερθείσα μελέτη, αλλά μόνο μια μελέτη, κατά την οποία, όταν οι αρουραίοι τρέφονταν με στέβια (περίπου 6,7 g/kg) ημερησίως για 60 ημέρες, η τεστοστερόνη μειώθηκε περίπου κατά 40% χωρίς να επηρεαστεί η ωχρινοτρόπος ορμόνη και μειώθηκαν τα σπερματοζωάρια (17).

Ωστόσο, στην έρευνα χρησιμοποίησαν 6,7g/kg βάρους των ποντικιών κάτι που αναλογεί σε περίπου 1,07g/kg στους ανθρώπους. Δηλαδή με λίγα λόγια, κάποιος που είναι 70 κιλά, θα πρέπει να καταναλώνει περί τα 80γρ στέβια καθημερινά, για να εμφανιστούν οι ανεπιθύμητες ενέργειες, αν φυσικά ισχύουν γιατί δεν είμαστε το ίδιο με τα ποντίκια. Το ένα κουταλάκι του γλυκού στέβια είναι περίπου 4γρ, που σημαίνει ~20 κουταλάκια την ημέρα. Και φυσικά δεν μπορείς να χρησιμοποιήσεις ένα κουταλάκι στέβιας στον καφέ σου, επειδή έχει πολύ μεγαλύτερη γλυκαντική ικανότητα από την ζάχαρη (περίπου 200 φορές πιο γλυκιά). Το προπαγανδιστικό όμως άρθρο κατά της στέβιας γράφει: «Η στέβια, αναφέρεται ότι προκαλεί σημαντική μείωση των τιμών τεστοστερόνης κατά την εφηβεία των αγοριών, μόνο σε 60 ημέρες, ενώ ο κίνδυνος είναι πολύ σημαντικός για υπογονιμότητα δοθείσης της σωρευτικής της επίδρασης». Τα ποντίκια σε αυτό το άρθρο αναφέρονται ως… αγόρια! Για τέτοια παραπληροφόρηση!

Σε μία άλλη έρευνα επίσης, η οποία είχε διάρκεια 120 ημέρες, βρήκαν ότι η στέβια μπορεί να μειώσει την τεστοστερόνη των ποντικιών ως και 40% (18), αλλά με πολύ μεγαλύτερη δοσολογία από την παραπάνω έρευνα (15g/Kg), δοσολογία δηλαδή που αποκλείεται κάποιος άνθρωπος να καταναλώνει σε καθημερινή βάση.

Η ανησυχία είναι ότι τα εκχυλίσματα στέβιας θα μπορούσαν να επηρεάσουν τις ορμόνες επειδή οι γλυκοσίδες της έχουν παρόμοια δομή με φυτικές ορμόνες όπως η γιβερελίνη. Αλλά πολλά βότανα, συμπεριλαμβανομένου του ginkgo biloba, έχουν επίσης αυτό το φυσικό συστατικό, και εάν καταναλώνονται με μέτρο, δεν υπάρχει θέμα ανησυχίας.

Δεν έχουν υπάρξει μελέτες σε ανθρώπους που να δείχνουν ότι η στέβια μπορεί να μειώσει τα επίπεδα της τεστοστερόνης. Αντίθετα μια μελέτη, που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Journal of Chiropractic Medicine το 2013 διαπίστωσε ότι η λήψη ενός συμπληρώματος διατροφής, αποτελούμενου από στέβια και πολλά άλλα βότανα, δεν είχε αρνητικές επιπτώσεις στα επίπεδα τεστοστερόνης και τα άτομα που έλαβαν το συμπλήρωμα και ακολούθησαν μια διατροφή απώλειας βάρους στην πραγματικότητα είχαν ελαφρώς υψηλότερη τεστοστερόνη μετά την ολοκλήρωση της μελέτης (19).

Μελέτες για την ωφέλιμη δράση της Στέβιας στην ανθρώπινη υγεία που αποκρύπτονται από το άρθρο

Η στέβια είναι κατάλληλη για διαβητικούς

Η στέβια θεωρείται το καταλληλότερο γλυκαντικό για τους διαβητικούς, ασφαλέστερο από κάθε χημικό γλυκαντικό που κατά καιρούς είχε προταθεί ως «κατάλληλο» για διαβητικούς, όπως η σουκραλόζη και η ασπαρτάμη. Στην πραγματικότητα, αυτά τα δήθεν ασφαλή χημικά γλυκαντικά και «κατάλληλα» για διαβητικούς έχουν φανεί ότι αυξάνουν το σάκχαρο του αίματος. Όλη αυτή η μελέτη αναλύεται διεξοδικά στο άρθρο «Could Artificial Sweeteners Raise Your Blood Sugar?» (Μπορούν τα τεχνητά γλυκαντικά να ανεβάσουν το σάκχαρο του αίματος;) που δημοσιεύθηκε στο WebMed (20). Αυτή η μελέτη κατ’ ουσίαν ξεσκεπάζει όσους ισχυρίζονται ότι οι τεχνητές γλυκαντικές ουσίες δεν είναι επικίνδυνες.

