Τα άτομα που είναι ιδιαίτερα ευαίσθητα στις ορμόνες του στρες εμφανίζουν επίσης δείκτες που υποδηλώνουν ότι διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο εμφάνισης καρδιαγγειακής νόσου, σύμφωνα με έρευνα Ελλήνων επιστημόνων, που παρουσιάστηκε στην 59η Ετήσια Συνάντηση της Ευρωπαϊκής Εταιρείας Παιδιατρικής Ενδοκρινολογίας.
Στόχος της μελέτης ήταν να δημιουργηθεί ένα τεστ που θα μπορούσε να διακρίνει μεταξύ των ατόμων που είναι ευαίσθητα στις ορμόνες του στρες και εκείνων που είναι ανθεκτικά σε αυτές, ώστε να βοηθήσει τους γιατρούς να προσδιορίσουν καλύτερα τα θεραπευτικά αποτελέσματα και να ελαχιστοποιήσουν τις ανεπιθύμητες ενέργειες σε όσους χρειάζονται θεραπεία με γλυκοκορτικοειδή.
Advertisment
Είναι ενδιαφέρον ότι το πρωτεϊνικό προφίλ που σχετίζεται με την ευαισθησία στα γλυκοκορτικοειδή περιελάμβανε αυξημένους δείκτες κινδύνου για διαταραχές που σχετίζονται με το στρες, όπως το εγκεφαλικό επεισόδιο και η καρδιακή προσβολή, και μπορεί να υποδείξει νέες δυνατότητες για τη διάγνωση ή τη θεραπεία σε αυτούς τους τομείς.
Τα γλυκοκορτικοειδή (GCs) είναι μια ομάδα ορμονών που παράγονται φυσιολογικά στο σώμα, μία από τις οποίες είναι η ορμόνη του στρες κορτιζόλη, και είναι απαραίτητες για το μεταβολισμό και την υγιή λειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος. Δρουν ως αντιφλεγμονώδη και χρησιμοποιούνται συνήθως για τη θεραπεία των αλλεργιών, του άσθματος και άλλων καταστάσεων που αφορούν ένα υπερδραστήριο ανοσοποιητικό σύστημα. Ωστόσο, οι άνθρωποι ανταποκρίνονται διαφορετικά στα GCs.
Ένα τεστ που θα έκανε διάκριση μεταξύ ευαίσθητων και ανθεκτικών ατόμων θα ήταν πολύ χρήσιμο για τη βελτίωση των αποτελεσμάτων της θεραπείας. Οι πρωτεΐνες στο σώμα μας είναι υπεύθυνες για την αναγνώριση, τη μεταφορά και την επίδραση των δράσεων ορμονών όπως τα GCs, οπότε μπορεί το πρωτεϊνικό προφίλ των ευαίσθητων και ανθεκτικών ατόμων να υποδεικνύει την αποτελεσματικότητα των GCs. Το χρόνιο στρες έχει συνδεθεί εδώ και καιρό με αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης καρδιακής νόσου και εγκεφαλικού επεισοδίου, αλλά οι υποκείμενες οργανικές αλλαγές δεν έχουν κατανοηθεί πλήρως.
Advertisment
Οι ερευνητές του Παιδιατρικού Τμήματος Ενδοκρινολογίας, Μεταβολισμού και Διαβήτη της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, καθώς επίσης των Τμημάτων Ενδοκρινολογίας και Μεταβολισμού και Βιοτεχνολογίας του Ιδρύματος Ιατροβιολογικών Ερευνών της Ακαδημίας Αθηνών, με επικεφαλής τον δρα Νικόλα Νικολαΐδη και την καθηγήτρια Παιδιατρικής Ενδοκρινολογίας Ευαγγελία Χαρμανδάρη, διερεύνησαν κατά πόσον θα μπορούσε να προσδιοριστεί ένα σύνολο πρωτεϊνών που θα διακρίνει τους ανθρώπους που είναι ευαίσθητοι και ανθεκτικοί στα γλυκοκορτικοειδή.
