,

Είναι η γυναίκα μ’ εκείνα τα θλιμμένα μάτια, που μένει ένα βήμα παρακάτω…

Μετακόμισε πριν τρία χρόνια στη διπλανή πολυκατοικία. Εκείνη, ο σύζυγός της και ο εξάχρονος γιος τους. Δεν είχατε ποτέ πολλά πολλά. Ένα «καλημέρα», ένα

Είναι η γυναίκα μ’ εκείνα τα θλιμμένα μάτια, που μένει ένα βήμα παρακάτω...

Μετακόμισε πριν τρία χρόνια στη διπλανή πολυκατοικία. Εκείνη, ο σύζυγός της και ο εξάχρονος γιος τους. Δεν είχατε ποτέ πολλά πολλά. Ένα «καλημέρα», ένα «τι κάνεις;» – πάντα συνοδευμένο από το «μια χαρά, εσείς;» – κι ένα «να μου φιλήσεις τον μικρό».

Ώσπου ένα πρωί, αισχρές βρισιές τρύπωσαν από την ανοιχτή μπαλκονόπορτά σου. Αρνιόσουν να πιστέψεις ότι αυτά τα τόσο υποτιμητικά λόγια, τα γεμάτα κακία και φθόνο, ξεπρόβαλαν από τα χείλη του συμπαθέστατου γείτονα. Αρκέστηκες στη δικαιολογία του «συζυγικού καβγά» κι συνέχισες τον καφέ σου.

Advertisment

Και πάλι, όταν πήγες σπίτι της να ζητήσεις «λίγη ζάχαρη, αν υπάρχει», περιορίστηκες σ’ ένα «πού χτύπησες, καλέ;», όταν μια αδέξια κίνησή της αποκάλυψε τις δεκάδες μελανιές που ασφυκτιούσαν κάτω από το –πάντα- μακρυμάνικο μπλουζάκι της.

Δεν μπορούσες όμως να εκλογικεύσεις το ίδιο ανώδυνα, τα μαρτυρικά βογκητά της αργά τις νύχτες, όταν τα βάναυσα χέρια εκείνου προσγειώνονταν με δύναμη πάνω στο εύθραυστο σώμα της. Συνδυάζοντας καταστάσεις, γεγονότα και συμπεριφορές συνειδητοποίησες με τρόμο πώς τα χέρια του γλυκύτατου εκείνου συζύγου, πίσω από την κλειστή πόρτα, μετατρέπονταν σε λουριά, που την κρατούσαν δέσμια στη φυλακή της.

Στην αρχή στενοχωριόσουν για ‘κείνη. «Τι περνάει η καημένη με το τέρας που έμπλεξε!», «Ποιος ξέρει τι άλλο της κάνει…», «Σε τι κόσμο ζούμε!», και τα συναφή.

Advertisment

Κι όταν σου τελείωσαν ο οίκτος και η λύπηση, άρχισες να την κρίνεις. «Θέλει και τα παθαίνει, για να μην αντιδρά», «Δεν είναι δέντρο, γιατί δεν σηκώνεται να φύγει από αυτόν τον τραμπούκο;», «Ντροπή της, αφήνει και το μικρό παιδί να ζει τέτοια σκηνικά!» και πάει λέγοντας…

Μα δεν σκέφτηκες ποτέ, ότι δεν φεύγει γιατί η «απόδραση» χρειάζεται χρήματα, που εκείνη δεν διαθέτει. Βλέπεις, δεν καθόταν κλεισμένη στο σπίτι γιατί ήταν τεμπέλα, όπως συνήθιζες να λες, αλλά γιατί εκείνος –παραμυθιάζοντάς την πώς θα την έχει βασίλισσα – της απαγόρευε να εργαστεί · κι όταν εξαρτάσαι οικονομικά από κάποιον, οι επαναστάσεις μπαίνουν σε δεύτερη μοίρα.

Δεν σκέφτηκες ποτέ, πώς δεν φεύγει γιατί δεν έχει πού να πάει. Αντίθετα με σένα, που έχεις κοντά σου γονείς, φίλους, συγγενείς, ο δικός της κοινωνικός περίγυρος είναι ανύπαρκτος, αφού ο πολυαγαπημένος της σύντροφος φρόντισε αργά κι διακριτικά να την απομακρύνει από τους πάντες, ώστε να μην μπορεί να ξεφύγει, όταν δεν θ’ αντέχει άλλο.

