“Μοιάζει με την Καλιφόρνια (η Αθήνα το 1933) αλλά είναι πιο όμορφη, πιο ώριμη, ο αέρας είναι απαλός και οι άνθρωποι τρομερά φιλικοί. Υπέροχος τόπος για να μείνει κανείς. Βιολετί λόφοι, γεμάτοι λουλούδια, αμπελώνες, κυπαρίσσια, ελιές και άγρια θυμάρια με πορφυρά άνθη. Τι τόπος! Η Ακρόπολη δεν έχει το ταίρι της και είμαι ερωτευμένος με μια κυρία που δυστυχώς είναι από μάρμαρο. Η τύχη μου βλέπετε! Είναι η θεά της Δικαιοσύνης, η Θέμις. Είναι πραγματικά υπέροχη και μου έκλεψε το μυαλό και την καρδιά”.
“Ποτέ μου δεν είχα δει κάτι τόσο όμορφο, απλό και δυνατό, όσο ο Παρθενώνας. Ολόκληρη η Ακρόπολη είναι εκπληκτική, σου κόβει την ανάσα, και μπροστά της όλα τα άλλα δημιουργήματα της ανθρώπινης έκφρασης είναι χυδαία, μέτρια και γεμάτα σύγχυση. Τι άνθρωποι ήταν αυτοί οι λίγοι υπέροχοι Έλληνες τότε! Πρέπει να τον δει κανείς για να καταλάβει ότι καθετί άλλο που δε βαδίζει στο δρόμο της αιωνιότητας είναι ασήμαντο, γελοίο και ανόητο.”
Advertisment
“Ο ναός έβλεπε τη γαλανή Μεσόγειο. Ήταν ερειπωμένος και το μόνο που απόμενε απ’ αυτόν ήταν οι μαρμάρινες κολόνες. Είχε καταστραφεί σε κάποιο πόλεμο, αλλά ήταν ακόμα ιερό καταφύγιο. Κάποιο σούρουπο, με το χρυσό ήλιο να πέφτει στα μάρμαρα, ένιωσες την ιερή ατμόσφαιρα. Ήσουν μόνος, χωρίς τους επισκέπτες και την ατέλειωτη φλυαρία τους γύρω σου. Οι κολόνες έπαιρναν ένα καθαρό χρυσαφί χρώμα και η θάλασσα κάτω μακριά ήταν έντονα γαλάζια. Υπήρχε ένα διατηρημένο άγαλμα της θεάς, αλλά ήταν κλειδωμένο. Μπορούσες να τη δεις μόνο σε ορισμένες ώρες κι έτσι έχανε την ομορφιά της ιερότητας. Η θάλασσα παρέμενε γαλάζια…”
“Όταν πας στην Ελλάδα και δεις για πρώτη φορά τον Παρθενώνα νιώθεις ότι έχουν τόσο σπάνια σπουδαιότητα: η ομορφιά του, τα χρώματά του με φόντο τον ουρανό, όλο το μεγαλείο του ελληνικού πολιτισμού, που θέλεις να γονατίσεις μπροστά του…”
Καθώς τρώγαμε ένα μεσημέρι στην Ελβετία -κάτι που κράτησε ώρες, αφού σταματούσε να τρώει όχι μόνο όταν μιλούσε ο ίδιος, αλλά και όταν του μιλούσε κάποιος άλλος- συζητούσαμε για την αρχαία Ελλάδα και κάποια στιγμή του είπα:
Advertisment
“Ξέρετε, κύριε, ότι όσα λέτε μοιάζουν με όσα ξέρουμε ότι είπε ο Σωκράτης;”
“Έτσι μου έχουν πει, αλλά εγώ δεν έχω διαβάσει ποτέ τίποτα” απάντησε.
“Δε χρειάζεται, κύριε, τα ξέρετε από μόνος σας”
του είπα κι εκείνος ξέσπασε σε γέλια σαν παιδί που άκουσε κάποιο αστείο, χωρίς να δώσει την παραμικρή αίσθηση ότι κολακεύτηκε.
Λίγο αργότερα θυμήθηκα κάτι που είχα διαβάσει σε ένα βιβλίο με φωτογραφίες του, που μόλις είχε κυκλοφορήσει και του είπα:
“Διάβασα σε ένα βιβλίο που κυκλοφόρησε τελευταία ότι την πρώτη φορά που ανεβήκατε στην ακρόπολη πέσατε στα γόνατα, είναι αλήθεια;”
“Ναι, ναι” απάντησε γελώντας με μια έκφραση σαν να είχε θυμηθεί κάποια αταξία που είχε κάνει.
“Ο Κρισναμούρτι στην Ελλάδα” Εκδόσεις Καστανιώτη
ianisdo-anando2.blogspot.gr