Η αντιδιαβητική δράση της στέβιας έχει φανεί σε μελέτες τόσο σε πειραματόζωα όσο και σε ανθρώπους. Ένα άρθρο που δημοσιεύθηκε στο Journal of Dietary Supplements αξιολόγησε τον τρόπο με τον οποίο η στέβια επηρεάζει τους διαβητικούς αρουραίους. Ανακαλύφθηκε ότι σε αρουραίους που υποβλήθηκαν σε θεραπεία με 250 και 500 mg στέβιας καθημερινά μειώθηκαν σημαντικά τα επίπεδα σακχάρου στο αίμα νηστείας και ισορρόπησαν η αντίσταση στην ινσουλίνη, τα τριγλυκερίδια και η αλκαλική φωσφατάση, που αυξάνεται σε ασθενείς με καρκίνο (21).

Μια μελέτη του 2010 που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Appetite και διεξήχθη σε ανθρώπους έδειξε ότι η λήψη στέβιας πριν από το γεύμα μείωσε τα επίπεδα γλυκόζης αίματος και ινσουλίνης μετά το γεύμα. Αυτά τα αποτελέσματα φαίνεται να είναι ανεξάρτητα από τη μείωση της θερμιδικής πρόσληψης. Αυτή η έρευνα καταδεικνύει πώς μπορεί να βοηθήσει η στέβια στη ρύθμιση της γλυκόζης (22).

Η στέβια έχει χαμηλό γλυκαιμικό δείκτη και δεν επηρεάζει το σάκχαρο του αίματος. Αυτή η επίδραση είναι ανεξάρτητη από το αν καταναλώσετε φύλλα ολόκληρου του φυτού, από το αν καταναλώσετε προϊόν στέβιας που περιέχει και στεβιοσίδη και ρεμπαουδιοσίδη ή από το αν καταναλώσετε προϊόν στέβιας που περιέχει ρεμπαουδιοσίδη και ερυθριτόλη. Αυτό το διαπίστωσα και από προσωπική εμπειρία, οιωνεί a case study report. Χωρίς να έχω φάει κάποια άλλη τροφή πριν ως προϊόν ήπια μερικά ποτήρια υποκατάστατου καφέ από ταραξάκο/πικραλίδα (dandelion) έχοντας βάλει 8 κουταλιές του γλυκού στέβια που περιείχε ρεμπαουδιοσίδη και ερυθριτόλη. Μετά από 2 ώρες μέτρησα το σάκχαρο του αίματός μου και δεν είχε αλλάξει καθόλου (σ.σ. δεν είμαι διαβητικός).

Η στέβια βοηθά να χάσετε βάρος

Η στέβια είναι ένα γλυκαντικό χωρίς θερμίδες και με χαμηλό γλυκαιμικό δείκτη. Η αντικατάσταση της επιτραπέζιας ζάχαρης ή του μελιού (που και τα δύο είναι γλυκαντικά που περιέχουν πολλές θερμίδες και είναι υψηλού γλυκαιμικού δείκτη) με στέβια μπορεί να συμβάλλει σε απώλεια βάρους, και όλα τα συνεπακόλουθα αποτελέσματα, από μείωση του κινδύνου για σάκχαρο μέχρι μείωση του κινδύνου για καρκίνο. Αυτή η επίδραση είναι ανεξάρτητη από το αν καταναλώσετε φύλλα ολόκληρου του φυτού, από το αν καταναλώσετε προϊόν στέβιας που περιέχει και στεβιοσίδη και ρεμπαουδιοσίδη ή από το αν καταναλώσετε προϊόν στέβιας που περιέχει ρεμπαουδιοσίδη και ερυθριτόλη.

Η στέβια βοηθά στη μείωση της χοληστερίνης του αίματος

Μελέτη του 2009 που διεξήχθη από το τμήμα Τροφών και Διατροφής του College Home Science της Ινδίας και το τμήμα Στατιστικής του Rajasthan College of Agriculture της Ινδίας έδειξε ότι η στέβια μείωσε τα επίπεδα χοληστερίνης του αίματος, την LDL (τη συμβατικά ονομαζόμενη «κακή» χοληστερίνη) και τα τριγλυκερίδια και αύξησε την HDL (τη συμβατικά ονομαζόμενη «καλή» χοληστερίνη). Στη μελέτη αυτή χρησιμοποιήθηκε εκχύλισμα του φυτού στέβια και όχι προϊόντα στέβιας που περιέχουν ρεμπαουδιοσίδη και ερυθριτόλη (23). Όπως όμως έχω αποδείξει στο βιβλίο μου «Χοληστερίνη: Ένας σύγχρονος μύθος», η χοληστερίνη δεν είναι παράγοντας καρδιοπάθειας, και το ζήτημα της χοληστερίνης υπερτονίζεται για να πωλούνται στατίνες και προϊόντα διατροφής που μειώνουν ή υποτίθεται ότι μειώνουν τη χοληστερίνη.

