Έρευνα από την ομάδα ειδικών του University of California στο San Francisco έχει αποκαλύψει ότι η εντερική φλεγμονή μπορεί να έχει επιπτώσεις που υπερβαίνουν τα όρια του πεπτικού συστήματος, εκτεινόμενες μέχρι και την κατάσταση του δέρματος. Τα ευρήματα, δημοσιευμένα στο επιστημονικό περιοδικό Cell Reports, αναδεικνύουν τον ρόλο του εντερικού μικροβιώματος ως έναν αποφασιστικό παράγοντα σε αυτή τη διαδικασία.
Προηγούμενες μελέτες έχουν ήδη συνδέσει μεταβολές στο μικροβίωμα με αυξημένο κίνδυνο για ανάπτυξη ασθενειών όπως το άσθμα, η ρευματοειδής αρθρίτιδα και η πολλαπλή σκλήρυνση.
Advertisment
Η ομάδα των ειδικών εξέτασε ειδικά πώς η χρόνια φλεγμονή του παχέος εντέρου, γνωστή ως ελκώδης κολίτιδα, μπορεί να είναι αιτία για επώδυνες και παρατεταμένες δερματικές παθήσεις που παραπέμπουν σε δερματικές λοιμώξεις, όμως, όπως αποδεικνύεται, δεν οφείλονται σε παθογόνα του δέρματος.
Όπως τονίζει η δερματολόγος και επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης, Tiffany Scharschmidt, η φλεγμονή που προκαλείται από προβλήματα στο έντερο, προκαλεί αντιδράσεις του δέρματος στα μικρόβια που φιλοξενούνται συνήθως σε αυτό χωρίς προβλήματα. Η δερματολόγος σημειώνει πως η βακτηριακή σύνθεση του δέρματος παρέμεινε σταθερή, αλλά η αντίδραση του ανοσοποιητικού στα βακτήρια αυτά ήταν εκείνη που μεταβλήθηκε.
Τέλος, η σχέση μεταξύ του ανοσοποιητικού συστήματος και του εντερικού μικροβιώματος αποδεικνύεται στενή, με τις διαταραχές του τελευταίου να έχουν την πιθανότητα να οδηγήσουν σε δερματικές διαταραχές. Αυτό το συναρπαστικό συμπέρασμα έρχεται να επιβεβαιώσει την εκτεταμένη επίδραση των φλεγμονώδων νόσων του εντέρου (ΙΦΝΕ) σε διάφορες μορφές παθήσεων.
Advertisment
Παρατηρήσεις πειραμάτων σε ποντίκια για ελκώδη κολίτιδα
Σε μια σειρά από πειραματικές δοκιμές, επιστήμονες εστίασαν την έρευνά τους στις επιπτώσεις της ελκώδους κολίτιδας, αναλύοντας τον τρόπο αντίδρασης του ανοσοποιητικού συστήματος καθώς και τις μεταβολές στο μικροβιώμα του εντέρου και του δέρματος των ποντικιών.
Ανακαλύφθηκε ότι τα ουδετερόφιλα, ένα είδος ανοσοκυττάρων που πυροδοτούν φλεγμονές, κατακλύζουν το δέρμα. Αυτή η διείσδυση, η οποία έχει επίσης παρατηρηθεί σε ανθρώπους με συγκεκριμένες δερματοπάθειες που συνδέονται με φλεγμονώδεις διεργασίες, φαίνεται να εξαρτάται από την πρωτεΐνη ιντερλευκίνη 1 (IL-1), η οποία διαδραματίζει κρίσιμο ρόλο στη διαμόρφωση της ανοσολογικής απάντησης.
Ένα άλλο σημαντικό εύρημα αφορούσε τη δυνατότητα της ελκώδους κολίτιδας να μετατρέπει την ανοσολογική ανοχή που υπάρχει απέναντι σε συγκεκριμένα βακτήρια του δέρματος σε μια φλεγμονώδη αντίδραση, που επιτίθεται ακόμα και στα βακτήρια που είναι ωφέλιμα για την υγεία.
Αυτή η ανοσολογική ανοχή βασίζεται στην ισορροπία μεταξύ δύο τύπων Τ-κυττάρων με αντιτιθέμενες λειτουργίες: τα Τ-ρυθμιστικά κύτταρα, τα οποία ενισχύουν την ανοχή, και τα Τ-βοηθητικά κύτταρα τύπου 17 (Th17), τα οποία προωθούν τη φλεγμονή. Η ελκώδης κολίτιδα φαίνεται να προάγει την δραστηριότητα των Th17 κυττάρων στο δέρμα, παραμερίζοντας τα Τ-ρυθμιστικά κύτταρα και μετακινώντας την ισορροπία προς μια πιο επιθετική ανοσολογική απόκριση.
Επίσης, οι αλλαγές στο μικροβιώμα επιφέρουν επιπλέον συνέπειες στον οργανισμό, καθώς η παρουσία ή η απουσία συγκεκριμένων βακτηριακών στελεχών μπορεί να επηρεάσει την έκφραση γονιδίων που συμβάλλουν στην φλεγμονή ή την αντίδραση σε αντι-φλεγμονώδεις θεραπείες.
Τα παραπάνω ευρήματα έχουν σημαντικό αντίκτυπο στην κατανόηση της νόσου και μπορεί να καθοδηγήσουν την ανάπτυξη νέων θεραπειών, όπως προσαρμοσμένα προβιοτικά ή ανοσοθεραπείες που στοχεύουν συγκεκριμένα μέρη του ανοσοποιητικού συστήματος. Τέτοιες προσεγγίσεις θα μπορούσαν να βοηθήσουν στην ανάκτηση της ανοσολογικής ισορροπίας και της εντερικής υγείας στους πάσχοντες από ελκώδη κολίτιδα.