Δεν θεραπεύουμε την κατάθλιψη… ακούμε εκείνον που τη ζει

Η ιδέα ότι η κατάθλιψη οφείλεται σε χημική ανισορροπία στον εγκέφαλο, επικράτησε επί δεκαετίες ως η κυρίαρχη εξήγηση για τη φύση της ψυχικής νόσου.

Δεν θεραπεύουμε την κατάθλιψη... ακούμε εκείνον που τη ζει

Η ιδέα ότι η κατάθλιψη οφείλεται σε χημική ανισορροπία στον εγκέφαλο – κυρίως σε ανεπάρκεια σεροτονίνης – επικράτησε επί δεκαετίες στον δημόσιο λόγο ως η κυρίαρχη εξήγηση για τη φύση της ψυχικής νόσου. Ήταν ένα αφήγημα λειτουργικό, καθησυχαστικό και πολιτικά χρήσιμο. Μείωνε το στίγμα, απλοποιούσε τη δυσφορία και προσέφερε μια υπόσχεση. Αν η χημεία είναι η αιτία, τότε υπάρχει και χημική λύση.

Η θεωρία αυτή, παρότι δεν υιοθετήθηκε ποτέ ως πλήρης εξήγηση από τη σύγχρονη ψυχιατρική επιστήμη, ενσωματώθηκε στον τρόπο με τον οποίο οι περισσότεροι άνθρωποι κατανοούν την κατάθλιψη. Εδώ και χρόνια, όμως, ερευνητές και κλινικοί θέτουν ερωτήματα γύρω από την επιστημονική επάρκεια αυτής της άποψης. Μελέτες ανασκόπησης, όπως εκείνη της ψυχιάτρου Joanna Moncrieff και της ομάδας της το 2022, καταλήγουν στο ότι δεν υπάρχουν ισχυρά ευρήματα που να στηρίζουν τη θεωρία της σεροτονινικής ανεπάρκειας ως βασικής αιτίας της κατάθλιψης.

Advertisment

Στην πραγματικότητα, η υπόθεση της σεροτονίνης είχε ήδη αμφισβητηθεί από τη δεκαετία του 2000. Η αρχική ιδέα προήλθε από την παρατήρηση ότι ορισμένα αντικαταθλιπτικά αυξάνουν τα επίπεδα αυτού του νευροδιαβιβαστή. Το συμπέρασμα ότι η χαμηλή σεροτονίνη προκαλεί κατάθλιψη ήταν περισσότερο υπόθεση εργασίας παρά αποδεδειγμένο γεγονός. Όμως, η εξήγηση αυτή διευκόλυνε τον δημόσιο διάλογο, εξοικείωνε το κοινό με την έννοια της φαρμακευτικής θεραπείας και διευκόλυνε την αποδοχή των SSRIs(εκλεκτικοί αναστολείς επαναπρόσληψης σεροτονίνης — μια κατηγορία αντικαταθλιπτικών φαρμάκων που χρησιμοποιούνται κυρίως για τη θεραπεία της κατάθλιψης, του άγχους και άλλων συναισθηματικών διαταραχών).

Η ευκολία με την οποία έγινε αποδεκτό αυτό το μοντέλο δεν είναι άσχετη με το πώς λειτουργεί η πολιτισμική κατασκευή της νόσου. Ο όρος «χημική ανισορροπία» αποτέλεσε ένα επικοινωνιακό εργαλείο. Έδινε μορφή στο αόρατο, όνομα στο ακατανόητο, και προσδιόριζε τη λύση μέσα σε πλαίσιο τεχνοκρατικό και ατομικό. Αντί για κοινωνικές αιτίες, τραύματα, συνθήκες εργασίας ή διαγενεακές επιβαρύνσεις, η ευθύνη μεταφέρθηκε σε μόρια και υποδοχείς.

Η σύγχρονη ψυχοπαθολογία αναγνωρίζει πλέον την κατάθλιψη ως αποτέλεσμα δυναμικών και αλληλεπιδραστικών μηχανισμών (βιολογικών, ψυχολογικών, περιβαλλοντικών). Η γενετική προδιάθεση, το ιστορικό τραυματισμών, οι επαναλαμβανόμενες ματαιώσεις, οι στρεσογόνοι κοινωνικοί παράγοντες και οι νοητικές αναπαραστάσεις του εαυτού και των άλλων συνθέτουν ένα πολύπλοκο δίκτυο αιτιών. Η ίδια η σεροτονίνη δεν εξαιρείται από τη συζήτηση – αλλά το βάρος της δεν επαρκεί για να εξηγήσει το βάθος και την ποικιλία των καταθλιπτικών συμπτωμάτων.

