Η αφήγηση είναι γνωστή: ένα παιδί μεγάλωσε σε συνθήκες που άφησαν μέσα του σημάδια. Μπορεί να ήταν το σπίτι, το σχολείο, η κοινωνία. Το παιδί «μεγάλωσε», σπούδασε, δούλεψε. Άρα, όλα καλά. Ή έτσι νομίζουμε.
Αλλά τι σημαίνει «μεγάλωσε»; Πότε τελειώνει η παιδική ηλικία και πού αρχίζει η ενηλικίωση; Κι αν τα σημάδια που άφησε το τραύμα δεν είναι εμφανή, μήπως απλώς μετακινήθηκαν αλλού;
Advertisment
Μια πρόσφατη επιστημονική μελέτη δείχνει με σαφήνεια ότι το παιδικό τραύμα δεν μένει στο παρελθόν· συνεχίζει να επηρεάζει τη ζωή και τη λειτουργία του ατόμου (Maxfield et al., 2025).
Η μελέτη με αριθμούς και χρονικό βάθος
Η μελέτη των Maxfield et al. (2025) βασίστηκε σε δεδομένα 4.000 συμμετεχόντων από τη Φινλανδία, με καταγραφές που εκτείνονταν σε διάστημα άνω των 30 ετών. Οι συμμετέχοντες είχαν αναφέρει εμπειρίες παιδικής κακοποίησης — συναισθηματικής, σωματικής, ή σεξουαλικής — και εξετάστηκαν σε δύο χρονικά σημεία της ζωής τους: στην πρώιμη ενήλικη φάση (20–30 ετών) και αργότερα, στη μέση ηλικία (45–50 ετών).
Το βασικό εύρημα ήταν αδιαμφισβήτητο. Όσοι είχαν υποστεί κακοποίηση στην παιδική ηλικία παρουσίαζαν σημαντικά χειρότερη γνωστική απόδοση τόσο νωρίς, όσο και δεκαετίες αργότερα. Δεν πρόκειται για προσωρινή επίπτωση, αλλά για σταθερή μείωση στη μνήμη, την προσοχή και την επεξεργασία πληροφοριών.
Advertisment
Αξιοσημείωτο είναι ότι οι επιδόσεις ήταν χαμηλότερες ανεξάρτητα από το επίπεδο μόρφωσης, εισοδήματος ή άλλους κοινωνικοοικονομικούς παράγοντες. Με άλλα λόγια, δεν μιλάμε για κοινωνική ανισότητα· μιλάμε για νευροψυχολογικό αποτύπωμα.
Πώς το τραύμα «γράφεται» στον εγκέφαλο
Το παιδικό τραύμα δεν είναι μόνο μια επώδυνη ανάμνηση. Είναι ένας μακροχρόνιος βιολογικός μηχανισμός. Όταν ένα παιδί βιώνει κακοποίηση — ή και παραμέληση — ενεργοποιείται το σύστημα στρες του οργανισμού (HPA άξονας), και το σώμα αρχίζει να παράγει υψηλές ποσότητες κορτιζόλης, της ορμόνης του στρες.
Αν αυτό συμβεί μία φορά, το σύστημα επανέρχεται. Αν όμως συμβαίνει συνεχώς και χρόνια, η κορτιζόλη γίνεται τοξική για τον εγκέφαλο — ειδικά για περιοχές όπως ο ιππόκαμπος (που ρυθμίζει τη μνήμη), η αμυγδαλή (που διαχειρίζεται το συναίσθημα) και ο προμετωπιαίος φλοιός (που ελέγχει τη λήψη αποφάσεων και τη συγκέντρωση).
Το αποτέλεσμα; Ένα νευρικό σύστημα εκπαιδευμένο στην επιβίωση αλλά όχι στη μάθηση. Ένας εγκέφαλος σε συνεχή συναγερμό, που δεν έχει χώρο να καταγράψει, να συγκρατήσει, να επεξεργαστεί. Και αυτό δεν αλλάζει μαγικά όταν το παιδί ενηλικιωθεί.
Το τραύμα μεταμφιεσμένο
Αυτό το γνωστικό έλλειμμα δεν φαίνεται πάντα ως αυτό που είναι. Συνήθως εκφράζεται ως υπερβολική κόπωση, αναβλητικότητα, “χαμηλή αυτοεκτίμηση” ή “έλλειψη κινήτρου”. Μπορεί να ερμηνευτεί ως τεμπελιά, αδιαφορία, ή «ακαταλληλότητα».
Ένας ενήλικας που μεγαλώνει με χρόνια κακοποίηση ίσως:
- δυσκολεύεται να οργανώσει τη σκέψη του
- αδυνατεί να κρατήσει εστίαση σε πολλαπλές εργασίες
- παραιτείται μπροστά σε σύνθετα προβλήματα
- φοβάται να αναλάβει ευθύνες που απαιτούν στρατηγική σκέψη
Αυτά δεν είναι «χαρακτηριστικά προσωπικότητας». Είναι νευρογνωστικές επιπτώσεις. Και το κόστος τους είναι τεράστιο — σε σχολικές επιδόσεις, εργασιακές ευκαιρίες, και τελικά σε ολόκληρη τη διαδρομή ζωής.
Το τραύμα δεν ξεκινά πάντα από τους γονείς – αλλά δεν φεύγει ποτέ χωρίς αυτούς
Δεν φταίνε τα παιδιά κι αυτό δεν χρειάζεται εξήγηση. Ποιος φταίει λοιπόν; Η εύκολη απάντηση είναι «οι γονείς». Και πράγματι, σε πολλές περιπτώσεις σωματικής ή ψυχολογικής κακοποίησης, οι ευθύνες είναι σαφείς.
