…Οι φρικαλεότητες της αρρώστιάς του από μικρές γίνονταν μεγάλες. Όταν εντέλει κάθισα δίπλα του, έβηχε περισσότερο από άλλοτε, με έναν βήχα ξερό, που τράνταζε το στήθος του και έκανε το κεφάλι του να τινάζεται.
Ύστερα από έναν βίαιο σπασμό, έκλεισε τα μάτια και πήρε ανάσα. Καθόμουν σιωπηλός γιατί πίστευα πως προσπαθούσε να συνέλθει. “Είναι ανοιχτό το μαγνητόφωνο;” είπε ξαφνικά με τα μάτια του πάντα κλειστά.
Advertisment
“Ναι, ναι”, αποκρίθηκα βιαστικά και πάτησα το κουμπί της εγγραφής.
“Αυτό που κάνω τώρα”, συνέχισε εκείνος, χωρίς να ανοίξει τα μάτια, “είναι να αποστασιοποιούμαι από τη συγκεκριμένη εμπειρία”.
“Να αποστασιοποιείσαι;”
Advertisment
“Ναι. Είναι κάτι σημαντικό, όχι μόνο για κάποιον σαν εμένα, που πεθαίνει, αλλά και για κάποιον σαν εσένα, που είναι απολύτως υγιής. Μάθε να αποστασιοποιείσαι”. Άνοιξε τα μάτια και έβγαλε τον αέρα από μέσα του.
“Ξέρεις τι λένε οι βουδιστές; Μη δένεσαι με τα πράγματα γιατί τίποτα δεν είναι μόνιμο”.
“Για στάσου”, είπα. “Εσύ δεν λες πάντα το ότι πρέπει να έχουμε εμπειρίες στη ζωή; Να βιώνουμε όλα τα καλά συναισθήματα και όλα τα κακά;”
“Ναι”.
“Ε, πώς μπορείς να το κάνεις αυτό όταν είσαι συγχρόνως αποστασιοποιημένος;”
“Α, Μιτς, βλέπω ότι ξέρεις να σκέφτεσαι. Όμως αποστασιοποίηση δεν σημαίνει να μην αφήνεις την εμπειρία να σε διαπερνά. Αντίθετα την αφήνεις να σε διαποτίζει απόλυτα. Έτσι γίνεσαι ικανός να την αφήσεις πίσω σου”.
“Με μπέρδεψες”.
“Πάρε για παράδειγμα οποιοδήποτε συναίσθημα. Την αγάπη για μια γυναίκα ή την οδύνη για την απώλεια κάποιου αγαπημένου, ή αυτά που περνάω εγώ – τον φόβο και τον πόνο που προκαλεί μια θανατηφόρα αρρώστια. Αν είσαι συγκρατημένος απέναντι στα συναισθήματα, αν δεν επιτρέπεις στον εαυτό σου να τα ζήσει ολοκληρωτικά, δεν θα φτάσεις ποτέ στο σημείο να μπορείς να αποστασιοποιηθείς, γιατί θα είσαι απορροφημένος από τον φόβο σου.
Φοβάσαι τον πόνο, φοβάσαι την οδύνη. Φοβάσαι το ότι η αγάπη σε κάνει ευάλωτο.
Αν όμως ριχτείς ολόψυχα σ’ αυτά τα συναισθήματα, αν αφήσεις τον εαυτό σου να βουτηχτεί ολοκληρωτικά μέσα τους, βιώνεις την εμπειρία τους πλήρως και απόλυτα.
Έτσι ξέρεις τι είναι ο πόνος. Ξέρεις τι είναι η αγάπη. Ξέρεις τι είναι η οδύνη. Και τότε μόνο μπορείς να πεις: “Εντάξει, έχω την εμπειρία αυτού του συναισθήματος. Το αναγνωρίζω αυτό το συναίσθημα. Και τώρα έχω ανάγκη να αποδεσμευτώ για μια στιγμή από αυτό το συναίσθημα”.
Ο Μόρι σταμάτησε και με κοίταξε καλά καλά, ίσως για να βεβαιωθεί ότι καταλάβαινα όσα έλεγε.
“Ξέρω πως σκέφτεσαι ότι όλα αυτά αφορούν μόνο στον θάνατο”, είπε.
“Όπως όμως σου λέω συνέχεια, όταν μαθαίνεις πώς να πεθάνεις, μαθαίνεις και πώς να ζεις”.
Ο Μόρι μίλησε για τις πιο τρομακτικές στιγμές του, όταν ένιωθε το στήθος του να ξεσκίζεται από τις κρίσεις ή όταν δεν ήξερε με ποιο τρόπο θα έπαιρνε την επόμενη ανάσα του. Ήταν απαίσιες στιγμές αυτές, είπε, και τα πρώτα του συναισθήματα ήταν φρίκη, φόβος, αγωνία.
Όταν όμως αναγνώρισε την υφή αυτών των συναισθημάτων, το υλικό τους και την υγρασία τους, την ανατριχίλα που προκαλούν στη ραχοκοκαλιά και την πυρκαγιά που φέρνουν στον εγκέφαλο, τότε μπόρεσε να πει:
“Οκέι, αυτό είναι φόβος. Φύγε μακριά του. Απομακρύνσου”.
Τότε σκέφτηκα πόσο συχνά χρειάζεται κάτι τέτοιο στην καθημερινή ζωή. Πώς, ας πούμε, καμιά φορά νιώθουμε μοναξιά μέχρι δακρύων, αλλά δεν αφήνουμε τα δάκρυά μας να κυλήσουν, επειδή υποτίθεται ότι δεν κάνει να κλαίμε.
Ή πώς νιώθουμε ένα κύμα αγάπης για το ταίρι μας, αλλά δεν λέμε τίποτα, επειδή παγώνουμε από τον φόβο για το πώς μπορεί να επηρεάσουν τη σχέση μας τα λόγια μας.
Η προσέγγιση του Μόρι ήταν ακριβώς το αντίθετο. Άνοιξε τον κρουνό. Βούτηξε στο συναίσθημα. Δεν θα σε βλάψει. Απλώς θα σε βοηθήσει. Αν αφήσεις τον φόβο να μπει μέσα σου, αν τον φορέσεις σαν παλιό πουκάμισο, τότε θα μπορέσεις να πεις στον εαυτό σου:
“Εντάξει, φόβος είναι. Δεν υπάρχει ανάγκη να τον αφήσω να με ελέγχει. Θα τον δω στις πραγματικές του διαστάσεις”.
Το ίδιο ισχύει και για τη μοναξιά. Αφέσου, άφησε τα δάκρυά σου να τρέξουν, νιώσε την απόλυτα – και τελικά γίνε ικανός να πεις:
“Εντάξει, την ένιωσα τη μοναξιά. Δεν φοβάμαι να νιώθω μόνος, αλλά τώρα θα παραμερίσω τη μοναξιά και θα μάθω ότι υπάρχουν κι άλλα συναισθήματα στον κόσμο, και θα τα βιώσω κι αυτά”.
“Αποστασιοποιήσου”, είπε ξανά ο Μόρι.
“Κάθε Τρίτη με το Μόρι” Mich Albom εκδόσεις Διόπτρα