Η στέβια μειώνει την υψηλή πίεση του αίματος

Η Catherine Ulbricht, φαρμακοποιός στο Massachusetts General Hospital της Βοστόνης και συνιδρυτής της Natural Standard Research Collaboration, η οποία αξιολογεί τα επιστημονικά στοιχεία για τα βότανα και τα συμπληρώματα, λέει ότι η διαθέσιμη έρευνα είναι ελπιδοφόρα για τη χρήση της στέβιας στην υπέρταση (24). Ορισμένες γλυκοσίδες του εκχυλίσματος στέβιας έχουν βρεθεί ότι διαστέλλουν τα αιμοφόρα αγγεία και αυξάνουν την απέκκριση του νατρίου, δύο πράγματα που είναι πολύ χρήσιμα για τη διατήρηση της αρτηριακής πίεσης σε υγιές επίπεδο.

Μία μελέτη του 2003 δημοσιευθείσα στο περιοδικό Clinical Therapeutics που αξιολόγησε την ανεκτικότητα 1500 mg στεβιοσίδης (τριπλή ημερήσια δοσολογία των 500 mg) ανέφερε ότι 2 χρόνια τακτικής χρήσης στεβιοσίδης συσχετίστηκε με μείωση τόσο της συστολικής όσο και της διαστολικής αρτηριακής πίεσης κατά 6,7% και 6,4% αντιστοίχως. Αυτή η μελέτη επίσης σημείωσε ότι η θεραπεία συνδυάστηκε με μειωμένο ρυθμό υπερτροφίας της αριστερής κοιλίας με 11,5% στέβια και 34,0% εικονικό φάρμακο (25).

Αυτό το αποτέλεσμα είναι παρόμοιο με μια μελέτη διάρκειας ενός έτους σε υπερτασικούς στους οποίους χορηγείτο στεβιοσίδη σε ποσότητα 250 mg τρεις φορές ημερησίως (750 mg συνολικά), οι οποίοι εμφάνισαν μείωση της αρτηριακής πίεσης σε ένα ελαφρώς υψηλότερο μέγεθος (8,1% και 13,8% συστολική και διαστολική) σε σχέση με το εικονικό φάρμακο τον τρίτο μήνα, κάτι που διατηρήθηκε κατά τους επόμενους εννέα μήνες. Η μελέτη αυτή δημοσιεύθηκε το 2000 στο British Journal of Clinical Pharmacology (26).

Η στέβια έχει αντιφλεγμονώδεις, αντιοξειδωτικές και ανοσορρυθμιστικές δράσεις

Μελέτη του 2009 στο περιοδικό Pharmacology and Therapeutics αναφέρει ότι «ορισμένες μελέτες έχουν δείξει ότι, εκτός από τη γλυκύτητα, η στεβιοσίδη μαζί με τις σχετικές ενώσεις, που περιλαμβάνουν τη ρεμπαουδιοσίδη Α (το δεύτερο πιο άφθονο συστατικό του φύλλου S. rebaudiana), τη στεβιόλη και την ισοστεβιόλη (μεταβολικά συστατικά της στεβιοσίδης) μπορούν να προσφέρουν θεραπευτικά οφέλη. Έχουν αντι-υπεργλυκαιμικές, αντι-υπερτασικές, αντιφλεγμονώδεις, αντικαρκινικές, αντι-διαρροϊκές, διουρητικές και ανοσορρυθμιστικές δράσεις (27). Μελέτες σε πειραματόζωα έχουν δείξει ότι η στεβιοσίδη φαίνεται να έχει αντιφλεγμονώδεις ιδιότητες σε αρουραίους μετά από στοματική λήψη καταλλήλων δόσεων (ανθρώπινο ισοδύναμο αρουραίου 25-50mg/kg είναι 4-8mg/kg και, για άτομο 150lb, 272-545mg) (28). Ανάλογα έχουν φανεί και σε πολλές εργαστηριακές μελέτες (29-31). Οι αντιφλεγμονώδεις και αντιοξειδωτικές δράσεις της στέβιας έχουν συνδεθεί με προστασία των νεφρών, του παγκρέατος, του ήπατος και του εγκεφάλου.

Η στέβια έχει νευροπροστατευτική δράση

Η ισοστεβιόλη έχει φανεί ότι έχει νευροπροστατευτική επίδραση σε ένα μοντέλο αρουραίων εγκεφαλικής απόφραξης. Η μελέτη αυτή δημοσιεύθηκε το 2008 στο περιοδικό Planta Medica με τίτλο «Οι νευροπροστατευτικές επιδράσεις της ισοστεβιόλης κατά της βλάβης εγκεφαλικής ισχαιμίας προκαλούμενης από απόφραξη μεσαίας εγκεφαλικής αρτηρίας σε αρουραίους» (1).

