Η ψυχική υγεία και ευεξία του εργατικού δυναμικού της Ευρώπης αναγνωρίζεται ολοένα και περισσότερο ως
ζήτημα καθοριστικής σημασίας για όλους τους Ευρωπαίους παράγοντες που έχουν σχέση με τους χώρους
εργασίας
Τα υψηλά επίπεδα εργασιακής εξουθένωσης και εκφοβισμού στο χώρο εργασίας έχουν συνδεθεί με την αποτυχία των επιχειρήσεων να υποστηρίξουν την ψυχική υγεία των εργαζομένων.
Advertisment
Πλέον μια νέα έρευνα έρχεται να επισημάνει πως η πολύωρη εργασία επηρεάζει σε μεγάλο βαθμό την υγεία των εργαζόμενων και οδηγεί σε κατάθλιψη.
Η εργασία για 90 ή περισσότερες ώρες την εβδομάδα συσχετίστηκε με αλλαγές στις βαθμολογίες των συμπτωμάτων της κατάθλιψης τρεις φορές μεγαλύτερες από την αλλαγή στα συμπτώματα της κατάθλιψης μεταξύ εκείνων που εργάζονταν 40 έως 45 ώρες την εβδομάδα διαπίστωσε η ερευνητική ομάδα, που εδρεύει στο Πανεπιστήμιο του Μίσιγκαν.
Χρησιμοποίησε προηγμένες στατιστικές μεθόδους για να μιμηθεί μια τυχαιοποιημένη κλινική δοκιμή, λαμβάνοντας υπόψη πολλούς άλλους παράγοντες της προσωπικής και επαγγελματικής ζωή των γιατρών.
Advertisment
Επιπλέον, ένα υψηλότερο ποσοστό όσων εργάζονταν πολλές ώρες, είχαν αρκετά υψηλές βαθμολογίες ώστε να πληρούν τις προϋποθέσεις για διάγνωση μέτριας έως σοβαρής κατάθλιψης -αρκετά σοβαρή ώστε να δικαιολογείται θεραπεία- σε σύγκριση με εκείνους που εργάζονταν λιγότερες ώρες.
Παρατηρήθηκε μέση αύξηση των συμπτωμάτων κατά 1,8 βαθμούς σε μια τυπική κλίμακα για όσους εργάζονται 40 έως 45 ώρες, που έφτασε έως και 5,2 βαθμούς για όσους εργάζονται περισσότερες από 90 ώρες.
Οι ειδικοί συμπεραίνουν ότι μεταξύ όλων των στρεσογόνων παραγόντων που επηρεάζουν τους γιατρούς, η πολύωρη εργασία συμβάλλει σημαντικά στην κατάθλιψη.
Η μελέτη έγινε σε πάνω από 17.000 νέους γιατρούς οι οποίοι ξεκίνησαν να εκπαιδεύονται σε εκατοντάδες νοσοκομεία στις Ηνωμένες Πολιτείες, για μια περίοδο 11 ετών.
Η μελέτη έρχεται εν μέσω προειδοποιήσεων από σημαντικούς εθνικούς οργανισμούς, όπως η Εθνική Ακαδημία Ιατρικής και η Ένωση Αμερικανικών Ιατρικών Κολλεγίων, για τα υψηλά ποσοστά κατάθλιψης μεταξύ των γιατρών, των εκπαιδευόμενων γιατρών και άλλων επαγγελματιών υγείας. Αν και οι ασκούμενοι στη μελέτη ανέφεραν μεγάλο αριθμό ωρών εργασίας κατά την προηγούμενη εβδομάδα, οι περισσότεροι δούλευαν μεταξύ 65 και 80 ώρες την εβδομάδα.
Το Συμβούλιο Διαπίστευσης για Μεταπτυχιακή Ιατρική Εκπαίδευση, το οποίο ορίζει τα εθνικά πρότυπα για τα προγράμματα ειδικότητας, έχει θέσει επί του παρόντος ένα όριο 80 ωρών στις εβδομάδες εργασίας των γιατρών.
Οι συγγραφείς λένε ότι τα ευρήματά τους δείχνουν μια σαφή ανάγκη για περαιτέρω μείωση του αριθμού των ωρών που εργάζονται οι γιατροί κάθε εβδομάδα κατά μέσο όρο.
Ο μέσος όρος ηλικίας των γιατρών στη μελέτη ήταν 27 ετών, ενώ λίγο παραπάνω από τους μισούς συμμετέχοντες ήταν γυναίκες. Ένας στους πέντε εκπαιδεύονταν σε χειρουργικούς κλάδους.
Λιγότεροι από 1 στους 20 πληρούσαν τα κριτήρια για μέτρια έως σοβαρή κατάθλιψη στην αρχή του έτους πρακτικής άσκησης. Συνολικά, το 46% είχε ένα αγχωτικό γεγονός στη ζωή του, όπως θάνατο συγγενικού προσώπου, γέννηση ή γάμο, κατά τη διάρκεια του έτους της πρακτικής τους άσκησης και το 37% είπε ότι είχε εμπλακεί σε τουλάχιστον ένα ιατρικό λάθος κατά τη διάρκεια του έτους.
Οι ερευνητές έλαβαν υπόψιν το φύλο, τον νευρωτισμό, το ιστορικό κατάθλιψης πριν από την πρακτική άσκηση, το οικογενειακό περιβάλλον, την ηλικία, το έτος έναρξης της πρακτικής άσκησης, την οικογενειακή κατάσταση, το αν είχαν παιδιά και τα αγχωτικά γεγονότα της ζωής τους, καθώς και τα ιατρικά λάθη κατά τη διάρκεια του έτους της πρακτικής άσκησης.
Τα ευρήματα δημοσιεύτηκαν στην επιθεώρηση New England Journal of Medicine.