Χωρίς να είμαστε τίποτ’ άλλο παρά μόνο άνθρωποι, περπατήσαμε μέσ’ απ’ τα δέντρα
Φοβισμένοι, αφήνοντας τις λέξεις μας να είναι τρυφερές
Από φόβο μήπως ξυπνήσουμε τις κουρούνες,
Από φόβο μήπως έρθουμε
Αθόρυβα μέσα σ’ έναν κόσμο φτερών και κραυγών.
Advertisment
Αν ήμασταν παιδιά, ίσως να σκαρφαλώναμε,
Θα πιάναμε τις κουρούνες να κοιμούνται, και δεν θα σπάγαμε ούτε κλαράκι,
Και, μετά το μαλακό ανέβασμα,
Θα τινάζαμε τα κεφάλια μας πιο πάνω απ’ τα κλαριά
Για να θαυμάσουμε την τελειότητα των άστρων.
Πέρα απ’ τη σύγχυση, όπως συμβαίνει συνήθως,
Και τον θαυμασμό για όσα ο άνθρωπος γνωρίζει,
Πέρα απ’ το χάος θα ‘ρχόταν η μακαριότητα.
Αυτό, τότε, είναι ομορφιά, είπαμε,
Παιδιά που με θαυμασμό κοιτάζουν τ’ αστέρια,
Είναι ο σκοπός και το τέλος.
Χωρίς να είμαστε τίποτ’ άλλο παρά μόνο άνθρωποι, περπατήσαμε μέσ’ απ’ τα δέντρα.
[μετάφραση: Βίλκη Τσελεμέγκου-Αντωνιάδου]
Advertisment
Γεννήθηκε το 1914 στο Σουόνσι της Ουαλίας και παράτησε το σχολείο στα 16 του χρόνια. «Είχε γεννηθεί με την εμπειρία μέσα του». Με μεγαλειώδη τρόπο μετέτρεψε την εμπειρία αυτή σε πάθος. Παρόντες και κυρίαρχοι στην ποίησή του ο βαθύς ανθρώπινος πόνος, το πάθος, η μουσικότητα των αισθήσεων.
Το 1936 κυκλοφορούν τα 25 ποιήματα, με τα οποία θα κερδίσει εν μέρει τους κριτικούς, αλλά κυρίως θα υιοθετήσει οριστικά πια και με σιγουριά ένα καθαρά προσωπικό ύφος. Το 1937 παντρεύεται την Caitlin Macnamara με την οποία θα κάνει τρία παιδιά. Το 1940, του αναθέτουν μια ραδιοφωνική εκπομπή που θα τον κάνει διάσημο. Η υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ όμως τον οδήγησε στ0 θάνατο στις 9 Νοεμβρίου του 1954.