«Μη προσπαθείς να γνωρίσεις ό,τι σε ξεπερνάει, το μόνο που μπορείς να γνωρίσεις είναι ο εαυτός σου» | Carl Jung

Ένας ελεύθερος άνθρωπος γνωρίζει μόνο ελεύθερους θεούς και διαβόλους που έχουν την αυτονομία τους και λειτουργούν με τις δικές τους τις δυνάμεις.

«Μη προσπαθείς να γνωρίσεις ό,τι σε ξεπερνάει, το μόνο που μπορείς να γνωρίσεις είναι ο εαυτός σου» | Carl Jung

Θαυμαστά πράγματα πλησίασαν. Κάλεσα την ψυχή μου και της ζήτησα να καταδυθεί μόλις τελείωνε η πλημμύρα που άκουγα από μακριά. Αυτό συνέβη στις 22 Ιανουαρίου του έτους 1914, όπως καταγράφεται στο Μαύρο Βιβλίο μου.

Καταδύθηκε, γρήγορη σαν βέλος, στο σκοτάδι και από τα βάθη φώναξε προς τα πάνω: «Θα δεχτείς αυτό που φέρνω».

Advertisment

Εγώ: «Ό,τι μου δώσεις θα δεχτώ. Δεν δικαιούμαι ούτε να κρίνω ούτε να απορρίψω».

Ε.: «Άκου, λοιπόν: εδώ κάτω υπάρχουν παλιά ερπυστριοφόρα, πανοπλίες των πατεράδων μας φαγωμένες από τη σκουριά, μουχλιασμένοι δερμάτινοι ιμάντες που κρέμονται από αυτές, σκουληκοφαγωμένοι άξονες λογχών, λυγισμένες αιχμές δοράτων, σπασμένα βέλη, σάπιες ασπίδες, κρανία, οστά νεκρών ανθρώπων και αλόγων, παλιά όπλα, σφεντόνες, σαπισμένοι πυρσοί, θρυμματισμένος εξοπλισμός εφόδου, πέτρινα καρφιά, πέτρινα ρόπαλα, αιχμηρά οστά, μυτερά δόντια ικανά για βέλη – όλα όσα έμειναν από τους πολέμους της αρχαιότητας στο πεδίο της μάχης. Τα παίρνεις όλα αυτά;»

Εγώ: «Τα παίρνω. Εσύ ξέρεις καλύτερα, ψυχή μου».

Advertisment

Ε.: «Βρίσκω ζωγραφισμένες πέτρες, οστά σκαλισμένα με μαγικά σύμβολα, ξόρκια σε δερμάτινα κουρέλια και μολύβδινες πλάκες, βρόμικες σακούλες γεμάτες δόντια, ανθρώπινα μαλλιά και νύχια, ξύλα δεμένα μεταξύ τους, μαύρες μπάλες, σάπια δέρματα ζώων – όλες τις προλήψεις που επινόησε το σκοτεινό παρελθόν. Τα θέλεις όλα αυτά;»

Εγώ: «Τα θέλω όλα, πώς μπορώ να απορρίψω κάτι από μένα;»

Ε.: «Βρίσκω όμως και χειρότερα: αδελφοκτονία, άνανδρη ανθρωποκτονία – βασανιστήρια – θυσία παιδιών – εξόντωση ολόκληρων λαών – φωτιά – προδοσία – πόλεμο – παραφορά – τα θες κι αυτά;»

Εγώ: «Κι αυτά, αν πρέπει. Πώς μπορώ να κρίνω;»

Ε.: «Βρίσκω πληγές – φυσικές καταστροφές – βυθισμένα πλοία – κατεστραμμένες πόλεις – τρομερή, θηριώδη αγριότητα – πείνα – ανθρώπινη ασπλαχνιά – και φόβο – βουνά ολόκληρα από φόβο».

Εγώ: «Έτσι πρέπει να γίνει, αφού εσύ είσαι που τα δίνεις».

Ε.: «Βρίσκω τους θησαυρούς όλων των περασμένων πολιτισμών – υπέροχες εικόνες θεών – τεράστιους ναούς – πίνακες ζωγραφικής – παπύρους – φύλλα περγαμηνής με τους χαρακτήρες των περασμένων γλωσσών – βιβλία γεμάτα χαμένη σοφία – τραγούδια και ψαλμωδίες αρχαίων ιερέων – τις ιστορίες που αφηγήθηκαν χίλιες γενιές».

