,

Σήμερα δεν ήταν μια καλή μέρα…

Ο Τζανγκ αποκλείεται να έχανε την ευκαιρία. «Κι όσο για εκείνο το σπίτι που μένεις, αυτό είναι το κέντρο της γειτονιάς. Η οικογένεια φαλίρισε

Σήμερα δεν ήταν μια καλή μέρα...

Ο Τζανγκ αποκλείεται να έχανε την ευκαιρία. «Κι όσο για εκείνο το σπίτι που μένεις, αυτό είναι το κέντρο της γειτονιάς. Η οικογένεια φαλίρισε ξαφνικά και αναγκάστηκε να πουλήσει το σπίτι σε πλειστηριασμό, απ’ τον οποίο επωφελήθηκε κάποιο τυχερό κάθαρμα, όμως για μας δεν είναι απλώς ένα σπίτι».

Κάθαρμα; Ο Κανγκ μετά βίας συγκρατούσε τα νεύρα του, και αυτός ο εκνευριστικός κουτσομπόλης τον έσπρωχνε στα όριά του. «Όσο για μένα», συνέχισε ο Τζανγκ, «στα γράμματα δεν πρόκοψα  και πολύ, αλλά είμαι ξακουστός για την αφοσίωσή μου. Δεν μπορώ να κάθομαι άπραγος όταν βλέπω μια αδικία. Και δεν γίνεται να κρατήσω το στόμα μου κλειστό, οπότε λέω πράγματα που άλλοι άνθρωποι δεν τολμούν να πουν».

Advertisment

Ο Κανγκ τον κοίταξε με ξινισμένο ύφος. «Α, ώστε δεν μπορείς να κάθεσαι άπραγος όταν βλέπεις την αδικία;» «Όχι, φυσικά και όχι! Στα νιάτα μου ήμουν διάσημος για τις γροθιές μου», άρχισε ο Τζανγκ να λέει, αλλά εκείνη τη στιγμή μπήκε ένας πελάτης στο μαγαζί, οπότε έτρεξε κι αυτός στο κατόπι του Η κουβέντα για τα νιάτα και τις γροθιές του Τζανγκ έκαναν τον Κανγκ να τρίξει τα δόντια του.

Δεν φτάνει που ο Παρκ του είχε καταστρέψει τη διάθεση, τώρα ήταν αναγκασμένος να υπομένει και την ακατάσχετη φλυαρία του Τζανγκ. Και να σου κι ο Σανγκούν να τρέχει με το ποδήλατό του· κι αυτό τον ενοχλούσε, επίσης. Το τελευταίο μάλιστα τον μπέρδευε περισσότερο απ’ όλα. Άραγε το αγόρι τον εκνεύριζε επειδή η διάθεσή του ήταν ήδη χαλασμένη ή λες ο μικρός να προσπαθούσε να τον τσιγκλήσει; Ή μήπως συνέβαινε κάτι άλλο; Θα μπορούσε να σηκωθεί και να γυρίσει στο σπίτι του, κάτι που σίγουρα θα τον βοηθούσε να αποφύγει αυτή την κατάσταση.

Όμως, ποτέ του δεν υπήρξε απ’ τους ανθρώπους που απέφευγαν τα προβλήματα. Τελικά, άκουσε το λεωφορείο να ανεβαίνει τον λόφο. Ο Τζανγκ βγήκε από το μαγαζί του και συνέχισε τον μονόλογό του καθώς ο Κανγκ σηκωνόταν. «Τέλος πάντων, αυτό που θέλω να πω είναι ότι το άτομο που μένει σ’ εκείνο το σπίτι οφείλει να είναι σωστό σε όλα του. Επίσης, τι είναι αυτή η ανοησία με τούτη την κιθάρα; Δεν είσαι παιδί. Είσαι μεγάλος άνθρωπος και έτσι θα έπρεπε να φέρεσαι».