Η στέβια μπορεί να βοηθήσει σε μυϊκή ανάρρωση μετά από τραυματισμό

Μια μελέτη του 2012 που δημοσιεύθηκε στο Journal of Agricultural and Food Chemistry έδειξε ότι 10 mg/kg στεβιοσίδης ημερησίως σε αρουραίους (από του στόματος) για μία εβδομάδα πριν από την επαγωγή τοξικότητας στον σκελετικό μυ (μέσω καρδιοτοξίνης) συσχετίστηκαν με αύξηση των ρυθμών μυϊκής αναγέννησης μέσω της αύξησης της πρόσληψης κυττάρων satellite και αυξημένη λειτουργική ικανότητα των τραυματισμένων μυών 7 ημέρες μετά τη βλάβη. Η μελέτη κατέληξε στο συμπέρασμα ότι «η στεβιοσίδη μπορεί να είναι ευεργετική ως συμπλήρωμα διατροφής για την προώθηση της αποκατάστασης μυών από τραυματισμό» (1).

Το πρόβλημα της ερυθριτόλης στα εμπορικά προϊόντα στέβιας

Τα περισσότερα προϊόντα στέβιας που κυκλοφορούν στο εμπόριο δεν περιέχουν στεβιοσίδη, αλλά μόνο ρεμπαουδιοσίδη, και στο τελικό προϊόν προσθέτουν και ερυθριτόλη. Άλλοι βάζουν μαλτοδεξτρίνη (σάκχαρο καλαμποκιού), και κατ’ ουσίαν το τελικό προϊόν δεν είναι στέβια, αλλά μαλτοδεξτρίνη με λίγη ποσότητα στέβιας! Είμαι εναντίον των προϊόντων που περιέχουν μαλτοδεξτρίνη, αλλά όχι τόσο ενάντια στα προϊόντα στέβιας που περιέχουν ερυθριτόλη, παρ’ ότι δεν είναι απόλυτα ασφαλής, όπως τα αυθεντικά εκχυλίσματα στέβιας. Η γεύση της στέβοας στην οποία έχει προστεθεί ερυθριτόλη είναι υπέροχη και ιδανική για γλυκατζήδες σαν και μένα. Προσθέτω πάντα στο κατσικίσιο γάλα, στους φρέσκους χυμούς φρούτων και στο πράσινο τσάι μου στέβια με ερυθριτόλη ή ξυλιτόλη.

Αλλά τι είναι η ερυθριτόλη; Είναι ασφαλής; Έχει παρενέργειες;

Η ερυθριτόλη είναι μια αλκοόλη σακχάρου τεσσάρων ατόμων άνθρακα ή πολυόλη που περιέχει περίπου 60-80% της γλυκύτητας της επιτραπέζιας ζάχαρης. Άλλες τέτοιες αλκοόλες σακχάρων είναι η σορβιτόλη, η λακτιτόλη, η μαλτιτόλη, η μαννιτόλη και η ξυλιτόλη.

Η ερυθριτόλη υπάρχει σε φυσική μορφή σε μερικά φρούτα και ζυμωμένες τροφές, αλλά στη στέβια και σε άλλα προϊόντα που προστίθεται παρασκευάζεται από άμυλο καλαμποκιού. Είναι αυτό πρόβλημα; Ναι, διότι περιέχει GMO, δηλαδή τροποποιημένους γενετικούς οργανισμούς, είναι δηλαδή από μεταλλαγμένο καλαμπόκι. Σε αντίθεση με πολλούς πουλημένους επιστήμονες (ήτοι, ψευδοεπιστήμονες) που υποστηρίζουν την ασφάλεια των μεταλλαγμένων, έχω διαφορετική άποψη, αφού συγκεντρώσει πλείστες μελέτες που αποδεικνύουν την επικινδυνότητα των GMO, τις οποίες θα παρουσιάσω λίαν συντόμως στην ιστοσελίδα μου. Αλλά κάποιος θα πει: «Και η βιταμίνη C (ασκορβικό οξύ) παρασκευάζεται από άμυλο καλαμποκιού, άρα είναι μεταλλαγμένη. Αυτό είναι σωστό. Οπότε όταν αγοράζουμε στέβια που περιέχει ερυθριτόλη, κοιτάμε το προϊόν να είναι βιολογικό και πιστοποιημένο ότι δεν περιέχει γενετικά τροποποιημένους οργανισμούς (NO-GMO). Το ίδιο κάνουμε και για τη βιταμίνη C, αν και το όφελος της βιταμίνης C είναι σημαντικότερο, ακόμα και αν η πηγή του είναι από GMO. Στην τελική, τα GMO έχουν δυστυχώς μπει στη διατροφική αλυσίδα. Ασφαλώς όμως θα πρέπει να περιορίζουμε την κατανάλωσή τους.

