Ένα βράδυ πριν από 5 χρόνια, λίγο πριν κοιμηθώ, διάβασα ένα tweet από έναν φίλο που ανακοίνωνε πόσο ενθουσιασμένος ήταν που ήταν υποψήφιος για βραβείο δημοσιογραφίας. Ένιωσα το στομάχι μου να πονά και ζαλίστηκα, τα δόντια μου σφίχτηκαν και η ανάσα μου κόπηκε. Δεν κατάφερα να κοιμηθώ καθόλου εκείνο το βράδυ.
Πριν από αρκετά χρόνια επίσης, όταν ήμουν στο πανεπιστήμιο, χάζευα φωτογραφίες στο Facebook από κάποιον με τον οποίο παρακολουθούσαμε το ίδιο μάθημα, τον οποίο όμως γνώριζα ελάχιστα. Καθώς έβλεπα τις φωτογραφίες του από τα clubs στα οποία διασκέδαζε με φίλους, να γελά πίνοντας, ένιωσα τη διάθεσή μου να πέφτει απότομα, τόσο που αναστέναξα και ακούμπησα στην πλάτη της καρέκλας μου κοιτώντας το κενό. Ένιωσα να μου κόβεται η ανάσα.
Advertisment
Σκεφτόμουν γιατί αυτές οι αναμνήσεις ακόμα με στοιχειώνουν, γιατί δεν τις έχω ξεχάσει μαζί με τόσες άλλες καθημερινές ανούσιες, ασήμαντες στιγμές στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Και πιστεύω ότι οφείλεται στο γεγονός ότι πρόκειται για ισχυρές και επώδυνες αναμνήσεις ζήλιας.
Δεν έχω καν μπει σε διαδικασία ανταγωνισμού στο επάγγελμά μου, ούτε έχω βγει σε club να διασκεδάσω, αλλά συνεχώς διαβάζω τα tweets και χαζεύω φωτογραφίες και ήθελα τόσο απεγνωσμένα να έχω αυτό που είχαν εκείνοι. Το γεγονός ότι δεν το είχα με πονούσε σαν μια δυνατή γροθιά στο στομάχι.
Ζούμε στην εποχή του φθόνου και της ζήλιας. Ζήλια για την καριέρα, για το ιδανικό σπίτι, για τα παιδιά, για το φαγητό, για τις διακοπές και για τις οικονομικές απολαβές. Οι άνθρωποι πάντα ένιωθαν αυτό που ο Αριστοτέλης προσδιόριζε ως «πόνο στη θέαση της καλοτυχίας του άλλου». Αλλά με την έλευση των κοινωνικών μέσων δικτύωσης τα επίπεδα της ζήλιας έχουν απογειωθεί. Βομβαρδιζόμαστε συνεχώς από ψεύτικες, τέλειες ζωές και αυτό επιδρά αρνητικά στη ζωή μας.
Advertisment
Οι ψυχολόγοι τονίζουν πως πάντα έχουμε μέσα μας αυτή την ψυχολογική δυσφορία και ασυμφωνία. Όμως σε αυτή την περίπτωση, έχουμε μεγαλύτερη πρόσβαση στις πληροφορίες της ζωής των άλλων. Επιπλέον, οι συγκρίσεις ου κάνουμε είναι πολύ λιγότερο ρεαλιστικές, διότι γνωρίζουμε πως οι φωτογραφίες μπορούν να φιλτραριστούν και ότι οι άνθρωποι επιλεκτικά παρουσιάζουν τις καλύτερες πλευρές της ζωής τους.
Για να ξεπεράσουμε αυτό τον φαύλο κύκλο αρνητικών συναισθημάτων, χρειάζεται να σκεφτούμε τι θα διδάσκαμε ένα παιδί. Ο σκοπός είναι να αναπτύξουμε μια φιλοσοφία, έναν τρόπο να υπάρχουμε σε αυτό τον κόσμο, που θα μας επιτρέψει να αναγνωρίζουμε πότε κάποιος άλλος έχει κάτι που θέλουμε, αλλά δεν έχουμε και επίσης να αναγνωρίζουμε ότι μπορούμε να επιβιώσουμε και χωρίς αυτό. Το γεγονός ότι δεν το έχουμε δεν μας κάνει λιγότερο σημαντικούς ή μοναδικούς.
Μπορούμε επίσης να αλλάξουμε τον τρόπο που χρησιμοποιούμε συνήθως τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Τις περισσότερες φορές οι άνθρωποι χρησιμοποιούν το Facebook παθητικά και όχι ενεργητικά, από βαρεμάρα. Και οι συνδέσεις ανάμεσα στην παθητική χρήση και στα άσχημα συναισθήματα είναι πολύ ισχυρές. Ίσως λοιπόν κάθε ένας από εμάς χρειάζεται να σκέφτεται πιο προσεκτικά πώς χρησιμοποιεί ενεργά τα κοινωνικά μέσα δικτύωσης, τι είναι αυτό που προσπαθούμε να πούμε και να βρούμε μέσω αυτών και γιατί.
Όταν ξανασκέφτομαι αυτές τις δύο επώδυνες στιγμές ζήλιας, συνειδητοποιώ ότι συνέβησαν σε περιόδους της ζωής μου που ήμουν δυστυχισμένη και ένιωθα ανασφαλής. Αγωνιζόμουν να κάνω τη δουλειά που μου αρέσει και να αναγνωριστώ ως δημοσιογράφος και πάλευα να γίνω πιο κοινωνική, να βγαίνω περισσότερο. Ίσως λοιπόν εν μέρει ήμουν αδύναμη, άρα αυτό που χρειαζόταν να κάνω ήταν να δουλέψω με τον εαυτό μου και όχι να αφήνω τις υποτιθέμενες «τέλειες» ζωές των άλλων να με καταρρακώνουν.
Moya Sarner