Advertisment

Ο Κανγκ απέμεινε να κοιτάζει τον Τζανγκ. Δεν ήθελε να τον κατσαδιάσει· ήξερε ότι τα μισά από αυτά που έλεγε ο Τζανγκ ήταν υπερβολές. «Και πού είναι το κακό να έχει κιθάρα ένας ενήλικος;» «Δεν έχω δει ποτέ μου ούτε έναν που κουβαλούσε τέτοια πράγματα και να έζησε σωστή ζωή», είπε ο Τζανγκ κάνοντας μια γκριμάτσα. Το πρόσωπο του Κανγκ παραμορφώθηκε.

«Συγγνώμη, συγγνώμη», είπε ο Τζανγκ κλείνοντας το στόμα του με το χέρι του. «Δεν έπρεπε να πω “χαμένο κορμί”. Αλλά όπως και να ’χει, τα παιδιά επηρεάζονται εύκολα. Κι άμα σε δουν με μια κιθάρα… οι μεγάλοι οφείλουν να είναι παράδειγμα προς μίμηση».

«Το ήξερες ότι η εγγονή σου συχνάζει σε μαθήματα κιθάρας;» αντιγύρισε ο Κανγκ. «Δεν ξέρω για παραδείγματα προς μίμηση, ξέρω όμως ότι κάποιος άλλος ήταν διάσημος για τις γροθιές του. Ο φίλος σου, ο Λι Τζιόνγκσου, ίσως;» Ο Τζανγκ έχασε τη λαλιά του. Αργά αργά, ο Κανγκ ανέβηκε στο λεωφορείο. Κράτησε τα μάτια του κλειστά. Τούτη τη φορά ο οδηγός δεν χασομέρησε. Από την ησυχία που βασίλευε απ’ έξω ο Κανγκ ήταν σχεδόν βέβαιος ότι ο Τζανγκ εξακολουθούσε να τον κοιτάζει.

Σήμερα δεν ήταν μια καλή μέρα. Δεν έπρεπε να είχε πει τίποτε απ’ όλα αυτά. Ίσως η σημερινή μέρα να του επιφύλασσε μονάχα άσχημα πράγματα. Και το μόνο που μπορούσε να κάνει τώρα ήταν να τα αντιμετωπίσει. Στη βιβλιοθήκη, περίμενε τον δάσκαλο της κιθάρας να τελειώσει. Η Μίχο συνέχιζε να κρυφοκοιτάζει, μη δίνοντας καμία σημασία στο ποιος την έβλεπε. Η προσοχή της ήταν στραμμένη αποκλειστικά στο μάθημα. Ο Κανγκ δεν ήξερε να πει με σιγουριά αν αυτό που της κινούσε το ενδιαφέρον ήταν η κιθάρα ή κάποιος μαθητής μέσα στην αίθουσα, ωστόσο, απ’ ό,τι φαίνεται, ήταν κάτι που το κορίτσι το έκανε συχνά.

Στον γυρισμό, ο Κανγκ και η Μίχο μπήκαν στο ίδιο λεωφορείο. Αυτό δεν θα συνέβαινε αν η συζήτηση του Κανγκ με τον δάσκαλο της κιθάρας είχε διαρκέσει ώρα, αλλά ο ίδιος φρόντισε να μην κρατήσει πολύ – δεν ήθελε να αφήσει τη Μίχο να γυρίσει στο σπίτι μόνη της με το λεωφορείο. Βέβαια το κορίτσι δεν τον είχε καμία ανάγκη, αλλά ο Κανγκ ανησυχούσε για το τι θα της έλεγε ο παππούς της, άσε που ένιωθε και άσχημα που την είχε μαρτυρήσει.

Ο Τζανγκ περίμενε έξω από το μαγαζί, δείχνοντας δυσαρεστημένος. Ο Κανγκ δεν είχε φανταστεί ποτέ ότι το πρόσωπο αυτού του ανθρώπου θα μπορούσε να πάρει μια τόσο βαριά, τόσο οργισμένη έκφραση. Η Μίχο κοντοστάθηκε αμέσως μόλις είδε το ανταριασμένο πρόσωπο του παππού της. Ο Τζανγκ την πλησίασε με μεγάλες δρασκελιές, την άρπαξε από τους λεπτούς της ώμους και την οδήγησε μέσα στο μαγαζί.