Η ερυθριτόλη έχει αρκετά πλεονεκτήματα. Δεν έχει θερμίδες και κατά συνέπεια δεν προκαλεί αύξηση βάρους και παχυσαρκία. Είναι χαμηλού γλυκαιμικού δείκτη και δεν αυξάνει το σάκχαρο του αίματος, άρα είναι κατάλληλη για διαβητικούς (αλλά και για την πρόληψη του διαβήτη). Μελέτες έχουν δείξει ότι η ερυθριτόλη μειώνει την οδοντική πλάκα και αποτρέπει τη φθορά των δοντιών. Μία διπλά τυφλή, τυχαιοποιημένη δοκιμαστική μελέτη του 2014 που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Caries Research εξέτασε τα αποτελέσματα της ερυθριτόλης σε 485 παιδιά πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης. Κάθε παιδί κατανάλωνε τέσσερις καραμέλες ερυθριτόλης, ξυλιτόλης ή σορβιτόλης τρεις φορές ανά σχολική ημέρα. Στις εξετάσεις παρακολούθησης, οι ερευνητές παρατήρησαν μικρότερο αριθμό κοιλοτήτων στην ομάδα ερυθριτόλης από ό, τι στις ομάδες ξυλιτόλης ή σορβιτόλης. Ο χρόνος μέχρι την ανάπτυξη των κοιλοτήτων ήταν επίσης μεγαλύτερος στην ομάδα της ερυθριτόλης (34). Και να σημειωθεί ότι η ξυλιτόλη θεωρείται το κατεξοχήν γλυκαντικό που κάνει καλό στα δόντια, για αυτό και προστίθεται σε πολλές οδοντόκρεμες.

Η ερυθριτόλη έχει όμως και αρκετά μειονεκτήματα. Πέραν από το γεγονός ότι είναι μεταλλαγμένη, προκαλεί γαστρεντερικά προβλήματα και διάρροια. Τα γαστρεντερικά προβλήματα είναι ιδιαίτερα συχνά σε παιδιά (35). Ο συνδυασμός ερυθριτόλης και φρουκτόζης αυξάνει τα γαστρεντερικά συμπτώματα σε υγιείς ενήλικες, όπως έδειξε μελέτη του 2011 που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Nutrition Research (36). Μετά από μια ολονύκτια νηστεία, οι συμμετέχοντες κατανάλωσαν ποτά που περιείχαν είτε 50 g φρουκτόζη και 50 g γλυκόζη, είτε 50 g φρουκτόζη και 33,3 g ερυθριτόλη (σε ισομοριακή συγκέντρωση φρουκτόζης) ή 50 g φρουκτόζη μόνη της. Τα συμπτώματα γαστρεντερικής δυσανεξίας και ο αριθμός και η συνοχή των κινήσεων του εντέρου καταγράφηκαν για 24 ώρες μετά. Σε σύγκριση με το ποτό φρουκτόζης και γλυκόζης και τη φρουκτόζη μόνη της, η συχνότητα των υδαρών κοπράνων αυξήθηκε (P <.05) και η γαστρεντερική ανοχή επιδεινώθηκε (P <.05) όταν οι συμμετέχοντες κατανάλωναν φρουκτόζη και ερυθριτόλη μαζί. Αυτά τα δεδομένα υποδηλώνουν ότι η συνύπαρξη ισομοριακών συγκεντρώσεων φρουκτόζης και ερυθριτόλης αύξησε τη δυσαπορρόφηση των υδατανθράκων. Το πόρισμα αυτής της μελέτης μας βάζει σε σκέψεις για το ποιες θα ήταν οι συνέπειες της κατανάλωσης ερυθριτόλης σε χυμούς φρούτων που περιέχουν μεγάλη ποσότητα φρουκτόζης.

Η κατανάλωση μεγάλων ποσοτήτων ερυθριτόλης (50 γραμμάρια ή περισσότερο) μπορεί να προκαλέσει αέρια, κράμπες, φούσκωμα, στομαχόπονο και διάρροια. Μία μελέτη που δημοσιεύθηκε το 2007 στο European Journal of Clinical Nutrition έδειξε ότι η πρόσληψη 50 γραμμαρίων ερυθριτόλης προκάλεσε ερεθισμό στο στομάχι και ναυτία (37).

Μια μελέτη που δημοσιεύθηκε στο EFSA Panel on Food Additives and Nutrient Sources κατέληξε στο συμπέρασμα ότι «το περιθώριο ασφάλειας είναι πολύ χαμηλό για να διασφαλιστεί ότι τα παιδιά προστατεύονται επαρκώς λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι η ερυθριτόλη χρησιμοποιείται επίσης σε άλλες κατηγορίες τροφίμων» (38). Παρ’ όλα αυτά το 2003 η επιστημονική επιτροπή τροφίμων της ΕΕ (SCF) κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η ερυθριτόλη είναι ασφαλής για χρήση σε τρόφιμα».

Η ερυθριτόλη μπορεί να είναι επικίνδυνη για άτομα με SIBO (βακτηριακή υπερανάπτυξη του λεπτού εντέρου) και σύνδρομο ευερεθίστου εντέρου, και ως εκ τούτου θα πρέπει να αποφεύγεται από αυτά τα άτομα (39).