Εγώ: «Ένας κόσμος ολόκληρος – τέτοιο εύρος δεν χωράει στο μυαλό μου. Πώς να το δεχτώ;»

Ε.: « Ήθελες να δεχτείς τα πάντα, έτσι δεν είναι; Δεν ξέρεις τα όριά σου. Δεν μπορείς να περιορίσεις λίγο τον εαυτό σου;»

Εγώ: «Πρέπει να περιορίσω τον εαυτό μου. Ποιος θα μπορούσε να καταλάβει όλο αυτόν τον πλούτο;»

Ε.: «Να είσαι ταπεινός και να φτιάχνεις τον κήπο σου με λιτότητα».

Εγώ: «Αυτό θέλω να κάνω. Βλέπω ότι δεν αξίζει τον κόπο να κατακτήσω ένα μεγαλύτερο κομμάτι της απεραντοσύνης αντί για ένα μικρότερο. Ένας μικρός κήπος καλά φροντισμένος είναι καλύτερος από έναν μεγάλο κήπο κακοφτιαγμένο. Μπροστά στην απεραντοσύνη, και οι δύο κήποι είναι εξίσου μικροί αλλά άνισα φροντισμένοι».

Ε.: «Πάρε, λοιπόν, ψαλίδα κι άρχισε να κλαδεύεις τα δέντρα σου».

 Από το καταποντισμένο σκότος που έφερε ο Γιος της Γης, μου έδωσε η ψυχή μου πράγματα αρχαία που δείχνουν τα μελλούμενα.

Τρία μου έδωσε: τη δυστυχία του πολέμου, το σκοτάδι της μαγείας, το δώρο της θρησκείας. Αν είσαι έξυπνος, θα καταλάβεις ότι τα τρία αυτά πάνε μαζί. Αυτά τα τρία σηματοδοτούν την απελευθέρωση του χάους και των δυνάμεών του, και αυτά τα τρία είναι επίσης ο δεσμός του χάους.

Ο πόλεμος είναι φανερός και όλοι τον βλέπουν. Η μαγεία είναι κρυφή και κανείς δεν τη βλέπει. Η θρησκεία δεν είναι ακόμη, αλλά θα αποκαλυφθεί. Νόμιζες πως η φρίκη ενός τέτοιου βδελυρού πολέμου θα ερχόταν πάνω μας; Νόμιζες πως θα βρισκόταν μαγικά; Σκεφτόσουν μια νέα θρησκεία;

Κάθισα όλη τη νύχτα κοιτάζοντας αυτό που ερχόταν, και ανατρίχιασα. Με πιστεύεις; Λίγο με νοιάζει. Τι να σου κάνει η πίστη; Τι να σου κάνει η απιστία; Κοίταξα κι ανατρίχιασα. Αλλά το μυαλό μου δεν μπορούσε να συλλάβει το μέγεθος, δεν μπορούσε να συλλάβει το εύρος αυτού που επρόκειτο να συμβεί.

Η δύναμη της λαχτάρας μου κουράστηκε και τα χέρια της συγκομιδής βούλιαξαν αποδυναμωμένα. Ένιωθα το βάρος του τεράστιου έργου των επερχόμενων καιρών. Είδα πού και πώς, αλλά καμία λέξη δεν μπορεί να το συλλάβει, καμία θέληση δεν μπορεί να το κατακτήσει. Δεν μπορούσα να κάνω αλλιώς, το άφησα να βυθιστεί ξανά στα βάθη.

Δεν μπορώ να σ’ το δώσω, μπορώ μόνο να μιλήσω για την οδό του επερχόμενου. Λίγο καλό θα σας έρθει από έξω. Αυτό που θα σας έρθει είναι από μέσα σας. Αλλά και τι δεν είναι εκεί! Θα ήθελα να κλείσω τα μάτια μου, να κλείσω τα αυτιά μου και να αρνηθώ όλες μου τις αισθήσεις, θα ήθελα να είμαι ένας από εσάς που δεν ξέρει τίποτα και δεν έχει δει ποτέ τίποτα. Είναι πάρα πολλά και πολύ απροσδόκητα όλα αυτά. Όμως το είδα, και η μνήμη μου δεν με αφήνει. Αλλά κλαδεύω τη λαχτάρα μου, που θέλει να απλώσει το χέρι της στο μέλλον, και επιστρέφω στον μικρό μου κήπο, που ανθίζει τώρα και του οποίου την έκταση μπορώ να τη μετρήσω. Πρέπει να καλλιεργηθεί.

