Ναρκισσισμός: Όταν ο θύτης προσπαθεί να πάρει τον έλεγχο παριστάνοντας το θύμα

«Η πιο ισχυρή μορφή ελέγχου δεν είναι η φωνή, αλλά το παράπονο.»

Ναρκισσισμός: Όταν ο θύτης προσπαθεί να πάρει τον έλεγχο παριστάνοντας το θύμα

«Η θυματοποίηση ως στρατηγική ακυρώνει τη δυνατότητα του άλλου να θέσει όρια χωρίς να νιώσει ένοχος.»

Ο ναρκισσισμός, όπως συχνά εμφανίζεται στην καθημερινότητα, δεν περιορίζεται σε μεγάλες δηλώσεις αυτοθαυμασμού ή επιδεικτικής αυτοπεποίθησης. Υπάρχει μια πιο ήσυχη, και ύπουλη εκδοχή του – όταν ο ναρκισσιστής παρουσιάζεται ως θύμα. Εμφανίζεται αδύναμος, αδικημένος, ευάλωτος και ταυτόχρονα χειρίζεται καταστάσεις προς όφελός του, μεταθέτοντας ευθύνες στους άλλους και αποφεύγοντας κάθε μορφή κριτικής ή λογοδοσίας.

Advertisment

Πρόκειται για ένα ψυχολογικό φαινόμενο που συχνά μπερδεύει. Ο άλλος δείχνει να υποφέρει κι όμως, στο τέλος, είναι οι γύρω του που νιώθουν εξαντλημένοι, ένοχοι ή αδύναμοι να εκφράσουν τον εαυτό τους. Σε τέτοιες περιπτώσεις, δεν υπάρχει ουσιαστική ευαλωτότητα, αλλά στρατηγική χρήση της εικόνας του θύματος για να ασκηθεί έλεγχος.

Μηχανισμοί πίσω από τη “θύμα-θύτης” συμπεριφορά

Η στρατηγική αυτή βασίζεται σε έναν βασικό ψυχολογικό μηχανισμό: την αποφυγή ευθύνης μέσω αντιστροφής ρόλων. Ο ναρκισσιστής δεν αντέχει την ιδέα ότι μπορεί να είναι λάθος, ότι έχει πληγώσει, ότι έχει δημιουργήσει πρόβλημα. Αντί να αντιμετωπίσει αυτά τα δεδομένα, τα γυρίζει ανάποδα. Παρουσιάζεται ως εκείνος που υποφέρει, που “δεν έγινε κατανοητός”, που όλοι “του φέρθηκαν άδικα”.

Αυτό το μοτίβο επαναλαμβάνεται με συνέπεια:

Advertisment

  • Σε κάθε σύγκρουση, το πρόβλημα είναι “η επιθετικότητα των άλλων”.
  • Κάθε όριο που του τίθεται ερμηνεύεται ως “απόρριψη”.
  • Κάθε παρατήρηση μεταφράζεται σε “προσβολή”.

Η ιδιαίτερη δυναμική της «θύμα-θύτης» συμπεριφοράς είναι το συναισθηματικό μπλοκάρισμα. Οι γύρω χάνουν το έδαφος κάτω από τα πόδια τους, γιατί νιώθουν ότι, αν μιλήσουν ανοιχτά, θα προκαλέσουν πόνο. Έτσι, σταδιακά αποσύρονται, δεν διεκδικούν, και υποχωρούν σε έναν ρόλο που δεν τους ανήκει.

Γιατί είναι τόσο αποτελεσματικό

Το πρόσωπο που παριστάνει το θύμα δεν ζητά άμεσα εξουσία. Ζητά κατανόηση, επιείκεια, “μια δεύτερη ευκαιρία”. Αυτό δυσκολεύει το να ανιχνευτεί η συμπεριφορά του ως τοξική. Σε αντίθεση με τον κλασικό ναρκισσιστή που επιβάλλεται επιθετικά, αυτός ο τύπος χειρίζεται πιο «ήπια», παθητικά-επιθετικά.

Ο λόγος που λειτουργεί τόσο αποτελεσματικά είναι η συναισθηματική επίδραση. Ο άλλος:

  • νιώθει ενοχές,
  • προσπαθεί να διορθώσει καταστάσεις που δεν προκάλεσε,
  • διστάζει να εκφράσει τις δικές του ανάγκες,
  • και τελικά υποχωρεί — πολλές φορές σε βάρος της δικής του ψυχικής υγείας.