Όμως το τραύμα της παιδικής ηλικίας δεν γεννιέται μόνο μέσα από τη βία. Μπορεί να προκύψει και από απώλεια, εγκατάλειψη, ψυχική ασθένεια, φτώχεια, κοινωνικό αποκλεισμό, κακοποίηση από τρίτους ή συστημική παραμέληση — ακόμη κι αν οι γονείς δεν ήταν παρόντες ή δεν είχαν πλήρη έλεγχο των συνθηκών.
Αυτό δεν μειώνει τις ευθύνες όπου υπάρχουν· τις τοποθετεί σωστά μέσα σε ένα ευρύτερο πλαίσιο. Οι γονείς δεν λειτουργούν σε κενό. Επηρεάζονται από τις κοινωνικές πιέσεις, τις υποδομές (ή την απουσία τους), την έλλειψη στήριξης, τη δική τους ιστορία τραύματος.
Και παρά τα όποια λάθη, οι ίδιοι οι γονείς συνήθως είναι το βασικό πρόσωπο που μπορεί να βοηθήσει στην αποκατάσταση. Όταν υπάρξει αναγνώριση, υποστήριξη και θεραπευτική εργασία, η οικογένεια μπορεί — όχι πάντα, αλλά συχνά — να γίνει μέρος της επανόρθωσης.
Το κρίσιμο λοιπόν, δεν είναι να αναζητήσουμε ενοχή, αλλά συνθήκες: τι λειτούργησε και τι όχι, τι έλειψε, ποιος δεν στάθηκε παρών. Το τραύμα είναι σύνθετο και για να αποκατασταθεί, χρειάζεται εξίσου σύνθετη προσέγγιση.
Υπάρχει αποκατάσταση;
Ναι, αλλά δεν γίνεται αυτόματα. Χρειάζεται μακροχρόνια και συστηματική υποστήριξη: ψυχοθεραπεία, εκπαιδευτικά περιβάλλοντα που ενισχύουν την αυτοεκτίμηση, σταθερές σχέσεις με ενήλικες που λειτουργούν διορθωτικά.
Ο εγκέφαλος διατηρεί νευροπλαστικότητα ακόμη και στην ενήλικη ζωή. Μπορεί να επανακαλωδιωθεί, να μάθει καινούργιους τρόπους αντίδρασης, να ανακτήσει χαμένες ικανότητες. Αλλά απαιτεί χρόνο, επένδυση και τη συνειδητοποίηση ότι η αποκατάσταση δεν είναι μόνο ατομική υπόθεση. Χρειάζεται και κοινωνική στήριξη.
Κοινωνικές προεκτάσεις: Γιατί μας αφορά όλους
Το παιδικό τραύμα είναι πρόβλημα δημόσιας υγείας. Αν ένα σημαντικό ποσοστό του πληθυσμού φτάνει στην ενήλικη ζωή με μειωμένη ικανότητα μνήμης, συγκέντρωσης και μάθησης, αυτό επηρεάζει την παραγωγικότητα, τη λειτουργία θεσμών, την πολιτική συμμετοχή, τη διαγενεακή αναπαραγωγή ανισοτήτων.
Όταν ένας ενήλικας δυσκολεύεται να παρακολουθήσει ένα δημόσιο διάλογο, να οργανώσει τη ζωή του, να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις μιας σύγχρονης κοινωνίας, το πρόβλημα είναι γνωστικό, βιολογικό και συλλογικό. Γι’ αυτό και εδώ, η φράση “ό,τι δεν σε σκοτώνει σε κάνει πιο δυνατό” είναι απλώς λάθος. Μερικά πράγματα σε αφήνουν ζωντανό, αλλά μειώνουν την ικανότητά σου να ζήσεις πλήρως.
Το παρελθόν που ζει μέσα στο παρόν
Το παιδικό τραύμα δεν μένει μόνο στην παιδική ηλικία. Το κουβαλούν τα νεύρα, οι αντιδράσεις, οι αναστολές και τα ελλείμματα. Κι αν θέλουμε πραγματικά να δούμε μια κοινωνία που λειτουργεί, πρέπει να σταματήσουμε να αντιμετωπίζουμε την κακοποίηση ως “οικογενειακή υπόθεση” και τα προβλήματα που προκύπτουν ως “ατομική αδυναμία”.
Όπως έδειξε και η πρόσφατη μελέτη, το τραύμα αφήνει ίχνη στο σώμα, στον εγκέφαλο και στο μέλλον. Και το ελάχιστο που μπορούμε να κάνουμε, είναι να μην του γυρνάμε την πλάτη.
“Το παιδικό τραύμα είναι η πιο διαδεδομένη και πιο παραγνωρισμένη απειλή για τη δημόσια υγεία σήμερα.”- Nadine Burke Harris
Βιβλιογραφία / Πηγές
- Maxfield, T. E., Haatainen, K. M., et al. (2025). Childhood Maltreatment and Cognitive Functioning From Young Adulthood to Late Midlife: A Prospective Study.
- Teicher, M. H., & Samson, J. A. (2016). Annual Research Review: Enduring neurobiological effects of childhood abuse and neglect. Journal of Child Psychology and Psychiatry, 57(3), 241–266.
- McEwen, B. S. (2007). Physiology and neurobiology of stress and adaptation: central role of the brain. Physiol Rev, 87(3), 873–904.
- Luthar, S. S., Cicchetti, D., & Becker, B. (2000). The construct of resilience: A critical evaluation and guidelines for future work. Child Development, 71(3), 543–562.
- Anda, R. F., Felitti, V. J., et al. (2006). The enduring effects of abuse and related adverse experiences in childhood. European Archives of Psychiatry and Clinical Neuroscience, 256(3), 174–186.


