Η ερυθριτόλη μπορεί να προκαλέσει αλλεργικές δερματικές αντιδράσεις σε μερικούς ανθρώπους, αν και αυτό δεν είναι συχνό φαινόμενο. Μια μελέτη που δημοσιεύθηκε το 2000 στο Journal of Dermatology αποδεικνύει πως τα ποτά που περιέχουν ερυθριτόλη μπορούν δυνητικά να προκαλέσουν σοβαρή αλλεργική δερματική αντίδραση. Μια νεαρή γυναίκα ηλικίας 24 ετών είχε σοβαρή αλλεργική κνίδωση σε ολόκληρο το σώμα της μετά την κατανάλωση ενός ποτηριού ποτού στο οποίο είχε χρησιμοποιηθεί ως γλυκαντικό η ερυθριτόλη (40).

https://enallaktikidrasi.com/2017/08/stevia-den-einai-toxiki-den-prokalei-meiosi-testosteronis-upogonomotita/

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ

Η στέβια (ακόμα και τα προϊόντα στέβιας που περιέχουν ερυθριτόλη) είναι ασφαλής για κατανάλωση, πολύ πιο ασφαλής από τη ζάχαρη, τη φρουκτόζη και το μέλι, και φυσικά πολύ πιο ασφαλής από οποιοδήποτε τεχνητό γλυκαντικό. Η ζάχαρη και το μέλι έχουν θερμίδες, είναι υψηλά σε γλυκαιμικό φορτίο, η συχνή κατανάλωσή τους οδηγεί σε παχυσαρκία, τα σάκχαρά τους αποτελούν τροφή για τα καρκινικά κύτταρα, κάνουν κακό στα δόντια και αποτελούν την προτιμώμενη τροφή για τον μύκητα candida. Όσον αφορά στη φρουκτόζη, ενώ η φρουκτόζη από ένα ή δυο φρούτα που θα φάμε καθημερινά δεν αποτελεί κίνδυνο για την υγεία, η επιτραπέζια φρουκτόζη μάς κάνει να καταναλώνουμε υπερβολική ποσότητα φρουκτόζης που δεν θα λαμβάναμε μέσα από την τροφή, κάτι που μπορεί να οδηγήσει σε όλα τα προβλήματα που σχετίζονται με το μεταβολικό σύνδρομο (διαβήτη, παχυσαρκία, καρδιοπάθεια), οδηγεί σε ανθεκτικότητα της λεπτίνης (η λεπτίνη είναι μια ορμόνη που ρυθμίζει την όρεξη), προκαλεί υπερανάπτυξη βακτηρίων στο έντερο, βλάπτει το συκώτι και οδηγεί σε αντίσταση της ινσουλίνης στο ήπαρ και σε λιπώδες ήπαρ (λιπώδης διήθηση), σε μελέτες σε αρουραίους έχει φανεί ότι βλάπτει τη μνήμη, και φυσικά δυνητικά μπορεί να οδηγήσει σε καρκίνο, αφού τα καρκινικά κύτταρα ευδοκιμούν και πολλαπλασιάζονται πολύ καλά με τη φρουκτόζη ως πηγή ενέργειας. Για τα τεχνητά γλυκαντικά, όπως η ασπαρτάμη, δεν το συζητάμε, είναι άκρως επικίνδυνα, και ας προσπαθούν κάποιοι να μας πείσουν για την ασφάλειά τους. Η στέβια υπερέχει όλων των γνωστών γλυκαντικών, φυσικών και τεχνητών.

Η στέβια λοιπόν είναι πολύ ασφαλής και κάνει και καλό στην υγεία. Προτιμήστε την!

[toggle title="Πηγές"]