Σε 101 υγιείς εθελοντές χορηγήθηκε χαμηλή δόση τους, δεξαμεθαζόνη, και στη συνέχεια κατατάχθηκαν από τους πιο ευαίσθητους στους πιο ανθεκτικούς, με βάση τα επίπεδα κορτιζόλης στο αίμα τους το επόμενο πρωί. Δείγματα από το ανώτερο και το κατώτερο 10% αναλύθηκαν στη συνέχεια με τη χρήση υγρής χρωματογραφίας-φασματομετρίας μάζας για τον εντοπισμό διαφορών στο πρωτεϊνικό προφίλ μεταξύ αυτών των ομάδων.
Η ευαίσθητη ομάδα είχε 110 αυξημένες και 66 μειωμένες πρωτεΐνες σε σύγκριση με την ανθεκτική ομάδα. Από τις πρωτεΐνες που ρυθμίστηκαν προς τα πάνω στην ευαίσθητη ομάδα, αρκετές συσχετίστηκαν με την ενισχυμένη πήξη του αίματος, τον σχηματισμό αμυλοειδούς πλάκας (όπως στη νόσο Αλτσχάιμερ) και την ανοσολογική λειτουργία.
Ο Δρ Νικολαΐδης δήλωσε ότι τα ευρήματα της ομάδας δείχνουν, για πρώτη φορά, πώς η αυξημένη ευαισθησία στα γλυκοκορτικοειδή μπορεί να σχετίζεται με διαταραχές που συνδέονται με το στρες, συμπεριλαμβανομένων των εμφραγμάτων του μυοκαρδίου και του εγκεφάλου, γεγονός που θα μπορούσε να οδηγήσει σε νέες θεραπευτικές παρεμβάσεις. Αν και ο Δρ Νικολαΐδης, προειδοποίησε: «Πρόκειται για μια μικρή μελέτη, οπότε χρειάζονται περαιτέρω, μεγαλύτερες μελέτες για να επιβεβαιωθούν οι διαφορές που παρατηρήθηκαν μεταξύ των ευαίσθητων και των ανθεκτικών στα γλυκοκορτικοειδή ατόμων».
«Υποθέτουμε ότι αν τα πιο ευαίσθητα στα γλυκοκορτικοειδή άτομα εκτεθούν σε υπερβολικό ή παρατεταμένο στρες, η επακόλουθη αυξημένη ενεργοποίηση των αιμοσφαιρίων θα μπορούσε να τα προδιαθέσει για σχηματισμό θρόμβων στην καρδιά και τον εγκέφαλο, οδηγώντας σε καρδιακές προσβολές ή εγκεφαλικά επεισόδια. Θα μπορούσαμε ενδεχομένως να εντοπίσουμε εκείνους που διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο και χρειάζονται διαχείριση του στρες», σχολίασε ο Δρ Νικολαΐδης.
Η μελέτη αυτή αποτέλεσε μέρος ενός ευρύτερου προγράμματος, που περιλαμβάνει γενετικές και μεταβολικές αναλύσεις σε υγιή άτομα με διαφορές στην ευαισθησία των ιστών στα γλυκοκορτικοειδή. Η ομάδα σχεδιάζει τώρα να πραγματοποιήσει μεγαλύτερες μελέτες για να επιβεβαιώσει τα ευρήματα αυτά και να αναπτύξει ένα προφίλ υπογραφής για τον εντοπισμό αυτών των ομάδων ασθενών, οι οποίες μπορεί επίσης να έχουν αυξημένη ευαισθησία σε διαταραχές που σχετίζονται με το στρες.
Πηγή:
health.economictimes.indiatimes.com/news/industry/increased-risk-of-heart-disease-may-be-linked-to-stress-hormone-sensitivity-study