Μέσα από αυτό το μοτίβο, το άτομο που «παίζει το θύμα» κρατά τον έλεγχο χωρίς να φαίνεται. Ορίζει το πλαίσιο της σχέσης, διαμορφώνει το κλίμα και ορίζει τι επιτρέπεται να ειπωθεί ή να εκφραστεί. Όλα αυτά, χωρίς φωνές, χωρίς φανερή επιβολή.

Πώς επηρεάζονται οι σχέσεις

Όταν μια τέτοια δυναμική διαρκεί, αρχίζει να διαβρώνει κάθε είδους σχέση — προσωπική, επαγγελματική, οικογενειακή. Οι γύρω:

  • δεν ξέρουν πώς να σταθούν απέναντι σε αυτή τη στάση,
  • αρχίζουν να αυτολογοκρίνονται,
  • μπλέκουν σε φαύλους κύκλους συγγνώμης και επανόρθωσης, χωρίς ξεκάθαρο τέλος.

Σε πιο έντονες περιπτώσεις, το αποτέλεσμα είναι συναισθηματική εξάντληση ή και ψυχολογική απορρύθμιση. Ιδιαίτερα όταν το μοτίβο αυτό εμφανίζεται μέσα σε ζευγάρια, οικογένειες ή σχέσεις εξουσίας (όπως εργασία), το ψυχολογικό κόστος είναι σημαντικό. Το άτομο που υφίσταται τη χειραγώγηση μπορεί:

  • να χάσει την εμπιστοσύνη στην κρίση του,
  • να αναπτύξει άγχος ή κατάθλιψη,
  • να αισθάνεται «κακός» ή ανεπαρκής χωρίς λόγο.

Η πιο επικίνδυνη συνέπεια; Η αποσύνδεση από τον ίδιο τον εαυτό.

Πώς να το αναγνωρίσεις και πώς να προστατευτείς

Η κατανόηση είναι πάντα το πρώτο βήμα. Υπάρχουν μερικά χαρακτηριστικά που επανέρχονται σε αυτή τη μορφή ναρκισσιστικής συμπεριφοράς:

  1. Το άτομο σπάνια ζητά συγγνώμη με σαφήνεια – αν το κάνει, συνήθως το συνοδεύει με κατηγορία: «Συγγνώμη που θύμωσα, αλλά με προκάλεσες».
  2.  Οι συγκρούσεις καταλήγουν πάντα με εσένα να νιώθεις ένοχος, ακόμα κι αν ξεκίνησαν από δική του πράξη.
  3.  Δεν υπάρχει διάθεση αυτοκριτικής, μόνο εστίαση στο πόσο “κακός” ήταν ο τρόπος που του/της φέρθηκαν.
  4. Κάθε κουβέντα γυρνά τελικά στο ίδιο πρόσωπο – ακόμα κι αν ξεκίνησε με κάτι που αφορά εσένα.

Αν εντοπίζεις αυτά τα μοτίβα, είναι σημαντικό:

  • να κρατάς νοητική απόσταση και να μην εγκλωβίζεσαι στην ανάγκη να «διορθώσεις» την κατάσταση,
  • να θέτεις όρια με σαφήνεια και χωρίς ενοχές,
  • να καταγράφεις γεγονότα και συμπεριφορές, ώστε να θυμάσαι τι έχει πραγματικά συμβεί,
  • και αν χρειαστεί, να αναζητάς στήριξη από επαγγελματία.

Το πιο ουσιαστικό βήμα είναι να ανακτήσεις τον ρόλο σου στη δική σου αφήγηση. Όταν κάποιος προσπαθεί να την ξαναγράψει με όρους ελέγχου, είναι δικαίωμά σου να μην του το επιτρέψεις.

«Η πιο ισχυρή μορφή ελέγχου δεν είναι η φωνή, αλλά το παράπονο.»

Βιβλιογραφία

  • McBride, K. (2011). Will I Ever Be Free of You?. Atria Books.
  • Brown, B. (2012). Daring Greatly. Penguin Random House.
  • Vaknin, S. (2015). Malignant Self-Love: Narcissism Revisited. Narcissus Publications.
  • Goleman, D. (1995). Emotional Intelligence. Bantam Books.
  • Johnson, S. (2008). Hold Me Tight: Seven Conversations for a Lifetime of Love. Little, Brown.

Λάβετε καθημερινά τα άρθρα μας στο e-mail σας

Σχετικά θέματα

Σχέσεις εξ αποστάσεως: Μπορούν να αντέξουν;
didimes floges
overprotective parent
Μπαίνουμε στις σχέσεις με όλο το παρελθόν μας. Και αν δεν το κατανοήσουμε, το αναπαράγουμε

Πρόσφατα Άρθρα

Εναλλακτική Δράση