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Στέβια, ένα ακόμη δηλητήριο στα αναψυκτικά μας – Προκαλεί σημαντική μείωση των τιμών τεστοστερόνης και υπογονιμότητα https://kourdistoportocali.com/passbook/stevia-ena-akomi-dilitirio-sta-anapsyktika-mas/
Στέβια, ένα ακόμη δηλητήριο στα αναψυκτικά μας – Προκαλεί σημαντική μείωση των τιμών τεστοστερόνης και υπογονιμότητα https://www.tilestwra.com/stevia-ena-akomi-dilitirio-sta-anapsyktika-mas-prokali-simantiki-miosi-ton-timon-testosteronis-ke-ypogonimotita/
Στέβια, ένα ακόμη δηλητήριο στα αναψυκτικά μας – Προκαλεί σημαντική μείωση των τιμών τεστοστερόνης και υπογονιμότητα https://www.diaforetiko.gr/stevia-ena-akomi-dilitirio-sta-anapsyktika-mas-prokali-simantiki-miosi-ton-timon-testosteronis-ke-ypogonimotita/
Στέβια, ένα ακόμη δηλητήριο στα αναψυκτικά μας – Προκαλεί σημαντική μείωση των τιμών τεστοστερόνης και υπογονιμότητα https://olympia.gr/2017/08/10/%CF%83%CF%84%CE%AD%CE%B2%CE%B9%CE%B1-%CE%AD%CE%BD%CE%B1-%CE%B1%CE%BA%CF%8C%CE%BC%CE%B7-%CE%B4%CE%B7%CE%BB%CE%B7%CF%84%CE%AE%CF%81%CE%B9%CE%BF-%CF%83%CF%84%CE%B1-%CE%B1%CE%BD%CE%B1%CF%88%CF%85%CE%BA/
Soejarto DD, Kinghorn AD, Farnsworth NR. Potential sweetening agents of plant origin. III. Organoleptic evaluation of Stevia leaf herbarium samples for sweetness. J Nat Prod., 1982 https://www.ncbi.nlm.nih.gov/pubmed/7153776
Hanson JR, De Oliveira BH. Stevioside and related sweet diterpenoid glycosides. Nat Prod Rep., 1993 https://www.ncbi.nlm.nih.gov/pubmed/8351080
Gardana C, et al. Metabolism of stevioside and rebaudioside A from Stevia rebaudiana extracts by human microflora. J Agric Food Chem. (2003) https://www.ncbi.nlm.nih.gov/pubmed/14558786
Paul S1, Sengupta S, Bandyopadhyay TK, Bhattacharyya A., Stevioside induced ROS-mediated apoptosis through mitochondrial pathway in human breast cancer cell line MCF-7, Nutr Cancer. 2012;64(7):1087-94 https://www.ncbi.nlm.nih.gov/pubmed/23061910
Komes D., et al., Formulating blackberry leaf mixtures for preparation of infusions with plant derived sources of sweeteners, Food Chemistry [25 Nov 2013, 151:385-393] https://europepmc.org/abstract/med/24423548
Takasaki M, et al. Cancer preventive agents. Part 8: Chemopreventive effects of stevioside and related compounds. Bioorg Med Chem., 2009 https://www.ncbi.nlm.nih.gov/pubmed/19131254
Nunes AP, et al. Analysis of genotoxic potentiality of stevioside by comet assay. Food Chem Toxicol., 2007 https://www.ncbi.nlm.nih.gov/pubmed/17187912
Williams GM. Re: Analysis of genotoxic potentiality of stevioside by comet assay. Food Chem Toxicol. 2007 https://www.ncbi.nlm.nih.gov/pubmed/17693007
Geuns JM. Comments to the paper by Nunes et al. (2007), Analysis of genotoxic potentiality of stevioside by comet assay, Food and Chemical Toxicology 45 (2007) 662-666. Food Chem Toxicol. 2007 https://www.ncbi.nlm.nih.gov/pubmed/17686558
Sekihashi K, Saitoh H, Sasaki Y. Genotoxicity studies of stevia extract and steviol by the comet assay. J Toxicol Sci., 2002 https://www.ncbi.nlm.nih.gov/pubmed/12533916
DORFMAN RI, NES WR. Anti-androgenic activity of dihydroisosteviol. Endocrinology. (1960) https://www.ncbi.nlm.nih.gov/pubmed/13817655
Oliveira-Filho RM, et al. Chronic administration of aqueous extract of Stevia rebaudiana (Bert.) Bertoni in rats: endocrine effects. Gen Pharmacol., 1989 https://www.ncbi.nlm.nih.gov/pubmed/2785472
Melis MS. Effects of chronic administration of Stevia rebaudiana on fertility in rats. J Ethnopharmacol, 1999 https://www.ncbi.nlm.nih.gov/pubmed/10619379
Gil J.C., et al., Long-term effects of the consumption of Stevia rebaudiana (Magnoliopsida, Asteraceae) on fertility mice’s, Rev. peru. biol. 15(1):85-90, 2008 https://www.scielo.org.pe/pdf/rpb/v15n1/a12v15n1
Balliett M., Burke JR., Changes in anthropometric measurements, body composition, blood pressure, lipid profile, and testosterone in patients participating in a low-energy dietary intervention, J Chiropr Med. 2013 Mar;12(1):3-14 https://www.ncbi.nlm.nih.gov/pubmed/23997718
Rubin R., Could Artificial Sweeteners Raise Your Blood Sugar?, Sept. 18, 2014 https://www.webmd.com/diet/news/20140917/artificial-sweeteners-blood-sugar#1