Δεν σκέφτηκες ποτέ, πώς δεν φεύγει γιατί φοβάται. Τόσα χρόνια ακούει μονάχα απειλές· όχι μόνο για την ίδια, αλλά και για το παιδί της. Και είναι τόσο άρτια η «κατήχησή» της, που δεν μπορεί να συνειδητοποιήσει ότι τα φόβητρα είναι μονάχα λόγια. Δεν είναι χαζή, όπως πιστεύεις · περικυκλωμένη από τρόμο είναι.

Δεν σκέφτηκες ποτέ, ότι δεν φεύγει γιατί νιώθει ένοχη. Βρισιές, υποτιμήσεις, χτυπήματα κι απειλές πέταξαν στα σκουπίδια και το τελευταίο ίχνος αυτοεκτίμησης που της είχε απομείνει. Πλέον, έχει γυρίσει το μυαλό της. Πιστεύει πώς εκείνη κάνει λάθος · πώς αξίζει όλη αυτήν την κακομεταχείριση που βιώνει.

Δεν σκέφτηκες ποτέ, πώς δεν φεύγει γιατί εκείνος ξέρει να την κρατάει. Τα χαστούκια ακολουθούνται από συγγνώμες· οι βρισιές από δακρύβρεχτα λόγια μετάνοιας· οι εφιαλτικές νύχτες από ανθοστολισμένα πρωινά, γιατί «έγινα λίγο απότομος χθες με το κορίτσι μου, μα ήμουν τόσο πιεσμένος από τη δουλειά». Και φυσικά, όλα συνοδευμένα με τη υπόσχεση – κλειδί · «δεν πρόκειται να ξανασυμβεί». Κι εκείνη μένει, δικαιολογώντας τον, γιατί ο κομματιασμένος ψυχισμός της έχει ανάγκη να πιστέψει πώς αυτή είναι πράγματι η τελευταία φορά.

Δεν είναι προϊόν μυθοπλασίας – μακάρι να ήταν. Είναι η γυναίκα μ’ εκείνα τα θλιμμένα μάτια, που μένει ένα βήμα παρακάτω.

Αντί να τη λυπάσαι, πλησίασέ την χωρίς πίεση και εξήγησέ της πώς δεν είναι ούτε μόνη, ούτε η μόνη.

Αντί να την κρίνεις, στάσου πλάι της και βοήθα την να δει την πραγματικότητα, που έτσι όπως έχει διαμορφωθεί γι’ αυτήν, σίγουρα δεν της αξίζει.

Και επειδή μπορεί να θες να την στηρίξεις, μα να μην ξέρεις τον σωστό τρόπο, πριν αποχωρήσεις για το ήρεμο σπιτικό σου, ψιθύρισέ της έναν αριθμό. 15900. 24ωρη γραμμή SOS κατά της βίας – υπέρ των γυναικών.* Ίσως εκεί βρει το κλειδί, για να ξεφύγει επιτέλους από την φυλακή της.

*Ψυχολόγοι και κοινωνιολόγοι σίγουρα γνωρίζουν καλύτερα να διαχειριστούν παρεμφερείς καταστάσεις. Αν βιώνετε η ίδια κακοποίηση ή έχετε στο περιβάλλον σας τέτοια γυναίκα, μπορείτε να απευθυνθείτε, πλήρως εμπιστευτικά στην παρακάτω γραμμή: 15900.

Μπάλλου Βασιλική

Λάβετε καθημερινά τα άρθρα μας στο e-mail σας

Σχετικά θέματα

«Δεν είμαι αυτό που μου συνέβη. Είμαι αυτό που επέλεξα εγώ να γίνω» | Καρλ Γιουνγκ
«Και οι λέξεις φλέβες είναι. Μέσα τους αίμα κυλάει» | Γ. Ρίτσος
Οι πιο «τρομακτικές» μάσκες είναι εκείνες που δεν φαίνονται...
Η ζωή δεν φοράει φίλτρα, δεν στολίζεται για να πάρει like, δεν κάνει giveaway τον χρόνο της

Πρόσφατα Άρθρα

Εναλλακτική Δράση