Ο Κανγκ παρέμεινε στο σημείο, μην μπορώντας να φύγει. Αδυνατούσε να καταλάβει τι λεγόταν ακριβώς, όμως άκουγε φωνές υψωμένες. Κι όλα αυτά εξαιτίας του. Ένιωσε άσχημα για το κορίτσι. Τώρα ήταν υποχρεωμένος απέναντί της. Ξεκίνησε για το σπίτι του, σέρνοντας τα βήματά του, αλλά κάποια στιγμή κοντοστάθηκε επιτόπου. Είχε διακρίνει μια προειδοποιητική πινακίδα στερεωμένη πάνω στον φράχτη.

ΚΑΤΑΓΡΑΦΕΣΤΕ. ΘΑ ΤΙΜΩΡΕΙΣΤΕ ΜΕ ΠΡΟΣΤΙΜΟ
ΕΝΟΣ ΕΚΑΤΟΜΜΥΡΙΟΥ ΓΟΥΟΝ ΚΑΘΕ ΦΟΡΑ
ΠΟΥ ΘΑ ΣΑΣ ΚΑΤΑΓΡΑΦΕΙ Η ΚΑΜΕΡΑ.
Ο ΙΔΙΟΚΤΗΤΗΣ ΤΟΥ ΚΤΗΜΑΤΟΣ

Ο Κανγκ δεν μπορούσε να πιστέψει στα μάτια του. Πώς και δεν είχε δει αυτά τα κεφαλαία κόκκινα γράμματα πριν; Λες γι’ αυτό ο Σανγκούν τον είχε αγριοκοιτάξει έτσι; Τα παιδιά πρέπει να είχαν θυμώσει που τους απαγορεύτηκε η είσοδος και στο ύφος τους ήταν ζωγραφισμένη μια σιωπηλή διαμαρτυρία· εμείς θα εξακολουθήσουμε να παίζουμε ακόμα κι αν δεν μπορούμε να παίξουμε εκεί. Ποιος είχε σκεφτεί αυτή τη γελοία απειλή; Ομολογουμένως, αυτός μπορεί να μην έδινε σημασία, πάντως ο Παρκ όντως είχε πει κάτι για κάποια πινακίδα όταν έκανε αναφορά στα μέτρα της εταιρείας συντήρησης. Αυτό εννοούσε, άραγε; Αυτή η πινακίδα πιθανότατα κρεμόταν σε όλο το μήκος του φράχτη.

Τι μέρα κι αυτή… Δεν είχε νιώσει τόσο βασανισμένος ούτε καν όταν αναγκάστηκε να διαλύσει ανάξιες εμπιστοσύνης εταιρείες. Θα μπορούσε να τα είχε χειριστεί όλα όμορφα και καθαρά αν είχε αναθέσει το ζήτημα αυτό σε ειδικούς, όμως το πάλευε μόνος του. Αυτό που βίωσε εκείνη τη μέρα δεν ήταν τίποτα σε σύγκριση με τη φρίκη που έζησε το επόμενο πρωί. Ο κόκορας λάλησε την ίδια ώρα που λαλούσε πάντα, πράγμα που έκανε τον Κανγκ να βγει έξω. Το πρώτο πράγμα που είδε ήταν μια γάτα να τρώει ένα αβγό. Κι όλα αυτά επειδή τα περάσματα είχαν σφραγιστεί.

Απόσπασμα από το βιβλίο της Sun-mi Hwang “Οι κερασιές που ήθελαν να ανθίσουν” που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Διόπτρα

Λάβετε καθημερινά τα άρθρα μας στο e-mail σας

Σχετικά θέματα

Πράξεις καλοσύνης που άλλαξαν τον ρου της ιστορίας
Γκάντι: Για να σταματήσει η φυσική βία πρέπει πρώτα να σταματήσει η παθητική βία
Ο Αρίν και το δικαστήριο | Μια ιστορία για τις αξίες και το πραγματικό νόημα της δικαιοσύνης
Μην ελέγχετε με φόβο

Πρόσφατα Άρθρα

Εναλλακτική Δράση