Akbarzadeh S., et al., The Effect of Stevia Rebaudiana on Serum Omentin and Visfatin Level in STZ-Induced Diabetic Rats, April 2014 https://www.researchgate.net/publication/261289491_The_Effect_of_Stevia_Rebaudiana_on_Serum_Omentin_and_Visfatin_Level_in_STZ-Induced_Diabetic_Rats
Anton S.D., et al., Effects of stevia, aspartame, and sucrose on food intake, satiety, and postprandial glucose and insulin levels, Appetite. 2010 Aug; 55(1): 37–43 https://www.ncbi.nlm.nih.gov/pmc/articles/PMC2900484/
Sharma N., Morga R., Upadhyay B., Effect of Stevia Extract Intervention on Lipid Profile, Ethno-Med, 3(2): 137-140, 2009
Cox L., What Is Stevia?, Lice Science, September 12, 2013 https://www.livescience.com/39601-stevia-facts-safety.html
Hsieh MH, et al., Efficacy and tolerability of oral stevioside in patients with mild essential hypertension: a two-year, randomized, placebo-controlled study. Clin Ther., 2003 https://www.ncbi.nlm.nih.gov/pubmed/14693305
Chan P, et al. A double-blind placebo-controlled study of the effectiveness and tolerability of oral stevioside in human hypertension. Br J Clin Pharmacol. (2000) https://www.ncbi.nlm.nih.gov/pubmed/10971305
Chatsudthipong V, Muanprasat C., Stevioside and related compounds: therapeutic benefits beyond sweetness, Pharmacol Ther. 2009 Jan;121(1):41-54 https://www.ncbi.nlm.nih.gov/pubmed/19000919
Yingkun N, et al. Stevioside protects LPS-induced acute lung injury in mice. Inflammation., 2013 https://www.ncbi.nlm.nih.gov/pubmed/22968433
Fengyang L, et al. Stevioside suppressed inflammatory cytokine secretion by downregulation of NF-κB and MAPK signaling pathways in LPS-stimulated RAW264.7 cells. Inflammation. (2012) https://www.ncbi.nlm.nih.gov/pubmed/22644339
Boonkaewwan C, Toskulkao C, Vongsakul M. Anti-Inflammatory and Immunomodulatory Activities of Stevioside and Its Metabolite Steviol on THP-1 Cells. J Agric Food Chem. (2006) https://www.ncbi.nlm.nih.gov/pubmed/16448183
Boonkaewwan C, et al. Specific immunomodulatory and secretory activities of stevioside and steviol in intestinal cells. J Agric Food Chem. (2008) https://www.ncbi.nlm.nih.gov/pubmed/18433103
Xu D, et al. The neuroprotective effects of isosteviol against focal cerebral ischemia injury induced by middle cerebral artery occlusion in rats. Planta Med., 2008 https://www.ncbi.nlm.nih.gov/pubmed/18553271
Bunprajun T, et al., Stevioside enhances satellite cell activation by inhibiting of NF-κB signaling pathway in regenerating muscle after cardiotoxin-induced injury. J Agric Food Chem., 2012 https://www.ncbi.nlm.nih.gov/pubmed/22316332
Honkala S. Et al., Effect of erythritol and xylitol on dental caries prevention in children, Caries Res. 2014;48(5):482-90 https://www.ncbi.nlm.nih.gov/pubmed/24852946
DiPlacido L., Sugar alcohols can satisfy a sweet tooth safely, March 09, 2012 https://www.diabetesmonitor.com/healthy-living/diet/sugar-alcohols-and-diabetes.htm
Kim Y1, Park SC, Wolf BW, Hertzler SR., Combination of erythritol and fructose increases gastrointestinal symptoms in healthy adults, Nutr Res. 2011 Nov;31(11):836-41
Storey D., et al., Gastrointestinal tolerance of erythritol and xylitol ingested in a liquid, European Journal of Clinical Nutrition (2007) 61, 349–354 https://www.nature.com/ejcn/journal/v61/n3/full/1602532a.html?foxtrotcallback=true
EFSA Panel on Food Additives and Nutrient Sources (ANS), Statement in relation to the safety of erythritol (E 968) in light of new data, including a new paediatric study on the gastrointestinal tolerability of erythritol, 9 July 2010 https://onlinelibrary.wiley.com/doi/10.2903/j.efsa.2010.1650/abstract
Dukowicz A.C., Lacy BE. Levine G.M., Small Intestinal Bacterial Overgrowth, Gastroenterol Hepatol (N Y). 2007 Feb; 3(2): 112–122 https://www.ncbi.nlm.nih.gov/pmc/articles/PMC3099351/
Hino H., Kasai S., Hattori N., Kenjo K., A case of allergic urticaria caused by erythritol, J Dermatol. 2000 Mar;27(3):163-5 https://www.ncbi.nlm.nih.gov/pubmed/10774141

[/toggle]

 

Λάβετε καθημερινά τα άρθρα μας στο e-mail σας

Σχετικά θέματα

Αλάτι: Πόσο χρειάζεται να καταναλώνουμε μέσα στη μέρα;
Μικροβίωμα εντέρου: Πώς επηρεάζει τη συμπεριφορά μας
Ο μικρός καρπός με τη «γιγάντια» διατροφική αξία | Προστατεύει το έντερο, βελτιώνει τον ύπνο και αγαπά την καρδιά
Αιμορροΐδες: Γαστρεντερολόγος δίνει 5 σωτήρια tips που ανακουφίζουν | Οι συνήθειες που πρέπει να «κόψετε»

Πρόσφατα Άρθρα

Εναλλακτική Δράση