Advertisment

Τα αντικαταθλιπτικά παραμένουν χρήσιμα εργαλεία για πολλούς ασθενείς, ειδικά σε περιπτώσεις σοβαρής κατάθλιψης. Όμως η αποτελεσματικότητά τους δεν τεκμηριώνει την αιτία για την οποία χορηγούνται. Είναι άλλο πράγμα να λες ότι μια ουσία ανακουφίζει και άλλο ότι θεραπεύει επειδή αντιστρέφει ένα σαφές βιολογικό έλλειμμα. Αυτή η σύγχυση, διαδεδομένη στην κοινή γνώμη, ενισχύει το στερεότυπο ότι η ψυχική νόσος είναι απομονωμένο νευροχημικό πρόβλημα.

Η επιμονή σε μια μονοδιάστατη βιολογική εξήγηση αποδυναμώνει την πολυπαραγοντική προσέγγιση της θεραπείας. Ο ασθενής ενδέχεται να προσδοκά βελτίωση μόνο μέσω φαρμάκου, να μην απευθύνεται για ψυχοθεραπεία ή να αγνοεί κοινωνικές ή εργασιακές συνθήκες που επιδεινώνουν την κατάστασή του. Επιπλέον, αυτή η προσέγγιση τείνει να υποκαθιστά τον λόγο του ατόμου από την εξήγηση του γιατρού, καθιστώντας τη θεραπευτική εμπειρία λιγότερο συμμετοχική.

Ορισμένοι κλινικοί, όπως ο Allen Frances (πρώην πρόεδρος της επιτροπής DSM-IV), προειδοποιούν για την υπεραπλούστευση των ψυχικών διαταραχών. Άλλοι, όπως η Nancy Andreasen, επισημαίνουν ότι η ψυχική ασθένεια είναι ζήτημα αλληλεπίδρασης ανάμεσα σε εγκέφαλο και εμπειρία, όχι ξεκομμένο από το υποκείμενο και το περιβάλλον του.

Η αποδόμηση του «μύθου της σεροτονίνης» δεν αναιρεί, ούτε απορρίπτει τη φαρμακευτική ψυχιατρική. Οδηγεί στην επανατοποθέτηση της συζήτησης, μιας και η κατάθλιψη χρειάζεται πολλαπλά εργαλεία αντιμετώπισης και ο θεραπευτικός λόγος πρέπει να εστιάζει στο άτομο και την εμπειρία του.

Δεν θεραπεύουμε την κατάθλιψη· ακούμε εκείνον που τη ζει.»
– Eugene Gendlin

Βιβλιογραφία

  1. Adam Vaughan (2024). The Depression Myth. BBC Science Focus Magazine, April 2024.
  2. Joanna Moncrieff, Mark A. Horowitz et al. (2022). “The serotonin theory of depression: a systematic umbrella review of the evidence.” Molecular Psychiatry, 27(10), 3924–3932.
  3. National Institute for Health and Care Excellence (NICE). Depression in adults: recognition and management. Clinical guideline CG90. Updated 2022.
  4. World Health Organization (2021). Depression Fact Sheet. WHO Newsroom, Geneva.
  5. Irving Kirsch, Thomas J. Moore et al. (2008). “Initial severity and antidepressant benefits: a meta-analysis of data submitted to the FDA.” PLoS Medicine, 5(2), e45.
  6. American Psychological Association (2019). Understanding Depression and Effective Treatments. APA Publications.
  7. Allen Frances (2013). Saving Normal: An Insider’s Revolt Against Out-of-Control Psychiatric Diagnosis. HarperCollins.
  8. Nancy C. Andreasen (2001). Brave New Brain: Conquering Mental Illness in the Era of the Genome. Oxford University Press.

Λάβετε καθημερινά τα άρθρα μας στο e-mail σας

Σχετικά θέματα

Η εξάπλωση του άγχους: Αναζητώντας αντίβαρο στη διαρκή εγρήγορση
breath
depression
stress (4)

Πρόσφατα Άρθρα

Εναλλακτική Δράση