Στο διήγημά του «Οι Τρεις Ερωτήσεις», ο Λέων Τολστόι μιλά για έναν βασιλιά που ήταν βέβαιος πως, αν ήξερε τη σωστή στιγμή για να ενεργήσει, τους σωστούς ανθρώπους για να συμβουλεύεται και, πάνω απ’ όλα, το πιο σημαντικό πράγμα που θα έπρεπε να κάνει κάθε φορά, δεν θα αποτύγχανε ποτέ σε οτιδήποτε επιχειρούσε.
Διακήρυξε, λοιπόν, πως θα έδινε πλούσια αμοιβή σε όποιον από το βασίλειό του μπορούσε να του διδάξει τις απαντήσεις σε αυτά τα τρία ερωτήματα. Πολλοί μορφωμένοι άνθρωποι ήρθαν να δουν το βασιλιά· επειδή όμως όλοι απαντούσαν διαφορετικά – κι ο βασιλιάς δεν συμφωνούσε με κανέναν τους – κανείς δεν πήρε την αμοιβή.
Advertisment
Όμως ο βασιλιάς εξακολουθούσε να επιθυμεί σφόδρα να λάβει απάντηση σε αυτές τις τρεις ερωτήσεις· κι έτσι, αποφάσισε να συμβουλευτεί έναν ερημίτη, ξακουστό για τη σοφία του.
Ο γέρος ασκητής δεχόταν μόνο ανθρώπους του λαού, γι’ αυτό ο βασιλιάς φόρεσε απλά ρούχα, άφησε πίσω τους σωματοφύλακές του, κατέβηκε από το άλογό του και πήγε να τον δει μόνος. Όταν ο μεταμφιεσμένος βασιλιάς έφτασε κοντά στον ερημίτη, του έθεσε αυτές τις τρεις ερωτήσεις, όμως ο γέρος δεν απάντησε.
Παρατηρώντας πως ο ερημίτης ήταν πολύ ασθενικός και πως προσπαθούσε να σκάψει μερικά παρτέρια, ο βασιλιάς στρώθηκε στη δουλειά, φτυαρίζοντας χώμα με τις ώρες. Όταν προσπάθησε ξανά να πάρει την απάντηση στις ερωτήσεις του, ο ερημίτης παρατήρησε έναν άντρα με γενειάδα που έτρεχε να βγει από το δάσος, κρατώντας με τα χέρια ένα τραύμα στην κοιλιά απ’ όπου το αίμα έτρεχε ποτάμι.
Advertisment
Ο ερημίτης και ο βασιλιάς πήραν τον άντρα μέσα στο καλύβι και τον φρόντισαν. Το επόμενο πρωί ο άντρας ζήτησε από το βασιλιά να τον συγχωρέσει, έστω κι αν εκείνος ήταν σίγουρος πως δεν είχε ξαναδεί τον άνθρωπο στη ζωή του. Ο τραυματίας εξήγησε:
Δεν με ξέρεις, αλλά εγώ σε ξέρω. Είμαι εκείνος ο εχθρός σου που ορκίστηκε να σε εκδικηθεί, επειδή εκτέλεσες τον αδελφό του και άρπαξες την περιουσία του. Ήξερα πως είχες πάει μόνος να δεις τον ερημίτη κι αποφάσισα να σε σκοτώσω στον γυρισμό σου. Αλλά η μέρα πέρασε κι εσύ δεν επέστρεφες.
Βγήκα, λοιπόν, από την κρυψώνα απ’ όπου παραφυλούσα για να σε βρω κι έπεσα πάνω στους σωματοφύλακές σου, που με χτύπησαν. Ξέφυγα απ’ αυτούς, αλλά θα είχα πεθάνει από αιμορραγία, αν δεν είχες φροντίσει την πληγή μου.
Θέλησα να σε σκοτώσω κι εσύ μου έσωσες τη ζωή. Τώρα, αν ζήσω κι αν εσύ το θελήσεις, θα σε υπηρετώ· θα γίνω ο πιο πιστός σκλάβος σου και θα επιβάλω στα παιδιά μου να κάνουν το ίδιο.Συγχώρεσέ με!
Ο βασιλιάς όχι μόνο τον συγχώρεσε, αλλά είπε πως θα έστελνε τους υπηρέτες του και τον προσωπικό του γιατρό για να φροντίσουν τον άντρα, ενώ υποσχέθηκε πως θα του επέστρεφε την περιουσία που του είχε αρπάξει.
Τότε ο βασιλιάς βγήκε έξω και είδε τον ερημίτη να φυτεύει σπόρους στα παρτέρια που είχε σκάψει την προηγούμενη μέρα. Αποφάσισε να ξανακάνει στον γέρο σοφό τις τρεις ερωτήσεις μία τελευταία φορά και, προς έκπληξή του, ο ηλικιωμένος του απάντησε πως οι απορίες του είχαν ήδη απαντηθεί. «Πώς απαντήθηκαν; Τι εννοείς;» ρώτησε ο βασιλιάς.
«Δεν το βλέπεις;», απάντησε ο ερημίτης. «Αν δεν με είχες λυπηθεί για την αδυναμία μου χθες και δεν είχες σκάψει για χάρη μου αυτά τα παρτέρια αλλά είχες πάρει το δρόμο της επιστροφής, αυτός ο άντρας θα σου είχε επιτεθεί και θα είχες μετανιώσει που δεν έμεινες μαζί μου. Έτσι, η πιο σημαντική στιγμή ήταν όταν έσκαβες τα παρτέρια· κι εγώ ήμουν ο πιο σημαντικός άνθρωπος· και το να κάνεις κάποιο καλό για μένα ήταν η πιο σημαντική σου δουλειά.
Μετά, όταν αυτός ο άντρας έτρεξε προς το μέρος μας, η πιο σημαντική στιγμή ήταν εκείνη που τον φρόντισες· γιατί, αν δεν είχες δέσει τις πληγές του, θα είχε πεθάνει χωρίς να έχει συμφιλιωθεί μαζί σου. Επομένως, αυτός ήταν ο πιο σημαντικός άνθρωπος και αυτό που έκανες για κείνον ήταν η πιο σημαντική δουλειά σου.
Να θυμάσαι, λοιπόν: υπάρχει μόνο μία στιγμή που είναι σημαντική – το Τώρα! Είναι η πιο σημαντική στιγμή, επειδή είναι η μόνη στιγμή πάνω στην οποία έχουμε κάποια δύναμη.
Ο πιο απαραίτητος άνθρωπος είναι εκείνος με τον οποίο βρίσκεσαι, γιατί κανείς δεν ξέρει αν θα έχει ποτέ ξανά δοσοληψίες με κάποιον άλλον. Και η πιο σημαντική δουλειά είναι να κάνεις κάποιο καλό σε αυτόν τον άνθρωπο· γι’ αυτό τον λόγο και μόνο ήλθε ο άνθρωπος σ’ αυτή τη ζωή!»
Απόσπασμα από το βιβλίο του Dr. Wayne Dyer «Δικαιολογίες ΤΕΛΟΣ!» από τις εκδόσεις Ιβίσκος