Πλοία σε γλυκά νερά…
«Και περνούσα τις μέρες μου με τα χρώματα μου τακτοποιημένα. Με τα όνειρα μου συγυρισμένα. Με τα ποιήματά μου καθαρογραμμένα… Γιατί έτσι τα ΄βλεπα. Έτσι νόμιζα…» – Μ. Λουντέμης
Advertisment
Άρθρο της Αλεξάνδρας Προβατίδου
Υπάρχουν πλοία που δεν σχίζουν κύματα, παρά κυλούν νωχελικά για χρόνια σε ήσυχα ποτάμια. Δεν λύνουν άγκυρες μόνο στέκουν δεμένα στον πολυκαιρισμένο σπάγκο τους, έρμαιο στο παιδικό χέρι που τα σέρνει κρυφά πότε από ΄δω πότε από κει. Αν είσαι τυχερός να τα αναγνωρίσεις, θα τα δεις κάποιες φορές να τριγυρνούν σε αρυτίδωτες λίμνες και ήσυχα ποτάμια. Γλιστρούν ανάλαφρα, σχεδόν αβασάνιστα, ανάμεσα σε πέτρες, κλαδιά και φύλλα, αναμνήσεις, μυρωδιές και ξεχασμένα τραγούδια μιας άλλης εποχής, ακολουθούν την ροή του ποταμού, ξαποσταίνουν σε κοίτες για χρόνια και αφήνονται αμέριμνα στη μακαριότητά τους.
Και όταν κάποιο στρογγυλεμένο βότσαλο, άτσαλα ριγμένο, ταράξει την απραξία τους, τα κυριεύει άγρια χαρά! Χιμούν να γίνουν ένα με τους κυματισμούς, να παρασυρθούν, να ενωθούν με κάποιον καταρράκτη. Και πιστεύουν, ω θεέ μου, πόσο πολύ το πιστεύουν, πως ήρθε η στιγμή τους, να νιώσουν και αυτά υπερωκεάνια, να ξανοιχτούν στα βαθιά, να αντιμετωπίσουν πειρατές και φουρτούνες και θαλάσσια τέρατα! Βάζουν λοιπόν τα δυνατά τους! Να πετύχουν, να τα καταφέρουν! Τινάζονται αγέρωχα, ορμούν στον καταρράκτη και αυτά τα λίγα δευτερόλεπτα της πτώσης, είναι σαν να μυρίζουν ήδη τον θαλασσινό αέρα, σαν να αγναντεύουν κιόλας κάποιον φάρο στο βάθος μιας άγνωστης στεριάς!
Advertisment
Ύστερα γκρεμίζονται… το χαρτί τους μουσκεύει, βαραίνει και τα βυθίζει στη λήθη. Το παιδικό χέρι μένει να χάσκει αδειανό, κάποιοι βουβοί λυγμοί για το απονενοημένο της πράξης και λόγια που φέρνει ο άνεμος για το αποτυχημένο εγχείρημα… «Μα καλά πίστεψαν πως θα έφταναν ποτέ στη θάλασσα; Είναι πλοία του γλυκού νερού!» ……σιγή…..
Μα έχε υπομονή. Για δες… ο καιρός πέρασε, ο ποταμός άλλαξε ροή, στέρεψε και ξαναζωντάνεψε πολλές φορές και εκεί στο βάθος τι είναι αυτό που σαλεύει; Ξαναγεννημένο, κατάλευκο ταλαντεύεται πάλι ένα πλοίο του γλυκού νερού, και σε πλησιάζει! Το συνοδεύουν παιδικές χαρούμενες φωνές, αυτές που δεν λησμόνησαν -θαρρείς και ήταν πότε δυνατόν να το ξεχάσουν- αυτές που το ανέστησαν και του ΄βαλαν πλώρη προς ολοταχώς πάνω σου… Και εσύ στέκεις και κοιτάς αμίλητος, ταλαντεύεσαι… ξέρεις πως η θάλασσα δεν είναι μέρος για χάρτινα πλοία… εσύ έχεις τα δικά σου πλοία να αρμενίσεις! Είναι ατσάλινα, τα θαυμάζουν όλοι για την αντοχή τους και προ πάντων εσύ, ο καπετάνιος και ας τα ένιωθες κάποτε ξένα. Και με αυτή τη λευκή κουκίδα που σε κοντεύει τι γίνεται;
Δεν το σκέφτεσαι πια! Την αρπάζεις, την ατσαλώνεις, της δίνεις φόρα και ξεχύνεστε μαζί στον ωκεανό! Εσύ και το πλοίο σου, χωρίς πλήρωμα κανένα! Της το χρωστάς! Πίσω σας ακούγονται παιδικές ιαχές χαράς και θαυμασμού! Αφήνεις να σου ξεφύγει μια κραυγή ενθουσιασμού και ύστερα μειδιάς που ήσουν τόσο ανόητος ώστε να πιστέψεις όσους σου έλεγαν πως τα πλοία των γλυκών νερών δεν μπορούν να ταξιδέψουν στις πιο ανεξερεύνητες θάλασσες…
- Χαμηλές πτήσεις - 27 Ιουλίου 2017
- Στη ρωγμή του χρόνου - 12 Ιουλίου 2017
- Οι πολύχρωμοι φίλοι της καρδιάς μας - 21 Μαΐου 2017