Κάποτε, ένας άνθρωπος ανόητος ξεκίνησε για το παλάτι του βασιλιά. Στον δρόμο, οι άλλοι τον έδειχναν και γελούσαν μαζί του.
«Τι δουλειά έχει ένας ανόητος στο παλάτι του βασιλιά;» του έλεγαν σαρκαστικά. «Θα γίνω ο δάσκαλος του βασιλιά», τους απαντούσε εκείνος με βεβαιότητα.
Advertisment
Η απάντησή του έκανε τους άλλους να γελούν περισσότερο.
Όταν λοιπόν έφτασε στο παλάτι, ο βασιλιάς σκέφτηκε ότι θα μπορούσε να διασκεδάσει λίγο μαζί του.
«Πώς τολμάς να έρχεσαι και να ενοχλείς τον βασιλιά;» τον ρώτησε με αυστηρό τόνο.
Advertisment
«Είμαι εδώ για να γίνω δάσκαλός σας», απάντησε με σιγουριά ο ανόητος.
Ο βασιλιάς γέλασε με την καρδιά του. «Τι θα μπορούσε ένας ανόητος σαν κι εσένα να μου διδάξει;».
«Ορίστε», απάντησε αυτός. «Ήδη αρχίσατε να μου κάνετε ερωτήσεις».
Στην αίθουσα έπεσε νεκρική σιγή και όλο το προσωπικό κρατούσε την αναπνοή του.
Ο βασιλιάς αιφνιδιάστηκε, αλλά στη συνέχεια του είπε: «Οφείλω να ομολογήσω ότι η αντίδρασή σου ήταν έξυπνη, αλλά δεν απάντησες στην ερώτησή μου».
«Βασιλιά μου, μόνο ένας ανόητος έχει μια απάντηση για τα πάντα».
Ο βασιλιάς έμεινε εμβρόντητος. «Μα τι γνώμη θα σχηματίσουν οι υπήκοοί μου αν κάνω έναν ανόητο δάσκαλό μου;».
«Είναι προτιμότερο να υπάρχει ένας ανόητος δάσκαλος παρά ένας ανόητος βασιλιάς», απάντησε εκείνος.
Ο βασιλιάς αιφνιδιάστηκε από τις απαντήσεις του ανόητου, αλλά προσπάθησε να σώσει την κατάσταση με μια έξυπνη ερώτηση: «Αν όμως πάρω έναν ανόητο ως δάσκαλο, δεν σημαίνει ότι είμαι κι εγώ ανόητος;».
«Βασιλιά μου, μόνο ένας ανόητος θεωρεί ότι δεν είναι ανόητος».
Και έτσι, μετά απ’ αυτό, ο ανόητος έγινε τελικά δάσκαλος του βασιλιά.