Το μέλλον είναι των μελλοντικών. Επιστρέφω στο μικρό και πραγματικό, γιατί αυτός είναι ο μεγάλος δρόμος, ο δρόμος του επερχόμενου. Επιστρέφω στην απλή μου πραγματικότητα, στην αναμφισβήτητα μικρότερη ύπαρξή μου. Και παίρνω ένα μαχαίρι και κρίνω όλα όσα μεγάλωσαν χωρίς μέτρο και στόχο. Αλήθεια, δάση ολόκληρα φουντώνουν γύρω μου, ελικοειδή φυτά έχουν σκαρφαλώσει πάνω μου και με σκέπασαν τελείως. Το βάθος είναι ανεξάντλητο, δίνει τα πάντα. Τα πάντα είναι τόσο καλά όσο και το τίποτα.

Κράτα λίγο και θα έχεις κάτι. Η φιλοδοξία σου και η απληστία σου να μάθεις και να γνωρίσεις, ο εθισμός σου, να συγκεντρώνεις, να συνδυάζεις, να συμπεριλαμβάνεις, να χρησιμοποιείς, να επηρεάζεις, να ελέγχεις, να ταξινομείς, να δίνεις νοήματα και ερμηνείες, είναι χωρίς μέτρο.

Είναι τρέλα, όπως όλα όσα ξεπερνούν τα όριά τους. Πώς να συγκρατήσεις αυτό που δεν είσαι; Θέλεις να οδηγήσεις το Παν, που δεν είσαι, κάτω από τον ζυγό της άθλιας γνώσης σου;

Θυμήσου, μπορείς να γνωρίσεις τον εαυτό σου, και πολύ σου είναι. Αλλά δεν μπορείς να γνωρίσεις τον άλλο και όλα τα άλλα. Μαζέψου και μη θέλεις να γνωρίσεις ό,τι σε ξεπερνάει, μήπως και με την αλαζονεία της γνώσης σου πνίξεις εντέλει τη ζωή του άλλου που ξέρει τον εαυτό του. Ο σοφός θέλει να ξέρει τον εαυτό του. Αυτό είναι το όριό του.

Με μια οδυνηρή τομή, έκοψα ό,τι υποκρινόμουν πως γνώριζα για το Έξω-από-Μένα. Έκοψα τον εαυτό μου από τους πονηρούς βρόχους των νοημάτων που έδινα στο Έξω-από-Μένα. Και το μαχαίρι μου κόβει ακόμα πιο βαθιά, αποκόπτοντάς με από τα νοήματα που έδωσα στον εαυτό μου.

Κόβω μέχρι το μεδούλι, ώσπου καθετί που έχει νόημα πέφτει μακριά από μένα, ώσπου δεν είμαι τίποτα περισσότερο από αυτό που θα μπορούσα να φαίνομαι, ώσπου ξέρω μόνο ότι είμαι, χωρίς να ξέρω τι είμαι. Θέλω να είμαι φτωχός και γυμνός, θέλω να στέκομαι γυμνός μπροστά στο αδυσώπητο. Θέλω να είμαι το σώμα μου και η πενία του. Θέλω να είμαι από τη γη και να ζω τον νόμο της. Θέλω να είμαι το ανθρώπινο ζώο μέσα μου και να σηκώσω όλους τους τρόμους και τις επιθυμίες του.

Θα περάσω από τις δυστυχίες και τις ευδαιμονίες εκείνου που στεκόταν με φτωχό, άοπλο σώμα στην ηλιόλουστη γη, μόνος, έρμαιο της παρόρμησής του και των άγριων θηρίων που παραμόνευαν, εκείνου που τρόμαζε από φαντάσματα και ονειρευόταν μακρινούς θεούς, εκείνου που έβλεπε μόνο κοντά και που το μακρινό τού ήταν εχθρικό, εκείνου που έκανε φωτιά από πέτρες και που άγνωστες δυνάμεις λήστευαν τα κοπάδια του και κατέστρεφαν τον σπόρο στο χωράφι του, εκείνου που ούτε ήξερε ούτε καταλάβαινε, παρά μονάχα ζούσε με ό,τι είχε δίπλα του, και που του έρχονταν τα πιο μακρινά σαν χάρη.

Ήταν παιδί και αβέβαιος, αλλά γεμάτος σιγουριά, ήταν αδύναμος, αλλά μέτοχος σε μια δύναμη ανήκουστη. Όταν ο Θεός του δεν βοήθησε, πήρε έναν άλλο. Και όταν ούτε αυτός βοήθησε, τον τιμώρησε. Και να που την επόμενη φορά οι θεοί βοήθησαν. Πετάω, λοιπόν, όλα τα βαρύγδουπα νοήματα, όλα τα θεϊκά και τα διαβολικά, όσα μου φόρτωσε το χάος. Δεν είναι αλήθεια η δουλειά μου να αποδεικνύω θεούς και διαβόλους και τα τέρατα του χάους, να τα ταΐζω προσεκτικά, να τα παίρνω μαζί μου, να τα μετράω και να τα ονομάζω και να τα προστατεύω με την πίστη μου από την απιστία και την αμφιβολία.

Ένας ελεύθερος άνθρωπος γνωρίζει μόνο ελεύθερους θεούς και διαβόλους που έχουν την αυτονομία τους και λειτουργούν με τις δικές τους τις δυνάμεις. Αν τίποτα δεν κάνουν, δικό τους πρόβλημα, και μπορώ κάλλιστα να τους ξεφορτωθώ. Αν κάνουν, όμως, τότε δεν χρειάζονται ούτε την προστασία μου ούτε τη φροντίδα μου ούτε την πίστη μου. Περίμενε, λοιπόν, να δεις αν κάνουν τίποτα. Κι αν κάνουν, φέρσου σοφά, γιατί η τίγρη είναι δυνατότερη από σένα. Θα πρέπει να μπορείς να αποφασίσεις μόνος, ειδάλλως είσαι δούλος, κι ας είσαι ο δούλος κάποιου θεού. Η ζωή είναι ελεύθερη και επιλέγει τον δρόμο της. Είναι αρκετά περιορισμένη, γι’ αυτό μη συσσωρεύεις εμπόδια. Γι’ αυτό και κόβω ό,τι περιορίζει. Εδώ στεκόμουν, και από την άλλη είχα την αινιγματική πολυμορφία του κόσμου.

Και με κυρίευσε φρίκη. Δεν είμαι εγώ ο περιορισμένος; Δεν είναι ο κόσμος εκεί ο απεριόριστος; Και συνειδητοποίησα την αδυναμία μου. Τι θα ήταν η φτώχεια, η γύμνια, η μη επιβεβαίωση χωρίς τη συνειδητοποίηση της αδυναμίας και χωρίς τη φρίκη της αδυναμίας; Κοντοστάθηκα, λοιπόν, και μ’ έζωσε φόβος. Τότε η ψυχή μου μου ψιθύρισε:

«Δεν ακούς κάτι;»

Εγώ: «Δεν κατάλαβα τίποτα, τι είναι αυτό που θα έπρεπε να ακούσω;»

Ε.: « Ένα κουδούνισμα».

Εγώ: « Ένα κουδούνισμα; Από πού; Δεν ακούω τίποτα».

Ε.: «Άκου καλύτερα».

Εγώ: « Ίσως στο αριστερό αυτί. Τι σημαίνει αυτό;»

Ε.: «Κακή τύχη».

Εγώ: «Αφού το λες. Θέλω να τις δεχτώ εξίσου, την ευτυχία και τη δυστυχία».

Ε.: «Γι’ αυτό άπλωσε τα χέρια και πάρε ό,τι σου έρχεται».

Εγώ: «Τι είναι αυτό; Ένα ραβδί; Ένα μαύρο φίδι; Ένα μαύρο ραβδί σε σχήμα φιδιού – δύο μαργαριτάρια για μάτια – ένα χρυσό δαχτυλίδι γύρω από τον λαιμό. Σαν μαγικό ραβδί δεν είναι;»

Ε.: «Είναι ένα μαγικό ραβδί».

Απόσπασμα από το «Το κόκκινο βιβλίο» του Carl Jung που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Διόπτρα. Δείτε περισσότερα εδώ

Λάβετε καθημερινά τα άρθρα μας στο e-mail σας

Σχετικά θέματα

repression of emotions
dark night of the soul
Κανένας δρόμος δεν εγγυάται πού θα σε οδηγήσει. Το μόνο που μπορείς να εγγυηθείς είναι τον τρόπο που θα τον περπατήσεις
H ευγνωμοσύνη άνευ όρων αλλάζει τη σχέση σου με τη ζωή

Πρόσφατα Άρθρα

Εναλλακτική Δράση